σημειωματαριο κηπων

8 Δεκεμβρίου 2015

χέρμπερτ μαρκούζε – ή η επανάσταση στον παράδεισο / τό βίντεο «herbert’s hippopotamus» και μια μεταγραφή του /

 

 

 

 

το περιφημο (τωρα πια) αυτο βιντεακι, διαρκειας κατι παραπανω απο μια ωρα, φιλοδοξησε με τα λιγοστα μεσα που ειχε τοτε στη διαθεση του ο σκηνοθετης του (φοιτητης ακομα) να εξερευνησει τη ζωη του χερμπερτ μαρκουζε στην καλιφορνια (ζωη επικινδυνη, απ’ την οποια δεν ελειψαν και οι απειλες για δολοφονια του (σε σημειο που οι φοιτητες ειχαν οργανωσει βάρδιες μερα–νυχτα γυρω απο το μικρο του σπιτι) – και δεν ελειψε καν ο (μετεπειτα παγκοσμιως δυστυχως γνωστος) ροναλντ ρηγκαν (τοτε κυβερνητης της καλιφορνιας) που του εκανε την τιμη να του επιτεθει προσωπικα (ειναι απολαυστικα τα αποσπασματα που δειχνουν εναν ρηγκαν ηπιως εξωφρενων και αποβλακωμενο, που δεν καταλαβαινει καν περι τινος ακριβως προκειται)

η ταινια εγινε το 1996 απo τoν paul alexander juutilainen και εξεταζει τη ζωη του μαρκουζε στο πανεπιστημιο τού σαν ντιεγκο, την κρισιμη (κυριως) διετια 1968–1969 : περιλαμβανονται σκηνες απο επικαιρα τής εποχης, συνεντευξεις, το ξεσαλωμα των εφημεριδων και του στρατου εναντιον του μαρκουζε (ωραιες σκηνες : μελη της «αμερικανικής λεγεωνας» να περιερχονται την πολη μαζευοντας υπογραφες για την απολυση του απο το πανεπιστημιο) – και συζητιεται επισης η συναντηση τοτε της κριτικης θεωριας με τα προβληματα του τριτου κοσμου, το φεμινιστικο κινημα, και το (σε μεγαλη εξαρση τοτε – δυστυχως μόνο τοτε –) αντιπολεμικο κινημα.

στη διαδικτυακη σελιδα τού χερμπερτ μαρκουζε, ο χαρολντ (εγγονος του απο την πρωτη του γυναικα (ο μαρκουζε παντρευτηκε τρεις φορες αλλά ειχε μόνο εναν γιο τον πέτερ απο τον πρωτο του γαμο με τη μαθηματικο sophie wertman που πεθανε το 1951)) ο οποίος την εφτιαξε και την επιμελειται, γραφει :

« εχω κανει μια περιληψη αυτης της ταινιας (που διαρκει μια ωρα και 9 λεπτα) ωστε αν θελετε μπορειτε να τη χρησιμοποιειτε σαν οδηγο, για το ποια κομματια να ξαναδειτε – και τη χωριζω σε 6 μερη ως εξης :

Ι – μαης τού ’68 – ο μαρκουζε γινεται ο συμβολικος ηγετης τών κινηματων διαμαρτυριας στον κοσμο

ΙΙ – ο χερμπερτ σαν ανθρωπος και σα δασκαλος

ΙΙΙ – οι προσπαθειες να τον απομονωσουν και να τον φοβισουν

IV – η χρηση βίας, η αποφαση να τον ξεφορτωθουν

V – η δικη της αντζελας (νταιηβις), και σχετικα με την κοινωνικη ανυπακοη

VI – η επομενη μερα, και η κληρονομια που μας αφησε »

(απο την αρχικη ταινια, στο βιντεο (αναφερει ο χαρολντ οτι) λειπουν λιγα λεπτα απ’ το τελος, εξαιτιας τεχνικων προβληματων)

εδω η σελιδα, με την εκτενη περιληψη – αν και η χρονομετρηση δεν συμπιπτει με αυτο που βλεπω εγω

 

…………………..

 

ειχα αποφασισει λοιπον να μεταφρασω καποια απ’ οσα περιλαμβανει ο λεπτομερης αυτος καταλογος περιεχομενων – αλλά οταν ξαναδα το βιντεο και εκανα μια συγκριση ειδα οτι δεν υπαρχει απολυτη αντιστοιχια μ’ αυτα που γραφει (ισως ο εγγονος μαρκουζε ειχε υποψη του καποια αλλη βερσιον (αναφερει, αν δειτε, αρκετες)) και ετσι παραθετω απλως μια γενικη επισκοπηση (μπορει βεβαια να καταφερω καποτε να το υποτιτλισω το βιντεο (τοτε δλδ που θ’ ανεβασω και κατι άλλα, δικης μου κοπής που τα εχω και περιμενουν))

 

……………………

 

καταρχην ομως ας κανω μια γενικη διακηρυξη αρχων : δεν πιστευω οτι ενας καλος φιλοσοφος γινεται καλυτερος αν συμμετεχει στους αγωνες στον δρομο, οπως δεν πιστευω κι οτι ενας που αγωνιζεται στους δρομους μετατρεπεται εξαυτου σε καλον (ή καθολου) φιλοσοφο – ο αντορνο, ας πουμε, αρνηθηκε να τρεξει στους δρομους (ειχε το σκεπτικο του – και το πληρωσε ακριβα (δλδ με τη ζωη του (τα ’χω πει καπου (και το λεω για οσες τα αγνοουν) – και εν παση περιπτωσει η αλληλογραφια μαρκουζε–αντορνο επι του θεματος ακριβως αυτου, υπαρχει ακομα, και αξιζει τον κοσμο να διαβαζεται – οχι για καναν άλλο λογο αλλά ακριβως επειδη τα επιχειρηματα και των δύο ειναι εξισου και πειστικα και χρησιμα)) αλλά ο αντορνο πεθανε με τραγικο τροπο, (ισως) επειδη οι φοιτητες του ειχαν καλομαθει με τον μαρκουζε να τρεχει – και μην ξεχναμε οτι ο τριτος (και γεννητορας) της παρεας μαξ χορκχαϊμερ ειχε διατυπωσει κατι πολυ καλο επ’ αυτου : « ποιος λεει οτι και η σκεψη δεν ειναι μια μορφη πραξης ; » – ακριβως. Με τον μαρκουζε εχουμε ομως μια εξαιρετικη κι ισως μοναδικη περιπτωση στη φιλοσοφια – ο μαρκουζε ειχε παρει μερος εξαλλου απο παλια, στα νιατα του, και στα οδοφραγματα της επαναστασης στη γερμανια – και αυτο δεν ειναι ουτε συγκρισιμο ουτε συνεκτιμαται, οταν μιλαμε για τη φιλοσοφια : ας το θεωρησουμε λοιπον απλως και ασυγκριτο, και ανεκτιμητο, και ας (τού) ειμαστε ευγνωμονες.

και μια που η κουβεντα γι’ αυτους τους δυο, ας προσθεσω και κατι (που δεν το ειδα στο βιντεο) : διαβαζοντας καποτε την «αλληλογραφια με τους γονεις» του αντορνο ειχα ανακαλυψει οτι ο ιπποποταμος ητανε αγαπημενο ζωο και για τον «τεντυ» – μαζι με την καμηλοπαρδαλη που αρεσε παρα πολυ στην «γκρετελ» – : ετσι οι συγγενειες φαινεται οτι (εξισου οπως και οι διαφορές) απλωνονταν μεγαλοθυμα αναμεσα στα μελη της κριτικης σχολης, και επεκτείνονταν αδιάκριτα μεχρι και τις μασκωτ τού καθενος

για οσους ενδιαφερονται, εδω ειναι το εξωφυλλο απο το βιβλιο, με εναν ιπποποταμο και μια καμηλοπαρδαλη, που σταλθηκαν (απο την αμερικη στους γονεις (του αντορνο)) υπο μορφην καρτας

 

………………………

 

[ και τωρα ακολουθει διπλοσεντονο – που, οσων τ’ αγγλικα ειναι καλυτερα απο τα δικα μου, δεν χρειαζεται να το διαβασουν – απ’ αυτους δεκτές ευχαριστως και διορθωσεις για λεξεις που τυχον μου ξεφυγανε ]

 

στην αρχη λοιπον ακουγεται διαμαρτυρόμενη η φωνη καποιου (αργοτερα αυτος ο καποιος θα εμφανιστει και δια ζωσης κι ετσι πληροφορουμαστε οτι ειναι αμερικανος λεγεωναριος) που κλαιγεται : «ειχαμε ταραχες στη ρωμη εμφανιστηκε ο μαρκουζε, γιναν μετα ταραχες στο παρισι, να ’σου κι ο μαρκουζε, γιναν φοιτητικες ταραχες στο βερολινο, να ’σου παλι κι ο μαρκουζε»

βλεπουμε την αντζελα νταιηβις να μιλαει λιγο για το γεγονος οτι ο μαρκουζε ηταν συνεχως παρων στο φοιτητικο κινημα

προβαλλονται σκηνες απο το παρισι τού ’68

ο καναδος φιλοσοφος andrew feenberg (που ειχε υπαρξει μαθητης του μαρκουζε) σχολιαζει πως ο μαρκουζε ειχε θεωρηθει ηθικος αυτουργος για τις ταραχες και βλεπουμε φωτογραφιες αρθρων με τιτλους που τον χαρακτηριζουν «ειδωλο των εξεγερμενων φοιτητων»
«υπηρξαν εφημεριδες που γραψανε οτι οι ταραχες ξεκινησανε εξαιτιας του βιβλιου “ο μονοδιαστατος ανθρωπος”»

ο μαρκουζε βιντεσκοπημενος σε συνεντευξη : «πιστευω οτι φταιει ακριβως η κοινωνια της αφθονιας για το γεγονος οτι βλεπουμε να υπαρχει αυτη η τρομαχτικη αισθηση δυσφοριας»

ο καθηγητης λογοτεχνιας fredric jameson θυμιζει οτι ο μαρκουζε συνομιλουσε με ανθρωπους της αμερικανικης κοινωνιας που θεωρουνταν επικινδυνοι, οπως τον h. rap brown (μαυρο ακτιβιστη και προεδρο τοτε της «συντονιστικης επιτροπης των φοιτητων για τη μη–βία» (και εν συνεχεια και επ’ ολιγον συνεργατη των μαυρων πανθηρων)) που ειχε πει το διαβοητο οτι «η βία ειναι τοσο αμερικάνικο προϊον οσο και η μηλοπιττα» και με κατι τετοια οι αμερικάνικες εφημεριδες ξεσαλωσαν πως «ο μαρκουζε καλει σε γενικη κατεδαφιση της αμερικανικης κοινωνιας»

μεσολαβουν αποσπασματα συνεντευξεων με τον τοτε πρυτανη της σχολης william mcGill, που θα μπλεκοταν χωρις να το θελει ο κακομοιρης με την υποθεση του μαρκουζε στο πανεπιστημιο

και βλεπουμε κεινον τον βετερανο της αμερικανικης λεγεωνας να κλαψουριζει οτι οπου γινεται ταραχη ή εξεγερση παγκοσμιως «νασου κι ο μαρκουζε» – η οργανωση των βετερανων κατοπιν αυτου αναλαμβανει την πρωτοβουλια να μαζεψει υπογραφες για την απομακρυνση του απο το πανεπιστημιο

ο πρυτανης αποκαλυπτει οτι η οργανωση των βετερανων (που ειχε μεγαλη δραση επι μακαρθισμου) τού εστειλε γραμμα προσφεροντας του 20 χιλιαδες δολλαρια για να αγορασει το συμβολαιο του μαρκουζε με τη σχολη ( : «μα δεν μπορεις να αγορασεις το συμβολαιο ενος καθηγητη… ουτε με επαγγελματιες ποδοσφαιστες δεν γινονται τετοια πραματα… και το πανεπιστημιο ειναι πιο σοβαρος χωρος στην κοινωνια…») – το θεμα περναει στις εφημεριδες

συζητησεις με τον συγγραφεα reinhard lettau, για τον μαρκουζε στην ευρωπη, τις διαφορές της ζωης στην αμερικη, μικρη ιστορια τού σαν ντιεγκο – συζητησεις με παλιους φοιτητες του

φραση του μαρκουζε απο το 1967 : «η εκπαιδευση σημερα οφειλει να ασχολειται και με το μυαλο και με το σωμα, να ενδιαφερεται και για τη λογικη και για τη φαντασια, να ικανοποιει τις αναγκες τοσο της νοησης οσο και των ενστικτων»

σκηνες απο διαλεξη τής αντζελας νταιηβις το 1991 στο χαρβαρντ σχετικα με την καταληψη τού γραφειου τού πρυτανη, ως διαμαρτυρια για τις δυσκολιες που συναντουσαν στη δημιουργια τού «κολλεγιου λουμούμπα / ζαπάτα» που σχεδίαζαν να φτιαξουν : «– Ηταν κι ο μαρκουζε κει ; – Φυσικα ! Ηταν ο πρωτος που ηρθε (στην καταληψη)» λεει η νταιηβις

στη διαρκεια της καταληψης εσπασε μια πορτα

αφηγειται ο πρυτανης mcGill : «ελαβα μια ωραια ημερα ενα γραμμα με μια επιταγη ανωνυμη, οπου καποιος πληρωνε για την αντικατασταση της σπασμενης πορτας»

αφηγηση πρωην φοιτητων του ( : του καθηγητη, πλεον, λογοτεχνιας carlos blanco και της γυναικας του iris) οτι τα λεφτα για την αποκατασταση της πορτας τα εβαλε ο μαρκουζε – συνεχιζουν αφηγουμενοι για τις διδακτικες πρακτικες του : «πρεπει να κανουμε σημερα πλατωνα – ναι να κανουμε πλατωνα – πρεπει ομως να διαβασουμε και τον φανόν –»

ο πρωην φοιτητης του peter zelin μιλαει για την αγαπη του μαρκουζε για τους ιπποποταμους – πρεπει να ’χε στο γραφειο του καμια τριανταρια πηλινα και πορσελανινα ιπποποταμακια, με διαφορα χρωματα και στασεις – «περιεργο ζωο» ελεγε, «εχει τον παραλογισμο ενσωματωμενο πανω του» – ελεγε επισης οτι ενσαρκωνει τις δυνατοτητες της ανθρωπινης φαντασιας : σε σχεση μαλιστα με το περιρρεον τοτε συνθημα τού γαλλικου μαη «αναζητειστε το αδυνατο» ο μαρκουζε ελεγε οτι ο ιπποποταμος ηταν η ζωντανη ενσαρκωση τού αδύνατου. Κι ελεγε επισης οτι οπως ο ιπποποταμος ενωνει την ξηρα με τη θαλασσα, επικοινωνοντας και με τα δυο, ετσι και το πανεπιστημιο επρεπε να ενωνει τον μεσα με τον εξω κοσμο, διαχεοντας τη γνωση.

ο πρωην φοιτητης του barry shapiro δειχνει το γραφειο τού μαρκουζε και τη θεα απο κει προς την υπολοιπη πανεπιστημιουπολη οπου γινονταν οι καθιστικες διαμαρτυριες εναντια στον πολεμο του βιετναμ, και θυμαται να βλεπει τον καθηγητη του κατω στο campus αυτο να μιλαει για τον πολεμο ( : «θελουν να μας κανουν συνεργους τους, σκοτωνουνε στο ονομα μας») (στο ενδιαμεσο βλεπουμε αστραπιαια τον μαρκουζε με την ντουντουκα να μιλαει στο campus)

σκηνες απο φοιτητικες διαδηλωσεις

ο μαρκουζε απανταει στον δρομο σε δημοσιογραφο που τον ρωταει αν οι ταραχες στο πανεπιστημιο βλαπτουν την εκπαιδευτικη κοινοτητα : «βία ασφαλως και δεν ασκουν οι φοιτητες, βία ασκουν οι νομοι που εναντιωνονται σ’ αυτα που προσπαθουν να προστατεψουν οι φοιτητες» «και αν αυτες οι, καταστρεπτικες δραστηριοτητες οπως λετε, εχουν σκοπο να σταματησουν τον πολεμο ειναι απολυτα δικαιωμενες.»

φοιτητης αυτοπυρπολειται διαμαρτυρομενος για τον πολεμο του βιετναμ

κι αλλες φοιτητικες διαδηλωσεις

ο ροναλντ ρηγκαν (κυβερνητης της καλιφορνιας) στελνει τον στρατο στο πανεπιστημιο (ο πρυτανης λεει : «φαινοταν ενας μοντερνος ανθρωπος, αλλά μου ’κανε εντυπωση που δεν ειχε καταλαβει τιποτα απ’ ο,τι συνεβαινε»)

ο ρηγκαν δινει συνεντευξη στο μπερκλεϋ – λεει στους φοιτητες οτι το πανεπιστημιο ειναι ιδιωτικη περιουσια. Ενας καθηγητης του λεει «πρεπει ν’ ακουσουμε ομως τούς φοιτητες». Ο ρηγκαν αποχωρει απο την αιθουσα.

ο πρυτανης αφηγειτα πως ο ρηγκαν του ειχε πει : «τούς ξερω καλα ολους αυτους τούς κουμουνιστες απο τοτε που ημουνα στο χολυγουντ» : «δεν καταλαβαινουν αυτοι παρα μόνο τη βία – ε, βία θα τούς δωσω κι εγω»

ο ρηγκαν στη συνεντευξη : «να διαπραγματευτω ; για τι πραγμα ; τι εννοεις να διαπραγματευτω ; »

ο shapiro για τον μαρκουζε και για την παντελη ελλειψη σεβασμου που τού εδειξε ο ρηγκαν («στο κατω–κατω ηταν μια προσωπικοτητα με διεθνες κυρος και δεν ηταν καν κομμουνιστης»)

η συνεντευξη του σπιρο αγκνιου στην τηλεοραση : «εχουμε εναν εξτρεμιστη καθηγητη που δηλητηριαζει στην κυριολεξια, εχει δηλητηριασει πολλα νεανικα μυαλα με μπουρδες», και : «οι νεοι να μαθαινουν να ’ναι παραγωγικοι ανθρωποι κι οχι να καθονται και να εξεταζουν τα κινητρα της ανθρωπινης υπαρξης.»

οι απειλες για τη ζωη του (αποκομματα εφημεριδων) – ο shapiro αφηγειται πώς οργάνωναν βάρδιες για να τον φυλανε στο σπιτι του – γιατι ηταν η εποχη της δολοφονιας τού malcolm x (τον απριλιο τού ’68) και τού ρομπερτ κεννεντυ (τον ιουνιο τού ’68) – και τον ιουλιο άρχισαν οι απειλες κατα της ζωης τού μαρκουζε

σκηνες επικαιρων απο τις δολοφονιες –

ο μαρκουζε φευγει απ’ το σαν ντιεγκο και μενει καπου στην κεντρικη καλιφορνια

μικρη αναδρομη στη σχολη της φραγκφουρτης – επισκεψη τού σκηνοθετη στο «ινστιτουτο κοινωνικων ερευνων» – τα διαβατηρια του μαρκουζε : το γερμανικο, το αμερικανικο, το διαβατηριο του εξόριστου και του μεταναστη

πισω στην αμερικη / τα απειλητικα σημειωματα : «στον αναρχικο αθεο δολοφονο που τον πληρωνει ο λαος της καλιφορνιας» «ο χιτλερ τελικα ειχε δικιο, ο χερμπερτ να ξεκουμπιστει στη ρωσια…» γραμμα απο την κου–κλουξ–κλαν : «βρωμερο γουρουνι κουμουνιστη» «σου μειναν 72 ωρες, ερχομαι να σε σκοτωσω» «ο μαρκουζε δινει στους νεους ναρκωτικα – σεξ εξεγερση και μαρξιστικη ιδεολογια»

η τελευταια σελιδα απο τον «μονοδιαστατο ανθρωπο», οπου το βιβλιο κλεινει με τη φραση τού μπενγιαμιν : «μόνο για λογαριασμο εκεινων που δεν εχουν καμια ελπιδα, ειναι που μια ελπιδα μας εχει δοθει.»

για τον μπενγιαμιν και την αυτοκτονια του

συντομο πλανο του μαρκουζε απο ψηλα και πισω, να μιλαει με φοιτητες

η αντζελα νταιηβις για την αδελφη της, φάνια, που ηταν επισης μαθητρια τού μαρκουζε και χτυπηθηκε απο την αστυνομια και μετα τη συλλαβανε κιολας – ο ο μαρκουζε εδωσε την εγγυηση για να βγει η φανια απο τη φυλακη

βιντεοσκοπημενη συνεντευξη τού μαρκουζε : «δεν μ’ αρεσουν οι φτηνες ψυχολογικες ερμηνειες που δεν εχουν καμια εφαρμογη στην περιπτωση τού φοιτητικου κινηματος» (ο δημοσιογραφος τού ειχε πει οτι πιθανως οι φοιτητες να ξεδινουν ψυχολογικα μεσω των διαδηλωσεων) : «η λογικη αυτη αγνοει και περιφρονει και τα κινητρα και τους σκοπους τών εξεγερμενων : και υπαρχει μια τεραστια διαφορα απο την αμυντικη ώς την επιθετικη βία» (σκηνες απο ειρηνικες αντιπολεμικες εκδηλωσεις στο πανεπιστημιο) : «οι φοιτητες ειναι απολυτως ειρηνικοι, τραγουδανε μπητλς, αυτο δεν ειναι βία (συνεχιζει ο μαρκουζε), ειναι αντιδραση στη βια, ειναι αντι–βία» (χαμογελαει) / –Δηλαδη η αντι–βια κατ’ εσας ειναι οκεϋ, επιμενει ο δημοσιογραφος / Μαρκουζε (παντα χαμογελωντας : δεν ειναι το ζητημα αν ειναι ή δεν ειναι οκεϋ, το προβλημα ειναι αν, και πότε, ειναι απαραιτητη. Απαραιτητη για να διατηρησεις τη ζωη σου ζωντανη, και αυτα τα οποια πιστευεις.» (Ολη η συζητηση αυτη απο το 35.16΄ ώς το 39.00΄)

αποφαση των φοιτητων για απολυτως σιωπηλη διαδηλωση κατα του ρηγκαν, με αφορμη την αποφαση να στρατολογει η cia πρακτορες απο τους φοιτητες (σκηνες απο επικαιρα της εποχης : ο ρηγκαν λεει στον δημοσιογραφο «δεν θα με πειραζε αν οι φοιτητες καταλαβαίναν τι γινεται, αλλά δεν εχουν ιδεα» «εδωπερα εξελισσεται συνωμοσια για την καταστροφη του πανεπιστημίου»)

44.55΄ : (24 οκτωβριου 1969) λογος τού μαρκουζε στους φοιτητες : «πιστευω οτι ο αγωνας τωρα μολις ξεκιναει ν’ αρχιζει – ο αγωνας εναντιον ολων εκεινων, και τού καθενα, που θελει να μετατρεψει το αμερικανικο πανεπιστημιο σε σχολη εκπαιδευσεως για να πειστει η κοινωνια να τεθει στην υπηρεσια της ασφάλειας των πλουσίων και της ευημερίας των πλουσίων – μεσα απ’ την καταπιεση και την υποδουλωση ολόκληρου του λαου»

η αντζελα νταιηβις, που μιλησε επισης την ιδια μερα στη συγκεντρωση μετα τον μαρκουζε, περιγραφει πώς, ενω ο ιδιος δεν συμφωνουσε καθολου με την αποφαση της να γραφτει στο κομμουνιστικο κομμα, δεν αλλαξε σε τιποτα τη σταση του απεναντι της, και την υποστηριξη που της προσφερε

(δικη της αντζελα νταιηβις και διαδηλωσεις)

απ’ την αλλη μερια ολοι ενωμενοι κατα του μαρκουζε – η αμερικανικη λεγεωνα, ο πάπας, η πραβδα, ο άγκνιου, ο ρηγκαν – ολοι εξω φρενων με τον «διαφθορεα της νεολαιας»

(μαγνητοσκοπημενες σκηνες του μαρκουζε στο αμφιθεατρο)

ο πρυτανης πρεπει ν’ αποφασισει τι θα κανει με τον μαρκουζε – ανακοινωνει οτι αποφασισε να τον ξαναπροσλαβει για το ’69–’70 (ηθελε λεει να του δωσει συνταξη αλλά «χωρις να τον προσβαλει») και ανακοινωνει οτι ολοι οι μεγαλης ηλικιας καθηγητες πρεπει να φευγουν για να δινουν τοπο στους νεους – ισχυριζεται οτι αλλωστε ο μαρκουζε πεθανε μετα απο 3–4 χρονια (ο σκηνοθετης juutilainen διευκρινιζει οτι στην πραγματικοτητα ο μαρκουζε, που ητανε τοτε 70, εζησε άλλα δεκα χρονια.)

μαγνητοφωνημενη η φωνη του μαρκουζε, σε συνεντευξη στο ραδιοφωνο : «δεν ηταν ο ζητημα αν θα με ξαναπροσλαβει ο πρυτανης, το ζητημα ητανε οτι πιστευω πως δεν εχω τελειωσει ακομα τη δουλεια μου, κι οτι εχω ακομα κατι να διδαξω παρ’ ολη τη βιολογικη μου ηλικια.»

 

 

(οπως ειπα, το βιντεο τελειωνει πριν την κανονικη ολοκληρωση τής ταινιας – απο τα περιεχομενα τού χαρολντ μαρκουζε στη σελιδα που ανεφερα στην αρχη, μεταφερω εδω μια ιδεα για ο,τι επακολουθησε στο μερος που χασαμε :

ο macGill γινεται προεδρος του πανεπιστημιου κολουμπια
ο ρηγκαν επανεκλεγεται κυβερνητης της καλιφορνιας
ο μαρκουζε σε συνεντευξη στην τηλεοραση λεει οτι ποτε δεν θεωρησε τον εαυτο του «πατερα» της νεας αριστερας
και απορει αν τον καταλαβαινουν καλα
πεθαινει πριν δει τον ρηγκαν να γινεται προεδρος της αμερικης

ακουγεται τελος η φραση του :
«καθε εκπραγματισμος ειναι μιας μορφης αμνησία – η μνημη αντιθετα τροφοδοτει τον ποθο να απαλειφθει ο πονος και να παγιωθει η ηδονη.»)

 

 

 

πρωτη δημοσιεψη : facebook ( : εδω δλδ ακολουθειται η αντίστροφη απο τα ειωθοτα πορεια – αλλά καθως προσωπικα στη σελιδα μου στο φ.μπ. ανεβαζω και μεγαλυτερα κειμενα – μερικα απ’ αυτα πιστευω οτι πρεπει να τα μεταφερω και εδώ.)

 

εδω πληροφοριες για τον φιλλανδο–δανο σκηνοθετη paul alexander juutilainen που γι’ αυτο το ντοκυμαντερ (την πρωτη του εξαλλου δουλεια, οσο ηταν ακομα φοιτητης) κερδισε καμια εικοσαρια βραβεια παγκοσμιως, συμπεριλαμβανομενου ενος emmy και μιας διακρισης το ’98 στις καννες

 

 

 

 

 

 

 

 

1 Απριλίου 2014

καθρέφτης στο νερό : μια σημείωση για τόν νάρκισσο

 

 

 

με αφορμή ένα περασμένο σχόλιο (δηλαδή μια υπόσχεση στη ρενάτα) θα εκθέσω εδώ μερικές γενικές περιρρέουσες αντιπαθείς νεφελώδεις και εντελώς προσωπικές απόψεις για ένα θέμα τής ψυχανάλυσης που μέ απασχολεί από παλιά (πολύ παλιά) και παρόλ’ αυτά δεν βρήκα ποτέ τόν χρόνο να τό θίξω εδωπέρα (κάποιες νύξεις του υπάρχουν μόνο στην λολίτα) :

να πω αρχικά (και πάλι) ότι διαφωνώ οριζοντίως καθέτως πλαγίως βουστροφηδόν και περιδιαγραμμάτου για ορισμένες ορολογίες που ο φρόϋντ εισήγαγε στην ψυχανάλυση από τήν ελληνική αρχαιότητα, και οι οποίες στη συνέχεια πήραν τή θέση κλισέ – κακοχωνεμένων κιόλας [ εν παρενθέσει : πιστεύω πως όλο αυτό οφείλεται στο ότι ο φρόϋντ δεν ήξερε καλά τήν ελληνική γραμματολογία, άλλωστε δεν διάβαζε ελληνικά και μάλλον δεν διάβαζε ούτε λατινικά, οι γνώσεις του ήταν μέσω τών γερμανικών – πράγμα πολύ επικίνδυνο, καθώς δεν μπόρεσε έτσι να ξεπεράσει (από μια άποψη δεν μπόρεσε και να υποπτευθεί) τήν εξιδανικευτική, ρωμαϊκής καταγωγής, ευρέως δυτικοευρωπαϊκή, οπτική τού μετέπειτα μονοθεϊστικού και χριστιανικού κόσμου (ημών συμπεριλαμβανομένων) για τά ελληνικά πράγματα τής αρχαιότητας – οπτική δηλαδή η οποία πολύ μικρή σχέση έχει με τά ελληνικά πράγματα τής κλασικής (και τής προκλασικής) αρχαιότητας – (αλλά αυτό είναι μια άλλη, πολύ φαρδειά και πλατειά, συζήτηση) ] :

ας ξεκινήσω λοιπόν (εισαγωγικά, δεν είν’ αυτό τό θέμα μου) με τό πιο εύκολο, τόν οιδίποδα : επειδή τό «οιδιπόδειο σύμπλεγμα» όντας ένας από τούς δύο βασικούς πυλώνες τής σκέψης του (τού φρόϋντ) (ο άλλος είναι ο ερωτισμός τών παιδιών) έχει καθιερωθεί σαν τό κατεξοχήν αντρικό σύμπλεγμα : έτσι όμως συσκοτίζεται τό γεγονός πως, αν πρόκειται να βρούμε οπωσδήποτε κάποιο σύμπλεγμα με βάση τή σκέψη τού σοφοκλή, θα ’πρεπε μάλλον να προσανατολιστούμε προς ένα σύμπλεγμα καθαρά γυναικείο και να τό ονομάσουμε συνεπώς και ιοκάστειο, διότι ο οιδίποδας ο κακομοίρης δεν έχει ιδέα (σ’ όλη τή διάρκεια τής τραγωδίας) για τό τί κάνει, και ούτε επεδίωξε ποτέ να γαμήσει τή μάνα του : αντιθέτως, η ιοκάστη ξέρει πολύ καλά, από μια στιγμή και μετά τουλάχιστον, τί γίνεται και τί κάνει – και κατά πάσα πιθανότητα κιόλας τήν έχει καταβρεί, και τής αρέσει : αυτό που φοβάται είναι μόνο η αποκάλυψη, γιατί ξέρει ότι δεν θα τό αντέξει (ούτε και θα τό συχωρέσει) ο γιος της αλλά και όλοι οι άλλοι : εξού και (όποιος διαβάσει τόν οιδίποδα τύραννο τό βλέπει σαφώς) προσπαθεί να αποτρέψει τή λύση τού αινίγματος, με διάφορες δήθεν άγνοιες κολπάκια και τρικλοποδιές – και κάποια στιγμή προβλέποντας τί μπορεί να συμβεί αν η διαδικασία διαλεύκανσης τού εγκλήματος βαδίσει κανονικά προς τή λύση και τό τέλος, λέει στο γιο της : Καλά, μην κάνεις έτσι, και ποιο αγόρι δεν ονειρεύτηκε κάποια στιγμή ότι πηδάει τή μάνα του… (για τήν ακρίβεια σὺ δ᾽ εἰς τὰ μητρὸς μὴ φοβοῦ νυμφεύματα : πολλοὶ γὰρ ἤδη κἀν ὀνείρασιν βροτῶν μητρὶ ξυνηυνάσθησαν)

 

ο φρόϋντ παιδί

 

αυτά εισαγωγικά : ας πάμε στο ακόμα πιο αντιπαθητικό τώρα θέμα, τόν νάρκισσο :

όταν πρωτομελέτησα τή μυθολογία, πριν από αρκετά χρόνια, κυρίως μέσω τού όμηρου και τού απολλόδωρου, τά ’χασα με τό πόσο οργανωμένη είναι : αυτό οφείλεται, έχω καταλήξει, στο ποσό τού χρόνου που τή στηρίζει ώσπου να παγιωθεί ( : γραφές επί γραφών, παραδόσεις επί παραδόσεων (θυμίζουν όλ’ αυτά τίς διαδικασίες τών δημοτικών τραγουδιών, κι ακόμα και τών ομηρικών επών), και τελικά κάποιος συμπιλητής που έφτασε ώς εμάς με τό κύρος μιας αυθεντίας, συζητήσιμης : οφείλουμε συνεπώς να βρούμε ποιος μπορεί να ήταν ο πυρήνας τού προβλήματος (γιατί ασφαλώς η μυθολογία, με μια μορφή πρωτογενούς και ακατέργαστης (δηλαδή αυθεντικής και αυθόρμητης) φιλοσοφικής διάθεσης, προβλήματα λύνει)) : βυθιζόμενη εκειμέσα, αισθάνεσαι λοιπόν σα να μην υπάρχει τίποτα τυχαίο, τίποτα δευτερεύον, όλα σα να έχουν μια τόσο εξωφρενικά ξεκάθαρη σημασία που λες και πρόκειται για μαθηματικές εξισώσεις : όταν κοιτάμε τόν νάρκισσο, λέω λοιπόν τώρα, ότι πρέπει να είμαστε διπλά προσεκτικοί :

τί μάς μένει δηλαδή σήμερα απ’ αυτό τό μυστήριο παιδί που βυθίζεται ερωτευμένο στην εικόνα του (και εδώ, στο ερωτευμένο, πιστεύω ότι πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη σημασία) – πέρα από τίς μυθολογικές παραλλαγές (πολλές απ’ αυτές πολύ μεταγενέστερες, έως και ρωμαϊκές) τής ιστορίας του ; ο νάρκισσος παρασύρεται κοιτάζοντας τόν εαυτό του σ’ ένα αντικαθρέφτισμα μες στο νερό : (είναι εντέλει ερωτευμένος, ή δεν είναι – και με ποιον ; θα πω τά δικά μου αφού πρώτα παραθέσω μερικά αποσπάσματα από τό «έρως και πολιτισμός» τού μαρκούζε, μια που εκείνος έδωσε τή διαυγέστερη και γενναιότερη ερμηνεία σε ό,τι μπορούμε άνετα να θεωρήσουμε (εφεξής) ανατρεπτικότητα τής ιστορίας, τής φύσης, και τής λογικής τού νάρκισσου (παίρνω από τό όγδοο κεφάλαιο στο eros and civilization «the images of orpheus and narcissus» (στοιχεία για τήν ελληνική μετάφραση στο τέλος*)) :

«οι κατηγορίες με τίς οποίες η φιλοσοφία αντιλήφθηκε τήν ανθρώπινη ύπαρξη έχουν διατηρήσει τή σύνδεση μεταξύ λόγου και καταπίεσης : οτιδήποτε ανήκει στη σφαίρα τής αισθητικότητας, τής ηδονής, τής ορμής, έχει τή χροιά ότι είναι ανταγωνιστικό προς τόν λόγο – ότι είναι κάτι που πρέπει να υποταχθεί, να περιορισθεί. Η καθημερινή γλώσσα έχει διατηρήσει αυτήν τήν αξιολόγηση : Οι λέξεις που ισχύουν γι’ αυτή τή σφαίρα έχουν τόν ήχο τού κηρύγματος ή τής αισχρολογίας /…/ η δυσφήμηση τής αρχής τής ηδονής απόδειξε τήν ακατανίκητή της δύναμη· η αντίθεση σ’ αυτή τή δυσφήμηση γίνεται εύκολα αντικείμενο γελοιοποίησης… /…/ Όταν ο φρόϋντ υπογράμμισε τό θεμελιακό γεγονός ότι η φαντασία διατηρεί μιαν αλήθεια που είναι ασυμβίβαστη με τόν λόγο, ακολουθούσε μια μακρόχρονη ιστορική παράδοση. Η φαντασία είναι γνωστική εφόσον συντηρεί τήν αλήθεια τής Μεγάλης Άρνησης /…/ Στην περιοχή τής φαντασίας, οι παράλογες εικόνες τής ελευθερίας γίνονται έλλογες και τό «κατώτερο βάθος» τής ικανοποίησης τών ενστίκτων παίρνει μια νέα αξιοπρέπεια /…/ Ο ορφέας και ο νάρκισσος (σαν τόν διόνυσο με τόν οποίο συγγενεύουν) /…/ δεν έγιναν οι ήρωες τού δυτικού κόσμου : Η δικιά τους εικόνα είναι η εικόνα τής χαράς και τής πλήρωσης· η φωνή τους είναι εκείνη που δεν διατάζει αλλά τραγουδάει· η χειρονομία τους είναι εκείνη που προσφέρει και δέχεται /…/ Ο νάρκισσος /…/ ονειρεύεται [ paul valéry : narcisse rêve au paradis /…/ ] Οι εικόνες τού ορφέα και τού νάρκισσου /…/ υπενθυμίζουν τήν εμπειρία ενός κόσμου που δεν είναι στη φύση του να υποταχθεί και να ελεγχθεί αλλά να απελευθερωθεί /…/ τά πράγματα τής φύσης γίνονται ελεύθερα να είναι ό,τι είναι. Αλλά για να είναι ό,τι είναι   ε ξ α ρ τ ώ ν τ α ι   από τήν ερωτική στάση : Δέχονται τό   τ έ λ ο ς   τους μόνο μέσα σ’ αυτή. /…/ Στη θράκη [ο νάρκισσος] βρίσκεται σε στενή σχέση με τόν διόνυσο /…/ Ζει σύμφωνα μ’ έναν έρωτα δικό του, και δεν αγαπά τόν εαυτό του μόνο /…/

Ίσως τώρα μπορούμε να βρούμε κάποια υποστήριξη για τήν ερμηνεία μας στην έννοια τού π ρ ω τ ο γ ε ν ο ύ ς   ν α ρ κ ι σ σ ι σ μ ο ύ   τού φρόϋντ /…/ η ανακάλυψή του σήμαινε περισσότερα από τήν προσθήκη ακόμα μιας φάσης στην ανάπτυξη τής λίμπιντο· μαζί της εμφανίστηκε τό αρχέτυπο μιας άλλης υπαρξιακής σχέσης προς τήν   π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α. Ο πρωτογενής ναρκισσισμός είναι περισσότερο από αυτοερωτισμός· αγκαλιάζει τό ‟περιβάλλονˮ, ανακατεύοντας τό ναρκισσιστικό εγώ με τόν αντικειμενικό κόσμο. /…/ ‟Αρχικά τό εγώ περιέχει τά πάντα /…/ Τό αίσθημα τού εγώ, τού οποίου έχουμε επίγνωση τώρα, είναι έτσι μόνο ένα συνεσταλμένο απομεινάρι ενός πολύ πιο εκτεταμένου αισθήματος – ενός αισθήματος που   α γ κ ά λ ι α ζ ε   τ ό   σ ύ μ π α ν /…/ˮ [ : φρόϋντ ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας ] Ο φρόϋντ περιγράφει τό ‟ιδεατό περιεχόμενοˮ τού επιζώντος πρωτογενούς αισθήματος τού εγώ σαν ‟απεριόριστη προέκταση και ενότητα με τό σύμπανˮ (ωκεάνειο συναίσθημα). Και διατυπώνει τή γνώμη πως τό ωκεάνειο συναίσθημα επιζητά να επαναφέρει τόν ‟απεριόριστο ναρκισσισμόˮ. Τό χτυπητό παράδοξο ότι ο ναρκισσισμός, που συνήθως γίνεται αντιληπτός σαν εγωιστικό αποτράβηγμα από τήν πραγματικότητα, εδώ συνδέεται με τήν ενότητα προς τό σύμπαν, αποκαλύπτει τό νέο βάθος τής αντίληψης : Πέρα από κάθε ανώριμο αυτοερωτισμό, ο ναρκισσισμός σημαίνει μια θεμελιακή συγγένεια με τήν πραγματικότητα εκείνη η οποία μπορεί να παραγάγει μιαν ολοκληρωτική υπαρξιακή τάξη 20. Μ’ άλλα λόγια, ο ναρκισσισμός μπορεί να περιέχει τό σπέρμα μιας διαφορετικής αρχής τής πραγματικότητας : /…/ μετασχηματίζοντας αυτόν τόν κόσμο σε ένα νέο τρόπο τού είναι.

Οι ορφικές – ναρκισσιστικές εικόνες είναι εκείνες τής Μεγάλης Άρνησης /…/

Η κλασική παράδοση συνδέει τόν Ορφέα με τήν εισαγωγή τής ομοφυλοφιλίας. Σαν τόν Νάρκισσο, απορρίπτει τόν κανονικό Έρωτα, όχι για ένα ασκητικό ιδεώδες, αλλά για έναν πιο πλήρη Έρωτα. Σαν τόν Νάρκισσο, διαμαρτύρεται ενάντια στην απωθητική τάξη τού διαιωνιστικού σεξουαλισμού. Ο Ορφικός και Ναρκισσιστικός Έρωτας είναι μέχρι τό τέλος η άρνηση αυτής τής τάξης – η Μεγάλη Άρνηση. /…/ Η ζωή τού Νάρκισσου είναι η ζωή τής   ο μ ο ρ φ ι ά ς   κι η ύπαρξή του είναι   ο ν ε ι ρ ο π ό λ η μ α. /…/»

 

 

και μια από τίς σημειώσεις που ο μαρκούζε παραθέτει σ’ αυτό τό κεφάλαιο : «20 στο σύγγραμά του ‟η καθυστέρηση τής εποχής τής μηχανήςˮ ο hanns sachs έκανε μιαν ενδιαφέρουσα προσπάθεια να αποδείξει ότι ο ναρκισσισμός ήταν ένα ουσιώδες μέρος τής αρχής τής πραγματικότητας μέσα στον ελληνικό πολιτισμό. Εξέτασε τό πρόβλημα τού γιατί οι έλληνες δεν ανάπτυξαν μια μηχανική τεχνολογία, παρόλο που είχαν τήν τεχνική ικανότητα και τίς γνώσεις που χρειάζονταν. Οι συνηθισμένες οικονομολογικές και κοινωνιολογικές εξηγήσεις δεν τόν ικανοποιούσαν. Αντί γι’ αυτές, εξέφρασε τή γνώμη ότι τό ναρκισσιστικό στοιχείο που επικρατούσε στον ελληνικό πολιτισμό ήταν εκείνο που εμπόδιζε τήν τεχνολογική πρόοδο. Η λιμπιντική κάθεξη τού σώματος ήταν τόσο δυνατή, που αντιμαχόταν τή μηχανοποίηση και τήν αυτοματοποίηση. (1933)»

 

 

 

επανέρχομαι στα δικά μου, αν και θα μπορούσα να σταματήσω εδώ : προσωπικά, πίσω από τήν ύστερη (υπόγεια) αντιπάθεια τού φρόϋντ (στη χειρότερή της τότε μορφή, τή μορφή μιας συγκατάβασης) για τόν νάρκισσο βλέπω κλισέ και πουριτανισμούς τού ώριμου άντρα τής πατριαρχίας : καταρχάς στην πατριαρχία ο καθρέφτης θεωρείται ιδιαίτερα γυναικείο σύνεργο – συνεπώς ο νάρκισσος (αν και αγόρι) θαυμάζοντας τό πρόσωπό του πρέπει να έχει (όντως έχει) γυναικεία χαρακτηριστικά (αυτό που λέει ο μαρκούζε για τή σχέση τού νάρκισσου με τόν διόνυσο δεν πρέπει να τό ξεπεράσουμε στα πεταχτά : ο διόνυσος είναι κι εκείνος ένας θεός αμφίσημος, με προβληματική ταυτότητα – άντρας και γυναίκα μαζί : άντρας τυπικά, γυναίκα ουσιαστικά – αλλά γι’ αυτό χρειάζεται ολόκληρη, άλλη, ανάρτηση) (υπαινικτικά και ελάχιστα για τίς «βάκχες» έχω γράψει εδώ)

έτσι ο φρόϋντ απόδωσε εντέλει στον νάρκισσο χαρακτηριστικά που έβλεπε να έχουν αυτοί που θα λέγαμε σήμερα ωραιοπαθείς και εγωμανείς προσωπικότητες, και μ’ αυτήν τήν έννοια χρησιμοποιείται σήμερα σαν κλισέ ο ναρκισσισμός. Δεν ξέρω πόσο καταβάθος φοβήθηκε και δίστασε να επιμείνει εντέλει στο ότι ο παιδικός ερωτισμός ο οποίος στα δικά του (τού φρόϋντ) τά νιάτα αποτέλεσε τή ραχοκοκκαλιά τής θεωρίας του, σχετιζόταν απόλυτα με κείνον τόν αρχικό, αρχαίο, νάρκισσο – και όχι με τήν εικόνα τού δύστυχου που έβλεπε καθημερινά να σπαράζει στο ντιβάνι του, με μια πληγωμένη, αδιέξοδη εγωμανία. Ότι ο παιδικός ερωτισμός σχετιζόταν δηλαδή με τόν έφηβο νάρκισσο ο οποίος διατηρούσε με πείσμα άφθαρτη τήν αίσθηση (που ο ίδιος ο φρόϋντ τήν είχε ονομάσει παλιά ωκεάνεια) τού να κολυμπάει στο σύμπαν σε μια αποθέωση πανερωτισμού : ακολούθησε μ’ άλλα λόγια ο γερασμένος φρόϋντ που γινόταν όλο και περισσότερο από (τολμηρό) παιδί, διστακτικός (και ρεαλιστής) άντρας

 

sigmund freud εισαγωγή στον ναρκισσισμό

 

όμως αλλοίμονο αν συρρικνώσουμε τό θάμβος τού μυθικού νάρκισσου στην αξιολύπητη (μισή, ούτε καν μονή) διάσταση τού ωραιοπαθή που ασχολείται πληκτικά με έναν (ευνουχισμένο, πραγμοποιημένο, διασυρμένο στις δημόσιες σχέσεις) εαυτό (με στόχο τήν αναγνώρισή του ως πετυχημένου από μια διασυρμένη πραγμοποιημένη ευνουχισμένη κοινωνία) : και που είναι ευτυχής μόνο όταν κοιτάζει τή φάτσα του στο τζάμι τού καθρέφτη ή θαυμάζει τή φωτογραφία του στον τοίχο τού φέϊσμπουκ : ο άνθρωπος αυτός δεν έχει έρωτα για τίποτα – ούτε καν για τόν εαυτό του – γιατί δεν έχει εαυτό : ένα άδειο κουτί έχει, με μια κοινωνικά αποδεκτή ταμπέλα, που τό περιφέρει επιδιώκοντας να εκμαιεύσει μ’ αυτό τό άλλοθι τά ελάχιστα υποκατάστατα ηδονής που τού απομένουν : ασκώντας μ’ άλλα λόγια εξουσία όπου μπορεί – συνηθέστερα και ευκολώτερα στον στενό κοινωνικό του περίγυρο και τούς οικείους του, ή αν είναι τυχερός και στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο – και τότε δυστυχούμε εμείς που τούς τρώμε στη μάπα σαν πετυχημένους πολιτικούς ή πετυχημένους πνευματικούς ανθρώπους. Τό είδος αυτό (κοινότατο και συνηθέστατο, ρενάτα,) έχει πολλά κοινά με τόν φασίστα (άσχετα από τό ποιο κόμμα υποστηρίζει) : γιατί, αυτός ο άνθρωπος, εξίσου όπως και ο φασίστας, έχει τήν εντύπωση ότι κινδυνεύει από παντού, ότι όλοι τού επιτίθενται, ότι είναι μονίμως αμυνόμενος, κι ότι έχει μονίμως δίκαιο : πρόκειται για τήν ψυχολογική πανούκλα που συνήθως θέλει διακαώς να κυβερνήσει, αν δεν κυβέρνησε, να γίνει γνωστός αν δεν έγινε, να κάνει λεφτά αν δεν έκανε

και μην κάνουμε τό λάθος να τόν μπερδέψουμε με τόν απλό εγωιστή : γιατί κι ο εγωισμός είναι πιο ενεργητικός δημιουργικός και απαιτητικός απ’ ό,τι ζητάει αυτή η μόνιμη καταβύθιση στην αλλοτροίωση : ο εγωιστής θέλει ακόμα και κλέβοντας να μαθαίνει, γιατί έτσι μεγαλώνει τόν εαυτό του – ο εγωμανής δεν θα παραδεχτεί ποτέ ότι κάτι δεν τό ξέρει γιατί όλα όσα δεν ξέρει τού φαίνονται επικίνδυνα καθώς τόν αντιμάχονται, κάθε τι ξένο τού είναι εκ τών προτέρων εχθρικό καθώς ολόκληρος ο κόσμος τού είναι ξένος : δεν αγαπάει κανέναν κόσμο όπως δεν αγαπάει και τήν ομορφιά, όπως δεν αγαπάει τελικά ούτε τόν εαυτό του : γιατί δεν είναι σε θέση ν’ αγαπήσει απλώς τίποτα (εξαυτού δεν έχει φαντασία και στον έρωτα, είναι πληκτικός στο κρεβάτι όσα ακροβατικά, μιμούμενος τίς ταινίες τής τηλεόρασης, και να κάνει, κι ας πηγαίνει στα ραντεβού του, όπως λέει κι ο μαρκούζε, φορώντας τό αποσμητικό τής μόδας) : για τόν υστερικό αυτού τού είδους η μόνη κατάσταση άξια λόγου που υπάρχει είναι η οποιαδήποτε μορφή άσκησης εξουσίας – είπαμε, δεν διαθέτει φαντασία μνήμη ή κρίση ώστε να ξεχωρίζει τά μεγέθη : τό μόνο λοιπόν που επιζητά είναι να ξεχνάει, μέσω τής μόνιμης ενασχόλησης με τόν εαυτό του, ότι δεν έχει εαυτό : φυσική συνέπεια είναι να μισεί θανάσιμα (δεν μπορεί ούτε να τό κρύψει) οποιονδήποτε υποψιαστεί ότι έχει αυτοεξαιρεθεί απ’ τόν ευνουχισμό αυτής τής ωριμότητας, (τού ρεαλισμού και τής επιτυχίας) : ας μη γελιόμαστε, ο ωραιοπαθής άνθρωπος τόν μισεί τόν νάρκισσο, καθόλου δεν τού μοιάζει

 

από τήν άλλη μεριά, τό παιδί αυτό (πολλές φορές μέ προβλημάτισε, και έτσι προσπάθησα να τό ανακαλέσω) τί ακριβώς κάνει όταν περιεργάζεται τήν εικόνα του στον καθρέφτη ; λοιπόν για να μιλήσω εντελώς πρακτικά, πιστεύω ότι προσπαθεί να δει αυτό που βλέπει πάνω του ο κόσμος, και κυρίως αυτό που θα ερωτευτεί σ’ εκείνο, εκείνος, ο αχανής και άγνωστος, με τόν οποίο τό παιδί είναι ήδη ερωτευμένο : μέσω τής αντανάκλασης, και τού καθρέφτη, και τού νερού, μπαίνει στη θέση εκείνου που θα τόν δει, ονειρεύεται εκείνον που θα τόν ονειρευτεί, φαντάζεται με λίγα λόγια τόν ίδιο τόν έρωτα, είναι γεμάτο με λίγα λόγια από τήν αναπόληση εκείνου τού έρωτα προς τό σύμπαν : και μ’ αυτήν τήν έννοια παραβλέπει περιστασιακά υποκείμενα (και αντικείμενα) επιθυμίας : γιατί, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι ο νάρκισσος είναι μόνο παιδί (όπως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παιδί, σχεδόν μωρό, είναι και ο ίδιος ο έρωτας) και μπορεί να φαντάζεται ή να ονειρεύεται τόν έρωτα παντοδύναμον, δεν έχει μάθει ακόμα : η παντοδυναμία τής επιθυμίας του αντανακλάται στην εικόνα που βλέπει στο νερό και η εικόνα τού επιστρέφει τόν έρωτα τόν οποίο ακτινοβολεί ο ίδιος : ο νάρκισσος είναι ο έρωτας στην καθαρή του μορφή γιατί βυθίζεται αθώα στην αναπόληση ενός έρωτα συνολικού, μιας αυθεντικής κι αυθόρμητης παιχνιδιάρικης παιδικής παρτούζας – εξού και δεν τού χρειάζονται τά μεμονωμένα άτομα που τόν πολιορκούν με διάθεση αποκλειστικότητας (η αποκλειστικότητα κι ο ασκητισμός ως βασική ηθική τού πολιτισμού – στον οποίο ο νάρκισσος δεν θέλει (κι από μια άποψη δεν μπορεί κιόλας) να ανήκει)

και έτσι, βυθισμένος στην ελευθερία, φαντάζεται τό αντικείμενο τής ερωτικής του επιθυμίας με τόν πιο ενεργητικό και ευρηματικό τρόπο, γίνεται δηλαδή ο ίδιος εκείνος ο άλλος που τόν κοιτάει στο μέλλον : ο νάρκισσος βλέπει τόν εαυτό του ακριβώς σαν αντικείμενο ερωτικής επιθυμίας, επειδή είναι τό υποκείμενο αυτής τής αρχικής, τής πρώιμης, και τής ατέλειωτης

και η στιγμή τού καθρεφτίσματος είναι και η στιγμή που τό υποκείμενο ακριβώς χάνεται : περιδιαβάζοντας τόν εαυτό του και τόν άλλον μαζί, και καθώς γίνεται ο ίδιος ένας άλλος (νάτος πάλι ο πιτσιρίκος και ο έφηβος τής σαρλβίλ) είναι, αυτό τό παιδί, ο πιο αναρχικός ερωτευμένος γιατί είναι ερωτευμένος πέραν εαυτού : αυτή τήν ανατρεπτική εποχή τής παιδικής αναζήτησης ο έρωτας λειτουργεί στ’ αλήθεια, εξαφανίζοντας δηλαδή τίς διακρίσεις τών σωμάτων

απ’ αυτήν όμως τήν άποψη, και απ’ αυτή ακριβώς τήν ηλικία, τό παιδί (και ο νάρκισσος) είναι ορκισμένοι εχθροί τής πατριαρχίας, και είναι και για τήν ίδια τήν πατριαρχία ξένο σώμα κι επίφοβο (και γι’ αυτό δεν πρέπει να επιζήσει) : η λογική τών ιεραρχήσεων που στερεώνει τά θεμέλια τής εξουσίας θέλει τόν έρωτα διαδικασία μεταξύ σαφώς διαχωρισμένων φύλων και εαυτών : δεν πρέπει λοιπόν να επιζήσει – στη λογική τής κυριαρχίας ο άνθρωπος πρέπει να ωριμάσει να ξεχάσει και να σβήσει αυτό τό παιδί από τήν ιστορία του (η μετέπειτα μυθολογία που θα επικρατήσει για τήν αθωότητα και τήν αγνότητα τών παιδιών είναι τό κυρίαρχο όπλο σ’ αυτόν τόν ανελέητο πόλεμο μνήμης, που εξαφανίζει εκείνη τή συμπαντική ολότητα από τό προσκήνιο : τά όπλα εναντίον τού νάρκισσου θα είναι και απλούστερα και ευκολότερα) :

θα τόν συκοφαντήσουν απλώς ως ανίκανο, καταργώντας τά στοιχεία τών δύο εαυτών που ο νάρκισσος χαίρεται – και τού θεατή και τού θεώμενου : όμως ο νάρκισσος θα επιμείνει στη φαντασία – όσων επιμένουν : θα εξακολουθεί να βλέπει τόν εαυτό του στο υγρό στοιχείο που θα τού επιστρέφει τήν αιώνια επιθυμία του – και θα πνίγεται μέσα σ’ αυτά τά νερά : ο ωραιοπαθής θα αρκεστεί στον καθρέφτη τού λακάν, ένα σκέτο τζάμι : αυτός δεν πεθαίνει ποτέ, δηλαδή δεν τελειώνει : τό υγρό στοιχείο έχει εξατμιστεί, ο ίδιος δεν μπορεί ούτε να χύσει : έξαλλος, γιατί τό σκέτο τζάμι δεν επιστρέφει παρά μόνο απουσία, φτάνει τότε στο άλλο άκρο τού εκκρεμούς : θα σάς σκοτώσω όλους, λέει, κι αυτό είναι τό μόνο που απομένει όταν ο έρωτας δεν είναι πια εκεί : έτσι γεννιέται ο πολιτισμός μας

 

 

     

 

 

   * για τήν ελληνική μετάφραση τού μαρκούζε χρησιμοποίησα τήν έκδοση : herbert marcuse «έρως και πολιτισμός», μετάφραση ιορδάνη αρζόγλου, «κάλβος» 1970

 

  πηγή φωτογραφίας

 

 

 

 

 

 

22 Δεκεμβρίου 2010

herbert marcuse «ο μονοδιάστατος άνθρωπος» / 3η συνέχεια (+ μερικά για τή διαλεκτική τής απελευθέρωσης)

διαβάστε κι αυτό    

 .

.

μεταφράζω μερικές προτάσεις από αυτή τήν εισήγηση που ο μαρκούζε έκανε, στα πλαίσια ενός συνέδριου με θέμα «η διαλεκτική τής
απελευθέρωσης» στο λονδίνο τό 1967 : τό παραπάνω βίντεο περιλαμβάνει μόνο τά πρώτα 8 λεπτά τής εισήγησής του
(«απελευθέρωση από τήν κοινωνία τής αφθονίας») – αλλά ολόκληρο τό κείμενο (στα αγγλικά) βρίσκεται εδώ

(θα μού πει βέβαια κανείς ότι η ίδια η διατύπωση απελευθέρωση από τήν κοινωνία τής αφθονίας σήμερα ηχεί και ειρωνικά
και παράκαιρα, όταν η κοινωνία αυτή τείνει ιλιγγιωδώς πλέον να μετατραπεί σε «παγκόσμια κοινωνία τής
αμεταμφίεστης φτώχειας» : ίσως όμως όχι τόσο ειρωνικά ούτε τόσο παράκαιρα αν σκεφτούμε τίς διαπιστώσεις ακριβώς και τού ίδιου
τού μαρκούζε και τών συνεργατών του τής «κριτικής θεωρίας» για τά στοιχεία που καθορίζουν τό άτομο και τίς (αυτο)ματαιωνόμενες
κατά κανόνα
δυνατότητές του να εξεγερθεί εγκαίρως και ριζοσπαστικά ενάντια στη μεταμφιεσμένη ευημερία του – περί αυτού
ακριβώς και τά αποσπάσματα από τόν «μονοδιάστατο άνθρωπο» που ακολουθούν, και θα ακολουθήσουν)

 

   είμαι πολύ ευτυχής που βλέπω τόσα λουλούδια εδωμέσα, και γι’ αυτό θα ’θελα να σάς υπενθυμίσω ότι τά λουλούδια από μόνα τους δεν έχουν καμιά απολύτως δύναμη, άλλην από τή δύναμη τών ίδιων τών αντρών και τών γυναικών που τά φροντίζουν και τά προστατεύουν από τήν επιθετικότητα και τήν καταστροφή
   σαν φιλόσοφος χωρίς ελπίδα, και για τόν οποίο η φιλοσοφία έγινε αξεχώριστη από τήν πολιτική, φοβάμαι ότι θα σάς βγάλω σήμερα έναν λόγο μάλλον φιλοσοφικό, οπότε ζητώ τήν επιείκειά σας. Θα μιλήσουμε για τή διαλεκτική τής απελευθέρωσης (που πιστεύω ότι σαν φράση είναι στην πραγματικότητα πλεονασμός, μια που η διαλεκτική όλη είναι μια απελευθέρωση) και για τήν απελευθέρωση όχι μόνο με τή διανοητική της σημασία, αλλά για τήν απελευθέρωση που αγκαλιάζει τό σώμα και τό μυαλό μαζί, τήν απελευθέρωση που αφορά ολόκληρη τήν ανθρώπινη ύπαρξη…
 

   μιλώ εδώ για τήν απελευθέρωση από τήν κοινωνία τής αφθονίας, δηλαδή σαν να λέμε από τίς κοινωνίες τού προηγμένου καπιταλισμού. Τό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι η απελευθέρωση από μια κοινωνία φτώχειας, από μια κοινωνία σε κατάρρευση, ούτε καν στις περισσότερες περιπτώσεις από μια κοινωνία τρόμου, αλλά απελευθέρωση από μια κοινωνία που σε μεγάλο βαθμό έχει αναπτύξει τίς υλικές και ακόμα και τίς μορφωτικές και καλλιτεχνικές ανάγκες τού ανθρώπου… 

   αυτό σημαίνει πως έχουμε να κάνουμε με τήν απελευθέρωση από μια κοινωνία μέσα στην οποία η έννοια τής απελευθέρωσης δεν έχει καθόλου μαζική βάση… 

   πιστεύω πως όλοι μας (και θα χρησιμοποιώ αυτό τό «όλοι μας» καθ’ όλη τή διάρκεια τής ομιλίας μου) έχουμε διστάσει πολύ, έχουμε ντραπεί πολύ, ίσως κατανοητά ντραπεί, να επιμείνουμε στα ουσιώδη, στα ριζοσπαστικά στοιχεία μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, να επιμείνουμε στην ποιοτική διαφορά της από τίς κατεστημένες κοινωνίες… 

   έχουμε, για να τό πούμε έτσι, καταστείλει πολλά απ’ αυτά που θα ’πρεπε να ’χουμε πει, απ’ αυτά που θα ’πρεπε να ’χουμε τονίσει… 

   εάν σήμερα αυτά τά ουσιώδη χαρακτηριστικά, αυτά τά αληθινά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά που θα έκαναν τή σοσιαλιστική κοινωνία να είναι η οριστική άρνηση όλων τών κοινωνιών που έχουν υπάρξει μέχρι σήμερα, εάν αυτή η ποιοτική διαφορά σήμερα παρουσιάζεται σαν Ουτοπική, σαν ιδεαλιστική, σαν μεταφυσική, ε ακριβώς μ’ αυτήν τή μορφή πρέπει να εμφανίζονται αυτά τά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά : αν πρόκειται ν’ αποτελέσουν πράγματι τήν οριστική άρνηση τής κατεστημένης κοινωνίας… 

   ο βάλτερ μπένγιαμιν βάζει κάπου μαρτυρίες από τίς μέρες τής παρισινής κομμούνας : πως σ’ όλες τίς γειτονιές τού παρισιού άνθρωποι πυροβολούσαν τά ρολόγια πάνω στα κωδωνοστάσια τών εκκλησιών ή τίς στέγες τών ανακτόρων ή αλλού, εκφράζοντας μ’ αυτόν τόν τρόπο συνειδητά ή και μισοσυνείδητα τήν ανάγκη που ένιωθαν ο χρόνος κατά κάποιον τρόπο να σταματήσει : πως εκείνο τουλάχιστον τό κυρίαρχο, τό κατεστημένο συνεχές τού χρόνου έπρεπε να διακοπεί, κι ένας νέου είδους χρόνος να ξεκινήσει – θέλοντας έτσι να τονίσουν με κάθε τρόπο τήν ποιοτική διαφορά και τήν ολοκληρωτική ρήξη που έπρεπε να υπάρξει ανάμεσα στην παλιά κοινωνία και τήν καινούργια… 

   μ’ αυτήν τήν έννοια θα μ’ άρεσε να συζητήσω εδώ μαζί σας για τά καταχωνιασμένα (καταπιεσμένα) προαπαιτούμενα τής ποιοτικής αλλαγής. Λέω επίτηδες «τής ποιοτικής αλλαγής» και όχι «τής επανάστασης» γιατί έχουμε ήδη δει πάρα πολλές επαναστάσεις κατά τίς οποίες τό συνεχές τής καταστολής και τής καταπίεσης διατηρήθηκε, επαναστάσεις που αντικατέστησαν απλώς τό ένα σύστημα κυριαρχίας μ’ ένα άλλο. Πρέπει ν’ αποκτήσουμε συνείδηση τών ουσιωδώς νέων χαρακτηριστικών που θα συντελέσουν στο ν’ αποτελέσει η ελεύθερη κοινωνία τήν συγκεκριμένη τήν καθαρή άρνηση τών κατεστημένων κοινωνιών – και πρέπει ν’ αρχίσουμε να τά διαμορφώνουμε αυτά τά χαρακτηριστικά, χωρίς να μάς νοιάζει πόσο μεταφυσικοί, χωρίς να μάς νοιάζει πόσο Ουτοπικοί, και θα ’λεγα ακόμα χωρίς να μάς νοιάζει και πόσο γελοίοι μπορεί να φανούμε στα μάτια τών κανονικών ανθρώπων όλων τών παρατάξεων, και τής δεξιάς και τής αριστεράς… 

   απελευθέρωση σημαίνει και προϋποθέτει ν’ ανοίξει και να ενεργοποιηθεί μια βαθύτερη διάσταση στην ανθρώπινη ύπαρξη, αυτή η πλευρά της που βρίσκεται μαζί και κάτω από τήν παραδοσιακή υλική της βάση : όχι μια ιδεαλιστική διάσταση που βρίσκεται πάνω από τήν υλική της βάση και τήν περιφρονεί, αλλά μια διάσταση ακόμα πιο υλική από τήν υλική της βάση, μια διάσταση που αποτελεί τό θεμέλιο τής υλικής της βάσης

   η έμφαση που δίνω σ’ αυτή τή νέα διάσταση δεν σημαίνει καθόλου ότι θέλω να βάλω στη θέση τής πολιτικής τήν ψυχολογία, αλλά μάλλον τό ακριβώς αντίθετο : σημαίνει τελικά ότι πρέπει να καταλάβουμε πως η κοινωνία έχει εισβάλει και στις βαθύτερες γωνιές και ρίζες τής ατομικής ύπαρξης, έχει καταλάβει ακόμα και τό ασυνείδητο τού ανθρώπου. Πρέπει να μπούμε στις ρίζες τής κοινωνίας καταδυόμενοι στα βάθη τών ίδιων τών ατόμων, τών ατόμων που, υποκείμενα στους μηχανισμούς τής κοινωνίας, σταθερά και μόνιμα αναπαράγουν τό συνεχές τής καταπίεσης ακόμα και στη διάρκεια τών μεγαλύτερων επαναστάσεων… 

   η διαλεκτική τής απελευθέρωσης, μετατρεπόμενη καθοδόν από ποσότητα σε ποιότητα, θα προκαλέσει, ας τό ξαναπώ, ένα ρήγμα σ’ αυτό τό συνεχές τής καταπίεσης, που φτάνει στη βαθύτερη διάσταση τού ίδιου τού ανθρώπινου οργανισμού… 

   τό εργαστηριακό πείραμα η επιστήμη κι η τεχνολογία θα μπορούσαν, αλλά και θα ’πρεπε κιόλας, να γίνουν ένα παιχνίδι με τίς ώς τώρα κρυμμένες – μεθοδικά κρυμμένες και μπλοκαρισμένες – δυνατότητες τών ανθρώπων και τών πραγμάτων, τής κοινωνίας και τής φύσης

   κι αυτό είναι ένα απ’ τά παλιότερα όνειρα κάθε ριζοσπαστικής θεωρίας και πρακτικής : σημαίνει ότι η δημιουργική φαντασία, κι όχι μόνο ο ορθολογισμός τής «αρχής τής αποτελεσματικότητας», μπορεί να γίνει δύναμη παραγωγική και να οδηγήσει στη μεταμόρφωση τού κοινωνικού και τού φυσικού σύμπαντος : σημαίνει ότι μια νέα μορφή πραγματικότητας μπορεί να κάνει τήν εμφάνισή της, που θα ’ναι και τό αποτέλεσμα και τό μέσο για τήν ανάπτυξη και τής λογικής και τής ευαισθησίας τού ανθρώπου

   κι εδώ θα ρίξω τή φοβερή ιδέα : αυτό θα ’ταν μια πραγματικότητα «αισθητικής φύσεως» : η κοινωνία σαν έργο τέχνης : είναι η πιο Ουτοπική, η πιο ριζοσπαστική πιθανότητα για τήν απελευθέρωση σήμερα…

μετάφραση στα ελληνικά © σημειωματάριο κήπων 2010

    

               marcuse@history.ucsb.edu

   μετά από τή διακοπή λοιπόν που μεσολάβησε διά λόγους ανωτέρας και κατωτέρας βίας, συνεχίζω σήμερα να διαλέγω αποσπάσματα από τόν «μονοδιάστατο άνθρωπο» τού χέρμπερτ μαρκούζε
   είμαστε στο 2ο κεφάλαιο (τά αποσπάσματα τής εισαγωγής και τού 1ου κεφάλαιου (από τό πρώτο μέρος) βρίσκονται εδώ και εδώ)

 

 

μέρος πρώτο : η μονοδιάστατη κοινωνία / κεφάλαιο
δεύτερο : η περιχαράκωση τής πολιτικής ζωής

 

   τά παραδοσιακά ανατρεπτικά στοιχεία έχουν εξαφανιστεί ή απομονωθεί και όσοι απειλούσαν τήν τάξη έχουν εξουδετερωθεί

   η οικονομία αλληλοκαλύπτεται με ένα παγκόσμιο σύστημα στρατιωτικών συμμαχιών, νομισματικών συμφωνιών, τεχνικής βοήθειας και σχεδίων ανάπτυξης· οι εργάτες ταυτίζονται σιγά–σιγά με τούς υπάλληλους κι οι συνδικαλιστές με τούς διευθυντές τών εργοστασίων, οι διασκεδάσεις και οι επιθυμίες τών διαφόρων τάξεων γίνονται ομοιόμορφες· μια προκαθορισμένη αρμονία βασιλεύει ανάμεσα στις επιστημονικές έρευνες και στους εθνικούς στόχους· τέλος μέσα στα σπίτια έχει εισβάλει η κοινή γνώμη και στην κρεβατοκάμαρα η τηλεόραση

   στη σφαίρα τής πολιτικής, αυτές οι τάσεις εκδηλώνονται με τήν ξεκάθαρη ή σχεδόν ξεκάθαρη εξομοίωση τών διαφωνούντων

   η εξομοίωση αυτή επεκτείνεται και στην εσωτερική πολιτική, όπου γίνεται όλο και περισσότερο δύσκολο να διακρίνουμε μια κάποια διαφορά ανάμεσα στα προγράμματα τών μεγάλων κομμάτων· έχουν τόν ίδιο βαθμό υποκρισίας και χρησιμοποιούν τά ίδια κλισέ

      

   στο βαθμό που η ατομική και δημόσια ύπαρξη έχει εμφιαλωθεί μέσα στον κατεστημένο τεχνικό μηχανισμό – που είναι τό μέσο ελέγχου και συνοχής ενός πολιτικού συνόλου όπου έχουν ενσωματωθεί οι εργαζόμενες τάξεις – στον ίδιο βαθμό είναι αναγκαία, για μια ποιοτική μετατροπή, η αλλαγή τής ίδιας τής τεχνολογικής δομής. Για να γίνει όμως μια τέτοια αλλαγή, θα έπρεπε οι εργαζόμενες τάξεις να είναι και με τήν ίδια τους ακόμη τήν ύπαρξη «α π ο ξ ε ν ω μ έ ν ε ς» απ’ αυτό τό σύνολο, θα έπρεπε να τούς φαίνεται αδύνατο να συνεχίσουν να ζουν μέσα σ’ αυτόν τόν κόσμο, θα έπρεπε να είναι γι’ αυτές ζήτημα ζωής και θανάτου η ανάγκη μιας ποιοτικής αλλαγής. Η άρνηση θα έπρεπε να προϋπάρχει τής αλλαγής. Η άποψη ότι οι ιστορικές απελευθερωτικές δυνάμεις πρέπει να αναπτυχθούν   σ τ ο   ε σ ω τ ε ρ ι κ ό   τής κατεστημένης κοινωνίας είναι ο ακρογωνιαίος λίθος τής μαρξιστικής θεωρίας

        

   οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν πια ούτε να φανταστούν, με τή στενή έννοια, έναν κόσμο με ποιοτικά διαφορετικό λόγο και πράξη, μια και η κοινωνία καταπνίγει κάθε προσπάθεια αντίθεσης και καθορίζει τή φαντασία. Όσοι βρίσκονται στις ζώνες πείνας τής κοινωνίας τής αφθονίας γίνονται αντικείμενα τόσο κτηνώδικης μεταχείρισης που αναβιώνει τά μεσαιωνικά βασανιστήρια και μερικά άλλα πιο πρόσφατα. Όσο για τούς άλλους, λιγότερο απόκληρους, η κοινωνία απαντά στην ανάγκη τους για ελευθερία ικανοποιώντας ανάγκες που κάνουν υποφερτή κι ίσως ανυποψίαστη τή σκλαβιά

   η μηχανοποιημένη εργασία, που στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελείται από αυτόματες και μισοαυτόματες αντιδράσεις, είναι πάντα μια απασχόληση που σκεπάζει ολόκληρη τή ζωή, είναι πάντα μια εξαντλητική, αποκτηνωτική, απάνθρωπη σκλαβιά

   αυτή η μορφή υποδούλωσης «ανώτερης ποιότητας» δεν διαφέρει ουσιαστικά απ’ αυτή που ασκείται πάνω στη δακτυλογράφο, πάνω στον τραπεζικό υπάλληλο, πάνω στον πωλητή και στην πωλήτρια που συνέχεια είναι στο πόδι, πάνω στον εκφωνητή τής τηλεόρασης. Η ισοπέδωση, η ρουτίνα, εξομοιώνουν τίς παραγωγικές με τίς μη παραγωγικές εργασίες. Ο προλετάριος τών περασμένων εποχών τού καπιταλισμού ήταν πραγματικά τό ζώο που κάλυπτε με τή δουλειά τού κορμιού του τίς ανάγκες και τίς πολυτέλειες τής ζωής, ενώ αυτός ζούσε μέσ’ στην ταπεινοσύνη και τή φτώχεια. Ήταν έτσι μια «ζωντανή» άρνηση τής κοινωνίας του. Αντίθετα, ο εργάτης τών προχωρημένων τμημάτων τής τεχνολογικής κοινωνίας, αισθάνεται πολύ λιγότερο τήν ανάγκη αυτής τής άρνησης. Όπως κι όλα τά άλλα ανθρώπινα αντικείμενα τού κοινωνικού καταμερισμού τής εργασίας, βρίσκεται σε μια πορεία ενσωμάτωσης στην τεχνολογική κοινωνία. Στους τομείς με μεγαλύτερο βαθμό αυτοματισμού, ένα είδος τεχνολογικής κοινότητας συνενώνει τά άτομα στη δουλειά τους. Η μηχανή μοιάζει να επιβάλλει στους χειριστές της έναν υπνωτικό ρυθμό

   η μηχανική διαδικασία μέσα στον τεχνολογικό κόσμο καταστρέφει ό,τι μυστικό και κρυφό έχει η ελευθερία, συνενώνει δουλειά και σεξουαλικότητα σ’ έναν αυτόματο και ασυνείδητο ρυθμικό αυτοματισμό

   οι δούλοι τού βιομηχανικού πολιτισμού μπορεί να είναι εκλεπτυσμένοι δούλοι, αλλά είναι δούλοι, γιατί η δουλεία δεν ορίζεται «από τήν υποταγή, ούτε από τή σκληρή δουλειά, αλλά απ’ τή μεταβολή τού ανθρώπου σε εργαλείο κι από τή μετατροπή του σε πράγμα» (φρανσουά περρού, 1958)

   η καθαρή μορφή σκλαβιάς είναι : να υπάρχει σαν εργαλείο, σαν πράγμα. Ακόμη κι αν τό πράγμα είναι έμψυχο, αν διαλέγει μόνο του τήν υλική και πνευματική του τροφή, ακόμη κι αν δεν καταλαβαίνει ότι είναι ένα πράγμα, ακόμη κι αν είναι όμορφο, καθαρό, ζωηρό, δεν παύει να είναι υποδουλωμένο

     

   τό επιχείρημα τής ιστορικής καθυστέρησης, ότι δηλαδή η απελευθέρωση πρέπει να γίνεται βίαια και από τήν κυβέρνηση σε συνθήκες κυριαρχικής πνευματικής και υλικής ανωριμότητας, είναι τό οχυρό τού σοβιετικού μαρξισμού· ακόμη, τό υποστήριξαν και όλοι οι θεωρητικοί τής «διαπαιδαγωγητικής δικτατορίας», από τόν πλάτωνα μέχρι τόν ρουσσώ. Είναι εύκολο να ειρωνευτούμε αυτό τό επιχείρημα, είναι όμως δύσκολο να τό απορρίψουμε : έχει τό προσόν να παραδέχεται χωρίς πολλή υποκρισία τίς υλικές και πνευματικές συνθήκες που φράζουν τό δρόμο για έναν πραγματικό και νοητικό αυτοκαθορισμό
   ακόμα, κάτω απ’ τό επιχείρημα αυτό διαφαίνεται μια ιδεολογία ανελεύθερη, μια ιδεολογία που συγκαλυμμένα λέει ότι η ανθρώπινη ελευθερία μπορεί να ανθίσει μέσα σε μια ζωή δουλειάς, φτώχειας και ηλιθιότητας

   και στο βαθμό που οι σκλάβοι διαπαιδαγωγούνται να ζουν σαν σκλάβοι, για να μένουν ευχαριστημένοι μ’ αυτή τήν κατάσταση, είναι αναγκαίο να έρχεται η απελευθέρωσή τους από τά έξω, από τά πάνω. Θα «υποχρεωθούν να είναι ελεύθεροι», θα υποχρεωθούν «να βλέπουν τά πράγματα όπως είναι, και κάποτε–κάποτε όπως θάπρεπε νάναι», θα υποχρεωθούν να μπουν «στο σωστό δρόμο», που στην αναζήτησή του βρίσκονται (ρουσσώ)
   παρ’ όλη τήν αλήθεια του όμως, τό επιχείρημα αυτό δεν μπορεί ν’ απαντήσει στο ερώτημα που γίνεται όλο και πιο πιεστικό με τόν καιρό : ποιος καθοδηγεί τούς καθοδηγητές, και ποια απόδειξη υπάρχει ότι κατέχουν «τό σωστό»; Και δεν αλλάζει τίποτα στο ερώτημα τό γεγονός ότι μπορεί να γίνει και για μερικές δημοκρατικές μορφές κυβέρνησης, όπου οι βασικές αποφάσεις σχετικά με τό τί είναι καλό για τό έθνος παίρνονται από αιρετούς αντιπροσώπους (ή μάλλον οπισθογραφούνται από αιρετούς αντιπροσώπους) – αντιπροσώπους που εκλέγονται κάτω από συνθήκες αποτελεσματικού και ελεύθερα αποδεκτού ετεροκαθορισμού. Η «διαπαιδαγωγητική δικτατορία» μπορεί να επικαλεσθεί για τήν υπεράσπισή της τό επιχείρημα (αρκετά αδύνατο άλλωστε) ότι η τρομερή κακοδαιμονία που δημιουργεί δεν είναι τρομερότερη, ούτε χειρότερη από τήν κακοδαιμονία που δημιουργούν οι μεγάλες φιλελεύθερες και αυταρχικές κοινωνίες
   όμως, αντίθετα με τίς θολές ιδεολογικές συνταγές, η διαλεκτική λογική τονίζει τό γεγονός ότι οι σκλάβοι πρέπει να είναι κιόλας   ε λ ε ύ θ ε ρ ο ι   για να διεκδικήσουν τήν απελευθέρωσή τους, προτού μπορέσουν να γίνουν τέτοιοι κι ότι ο σκοπός πρέπει να κατοπτρίζεται και στα μέσα που χρησιμοποιούνται για τήν επίτευξή του. Ο μαρξ τό έχει υπόψη του αυτό όταν λέει ότι η απελευθέρωση τής εργατικής τάξης πρέπει να είναι αποτέλεσμα τής δράσης τής ίδιας τής εργατικής τάξης. Ο σοσιαλισμός πρέπει να γίνει μια πραγματικότητα απ’ τήν πρώτη κιόλας πράξη τής επανάστασης γιατί πρέπει να βρίσκεται έτοιμος μέσα στη συνείδηση και στη δράση αυτών που κάνουν τήν επανάσταση

   η ανάπτυξη τής κομμουνιστικής κοινωνίας, σήμερα, βρίσκεται σε διαμετρική αντίθεση μ’ αυτή τήν οπτική

   η σταλινική εκβιομηχάνιση συντελέστηκε μέσα σε κατάσταση «εχθρικής συνύπαρξης» κι αυτό ίσως εξηγεί τόν τρομοκρατικό της χαρακτήρα· παράλληλα όμως έθεσε σε κίνηση τίς δυνάμεις που κάνουν τήν τεχνική πρόοδο μέσο διαρκούς καταπίεσης. Τά μέσα καταστρέφουν τόν σκοπό

   η σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία δεν περιόρισε αλλά πολλαπλασίασε τίς παρασιτικές και αλλοτριωμένες λειτουργίες (που προορίζονται για τήν κοινωνία σαν σύνολο αλλά και για τό άτομο). Η δημοσιότητα, οι δημόσιες σχέσεις, η διαπαιδαγώγηση, η οργανωμένη σπατάλη δεν είναι πια μη παραγωγικές δαπάνες, αλλά είναι τμήμα τών βασικών παραγωγικών δαπανών

   η τέτοια διαμόρφωση τών πραγμάτων, όσον καιρό διαρκέσει, θα χαμηλώσει τήν αξία χρήσης τής ελευθερίας· γιατί στο κάτω–κάτω να θέλουμε αυτοκαθορισμό τής ζωής μας, μια και η ετεροκαθοριζόμενη ζωή είναι η άνετη ζωή κι ακόμα η «καλή» ζωή ; Πάνω σ’ αυτή τήν ορθολογιστική και υλική βάση συντελείται η ενότητα τών αντιθέτων και γίνεται δυνατή μια μονοδιάστατη πολιτική συμπεριφορά

     

   στο πιο προχωρημένο στάδιο τού καπιταλισμού, η κοινωνία είναι ένα σύστημα ελεγχόμενου πλουραλισμού, όπου οι αντιμαχόμενοι θεσμοί συνενώνονται στην εδραίωση τής εξουσίας τού συνόλου πάνω στο άτομο

   ανάμεσα στους κυρίαρχους θεσμούς δεν συμπεριλαμβάνονται όσοι τούς αμφισβητούν στο σύνολό τους. Η κυρίαρχη εξουσία προσπαθεί να θωρακίσει τό κοινωνικό σύνολο ενάντια σε κάθε άρνηση, είτε έρχεται απ’ έξω, είτε από μέσα

   ο πλουραλισμός έχει μια απατηλή ιδεολογική υφή. Δεν περιορίζει τή χειραγώγηση και τήν συναρμογή, αντίθετα τίς γενικεύει· δεν εμποδίζει τήν αναπόφευκτη ενσωμάτωση, τήν διευκολύνει. Οι φιλελεύθεροι θεσμοί ανταγωνίζονται με τούς αυταρχικούς θεσμούς στο να κάνουν τόν Εχθρό μια θανάσιμη απειλή   σ τ ο   ε σ ω τ ε ρ ι κ ό   τού συστήματος. Κι αν η θανάσιμη αυτή απειλή είναι κίνητρο για τήν ανάπτυξη τής παραγωγικότητας και τής πρωτοβουλίας, αυτό δεν συμβαίνει μόνο επειδή ο «τομέας» τής άμυνας αποκτά αποφασιστική οικονομική σημασία και επιρροή, αλλά γιατί η κοινωνία στο σύνολό της γίνεται μια κοινωνία άμυνας. Γιατί ο Εχθρός είναι διαρκώς παρών. Δεν εμφανίζεται μόνο επεισοδιακά στις στιγμές κρίσης, αλλά είναι παρών και στη φυσιολογική κατάσταση τών πραγμάτων. Είναι τό ίδιο απειλητικός σε καιρό ειρήνης όπως και σε καιρό πολέμου (ίσως τόν καιρό τής ειρήνης να είναι πιο απειλητικός)· έχει λοιπόν κι αυτός τή θέση του στο σύστημα, είναι ένα στοιχείο τής συνοχής του

   η παραφροσύνη τού συνόλου τού συστήματος δικαιολογεί τούς παραλογισμούς τών μερών του και μετατρέπει σε ορθολογιστική επιχείρηση μια σειρά από εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα

   ακόμη και οι πιο φριχτοί υπολογισμοί έχουν ορθολογισμό : για παράδειγμα, καλύτερα να εξοντωθούν πέντε εκατομμύρια άνθρωποι παρά δέκα, είκοσι, και λοιπά. Μάταια τονίζεται ότι ένας πολιτισμός που δικαιολογεί τήν άμυνά του με τέτοιους υπολογισμούς, υπογράφει τή θανατική του καταδίκη

   τά πολιτικά κόμματα συναγωνίζονται άραγε για τό ποιο θα οδηγήσει στην ειρήνη ή για τό ποιο θα κάνει τή βιομηχανία εξοπλισμού ισχυρότερη και δαπανηρότερη ; Η παραγωγή άραγε τής «αφθονίας» δουλεύει για τήν ικανοποίηση τών ακόμη ανικανοποίητων αναγκών ή αντίθετα τήν καθυστερεί ; Αν οι πρώτες υποθέσεις είναι σωστές /…/ τότε η δημοκρατία είναι τό αποτελεσματικότερο σύστημα καταπίεσης

   η εικόνα τού Κράτους τής ευημερίας που σκιαγραφήθηκε στις προηγούμενες παραγράφους έχει τά χαρακτηριστικά μιας ερμαφρόδιτης κτηνωδίας που βρίσκεται ανάμεσα στον οργανωμένο καπιταλισμό και στον σοσιαλισμό, ανάμεσα στη σκλαβιά και τήν ελευθερία, ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό και τήν ευτυχία

     

   ακόμη κι ο καλύτερα οργανωμένος καπιταλισμός χρησιμοποιεί τίς κοινωνικές ανάγκες σαν ρυθμιστές τής οικονομίας /…/ δηλαδή συνεχίζει να συνδέει τήν πραγματοποίηση τών γενικών συμφερόντων με τίς ιδιωτικές επενδύσεις και τά ιδιωτικά συμφέροντα
   δρώντας έτσι, κρατάει ανοιχτή τή σύγκρουση /…/ ανάμεσα στην προοδευτική κατάργηση τής εργασίας και στην ανάγκη να διατηρηθεί η εργασία σαν πηγή κέρδους
   αυτή η σύγκρουση διαιωνίζει τίς απάνθρωπες συνθήκες ζωής για όσους βρίσκονται στη βάση τής κοινωνικής πυραμίδας – για όσους ζουν στο περιθώριο και για όσους είναι φτωχοί, για όσους δεν χρησιμοποιούνται και δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν : τίς καταδιωκόμενες έγχρωμες φυλές, τούς τρόφιμους τών φυλακών, τούς τρόφιμους τών ψυχιατρικών κλινικών

   αν τα δυο μοναδικά «κυρίαρχα» κοινωνικά συστήματα στον σύγχρονο κόσμο, μοιραία, εξαρτώνται στενά τό ένα απ’ τό άλλο, αυτό συμβαίνει γιατί η ρήξη ανάμεσα στην πρόοδο και στην πολιτική, ανάμεσα στον άνθρωπο και στους αφέντες του έχει γίνει καθολική
   όταν ο καπιταλισμός συγκρούεται με τόν κομμουνισμό και τόν προκαλεί, συγκρούεται ταυτόχρονα με τίς ίδιες του τίς δυνατότητες : μπορεί να αναπτύξει με θεαματικό τρόπο όλες τίς παραγωγικές του δυνάμεις – αν τά ιδιωτικά συμφέροντα, που για λόγους κερδοσκοπικούς τόν εμποδίζουν να προχωρήσει σ’ αυτή τήν ανάπτυξη, υποταχτούν σ’ αυτές
   όταν ο κομμουνισμός συγκρούεται με τόν καπιταλισμό και τόν προκαλεί, συγκρούεται ταυτόχρονα με τίς ίδιες του τίς δυνατότητες : θεαματικές ανέσεις, ελευθερίες, μια λιγότερο πιεστική ζωή. Και τά δυο συστήματα έκαναν αυτές τίς δυνατότητες αγνώριστες. Για τόν ίδιο λόγο και στις δυο περιπτώσεις, σε τελευταία ανάλυση : αντιμάχονται μια μορφή ζωής που θα υπονόμευε τά θεμέλια τής καταπίεσης.

 

© για τή μετάφραση : «herbert marcuse / ο μονοδιάστατος άνθρωπος» μετάφραση μπάμπη λυκούδη / εκδόσεις παπαζήση 1971
1η έκδοση : one–dimensional man © boston : beacon 1964 (και : 1968, 1991 με καινούργια εισαγωγή τού douglas kellner)
( τήν επόμενη φορά : αποσπάσματα από τό τρίτο κεφάλαιο)

  

  

  

  

  

  

τό πρώτο βίντεο από μια σειρά συνεντεύξεων τού μαρκούζε, (ίσως) στην αγγλική τηλεόραση,
(από τό 3ο λεπτό και μετά απολαυστική είναι η (ευγενέστατα) ειρωνική του αντίδραση όταν ο συνομιλητής του
τόν ονομάζει «μέντορα» τών εξεγέρσεων τού ’60 : «δεν διατέλεσα μέντορας : οι φοιτητές τής γενιάς που εξεγέρθηκε δεν είχαν
καμία ανάγκη ούτε από μπαμπά ούτε από παππού για να διαμαρτυρηθούν ενάντια σ’ αυτή τήν
κοινωνία…» και ενδιαφέρον επίσης έχει σίγουρα η εξήγηση που δίνει (μετά τό 6ο λεπτό) για τήν
περιρρέουσα ατμόσφαιρα «κατά τών διανοουμένων»

  

  

  

 

Start a Blog at WordPress.com.

Αρέσει σε %d bloggers: