σημειωματαριο κηπων

9 Ιουλίου 2014

søren, 2

 

 

ημερολογίων συνέχεια

τό προηγούμενο

 

κανείς γίνεται συγγραφέας σήμερα όχι για να εκφραστεί αλλά για να διαβαστεί.

σήμερα η συγγραφή έχει ξεπέσει σε τέτοιο βαθμό και αυτοί που γράφουν, γράφουν για πράγματα τόσο ανόητα και κενά από εμπειρίες, που αποφάσισα να διαβάζω μόνο τά γραπτά εκείνων που καταδικάστηκαν σε θάνατο ή αντιμετώπισαν κάποιο θανάσιμο κίνδυνο.

είναι τρομερό τό πώς αγοράζω κάθε μέρα, κάθε ώρα, και η τιμή έχει τόσες διακυμάνσεις !

δεν υπάρχουν στοχαστές να στοχαστούν, εραστές να ερωτευτούν. Υπάρχουν οι εφημερίδες, που περιβάλλουν τόν άνθρωπο με ένα μίασμα από σκέψεις, συναισθήματα, διαθέσεις, πορίσματα και προθέσεις που κανείς δεν διεκδικεί· είναι κοινά για όλους.

αν οι εφημερίδες κρεμούσαν μια πινακίδα έξω από τό μαγαζί τους, όπως κάνουν οι καταστηματάρχες, θα έγραφε : Εδώ οι άνθρωποι διαφθείρονται στο συντομότερο δυνατό χρόνο, στην ευρύτερη δυνατή κλίμακα και στη μικρότερη δυνατή τιμή.

κάθε άνθρωπος έχει μια ιδιαίτερη πραγματικότητα, και είναι αλαζονεία και έπαρση να μην τιμά τόν συνάνθρωπό του. Είναι παράλογο ότι χίλιοι άνθρωποι αξίζουν περισσότερο από έναν· αυτό θα τούς εξίσωνε με τά ζώα. Να είσαι άνθρωπος σημαίνει ότι η μονάδα είναι τό ανώτερο, χίλιες μονάδες μετρούν λιγότερο από τή Μία. Αν μπορούσα να τό πω αυτό στον καθένα, είμαι σίγουρος πως θα τόν συγκινούσα. Αφού πρώτα γίνω επιδέξιος στη διαλεκτική.

όσο περισσότερο συμμετέχουμε στον κόσμο, τόσο περισσότερο αναχαιτίζεται τό πνεύμα μας. Και τόσο μεγαλύτερη η επιτυχία μας.

πόσο ειρωνικό ! Τρομοκρατεί κυριολεκτικά τόν άνθρωπο να ξέρει τί τεράστιες ικανότητες έχει. Είσαι ικανός να ξέρεις ; Είσαι ικανός να ζεις στην ανέχεια, να ανέχεσαι οποιαδήποτε κακουχία μπορείς να φανταστείς ; Όμως δεν θέλεις να ξέρεις αν είσαι ικανός, έτσι δεν είναι ; Θα θύμωνες με όποιον σέ διαβεβαίωνε ότι είσαι, και θα θεωρούσες φίλο εκείνον που πείθεις λέγοντας «δεν μπορώ να τό αντέξω αυτό, είναι πέρα από τίς δυνάμεις μου».

πράξη δεν είναι η εξωτερική πράξη, αλλά η στιγμή που ο άνθρωπος αναιρεί τή σκέψη σαν πιθανότητα, για να ταυτιστεί με αυτή στην εσωτερικότητά του, να υπάρξει σ’ αυτή.

έχει δίκιο ο σοπενχάουερ : «Οι μόνοι ειλικρινείς είναι οι έμποροι, γιατί παραδέχονται δημόσια ότι κλέβουν».

η ειρωνεία δεν θαυμάζει τίποτα. Ειρωνεύεται ακόμη και τόν εαυτό της. Όμως στο χιούμορ ενυπάρχει η χαρά που θριαμβεύει παντού.

ο είρωνας που ανήκει στην πλειονότητα είναι μετριότητα. Η αμεσότητα μάς θέλει στην πλειονότητα. Η ειρωνεία είναι καχύποπτη και προς τή μεν και προς τή δε. Αντίθετα με τόν κωμικό, ο αληθινός είρωνας δεν βρίσκεται ποτέ στην πλειονότητα.

σε καιρούς φλογερούς, ο ενθουσιασμός είναι η αρχή που ενώνει τά πάντα. Σε καιρούς χαλεπούς, η αρνητική αρχή που ενώνει τά πάντα είναι ο φθόνος.

ό,τι ισχύει για τίς επιχειρήσεις ισχύει και για τή γνώση. Η συναλλαγή γινόταν αρχικά σε είδος, κατόπιν εφευρέθηκε τό χάρτινο υλικό, τό χρήμα. Η συναλλαγή της γνώσης γίνεται σε χάρτινο υλικό, για τό οποίο κανείς δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο οι διανοούμενοι.

ο άνθρωπος πλησιάζει ολοένα περισσότερο τά ζώα : δεν μιλούν πια για χίλιους γερούς άντρες αλλά για ιπποδύναμη χιλίων ίππων.

παρά τούς βαστάζους της (πιοτό, κλπ), η φιλία σέρνεται άθλια και αξιολύπητη. Πόσο μέ αηδιάζουν αυτά τά τετριμμένα κηρύγματα περί αμοιβαίας κατανόησης. Σαφώς και ζητά κατανόηση η φιλία, όχι όμως αυτή που ο ένας ξέρει τί πρόκειται να πει ο άλλος. Η φιλία ζητά ο ένας να μην ξέρει τί θα πει ο άλλος. Αλλά δεν φτάνει ίσαμε εκεί, γιατί δεν υπάρχει. Σήμερα οι άνθρωποι καταλαβαίνουν τούς πάντες. Όταν λένε αυτάρεσκα πως περίμεναν ένα τέτοιο σχόλιο, υποθέτουν ότι τά λόγια τού άλλου είναι τόσο ασήμαντα και κενά όσο τά δικά τους. Δεν υποψιάζονται τά γνωρίσματα που μπορούν να κάνουν ενδιαφέρον και τό πιο μικρό σχόλιο. Καλά θα κάνουμε να αποφεύγουμε αυτούς που, παρά τήν κατανόησή τους, δεν παύουν να παρεξηγούν. Κάθε φορά που συνομιλούμε με δαύτους χειρονομούν και μορφάζουν τόσο μηχανικά, που μοιάζουν με λατέρνες.

θα άξιζε σαν θέμα ομιλίας αυτό που έχω γράψει κάπου στο δεύτερο μέρος τού είτε/είτε : Τρομερό δεν είναι να τιμωρηθώ όταν διαπράξω τό κακό, αλλά να τό διαπράξω ατιμωρητί.

σήμερα τό μόνο που έχουν να κάνουν ο άντρας και η γυναίκα είναι να ζευγαρώσουν, για να προκύψει ένα αθάνατο πλάσμα, και ύστερα, με ένα πιτσίλισμα στο κεφάλι του, ένας χριστιανός, με τήν αιώνια σωτηρία να απλώνεται εμπρός του. Δεν είναι αυτό ένας εύκολος τρόπος να παράγεις αθάνατα έργα ; Ο χριστιανισμός από πνευματική έννοια έχει μετατραπεί σε κοινοτοπία. Και συνεχίζει χωρίς να προκαλεί τήν παραμικρή υποψία. Απεναντίας, όλοι τόν θαυμάζουν.

αυτό που οι άνθρωποι θεωρούν βαρύτατο παράπτωμα και τιμωρούν σκληρά – και που δείχνει τή ζωική καταγωγή τους – είναι τό να διαφέρεις από τούς άλλους. Τά πουλιά δικαίως κατατρέχουν τό πουλί που δεν είναι σαν αυτά. Στο ζωικό βασίλειο, τό είδος είναι ανώτερο από τίς μονάδες. Τό ιδίωμα τού ανθρώπου είναι ότι ο καθένας είναι προορισμένος να διαφέρει, να έχει τήν ιδιομορφία του. Εντούτοις, οι άνθρωποι είναι αμείλικτοι όταν διαφέρεις.

η εξέλιξη τού πολιτισμού, η εμφάνιση τών μεγαλουπόλεων, η αστικοποίηση, και εκείνο που συνέβαλε σε όλα τούτα, ο τύπος, ως τό κατεξοχήν μέσο επικοινωνίας, έχουν δώσει στην ύπαρξη εντελώς λανθασμένη κατεύθυνση. Η προσωπική ζωή έπαψε να υπάρχει. Τό να αντλείς από τίς καθημερινές σου εμπειρίες και να τίς διδάσκεις στον δρόμο αχρηστεύθηκε τόσο, που κατάντησε γελοία υπερβολή. Κάθε μεταρρύθμιση που συνέβαινε αφορούσε τόν τρόπο διακυβέρνησης. Όμως κανείς δεν σκέφτηκε να μεταρρυθμίσει τό «πλήθος». Μια τέτοια ιδέα μόνο σε τρελοκομείο μπορεί να γεννηθεί – όμως αυτό σημαίνει μεταρρύθμιση. Και τό πλήθος αφέθηκε στην τύχη του. Ο τύπος τό εκμεταλλεύτηκε για να μεταρρυθμίσει τήν εξουσία· κατόπιν τό παράτησε βαρύ και άψυχο πάνω στο σώμα τής πολιτικής. Στο πλήθος δεν ανήκει μόνο τό κοινό, ανήκει και τό προλεταριάτο. Πώς να τό μεταρρυθμίσεις τώρα που όλοι αρχίζουν να ξυπνούν μουδιασμένοι, παγωμένοι από φόβο ;

είναι πολύ σημαντικό στη ζωή να ξέρεις πότε έρχεται η σειρά σου.

προσωπικά διατείνομαι ότι ο άνθρωπος είναι ανόητος – εξαιτίας τής γλώσσας. Διαμέσου τής γλώσσας ο καθένας μπορεί να μετέχει στο ύψιστο. Νομίζουμε ότι μετέχουμε στο ύψιστο απλώς και μόνο μιλώντας για αυτό. Σαν να μετέχουμε στο βασιλικό τραπέζι από τή γαλαρία. Αν ήμουν άθεος, θα έλεγα ότι μια ειρωνική θεότητα δώρισε τή γλώσσα στον άνθρωπο για να διασκεδάζει με αυτή τήν ψευδαίσθηση. Η γλώσσα ξεχωρίζει τόν άνθρωπο από τό ζώο. Ωστόσο, εκείνο υπερτερεί, γιατί δεν χρειάζεται να εξαπατά τό ύψιστο.

σήμερα η ηθική συμβαδίζει με τίς διακρίσεις και τό ταλέντο. Με τήν ίδια απάθεια που ένας λέει ότι δεν είναι ιδιοφυΐα, λέει πως δεν μπορεί να απαρνηθεί τόν εαυτό του. Τί συγκινητικό ! Και θέλει επιπλέον να τόν παινέψουν για τήν ταπεινοφροσύνη και τήν αποδοχή τού ξεπεσμού του. Έξοχα ! Φανταστείτε έναν κακό μαθητή που θέλει να τόν παινέψουν επειδή ομολογεί ταπεινά πως είναι τεμπέλης !

τό κλασικό διαιρείται τελείως από τό ιδανικό και τό πραγματικό. Τό ρομαντικό αφήνει κάποιο υπόλοιπο.

επιγραμματικό. Στην εποχή μας υποτίθεται πως όλα είναι ελεύθερα. Πρέπει να είναι κανείς ελεύθερος ακόμη κι αν δεν θέλει. Πρέπει οπωσδήποτε να είναι ελεύθερος, ειδάλλως θα καταδικαστεί εις θάνατον. Νά πόσο ελεύθερα είναι όλα.

ώς και στη σφαίρα τού πνεύματος υπάρχει ειρωνεία. Δεν είναι ειρωνικό ότι με τή γλώσσα μπορεί ο άνθρωπος να υποβιβάσει τόν εαυτό του χαμηλότερα κι από τό άναρθρο ; – αφού οι ανοησίες είναι κατώτερες από τίς άναρθρες κραυγές ;

επιγραμματικό. «Οδηγεί αυτός ο δρόμος στο Λονδίνο ; » «Ναι, αλλά πρέπει να στρίψεις, ειδαλλιώς απομακρύνεσαι από τό Λονδίνο». Υποκλίνομαι με θαυμασμό στην πολυμάθεια τής αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, όμως διαφωνώ σε κάτι. Ίσαμε τόν Σωκράτη, τό αντικείμενο τής φιλοσοφίας ήταν ακόμα μόνο (προσέξτε τό ακόμα μόνο) η Ζωή. Όμως από τόν Πλάτωνα και έπειτα, τό αντικείμενό της έγινε η γνώση, έως και τήν εποχή μας, όπου από τήν κορυφή τής γνώσης κοιτάζουμε αφ’ υψηλού τόν Σωκράτη, γιατί η φιλοσοφία του ήταν ακόμα μόνο η Ζωή.
«Οδηγεί αυτός ο δρόμος στο Λονδίνο ; » «Ναι, αλλά πρέπει να στρίψεις». Αυτό που εννοεί η περίεργη αντιστροφή είναι ότι αν η ζωή σου είναι η φιλοσοφία (ή η θρησκεία), εφόσον και οι δύο είναι ξένες προς τήν επίγεια ζωή, η εξωτερική ζωή σου (καθότι φιλοσοφία και θρησκεία είναι η εσωτερική ζωή σου) πρέπει να στερηθεί τά επίγεια οφέλη. Όμως ο άνθρωπος δεν είναι διατεθειμένος να κάνει κάτι τέτοιο. Κατευθύνει τή ζωή του προς τά επίγεια οφέλη, μια και η φιλοσοφία δεν προσφέρει τίποτα άλλο από γνώση. Έτσι, στη θέση τού φιλοσόφου για τόν οποίο η φιλοσοφία ήταν ακόμα μόνο η ζωή, έχουμε τήν αυθεντία, που από επιστημονική, αντικειμενική, και ανώτερη άποψη βλέπει τόν Σωκράτη αφ’ υψηλού…
«Οδηγεί αυτός ο δρόμος στο Λονδίνο ; » «Ναι, αν στρίψεις…»

τό έργο μου. Τελικά ποια είναι η κατάληξη τού έργου μου ; Ότι προσέφερα λίγη ειλικρίνεια.

 

 

 

επάνω : εξώφυλλα και σελίδες από τά ημερολόγια

 

 

εδώ : χειρόγραφο από τά διαψάλματα (diapsalmata) (τμήμα τού είτε/είτε) όπου στην πρώτη σελίδα ο κίρκεγκωρ σβήνει όλο τό κείμενο κι αφήνει μόνο τήν εισαγωγή : «προτιμάω να μιλάω στα παιδιά, γιατί αυτά μπορεί κανείς να ελπίζει ότι θα μεγαλώσουν και θα γίνουν λογικά πλάσματα – όσο γι’ αυτούς που μεγάλωσαν – Θεός φυλάξοι ! »

(μεταφράζω, με βάση ας πούμε τό γενικό ύφος και τά συμφραζόμενα, τό Lord Jemini! μολονότι δεν βρήκα πουθενά σίγουρα τή σημασία του, και μάλιστα όπως μπορεί να τήν είχε στα δανέζικα)

συστήνω πάντως να διαβαστεί η φράση, και η συνακόλουθη στάση, τού Κ για τά παιδιά, σε σχέση με τήν άλλη φράση, στην τελική φάση τής ζωής, όπως μάς παραδίνεται, τού ηράκλειτου πως προτιμούσε να παίζει βόλους με τά παιδιά αντί να ασχολείται με τήν πόλη

αλλά για τή σχέση τού δανού με τόν εφέσιο (αρκούντως «σκοτεινοί», άλλωστε, και οι δύο) χρειάζεται ειδική διαπραγμάτευση – ο ίδιος πάντως, μολονότι, ειδικά στην «επανάληψη», θα έπρεπε να τόν έχει ψωμοτύρι, ασχολείται με τόν παρμενίδη ή τόν ζήνωνα ή τόν σωκράτη ή άλλους και (κάτι μού λέει ότι παριστάνει πως) τόν αγνοεί… Από μια άποψη είναι λογικό, αλλά σ’ αυτό θα επανέλθω ότ/αν γράψω για τήν «επανάληψη»

 

 

 

 

από εδώ

 

 

 

 

 

20 Ιουνίου 2014

søren

 

 

 

 

όσο και αν, για να ’ναι κανείς σωστός θεωρητικά, θα ’πρεπε να πει ότι ο σαίρεν κίρκεγκωρ μόνο μέσα στην ολότητά του βρίσκεται (και έτσι θα εύρισκε τρόπο να συμφωνήσει και με τόν αντόρνο (που σίγουρα τόν είχε διαβάσει ολόκληρον, για να κάνει εκείνη τήν πρώτη φιλοσοφική του δουλειά, πάνω στον κίρκεγκωρ ακριβώς)) εγώ θα προτιμήσω να πω ότι επειδή ο κίρκεγκωρ νόμιζε ότι είναι χριστιανός, βρίσκεται στις καλύτερες (και λιγότερο πληκτικές του στιγμές – και τήν πλήξη τού τήν επιστρέφω ολόκληρη επειδή ο ίδιος έχει βρεθεί εξόχως και ρητορικώς και μάλιστα πολύ εφευρετικά απέναντί της) βρίσκεται στις καλύτερές του στιγμές όταν δεν είναι καθόλου χριστιανός – όταν δηλαδή είναι ο κίρκεγκωρ πριν γίνει χριστιανός, ή όταν είναι όσο λιγότερο χριστιανός γίνεται, ή εν πάση περιπτώσει όταν ξεχνάει τή μανία του να θέλει να είναι σώνει και καλά χριστιανός ενώ, για να λέμε μεταξύ μας και τήν αλήθεια, δεν υπήρξε και σπουδαίος χριστιανός ο άνθρωπος (δεν ήταν χριστιανός ο χριστιανός)

κάποτε είχα βουτήξει στην «ασθένεια προς θάνατον» για να τήν μεταφράσω όταν δεν υπήρχε καμιά δική του ασθένεια μεταφρασμένη ακόμα στα ελληνικά (ασφαλώς θα τόν μετέφραζα από μετάφραση – τόν είχα βρει στ’ αγγλικά στο ξενόγλωσσο βιβλιοπωλείο τού ελευθερουδάκη (στην οδό νίκης τότε) στο οποίο μέ εισήγαγε (στην κυριολεξία δηλαδή μέ εισήγαγε) ο ενδιαφερόμενος για τά διαβάσματά μου τότε βασίλης διοσκουρίδης) τόν μετάφραζα κιόλας ταυτόχρονα με τήν «αλίκη στη χώρα τών θαυμάτων» που και αυτή δεν υπήρχε ακόμα στα εδώ, αλλά ήμουν (τό καταλάβαινα ήδη, με δυσφορία αλλά τό καταλάβαινα) και για τίς δύο πολύ κοντή (δεν είχα πιεί ακόμα από κείνο τό μπουκαλάκι να ψηλώσει δηλαδή ο λαιμός μου και να φτάνω τό τραπέζι) – επομένως δεν σκοπεύω να εμφανίσω τίποτα τώρα απ’ αυτά – εκτός ίσως καμιά φορά κανένα από τά τραγουδάκια τής αλίκης, γιατί εκείνα είχαν βγει καλά ίσως επειδή είμαστε πιο κοντά ηλικιακά και οι δυο μας. Καθώς τώρα λοιπόν πια υπάρχουν διάφορες μεταφράσεις θα παραθέσω εδώ σήμερα κομμάτια από τό «ημερολόγιό» του και από τό «είτε/είτε», και αργότερα αν θέλει ο θεός (του) από τήν «επανάληψη» – που είναι και τό πιο σπουδαίο του γραφτό κατά τή γνώμη μου – και τό έχουμε και στην εξαιρετική μετάφραση τής σοφίας σκοπετέα η οποία τόν μετέφρασε και από τή γλώσσα του (όλοι οι άλλοι τόν έχουν μεταφράσει από τά γαλλικά ή τά αγγλικά εκτός από μερικούς που κάνουν τήν πάπια και δεν λένε τίποτα περί αυτού ή περί γλώσσας). Και τώρα μόλις σκέφτηκα ότι είπα κιόλας ένα ψέμα, κι ότι τό πρώτο δικό του έργο που είχε μεταφραστεί (και από πολύ παλιά μάλιστα) (και από τά δανέζικα) ήταν τό «ημερολόγιο ενός διαφθορέα» στις εκδόσεις τού «γαλαξία» με ροζ κιόλας νομίζω εξώφυλλο – τά σημερινά αποσπάσματα τά βρήκα πρόσφατα από μια μάλλον θρησκευτικοκεντρική έκδοση, αλλά αυτό δεν έχει σημασία διαλέγω αυτά που μού αρέσουνε εμένα, μερικά από τό «είτε/είτε» και μερικά από τό ημερολόγιό του κυρίως είπαμε

(σε συνέχειες)

.
.

με τό ψευδώνυμο «θριαμβεύων ερημίτης», 1843, η πρώτη έκδοση τού «είτε/είτε»

.

από τό ημερολόγιο

για μένα ο κριτικός είναι τόσο απεχθής όσο ο παραγιός τού κουρέα που μέ κυνηγά με τή σαπουνάδα που χρησιμοποιεί για όλους, προσπαθώντας να τήν αλείψει στο πρόσωπό μου με τά βρώμικα δάχτυλά του.

πασχίζοντας να βγάλει νόημα από τό είτε–είτε, σχολίασε ότι περιέχει σκέψεις που δύσκολα θεωρούνται βαθυστόχαστες. Ο αξιότιμος διδάκτωρ heiberg και η κομπανία του έχουν τό μεγάλο προνόμιο να ξέρουν εκ τών προτέρων ότι αυτό που θα πουν είναι βαθυστόχαστο, καθότι σπάνια ακούς έστω και μία πρωτότυπη σκέψη από τό στόμα τους. Οι γνώσεις τους είναι δανεικές από τόν hegel. Κι αφού ο hegel είναι βαθυστόχαστος, είναι επόμενο να είναι βαθυστόχαστος και ο δόκτωρ heiberg. Με αυτό τό σκεπτικό, ο φοιτητής θεολογίας που μιλά για τή βίβλο είναι ο πιο βαθυστόχαστος απ’ όλους, μια και η βίβλος είναι τό πιο βαθύ σε νόημα βιβλίο.

τί αλλόκοτο για κάποιον που ζει μέσα στον κόσμο να έχει τήν αίσθηση τού αιώνιου.

για τήν αριστοκρατία τό πλήθος είναι χαμένη υπόθεση. Εξακολουθούν να ζουν στη σιγουριά τους, προσποιούμενοι ότι τό πλήθος δεν τούς αφορά. Δεν ασχολούνται με τούς ανθρώπους, να τούς κάνουν να χαρούν. Αυτό δείχνει υπεροψία και ασέβεια προς τόν άνθρωπο. Θέλω να τραβήξω τήν προσοχή τού πλήθους μακριά από αυτό που είναι ο χαμός του. Είτε με τό καλό είτε με τό ζόρι. Δεν υπονοώ ότι θα τούς χτυπήσω (τί κρίμα που ένας άνθρωπος δεν μπορεί να χτυπήσει τό πλήθος). Θα τούς αναγκάσω να μέ χτυπήσουν εκείνοι. Αν μέ χτυπήσουν, ίσως μέ προσέξουν. Κι αν δεν μέ σκοτώσουν, σίγουρα θα μέ προσέξουν, και τότε θα έχω καταφέρει μια μεγάλη νίκη. Τό σχέδιό μου είναι απόλυτα διαλεκτικό. Θα τούς κάνω να πουν «αφού δεν ασχολείται κανείς με τόν δόκτορα κίρκεγκωρ, θα ασχοληθώ εγώ μαζί του ! » και – δήθεν αδιάφορα ή θέλοντας να ξέρω ότι αδιαφορούν – θα ασχοληθούν μαζί μου. Τό σχέδιό μου θα φέρει έξοχα αποτελέσματα, αρκεί να τό εφαρμόσω. Οι άνθρωποι θα μέ πάρουν στα σοβαρά κάνοντας ότι δεν μέ παίρνουν στα σοβαρά.

από μια άποψη, η αιτία τής δυστυχίας μου είναι τό φοβερό μυστικό τής μελαγχολίας, τό οποίο δεν θα μπορούσα να κρύψω αν δεν είχα τόν τρόπο μου. (Τί φοβερό κακό, θεέ μου, μού έκανε ο πατέρας μου με τή μελαγχολία του – ένας γέρος που ξεφόρτωνε όλη του τήν απελπισία σε ένα παιδί, χωρίς να αναφέρω καν τό πιο τρομερό. Παρ’ όλ’ αυτά, ήταν ο καλύτερος πατέρας.) Αλλά τότε δεν θα είχα γίνει αυτό που είμαι. Θα είχα τρελαθεί αν δεν έφευγα από τό σπίτι.

μερικές φορές βλέπω τόν εαυτό μου σαν καρικατούρα, μια σύντομη περίληψη αισθημάτων και σκέψεων, έναν μάλλον συμπαθητικό, ψηλόλιγνο άντρα που η φύση αναχαίτισε ξαφνικά τήν εξέλιξή του. Αυτό φαίνεται στα μέλη τού σώματός μου, στα δάχτυλα στο πρόσωπο κλπ. Παρομοίως κάθε λόγος μου αρχίζει με τέτοια υπόσχεση, ώστε κάποιος να προσδοκά κάτι βαρυσήμαντο, όμως τίποτα αξιόλογο δεν προκύπτει.

βλέπω πολλούς που χρησιμοποιούν τήν προβολή για να ξεχωρίσουν. Αν μπω κάπου όπου είναι μαζεμένη μια παρέα, ένας από αυτούς, θεωρώντας ότι εκπροσωπεί τήν ομήγυρη, μέ βλέπει και γελά προσβλητικά. Αλλά μόλις τού απευθύνω τόν λόγο, η συμπεριφορά του αλλάζει· γίνεται πειθήνιος και ευγενικός· μέ υπολογίζει. Όσο μέ αγνοεί, πιστεύει ότι μπορεί να γελά εις βάρος μου· μόλις τού δώσω σημασία κολακεύεται. Είναι ενδιαφέρον να παρατηρείς όσα σού συμβαίνουν στη μικρή κοινότητα όπου ζεις.

κάποτε ο διακαής πόθος μου ήταν να γίνω αστυνομικός. Φάνταζε ιδανική απασχόληση για τό ανήσυχο, κοφτερό πνεύμα μου. Πίστευα πως ανάμεσα στους εγκληματίες υπήρχαν άντρες να συναγωνιστώ : άντρες πανούργοι, δραστήριοι, ιδιοφυείς. Καλύτερα που δεν έγινα, αφού οι περισσότερες αστυνομικές υποθέσεις έχουν να κάνουν με πλημμελήματα.

είναι φοβερός ο πόνος που νιώθω όταν ο στοχασμός μου σπαταλιέται στα παπούτσια τής αμεσότητας. Κανένας πόνος δεν μέ τρομάζει περισσότερο.

είναι παράξενο πόσο σκληρά μαθαίνω κάτι. Χώνομαι με αγωνία σε μια σκοτεινή σπηλιά δίχως να διακρίνω τίποτα. Ξαφνικά προβάλλει μπροστά μου ολοζώντανη μια ιδέα. Μέ χτυπά ελαφρά στον ώμο, μέ αγκαλιάζει και μέ συνεπαίρνει. Δεν μού φαίνεται ξένη· κάποτε θα τήν είχα αγκαλιάσει με τό αριστερό χέρι, τώρα τήν παίρνω με τό δεξί. Και εκεί που ένιωθα μικρός σαν ακρίδα, ζωηρεύω για τά καλά. Τήν ακολουθώ μέχρι τέλους. Δένομαι πάνω της, γίνομαι δέσμιός της. Κι όταν τελειώσω, αρχίζει πάλι η ίδια διαδικασία.

όλη η κοπεγχάγη μέ αντιμετωπίζει σαν έναν μισότρελο εκκεντρικό εγγλέζο, με τόν οποίο ας δούμε πώς μπορούμε να γελάσουμε όλοι μας, επώνυμοι κι ανώνυμοι. Η συγγραφική μου δραστηριότητα, τό εσωτερικό πάθος τής οποίας θα συγκινούσε και τίς πέτρες και που σε ορισμένα θέματα είναι άφθαστη, θεωρείται μια φτηνή απασχόληση, σαν τό ψάρεμα. Όσοι τήν αντιλαμβάνονται μέ ζηλεύουν σιωπηρά· οι υπόλοιποι δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Από τούς κριτικούς δεν έχω τήν παραμικρή υποστήριξη. Μέ αντιγράφουν, μέ διαβάλλουν σε ανόητες διαλέξεις και συγκεντρώσεις, δίχως καν να αναφέρουν τό όνομά μου. Τούς αρέσει να μέ θεωρούν παράλογο· θέλουν να δουν αν μπορούν να μέ τρελάνουν περισσότερο. Κρύβω τήν πραγματική μου εικόνα και τά σπάνια χαρίσματα που μού έχουν δοθεί. Ο άνθρωπος τού δρόμου μέ φθονεί. Χαίρεται να διαπομπεύει τίς αρετές μου. Και όλα εξαρτώνται από τή διάθεση ενός τέτοιου ανθρώπου. Μέ παρηγορεί που είμαι εσωστρεφής, γιατί έτσι δεν βλέπω, δεν ακούω τί γίνεται γύρω μου.

βρίσκω τή ζωή υπερβολικά κουραστική. Πόσο θλιβερά μαθαίνεις τούς ανθρώπους, τί λυπηρό αυτό που φαίνεται καλό εξ αποστάσεως να μέ απογοητεύει τόσο πολύ κάθε φορά !

θα ήθελα να γράψω μια μικρή ιστορία που ο κύριος χαρακτήρας της απέκτησε ένα ζευγάρι γυαλιά. Όσο θα μικραίνει τίς παραστάσεις ο ένας του φακός, τόσο θα τίς μεγεθύνει ο άλλος, για να βλέπει τά πάντα στη σχετικότητά τους.

αν δεν ήξερα πως είμαι γέννημα θρέμμα δανός, θα μέ δελέαζε να έλεγα πως είμαι ιρλανδός, για να ερμηνεύσω τίς αντιφάσεις μέσα μου. Εκείνο τό έθνος δεν έχει τήν καρδιά να βουτήξει τά παιδιά του εντελώς στο νερό όταν τά βαφτίζει. Θέλει να κρατήσουν και λίγο παγανισμό. Όταν τά βουτάνε, αφήνουν τό δεξί χέρι τους έξω από τό νερό, για να μπορεί αργότερα να κρατήσει τό σπαθί ή να αγκαλιάσει μια γυναίκα.

όλοι μας παίρνουμε εκδίκηση από τόν κόσμο. Η δική μου έγκειται στο να υποφέρω τήν απελπισία και τόν τρόμο, ενώ τό γέλιο μου διασκεδάζει τούς πάντες. Αν δω κάποιον να υποφέρει, τόν συνδράμω, τόν ανακουφίζω όσο καλύτερα μπορώ και τόν ακούω ήρεμα να μέ διαβεβαιώνει πως είμαι τυχερός. Αν καταφέρω να διατηρήσω αυτή τή σχέση μέχρι τή μέρα που θα πεθάνω, θα έχω πάρει τήν εκδίκησή μου από τόν κόσμο.

η παρηγοριά μου είναι ότι μετά τόν θάνατό μου κανείς δεν θα βρει στα γραπτά μου τήν παραμικρή πληροφορία γι’ αυτό που έδωσε νόημα στη ζωή μου και που, βαθιά κρυμμένο μέσα μου, εξηγεί τά πάντα και καθιστά αυτά που για τούς άλλους θεωρούνται λεπτομέρειες γεγονότα μεγίστης σημασίας και που, μόλις ανακαλύψω τή μυστική τους εξήγηση, τά θεωρώ ασήμαντα κι εγώ.

θα προκύψει με τή δική μου κατάρρευση. Μόνο όταν καταρρεύσω θα καταλάβουν ότι έπρεπε να είχαν ασχοληθεί μαζί μου, και τότε θα μέ παρεξηγήσουν άλλη μια φορά. Θα αναρωτηθούν γιατί τούς άφησα να πιστεύουν ότι ο μόνος κίνδυνος που είχα να αντιμετωπίσω ήταν η ανοησία τους.

άνθρωπος σημαίνει ισότητα, ανθρωπιά. Η ανισότητα είναι απανθρωπιά.

η αλήθεια είναι παγίδα. Δεν μπορείς να τήν πιάσεις· σέ πιάνει πρώτα αυτή. Δεν μπορείς να τήν αιχμαλωτίσεις αν δεν γίνεις πρώτα αιχμάλωτός της.

να είσαι χριστιανός και σε πλήρη συμμόρφωση με τό χριστιανικό κατεστημένο είναι σαν να κάνεις γυμναστική με ζουρλομανδύα.

θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε τή ζωή ενός ανθρώπου με μια μεγάλη συνδιάλεξη όπου οι άλλοι αντιπροσωπεύουν διαφορετικά μέρη τού λόγου. Άραγε πόσοι είναι απλώς επίθετα, επιφωνήματα και επιρρήματα ; Πόσο λίγοι είναι ουσιαστικά και ενεργητικά ρήματα, πόσο πολλοί είναι σύνδεσμοι ; Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι σαν τά ανώμαλα ρήματα σε γλώσσες που σχεδόν κάθε ρήμα είναι ανώμαλο.

η οριστική σκέφτεται κάτι σαν πραγματικό (ταυτίζει τό σκεπτόμενο με τό πραγματικό).
Η υποτακτική σαν νοητό.

η υποτακτική είναι η δραματική γραμμή που δρασκελίζει ο αφηγητής για να εκπροσωπήσει τά λεγόμενά του (ποιοτικά) παρουσιάζοντάς τα στο φως τής υποκειμενικότητάς του.

η ζωή μου είναι, δυστυχώς, πολύ υποτακτική. Θεέ μου, ας είχα και λίγη οριστική.

 

 

 

 

 

επάνω :

σαίρεν κίρκεγκωρ, επεξεργασμένο μέσω picasa τό πιο γνωστό του πορτραίτο (από ημιτελές σχεδίασμα που τού έκανε ο ξάδελφός του niels christian kierkegaard)

χειρόγραφο τού κίρκεγκωρ (1838) για ένα θεατρικό έργο που δεν δημοσίεψε ποτέ

.

.

          

η «ασθένεια προς θάνατον» στα αγγλικά (από κει θα τή μετέφραζα) // ο βασίλης διοσκουρίδης που μού χάρισε τό βιβλίο τού κίρκεγκωρ, όμως εδώ 15 χρόνια αργότερα (πολύ μεγάλος πια) (αργότερα μεγάλωσε περισσότερο) // «η επανάληψη» : η σημαντικότερη ώς σήμερα έκδοση στα ελληνικά τού κίρκεγκωρ : μετάφραση και σχόλια (ουσιαστικά μελέτη) τής σοφίας σκοπετέα // «τό ημερολόγιο ενός διαφθορέα» : τό πρώτο βιβλίο τού κίρκεγκωρ στα ελληνικά (μετάφραση δημήτρης μπέσκος, εκδόσεις γαλαξίας, 1964) και τό μόνο μαζί με τήν «επανάληψη» που έχει μεταφραστεί από τά δανέζικα

 

λίγα (σχολιαστικά) για τόν κίρκεγκωρ τού αντόρνο : 1, 2, 3

 

 

 

 

 

Start a Blog at WordPress.com.