ημερολογίων συνέχεια
τό προηγούμενο
κανείς γίνεται συγγραφέας σήμερα όχι για να εκφραστεί αλλά για να διαβαστεί.
σήμερα η συγγραφή έχει ξεπέσει σε τέτοιο βαθμό και αυτοί που γράφουν, γράφουν για πράγματα τόσο ανόητα και κενά από εμπειρίες, που αποφάσισα να διαβάζω μόνο τά γραπτά εκείνων που καταδικάστηκαν σε θάνατο ή αντιμετώπισαν κάποιο θανάσιμο κίνδυνο.
είναι τρομερό τό πώς αγοράζω κάθε μέρα, κάθε ώρα, και η τιμή έχει τόσες διακυμάνσεις !
δεν υπάρχουν στοχαστές να στοχαστούν, εραστές να ερωτευτούν. Υπάρχουν οι εφημερίδες, που περιβάλλουν τόν άνθρωπο με ένα μίασμα από σκέψεις, συναισθήματα, διαθέσεις, πορίσματα και προθέσεις που κανείς δεν διεκδικεί· είναι κοινά για όλους.
αν οι εφημερίδες κρεμούσαν μια πινακίδα έξω από τό μαγαζί τους, όπως κάνουν οι καταστηματάρχες, θα έγραφε : Εδώ οι άνθρωποι διαφθείρονται στο συντομότερο δυνατό χρόνο, στην ευρύτερη δυνατή κλίμακα και στη μικρότερη δυνατή τιμή.
κάθε άνθρωπος έχει μια ιδιαίτερη πραγματικότητα, και είναι αλαζονεία και έπαρση να μην τιμά τόν συνάνθρωπό του. Είναι παράλογο ότι χίλιοι άνθρωποι αξίζουν περισσότερο από έναν· αυτό θα τούς εξίσωνε με τά ζώα. Να είσαι άνθρωπος σημαίνει ότι η μονάδα είναι τό ανώτερο, χίλιες μονάδες μετρούν λιγότερο από τή Μία. Αν μπορούσα να τό πω αυτό στον καθένα, είμαι σίγουρος πως θα τόν συγκινούσα. Αφού πρώτα γίνω επιδέξιος στη διαλεκτική.
όσο περισσότερο συμμετέχουμε στον κόσμο, τόσο περισσότερο αναχαιτίζεται τό πνεύμα μας. Και τόσο μεγαλύτερη η επιτυχία μας.
πόσο ειρωνικό ! Τρομοκρατεί κυριολεκτικά τόν άνθρωπο να ξέρει τί τεράστιες ικανότητες έχει. Είσαι ικανός να ξέρεις ; Είσαι ικανός να ζεις στην ανέχεια, να ανέχεσαι οποιαδήποτε κακουχία μπορείς να φανταστείς ; Όμως δεν θέλεις να ξέρεις αν είσαι ικανός, έτσι δεν είναι ; Θα θύμωνες με όποιον σέ διαβεβαίωνε ότι είσαι, και θα θεωρούσες φίλο εκείνον που πείθεις λέγοντας «δεν μπορώ να τό αντέξω αυτό, είναι πέρα από τίς δυνάμεις μου».
πράξη δεν είναι η εξωτερική πράξη, αλλά η στιγμή που ο άνθρωπος αναιρεί τή σκέψη σαν πιθανότητα, για να ταυτιστεί με αυτή στην εσωτερικότητά του, να υπάρξει σ’ αυτή.
έχει δίκιο ο σοπενχάουερ : «Οι μόνοι ειλικρινείς είναι οι έμποροι, γιατί παραδέχονται δημόσια ότι κλέβουν».
η ειρωνεία δεν θαυμάζει τίποτα. Ειρωνεύεται ακόμη και τόν εαυτό της. Όμως στο χιούμορ ενυπάρχει η χαρά που θριαμβεύει παντού.
ο είρωνας που ανήκει στην πλειονότητα είναι μετριότητα. Η αμεσότητα μάς θέλει στην πλειονότητα. Η ειρωνεία είναι καχύποπτη και προς τή μεν και προς τή δε. Αντίθετα με τόν κωμικό, ο αληθινός είρωνας δεν βρίσκεται ποτέ στην πλειονότητα.
σε καιρούς φλογερούς, ο ενθουσιασμός είναι η αρχή που ενώνει τά πάντα. Σε καιρούς χαλεπούς, η αρνητική αρχή που ενώνει τά πάντα είναι ο φθόνος.
ό,τι ισχύει για τίς επιχειρήσεις ισχύει και για τή γνώση. Η συναλλαγή γινόταν αρχικά σε είδος, κατόπιν εφευρέθηκε τό χάρτινο υλικό, τό χρήμα. Η συναλλαγή της γνώσης γίνεται σε χάρτινο υλικό, για τό οποίο κανείς δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο οι διανοούμενοι.
ο άνθρωπος πλησιάζει ολοένα περισσότερο τά ζώα : δεν μιλούν πια για χίλιους γερούς άντρες αλλά για ιπποδύναμη χιλίων ίππων.
παρά τούς βαστάζους της (πιοτό, κλπ), η φιλία σέρνεται άθλια και αξιολύπητη. Πόσο μέ αηδιάζουν αυτά τά τετριμμένα κηρύγματα περί αμοιβαίας κατανόησης. Σαφώς και ζητά κατανόηση η φιλία, όχι όμως αυτή που ο ένας ξέρει τί πρόκειται να πει ο άλλος. Η φιλία ζητά ο ένας να μην ξέρει τί θα πει ο άλλος. Αλλά δεν φτάνει ίσαμε εκεί, γιατί δεν υπάρχει. Σήμερα οι άνθρωποι καταλαβαίνουν τούς πάντες. Όταν λένε αυτάρεσκα πως περίμεναν ένα τέτοιο σχόλιο, υποθέτουν ότι τά λόγια τού άλλου είναι τόσο ασήμαντα και κενά όσο τά δικά τους. Δεν υποψιάζονται τά γνωρίσματα που μπορούν να κάνουν ενδιαφέρον και τό πιο μικρό σχόλιο. Καλά θα κάνουμε να αποφεύγουμε αυτούς που, παρά τήν κατανόησή τους, δεν παύουν να παρεξηγούν. Κάθε φορά που συνομιλούμε με δαύτους χειρονομούν και μορφάζουν τόσο μηχανικά, που μοιάζουν με λατέρνες.
θα άξιζε σαν θέμα ομιλίας αυτό που έχω γράψει κάπου στο δεύτερο μέρος τού είτε/είτε : Τρομερό δεν είναι να τιμωρηθώ όταν διαπράξω τό κακό, αλλά να τό διαπράξω ατιμωρητί.
σήμερα τό μόνο που έχουν να κάνουν ο άντρας και η γυναίκα είναι να ζευγαρώσουν, για να προκύψει ένα αθάνατο πλάσμα, και ύστερα, με ένα πιτσίλισμα στο κεφάλι του, ένας χριστιανός, με τήν αιώνια σωτηρία να απλώνεται εμπρός του. Δεν είναι αυτό ένας εύκολος τρόπος να παράγεις αθάνατα έργα ; Ο χριστιανισμός από πνευματική έννοια έχει μετατραπεί σε κοινοτοπία. Και συνεχίζει χωρίς να προκαλεί τήν παραμικρή υποψία. Απεναντίας, όλοι τόν θαυμάζουν.
αυτό που οι άνθρωποι θεωρούν βαρύτατο παράπτωμα και τιμωρούν σκληρά – και που δείχνει τή ζωική καταγωγή τους – είναι τό να διαφέρεις από τούς άλλους. Τά πουλιά δικαίως κατατρέχουν τό πουλί που δεν είναι σαν αυτά. Στο ζωικό βασίλειο, τό είδος είναι ανώτερο από τίς μονάδες. Τό ιδίωμα τού ανθρώπου είναι ότι ο καθένας είναι προορισμένος να διαφέρει, να έχει τήν ιδιομορφία του. Εντούτοις, οι άνθρωποι είναι αμείλικτοι όταν διαφέρεις.
η εξέλιξη τού πολιτισμού, η εμφάνιση τών μεγαλουπόλεων, η αστικοποίηση, και εκείνο που συνέβαλε σε όλα τούτα, ο τύπος, ως τό κατεξοχήν μέσο επικοινωνίας, έχουν δώσει στην ύπαρξη εντελώς λανθασμένη κατεύθυνση. Η προσωπική ζωή έπαψε να υπάρχει. Τό να αντλείς από τίς καθημερινές σου εμπειρίες και να τίς διδάσκεις στον δρόμο αχρηστεύθηκε τόσο, που κατάντησε γελοία υπερβολή. Κάθε μεταρρύθμιση που συνέβαινε αφορούσε τόν τρόπο διακυβέρνησης. Όμως κανείς δεν σκέφτηκε να μεταρρυθμίσει τό «πλήθος». Μια τέτοια ιδέα μόνο σε τρελοκομείο μπορεί να γεννηθεί – όμως αυτό σημαίνει μεταρρύθμιση. Και τό πλήθος αφέθηκε στην τύχη του. Ο τύπος τό εκμεταλλεύτηκε για να μεταρρυθμίσει τήν εξουσία· κατόπιν τό παράτησε βαρύ και άψυχο πάνω στο σώμα τής πολιτικής. Στο πλήθος δεν ανήκει μόνο τό κοινό, ανήκει και τό προλεταριάτο. Πώς να τό μεταρρυθμίσεις τώρα που όλοι αρχίζουν να ξυπνούν μουδιασμένοι, παγωμένοι από φόβο ;
είναι πολύ σημαντικό στη ζωή να ξέρεις πότε έρχεται η σειρά σου.
προσωπικά διατείνομαι ότι ο άνθρωπος είναι ανόητος – εξαιτίας τής γλώσσας. Διαμέσου τής γλώσσας ο καθένας μπορεί να μετέχει στο ύψιστο. Νομίζουμε ότι μετέχουμε στο ύψιστο απλώς και μόνο μιλώντας για αυτό. Σαν να μετέχουμε στο βασιλικό τραπέζι από τή γαλαρία. Αν ήμουν άθεος, θα έλεγα ότι μια ειρωνική θεότητα δώρισε τή γλώσσα στον άνθρωπο για να διασκεδάζει με αυτή τήν ψευδαίσθηση. Η γλώσσα ξεχωρίζει τόν άνθρωπο από τό ζώο. Ωστόσο, εκείνο υπερτερεί, γιατί δεν χρειάζεται να εξαπατά τό ύψιστο.
σήμερα η ηθική συμβαδίζει με τίς διακρίσεις και τό ταλέντο. Με τήν ίδια απάθεια που ένας λέει ότι δεν είναι ιδιοφυΐα, λέει πως δεν μπορεί να απαρνηθεί τόν εαυτό του. Τί συγκινητικό ! Και θέλει επιπλέον να τόν παινέψουν για τήν ταπεινοφροσύνη και τήν αποδοχή τού ξεπεσμού του. Έξοχα ! Φανταστείτε έναν κακό μαθητή που θέλει να τόν παινέψουν επειδή ομολογεί ταπεινά πως είναι τεμπέλης !
τό κλασικό διαιρείται τελείως από τό ιδανικό και τό πραγματικό. Τό ρομαντικό αφήνει κάποιο υπόλοιπο.
επιγραμματικό. Στην εποχή μας υποτίθεται πως όλα είναι ελεύθερα. Πρέπει να είναι κανείς ελεύθερος ακόμη κι αν δεν θέλει. Πρέπει οπωσδήποτε να είναι ελεύθερος, ειδάλλως θα καταδικαστεί εις θάνατον. Νά πόσο ελεύθερα είναι όλα.
ώς και στη σφαίρα τού πνεύματος υπάρχει ειρωνεία. Δεν είναι ειρωνικό ότι με τή γλώσσα μπορεί ο άνθρωπος να υποβιβάσει τόν εαυτό του χαμηλότερα κι από τό άναρθρο ; – αφού οι ανοησίες είναι κατώτερες από τίς άναρθρες κραυγές ;
επιγραμματικό. «Οδηγεί αυτός ο δρόμος στο Λονδίνο ; » «Ναι, αλλά πρέπει να στρίψεις, ειδαλλιώς απομακρύνεσαι από τό Λονδίνο». Υποκλίνομαι με θαυμασμό στην πολυμάθεια τής αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, όμως διαφωνώ σε κάτι. Ίσαμε τόν Σωκράτη, τό αντικείμενο τής φιλοσοφίας ήταν ακόμα μόνο (προσέξτε τό ακόμα μόνο) η Ζωή. Όμως από τόν Πλάτωνα και έπειτα, τό αντικείμενό της έγινε η γνώση, έως και τήν εποχή μας, όπου από τήν κορυφή τής γνώσης κοιτάζουμε αφ’ υψηλού τόν Σωκράτη, γιατί η φιλοσοφία του ήταν ακόμα μόνο η Ζωή.
«Οδηγεί αυτός ο δρόμος στο Λονδίνο ; » «Ναι, αλλά πρέπει να στρίψεις». Αυτό που εννοεί η περίεργη αντιστροφή είναι ότι αν η ζωή σου είναι η φιλοσοφία (ή η θρησκεία), εφόσον και οι δύο είναι ξένες προς τήν επίγεια ζωή, η εξωτερική ζωή σου (καθότι φιλοσοφία και θρησκεία είναι η εσωτερική ζωή σου) πρέπει να στερηθεί τά επίγεια οφέλη. Όμως ο άνθρωπος δεν είναι διατεθειμένος να κάνει κάτι τέτοιο. Κατευθύνει τή ζωή του προς τά επίγεια οφέλη, μια και η φιλοσοφία δεν προσφέρει τίποτα άλλο από γνώση. Έτσι, στη θέση τού φιλοσόφου για τόν οποίο η φιλοσοφία ήταν ακόμα μόνο η ζωή, έχουμε τήν αυθεντία, που από επιστημονική, αντικειμενική, και ανώτερη άποψη βλέπει τόν Σωκράτη αφ’ υψηλού…
«Οδηγεί αυτός ο δρόμος στο Λονδίνο ; » «Ναι, αν στρίψεις…»
τό έργο μου. Τελικά ποια είναι η κατάληξη τού έργου μου ; Ότι προσέφερα λίγη ειλικρίνεια.
επάνω : εξώφυλλα και σελίδες από τά ημερολόγια
εδώ : χειρόγραφο από τά διαψάλματα (diapsalmata) (τμήμα τού είτε/είτε) όπου στην πρώτη σελίδα ο κίρκεγκωρ σβήνει όλο τό κείμενο κι αφήνει μόνο τήν εισαγωγή : «προτιμάω να μιλάω στα παιδιά, γιατί αυτά μπορεί κανείς να ελπίζει ότι θα μεγαλώσουν και θα γίνουν λογικά πλάσματα – όσο γι’ αυτούς που μεγάλωσαν – Θεός φυλάξοι ! »
(μεταφράζω, με βάση ας πούμε τό γενικό ύφος και τά συμφραζόμενα, τό Lord Jemini! μολονότι δεν βρήκα πουθενά σίγουρα τή σημασία του, και μάλιστα όπως μπορεί να τήν είχε στα δανέζικα)
συστήνω πάντως να διαβαστεί η φράση, και η συνακόλουθη στάση, τού Κ για τά παιδιά, σε σχέση με τήν άλλη φράση, στην τελική φάση τής ζωής, όπως μάς παραδίνεται, τού ηράκλειτου πως προτιμούσε να παίζει βόλους με τά παιδιά αντί να ασχολείται με τήν πόλη
αλλά για τή σχέση τού δανού με τόν εφέσιο (αρκούντως «σκοτεινοί», άλλωστε, και οι δύο) χρειάζεται ειδική διαπραγμάτευση – ο ίδιος πάντως, μολονότι, ειδικά στην «επανάληψη», θα έπρεπε να τόν έχει ψωμοτύρι, ασχολείται με τόν παρμενίδη ή τόν ζήνωνα ή τόν σωκράτη ή άλλους και (κάτι μού λέει ότι παριστάνει πως) τόν αγνοεί… Από μια άποψη είναι λογικό, αλλά σ’ αυτό θα επανέλθω ότ/αν γράψω για τήν «επανάληψη»