σημειωματαριο κηπων

12 Μαρτίου 2010

μαργαρίτα γιουρσενάρ (2) : χρόνος αυτός ο μεγάλος τεχνίτης

 

 

 

      η πρώτη ανάρτηση για τήν ωραία Μαργαρίτα, εδώ 

 

      πάρχει κάτι γοητευτικό στην ιστορία τής ιστορίας – στην ιστορία δλδ τού πώς ένα γεγονός κερδίζει τήν (σχετικώς) αιώνια ζωή < έχουμε ξαναμιλήσει λίγο γι’ αυτό εδωμέσα νομίζω > : η (αλλόκοτη) αυτή διαδοχή γεγονότων, λόγων και έργων, έχει 3 (ή 4) βασικά σημεία σταθμούς : τό ένα (τό πλατύσκαλο – ή, ενίοτε, ο εντελώς χαμένος πια πλανήτης) είναι τό πραγματικό γεγονός. Τό δεύτερο είναι η αφήγηση περί αυτού από κάποιον που τό είδε και τό άκουσε. Τό τρίτο είναι ότι κάποια κάθεται και τό γράφει. Τό τέταρτο κάποιος που τό διανέμει τυπωμένο ή χειρόγραφο, και συνήθως ρετουσαρισμένο. Ακολουθούν οι μεταφράσεις – μετάφραση μπορεί να ‘χει υπάρξει και πιο πριν – και οι άλλες εκδόσεις. Ύστερα οι ερμηνείες, οι αλλοιώσεις, οι ξαναμεταφράσεις, οι χρήσεις οι καταχρήσεις και πάμε στο άπειρο…

      Κι ύστερα ακολουθεί μια, ακόμα πιο γοητευτική (για τούς διεστραμμένους) διαδικασία αντιστροφής : από τό άπειρο, να ξαναβρείς (αν θέλεις) τό μηδέν – δλδ τό αρχικό γεγονός

      Η γιουρσενάρ είναι κατεξοχήν μια συγγραφέας που γοητεύει όσους γοητεύονται από τήν διαδικασία τής αντιστροφής. Μ’ αυτήν εξάλλου έχει κάνει τά σημαντικότερα έργα της, και τόν Αδριανό, και τήν Άβυσσο, και τούς Λαβύρινθους

      Λογικά λοιπόν, ως πρώτο της δοκίμιο στο βιβλίο αυτό περί Χρόνου, διαλέγει ένα κείμενο για ένα κείμενο : Μεσαιωνικό, πολύ παλιό, τών απαρχών τού ευρωπαϊκού (αγγλικού) μεσαίωνα : Η ιστορία είναι σύντομη, αποτελείται στην ουσία από 2 μικρές δημηγορίες να πούμε – και σχετικά απλή : Αν και αφορά μια ιστορία καθόλου απλή – τή μεταστροφή τών άγγλων από τήν ειδωλολατρία στον χριστιανισμό –

      1° στρώμα αφήγησης : γύρω στο 620 στη νορθουμβρία, βασίλειο τού edwin – τού ισχυρότερου άρχοντα τής αγγλίας : ο έντουιν αυτός πολιορκείται στενά από ‘ναν καλόγερο τόν παυλίνο (η γιουρσενάρ τόν λέει αυγουστίνο (και πράγματι υπήρξε κι ένας αυγουστίνος, αλλά αυτός – ο οποίος έγινε (κατά διαταγή τού πάπα) στενός κορσές σε άλλους μικρότερους βασιλιάδες τού νησιού, έχει ήδη τότε αποδημήσει εις κύριον) – αυτό κατά τή γνώμη μου σημαίνει ότι η ωραία μαργαρίτα τά ‘χε όλα στο μυαλό της συγχρόνως) και ο καλόγερος αυτός μετ’ επιμονής ζητάει σώνει και καλά από τόν βασιλιά να τόν αφήσει να βγάλει κι αυτός τόν δεκάρικό του ενώπιον ευγενών και δρυίδηδων για τή δικιά του θεότητα

      Ο βασιλιάς συμφωνεί τελικά να τό θέσει στη συνέλευση τών ευγενών του καθώς και τού δρυίδη, τού ιερέα τέλος πάντων τής δικιάς τους θρησκείας (δημοκρατικότατες διαδικασίες)

      Στη συνέλευση ο βασιλιάς ρωτάει αρχικά τόν δρυίδη ποια είν’ η γνώμη του

      αυτός δίνει μια άκρως πρακτική και ωφελιμιστική απάντηση που συνοψίζεται στο εξής : «Τί να σού πω βασιλιά μου, και με τούς δικούς μας τούς θεούς, προκοπή δεν έχω δει. Λέω να τόν αφήσουμε κι αυτόν να πει, μήπως κι οι δικοί του μάς προσέξουν τυχόν περισσότερο»

      (απάντηση μπακάλη, αλλά οι δρυίδες μέχρι και σήμερα αυτό τό πρόσωπο επιδεικνύουν)

      Μεσολαβεί ένα κενό – δεν ξέρουμε τί διάλογοι ακολούθησαν, κι αν μιλήσαν κι άλλοι, κι ύστερα προσγειωνόμαστε στον πλανήτη τού γεγονότος :

      Τόν λόγο παίρνει ένας κατώτερος ευγενής (ή θάνης) : αυτουνού ο λόγος είναι που γοητεύει κυρίως τήν γιουρσενάρ – είναι σαφές ότι ο άνθρωπος που τόν έβγαλε, σήμερα θα μπορούσε να είναι φιλόσοφος, διανοούμενος ή ποιητής – διότι δεν μιλάει παρά θεωρητικά : Είναι κρίμα που δεν διασώθηκε τό όνομά του (ενώ τό όνομα τού δρυίδη τό έχουμε) : Καλά–καλά, απ’ τήν απάντηση τού θάνη, δεν βγάζουμε και ακριβές συμπέρασμα – τί ακριβώς πιστεύει δηλαδή για τό συγκεκριμένο πρακτικό ζήτημα – αλλά η απάντηση αυτή καθεαυτή είναι σίγουρα αναπάντεχη (για τήν ιδέα που ‘χουμε επιπλέον εμείς για τόν άνθρωπο τού μεσαίωνα) και ασφαλώς έξοχη

      — Η ζωή (λέει ο μικροευγενής) βασιλιά μου, είναι ένα σπουργίτι : που μπαίνει από τό ένα παράθυρο εδωμέσα στο ήσυχο δωμάτιο όπου καθόμαστε εμείς με τή φωτιά μας στη μέση να μάς φωτίζει και να μάς ζεσταίνει, και που αφού πετάξει λίγο πάνω απ’ τά κεφάλια μας, βγαίνει από τό άλλο παράθυρο απέναντι και ξαναχάνεται στο μαύρο σκοτάδι και τήν παγωνιά που μάς τυλίγει –…

       Έτσι διασώθηκε τό γεγονός : Βασικά, διότι αυτό καθεαυτό αποδείχτηκε σοβαρό – τό ότι μίλησε ο μονοθεϊστής δρυίδης τελικά στους άγγλους είχε ως αποτέλεσμα τόν εκχριστιανισμό τού νησιού τους. Δεύτερον διότι οι λόγοι έκαναν εντύπωση κι οι άνθρωποι τούς θυμόντουσαν και τούς αφηγόντουσαν. Κάποιος κατέγραψε κάπου τούς λόγους.

      Έτσι συναντάμε τό 2° στρώμα τής ιστορίας : εκατό χρόνια αργότερα και κάτι παραπάνω, γύρω στο 730 ένας άλλος καλόγερος ονόματι Βέδας γράφει λατινιστί τήν ιστορία τής πατρίδας του όπως τή μαθαίνει τή διαβάζει και τήν ακούει

      ο μεσαιωνικός καλόγερος Baede ή Βέδας (672 – 735) (που πήρε μετά τόν θάνατό του και τόν τίτλο venerabilis – αντιστοιχεί με τό όσιος – λέγεται και αιδέσιμος (και από ένα πολύ μικρό ψάξιμο που έκανα έμαθα ότι από τόν 11° κυρίως αιώνα καθιερώθηκε αυτό τό επίθετο πλάι στο όνομά του και ότι ήταν και ο πρώτος που τιμήθηκε τοιουτοτρόπως, καθώς τό venerabilis θεωρείται απαραίτητο σκαλοπάτι για να ακολουθήσει αγιοποίηση – δεν κατάλαβα όμως τελικά αν έχει στο μεταξύ ο Βέδας αγιοποιηθεί) ελάχιστα ενδιαφέρουν όλ’ αυτά εν πάση περιπτώσει…) – ο Βέδας λοιπόν έγραψε στα λατινικά και θεωρήθηκε για αιώνες ο πατέρας τής αγγλικής ιστοριογραφίας : σήμερα βέβαια εκτιμάται ότι κάποια στοιχεία τών χρονικών του περιλαμβάνουν και μυθικές αφηγήσεις, όμως θεωρείται επίσης ότι αυτό δεν μειώνει γενικά τήν αξία τους : ούτε και τών γραφτών τού ηρόδοτου μειώνει τήν αξία εξάλλου, για τόν οποίο λέγεται ακριβώς τό ίδιο. Εκτός από τό έργο του historia ecclesiastica gentis anglorumιστορία τού αγγλικού έθνους θα λέγαμε) ο Βέδας ασχολήθηκε επίσης με τήν ορθογραφία και τήν ετυμολογία και (πράγμα πολύ πιο ενδιαφέρον) και με τόν υπολογισμό τού χρόνου – τήν ηλικία δηλαδή τής γης και τών άλλων σωμάτων : τομέας που έθεσε όμως σε κίνδυνο τό δικό του σώμα διότι κινδύνεψε να κατηγορηθεί εξαιτίας τών συμπερασμάτων του ως αιρετικός : τά πήρε όλα πίσω και ανακάλεσε. Τό έργο εκείνο λεγόταν de temporum ratione – και βρίσκεται όπως καταλαβαίνετε σε σχέση, αν όχι κυριολεκτική, πάντως ευθέως ανάλογη με τήν ατμόσφαιρα τού σχετικού δοκίμιου τής γιουρσενάρ –  καθώς (λέω τώρα εγώ σεμνά) και με τό θέμα αυτής τής ανάρτησης

      Στον Βέδα οφείλουμε λοιπόν αρχικά τό γεγονός ότι τά λόγια τού θάνη και η ενγένει ιστορία επέζησαν πέραν κάθε αμφιβολίας… αλλά έχουμε και συνέχεια

      3° στρώμα : 150 χρόνια αργότερα, γύρω στο 870 μάς παραδίνεται τό κείμενο μεταφρασμένο από τά λατινικά τού Βέδα στα αρχαία αγγλικά τής εποχής τού Αλφρέδου τού Μεγάλου και (όπως πιστευόταν για χρόνια) σε μετάφραση τού ίδιου τού βασιλιά – πράγμα που όπως λένε σήμερα οι γλωσσολόγοι δεν ισχύει διότι τό ύφος τού αλφρέδου ήτανε διαφορετικό – συνεπώς τή μετάφραση πρέπει να τήν έκανε κάποιος από τούς λόγιους τού παλατιού τούς οποίους ο αλφρέδος είχε στρατολογήσει για να εκπολιτίσει και να εκπαιδεύσει τό έθνος του, στα πρότυπα τού καρλομάγνου εκατό χρόνια πριν… Η γιουρσενάρ γοητεύεται κυρίως σ’ αυτήν τή φάση από τά αγγλικά τής εποχής τού αλφρέδου… 

      λλά αρκετά μετέφρασα τού λόγου μου τό αρχικό γεγονός, που στην περίπτωσή μας είναι τό κείμενο τής γιουρσενάρ : Θα κάνω τή διαδικασία τής αντιστροφής (εύκολο για μένα αφού υπάρχει τώρα τυπογραφία) και θ’ αφήσω από δω και πέρα τήν ίδια τήν γιουρσενάρ να μιλήσει :

      ά εκπληκτικότερα λόγια που έχουν φθάσει ώς εμάς σχετικά με αυτό τό πέρασμα από μια πίστη σε μιαν άλλη, από τήν πολυθεΐα στον μονοθεϊσμό, μάς έρχονται με τή διαμεσολάβηση τού Βέδα // Εκφωνήθηκαν από έναν θάνη (δηλαδή από έναν αρχηγό ή έναν ευγενή) τής Νορθουμβρίας, που ανήκε στο ισχυρό ασκέρι – αίμα σαξωνικό διασταυρωμένο με κέλτικο – τό οποίο κατείχε εκείνον τόν καιρό τά βορεινά τού βρετανικού νησιού // Ο ιερέας είχε μιλήσει πραγματιστικά· ο αρχηγός πατριάς που πήρε κατόπιν τόν λόγο μίλησε σαν ποιητής και οραματιστής. Όταν τόν κάλεσαν να γνωμοδοτήσει για τήν καθιέρωση στη Νορθουμβρία ενός θεού που λεγόταν Ιησούς, αυτός ο θάνης, που δεν γνωρίζουμε τό όνομά του, διεύρυνε, θα μπορούσαμε να πούμε, τή συζήτηση : «Αν συγκρίνουμε, βασιλιά μου, τή ζωή τών ανθρώπων επάνω στη γη με τά άπειρα διαστήματα τού χρόνου για τά οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα, μού φαίνεται πως μοιάζει με τό πέταγμα ενός σπουργιτιού, που μπαίνει από ένα παράθυρο στη μεγάλη αίθουσα όπου γευματίζεις τόν χειμώνα με τούς συμβούλους σου και τούς θάνηδες και που τή ζεσταίνει η δυνατή φωτιά στο κέντρο ενώ έξω οι καταιγίδες και τό χιόνι λυσσομανάνε. Και τό πουλί διασχίζει τή μεγάλη αίθουσα και βγαίνει από τήν απέναντι μεριά· έχοντας έρθει απ’ τόν χειμώνα, ξαναγυρίζει μετά απ’ αυτήν τή μικρή γαλήνη στον χειμώνα και χάνεται απ’ τά μάτια σου. Τό ίδιο και η εφήμερη ζωή τών ανθρώπων, για τήν οποία δεν γνωρίζουμε ούτε τί συμβαίνει πριν από αυτήν ούτε τί θα τήν ακολουθήσει…» // Ο μοναχός // εξουσιοδοτήθηκε να κηρύξει τόν χριστιανισμό //

      Αυτή η απόφαση, στην οποία ούτως ή άλλως θα κατέληγαν, καθώς βρισκόταν στον αέρα τής εποχής // εγκυμονούσε συνέπειες που μάς αφορούν ακόμη : εμπεριέχει τό νησί μοναστήρι // καταφύγιο γαλήνης και γνώσης σε καιρούς ταραγμένους ώς τήν ημέρα που οι Βίκινγκς έμπηξαν τά πελέκια τους στα κρανία τών μοναχών· κυοφορεί τόν καθεδρικό // τή δολοφονία τού Θωμά Μπέκετ από τούς ιππότες τού Ερρίκου τού β’ και τή λεηλασία τών πλούσιων μοναστηριών από τόν Ερρίκο τόν 8°, τόν καθολικισμό τής Μαρίας Τυδώρ και τόν προτεσταντισμό τής Ελισάβετ, τούς μάρτυρες και από τίς δύο πλευρές, τούς χιλιάδες τόμους κηρυγμάτων και διδαχών, και μερικά υπέροχα μυστικιστικά συγγράματα // τίς ομιλίες τού Τζον Νταν, τούς στοχασμούς // και, τή στιγμή που γράφω αυτές τίς γραμμές, τούς καθολικούς και τούς διαμαρτυρόμενους που αλληλοσκοτώνονται στους δρόμους τού Μπέλφαστ. //

      Χωρίς αμφιβολία πολλοί από μάς θα έχουν μερικές φορές αναρωτηθεί με ποιον τρόπο συντελέστηκε αυτό τό είδος αλλαγής φρουράς τών θεών, ποιοι δισταγμοί και ποιες αγωνίες προηγήθηκαν // Στην περίπτωση τουλάχιστον που κατέγραψε ο Βέδας, βλέπουμε τόν έναν γνωμοδότη να ελαύνεται σχεδόν απροκάλυπτα από τόν πλέον χονδροειδή κυνισμό, που καρυκεύεται ίσως από μια κάποια καθαρή καινοθηρία (αυτή η μανία δεν αποτελεί αποκλειστικό φαινόμενο τών ημερών μας), και αναμφίβολα από μία ζωηρότατη έφεση για τά υλικά αγαθά που ο καινούριος θεός θα μπορούσε να φέρει. Ο άλλος αγορητής, που τό ποιητικό του ύφος μάς αρέσει περισσότερο, ορμάται από έναν ουσιώδη και εκ βαθέων σκεπτικισμό, επαφίεται όμως εντέλει στα φώτα που θα μπορούσε να φέρει κάποιος που ισχυρίζεται πως γνωρίζει // Εάν οι απώτερες συνέπειες αυτής τής απόφασης υπήρξαν μεγάλες, τά άμεσα αποτελέσματα προκαλούν αμηχανία // Δεν πέρασαν τρία χρόνια, και ο νεοφώτιστος Έντουιν σκοτώθηκε σ’ ένα πεδίο μάχης από έναν ειδωλολάτρη ηγεμόνα· δεν αποκλείεται μαζί μ’ αυτόν να σκοτώθηκαν και ο πρώην αρχιερέας του και ο μελαγχολικός του θάνης. Δεν υπαινίσσομαι ότι αν είχαν μείνει πιστοί στους παλαιούς τους θεούς θα είχαν σωθεί //

      ας επανέλθουμε στις λίγες φράσεις τού θάνη για να δούμε τί μπορούν ακόμη να μάς δώσουν. Πρώτα–πρώτα, είναι εξαιρετικά όμορφες. // Έπειτα και πάνω απ’ όλα, η ομολογία άγνοιας τού θάνη παραμένει και δική μας, ή μάλλον θα τήν συμμεριζόμασταν, αν οι φιλοσοφίες, οι τεχνικές, όλες οι κατασκευές // δεν έκρυβαν από τά μάτια τής τεράστιας πλειοψηφίας τών σημερινών ανθρώπων τό γεγονός ότι δεν γνωρίζουν περισσότερα για τή ζωή  και τόν θάνατο απ’ όσα ήξερε εκείνος  ο λίγο–πολύ βάρβαρος αρχηγός πατριάς…  // Η τόσο αδέξια λατινική πρόζα τού Βέδα παραείναι πάντως ακόμα απόμακρη γι’ αυτή τήν πρωτόγονη, συγκεκριμένη και συγχρόνως συγκεχυμένη σκέψη, που αποδίδεται με περισσότερη ευχέρεια στη λαϊκότερη μετάφραση τού βασιλιά Αλφρέδου : cume an spearwa… // ένας ομηρικός ήρωας ή ένας Ετρούσκος βασιλιάς θα μπορούσαν να είχαν μιλήσει με τόν ίδιο τρόπο.

      Αν εξετάσουμε προσεκτικότερα αυτό τό κείμενο, που στην αρχή μάς άρεσε για τήν ομορφιά του και μόνο, διαπιστώνουμε ότι η σκέψη τού θάνη έρχεται σε τολμηρή αντίθεση με καθιερωμένους και σεβαστούς τρόπους σκέψης που διατηρούνται ακόμη. Εκείνοι που // βλέπουν τή ζωή σαν ένα φωτεινό διάστημα ανάμεσα σε δύο αχανή ερέβη φαντάζονται αυθόρμητα αυτές τίς δύο σκοτεινές ζώνες, τού πριν και τού μετά, ως αδρανείς, αδιαφοροποίητες, ένα είδος μεθοριακού μηδενός. Οι χριστιανοί, παρά τήν πίστη τους σε ένα παραδείσιο ή καταχθόνιο υπερπέραν, φαντάζονται τή μεθύπαρξη (για τήν προΰπαρξη ελάχιστα νοιάζονται) προπάντων ως τόπο αιωνίου αναπαύσεως. // Γι’ αυτόν τόν βάρβαρο, απεναντίας, τό πουλί βγαίνει από τή θύελλα και επιστρέφει στην καταιγίδα· αυτός ο χαλασμός βροχής και κεραυνών που ανεμοκυκλίζονται μέσα στη δρυιδική νύχτα φέρνουν στη σκέψη τήν περιδίνηση τών ατόμων, τούς κυκλώνες μορφών στις ινδουιστικές soutras. Ανάμεσα σ’ αυτές τίς δύο φοβερές καταιγίδες, ο θάνης ερμηνεύει τό πέρασμα τού πουλιού μέσ’ από τήν αίθουσα σαν μια στιγμή γαλήνης < spatio serenitatis >. Μάς εκπλήσσει πολύ.

      Γιατί ο θάνης τού Έντουιν πρέπει να γνώριζε πάντως πως ένα πουλί που έχει μπει σε μιαν ανθρώπινη κατοικία στριφογυρίζει σαν χαμένο, κινδυνεύει να τσακιστεί πάνω σ’ αυτούς τούς ακατανόητους τοίχους, να καεί στη φωτιά, ή να τό κάνουν μια χαψιά οι ξαπλωμένοι στο παραγώνι σκύλοι. Η ζωή, έτσι όπως τή ζούμε, δεν είναι μια στιγμή γαλήνης.

      Παρ’ όλ’ αυτά, η εικόνα τού πουλιού που έρχεται από τό άγνωστο και ξανατραβάει για τό άγνωστο παραμένει ένα έξοχο σύμβολο τού σύντομου και ανεξήγητου περάσματος  τού ανθρώπου πάνω στη γη.

      Θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε περισσότερο και να παραστήσουμε με αυτήν τήν αίθουσα που τήν κυκλώνει ο χειμώνας, τήν φωταγωγημένη για λίγο στην καρδιά τής γκρίζας μελαγχολίας τού χειμωνιάτικου σκοταδιού, ένα άλλο εξίσου σπαρακτικό σύμβολο : τό μυαλό, φωτεινός θάλαμος, κεντρική εστία, πρόσκαιρα τοποθετημένο για τόν καθέναν από μάς στο κέντρο τών πραγμάτων, δίχως τό οποίο ούτε τό πουλί ούτε η καταιγίδα θα υπήρχαν στη σκέψη μας ή τή φαντασία μας.

1976

© για τήν ελληνική έκδοση 1993 : Ιωάννα Χατζηνικολή, μετάφραση : Νίκου Δομαζάκη

 

 

      σημείωση :

      στο βιβλίο της le temps, ce grand sculpteur (τίτλο που πήρε από ένα ποίημα τού ουγκώ) η γιουρσενάρ περιέλαβε διάφορα δοκίμια ή διαλέξεις που είχε κάνει κατά καιρούς

      η πρώτη έκδοση τού βιβλίου έγινε από τόν gallimard τό 1983 – και η ωραία μαργαρίτα επρόκειτο να ζήσει έκτοτε στο σπίτι της petite plaisance στο νησί mount desert (northeast harbor τού maine) άλλα 4 χρόνια μέχρι τόν θάνατό της – κατά σύμπτωση τό βιβλίο πρωτοβγήκε στα γαλλικά 4 επίσης χρόνια μετά τόν θάνατο τής συντρόφισσας τής ζωής της grace frick τό 1979

      στα ελληνικά ανέλαβε να τό εκδόσει (όπως έχει αναλάβει και τά άπαντα περίπου τής γιουρσενάρ) η ιωάννα χατζηνικολή με τόν τίτλο η σμίλη τού χρόνου τό 1993 : από εκεί είναι και τά αποσπάσματα που παράθεσα (ως γνωστόν, καμιά φορά αντιγράφοντας αλλάζω μια–δυο λέξεις στη μετάφραση)

      τό πρώτο από αυτά τά δοκίμια, που έχει ενσωματωμένο μέσα του αυτό τό γοητευτικό παιχνίδι με τούς χρόνους, και τής ιστορίας και τής ποίησης και τής γλώσσας, η γιουρσενάρ τό ονόμασε sur quelques lignes de Bède le Vénérable ( = πάνω σε μερικές γραμμές τού όσιου Βέδα) με υπότιτλο τή φράση «σαν ένα σπουργίτι» στα αρχαία αγγλικά : cume an spearwa… : τό πρωτοδημοσίεψε στα 1976 στη nouvelle revue française (τό περιοδικό που ίδρυσε στα 1909 ο andré gide, και ανέλαβε να διευθύνει από τό 1911 και μετά ο gaston gallimard ο οποίος ίδρυσε λίγο αργότερα και τίς ομώνυμες εκδόσεις)

 

  

 

   τά βιβλία τής μαργαρίτας γιουρσενάρ στις εκδόσεις χατζηνικολή 

 copyright © 2010 hari stathatou for her text

 

 

 

 

 

 

Start a Blog at WordPress.com.