σημειωματαριο κηπων

8 Απριλίου 2010

εγώ είμαι με τή σαλώμη

  

 

      κατηγορήθηκα από (αγαπημένη) μπλογκοσφαιρίστρια ότι με τήν προηγούμενη ανάρτηση δεν ακολούθησα τό «πνεύμα τών ημερών» πράγμα που πολύ μέ πείραξε : καλά, δεν μέ παρακολουθείτε κι εσείς με τήν ίδια καταναγκαστική (καθημερινή ναι, επί τό πλείστον) επαναληπτικότητα με τήν οποία σάς παρακολουθώ ; μολονότι θα ξέρετε λοιπόν (ευλόγως υποθέτω) ότι δεν ανήκω στην πλειοψηφία, ότι είμαι άθεη, κι ότι συνεπώς δεν έχω θρησκεία, παρολαυτά νομίζω ότι ακολούθησα περίφημα «τό πνεύμα τών ημερών» : ανέβασα δύο (2) αναρτήσεις με επιταφικά μπλουζ, και εδώ και εκεί : διότι πολύ μ’ αρέσει ο επιτάφιος με τίς παμπάλαιες και πρωτόγονες καταγωγές του : δεν συμμετείχα όμως ίσως στην ανάσταση διότι έχω και μία οργανική αντίδραση ως προς τήν έλλειψη λογικής που τήν (παρ)ακολουθεί –  προτίμησα λοιπόν τήν ημέρα εκείνη να ασχοληθώ με τόν αγαπημένο μου νίτσε (παρότι τόν έλεγα και μαλάκα…), να αναρτήσω απόσπασμα βιβλίου μου (εννοώντας κιόλας αν θέλετε «μέσα στο πνεύμα» απολύτως «τών ημερών» ότι αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή (αυτή η θανάτω θάνατον πατούσα) δεν θα μπορεί παρά στην τέχνη κυρίως να βρίσκεται), και εξάλλου (μ’ ένα σμπάρο τρία ακριβώς τρυγόνια) να θυμηθώ λίγο και τό (πάγιο) ενδιαφέρον μου για τήν γλώσσα (με τήν καλή έννοια)

      peccavi και mea culpa λοιπόν σίγουρα, και γι’ αυτό ας παρακολουθήσω τώρα κι εγώ λίγο προσεκτικότερα, φανατικότερα, πιστότερα, τό πνεύμα τών ημερών (στη δημόσια σφαίρα, για τήν ιδιωτική λίγο–πολύ σάς μίλησα) που ανήλεα άλλωστε πλέον εκπνέουν :

      (είναι γνωστό ότι εγώ ως άθρησκη δεν γιορτάζω τίς μέρες τών θρησκευτικών εορτών ιδιαίτερα παρεκτός αν μέ παρασύρουν σε ταξιδάκι – αυτή τή φορά οι περισσότεροι φίλοι δουλεύανε και δούλευα κι εγώ – ενδιαμέσως έριχνα όμως καμιά ματιά και στην τηλεόραση : μού έκανε λοιπόν  εντύπωση η εμμονή τών καναλιών τής (θρησκευάμενης και ευσεβούς) πλειοψηφίας να ασχολούνται με τά αμαρτήματα μιας σύγχρονης σαλώμης, η οποία (όπως και η αρχαία ακολουθώντας τίς εντολές και τίς επιθυμίες τής μαμάς και τού μπαμπά) χορεύει μετά μανίας [και υστεροβουλίας (τής γνωστής και αποδεκτής από όλο τό χριστεπώνυμο πλήρωμα υστεροβουλίας –  οικονομικής επιχειρηματικής και καριερικής φύσεως)] τόν χορό της τών επτά πέπλων – με τήν ίδια όμως πάει καιρός που ασχολείται άλλωστε και η αφρόκρεμα τής μπλογκόσφαιρας, και τά συναφή ποστ ανέρχονταν επί έτη φωτός – τών ημερών τής χριστιανικής κατάνυξης μη εξαιρουμένων – στην κορυφή τής  δημοτικότητας τής εδώ ιντερνετικής αμφισβητησιακής και εναλλακτικής ιδεοσφαίρας

      μέσα στα πλαίσια λοιπόν τού πνεύματος τών ημερών μού κατέβηκε η φώτιση και μπόρεσα να συγγράψω κι εγώ σεμνό πονημάτιον – όχι από τά γνωστά μου σεντόνια (θου κύριε φυλακήν τω στόματί μου είναι και η γνωστή σινδόνη στη μέση) à la manière de λιλή ζωγράφου και τού δικού της πονήματος «επάγγελμα πόρνη» : ανεχθείτε με για λίγο κι εμένα λοιπόν (να μιλάω όπως αυτοί στην εκκλησία – με τήν ίδια προφητική έξαρση ιερόν μένος και τά λοιπά…)) 

  

ηθικοί πορνοβοσκοί λαμπερές πορνοβοσκές…

προφήτες μικροηθικής, δούλες τών δούλων…

σάς καταλαβαίνω… Όταν ο αστός κοιτάει τά μούτρα του στον καθρέφτη τρομάζει, πολύ περισσότερο όταν ο καθρέφτης, διά τού ελεγχόμενου ζιγκ-ζαγκ τής τηλοψίας δεν τού δείχνει τήν ασχήμια του ακριβώς αλλά τήν επίφοβη ωραιότητα ενός προσώπου τό οποίο κάνει δημόσια αυτό που ο αστός δεν μπορεί πια να κάνει παρά μόνο κάτω από τό ράσο τού παπά, τήν ψευδο-υγιεινή τής νηστείας και τήν ψευτοεπανάσταση τής ηθικής τού κόμματος

πέσατε να τήν φάτε : ως επαναστάτες και ως χριστιανοί εξίσου : και δεν υπάρχει, λέω εγώ (η άσχετη από μοναξιά) πιο μοναχικό πλάσμα σήμερα στον άρτον σας και στα θεάματά σας από αυτήν, που δεν βρίσκει ούτε τό ελάχιστο σημείο συμπόνιας πουθενά : ακόμα κι οι πορνοβοσκοί της οι ειλικρινείς τήν κοροϊδεύουν… τήν κοροϊδεύουν, είμαι σίγουρη, πιστεύοντας δηλαδή ότι εκμεταλλεύονται τήν εκπαιδευμένη βλακεία της… ακόμα και οι γονείς που τήν βάλανε στον σωστό αυτόν δρόμο τήν αποκηρύσσουν όταν ξεφεύγει από τά μέτρα τής ολιγάρκειας και τής ειλικρινούς αγαμίας – όταν  παίζοντας δηλαδή καλά τόν ρόλο που τής μάθανε δεν παριστάνει ούτε γι’ αστείο ότι είναι κουτσή στραβή ανέραστη και ψεύτρα σαν τά μούτρα τους… δεν παριστάνει ούτε γι’ αστείο ότι χορεύει μόνο για τή μαμά της δηλαδή ή τόν μπαμπά της – ότι χωρίς κέφι χορεύει δηλαδή για να τούς κάνει τό κέφι : και να τούς ακουμπήσει πάνω στον χρυσό δίσκο τά κεφάλια κείνων τών άγνωστων που εικονίζουν οι σημερινοί οβολοί… Αλλά κι εκείνοι εξάλλου που παίζουν τό πουλί τους με τήν εικόνα της τήν κοροϊδεύουν, αφού τελειώσει η διαδικασία, ως σκεύος κενό που δεν έχει τό (λαμπρό) μέλλον (τό δικό τους)… : που δεν θα γίνει δηλαδή ποτέ στέλεχος επιχείρησης άλλης, πέραν τού συνολικού της εαυτού όπως τής καθορίστηκε να είναι (τεμαχισμένος) : Τεμαχισμένος και κερδοφόρος, αλλά τεμαχισμένος δημόσια ενώ εσείς κατακερματίζεστε μόνο στον καμπινέ… Και κερδοφορείτε στα ίδια τζάμια και τούς ίδιους καθρέφτες, μόνο που επειδή δεν έχετε άλλη ωραιότητα από τήν (άσχημη) ηθική σας, δεν θα κερδοφορήσετε ποτέ αρκετά αν δεν γίνετε και περισσότερο πόρνες εντέλει… Όμως μπορείτε ; λοιπόν, δεν μπορείτε, σάς τό λέω εγώ, γιατί θέλει και ταλέντο η ειλικρίνεια στην πορνεία (όπως και στην αλήθεια) κι αυτός είναι ο κυριότερος λόγος τής χολής και τού μίσους και τής κοροϊδίας που χύνετε (δεν έχετε άλλον τρόπο βέβαια να φτάσετε εκεί…) : Διότι ο χορός τής Σαλώμης είναι δύσκολος, κι εσείς δεν έχετε ούτε τό σώμα ούτε τά κότσια : εσείς θα πλουτίσετε μόνο όσο σάς επιτρέψει η μιζέρια τής μοίρας, τής καταγωγής, τής οικογένειας, τών ιδεών και τής προίκας σας

λοιπόν όσο μπορώ τήν καταλαβαίνω : έτσι που παραπατάει, γιατί έχω κάνει πόρνη κι εγώ (εξομολογήσεις σάς κάνω δηλαδή τώρα, ανέξοδες : φυσικά και δεν μού στοιχίζουν τώρα μια που λόγω τών χρημάτων τής πορνείας (ήμουν ωραία κάποτε για όλους, τότε που χόρευα με τά πέπλα μόνο τού σώματος – τώρα που χορεύω με τά ακόμα πιο διάφανα πέπλα τής σκέψης είμαι ωραία για λίγους μόνο – και τυχερούς…) λόγω τών χρημάτων λοιπόν που απόκτησα από τά δικά μου εφτά πέπλα, είμαι πλέον πολύ καθωσπρέπει για τά φοβισμένα αργυρώνητα και εξαργυρωμένα φυλλοκάρδια σας) τότε δηλαδή που τό πρόσωπό μου ήταν ατσάκιστο τόσο, ώστε να μπορώ σήμερα περήφανη για τά τσακίσματά του να γράφω τά βιβλία μου ελεύθερα χωρίς να νοιάζομαι αν θα αρέσουν στους πορνοβοσκούς τής κριτικής σας (σκέψης)…)

μια σαν εμένα πόρνη λοιπόν βλέπω απλώς σήμερα, κι εχτές και αύριο, να μονοπωλεί τά σκάνδαλα άνευ τών οποίων δεν ζείτε ούτε χριστούγεννα ούτε πάσχα μια που έτσι κι αλλιώς δεν έχετε δική σας ζωή : μια πόρνη που έχει τή γενναιότητα (η μόνη με τέτοια γενναιότητα σε μία χώρα περήφανων ηθικών και υπέρ-τό- δέον-επαναστατών ηγετών υπηκόων) να παραδεχτεί δημόσια, στα τζάμια ποζάροντας τής τηλεοπτικής σας εκκλησίας, ότι δεν νηστεύει (τί θάρρος απλησίαστο) κι ότι δεν ζει συνεπώς στην θεοκρατία τής κουζίνας σας… Είναι τό ίδιο ακριβώς στα δικά μου μάτια – τό να φάει σουβλάκι «με τζατζίκι και απ’ όλα» μεγαλοσαββατιάτικα, πριν τήν «ανάσταση», με τό να διαπράξει ενώπιον τού (προσοδοφόρου) φακού τό έγκλημα που εσείς όταν διαπράττετε με τή γυναίκα ή τόν άντρα σας τό κάνετε μόνο αφού έχετε πρώτα προσοδοφορήσει από τήν επιχειρηματική σας ασέβεια,  δείρει πρώτα τά παιδιά σας (στο βωμό τής επιτυχίας τού μέλλοντος (τους)), γαμήσει τούς υπαλλήλους σας (στην ταπείνωση τής ελάχιστης εξουσίας που ελεημόνως σάς διατίθεται), ξεπουλήσει τόν εαυτό σας (στην προίκα τού καλού γάμου που η κουτοπόνηρη γλώσσα (σας) έχει τό δικαίωμα να χρησιμοποιεί ως ευφημισμό για τήν δικιά σας μουλωχτή πορνεία) ή τήν αυτοχειριαστική υποταγή σας στην αξιοσέβαστη νόμιμη και ηθική ισχύ τού αριστεροδέξιου αφεντικού (σας)

θα δυστυχήσετε όμως : θα δυστυχήσετε γιατί δεν έχετε ούτε ίχνος κατανόησης ούτε θλίψης για τά θύματα τής ηθικής μέσω τής οποίας ή φτωχαίνετε ή πλουτίζετε ή νιώθετε κάποιου είδους οργασμό επιτέλους κι εσείς μέσα στα σφιχτά όρια τής ανέραστης ζωούλας τήν οποία περήφανοι περιφέρετε ως (τήν μεγάλη) ζωή εν τάφω – : θα δυστυχήσετε γιατί η αγνωμοσύνη θα σάς γυρίσει στα μούτρα εντέλει όταν ο τάφος τού συστήματος που υπηρετείτε με αυταπάρνηση και βλακεία και (τυφλή) αυτοϊκανοποίηση (η μαλακία τυφλώνει, λέγανε) θα σάς δείξει στον καθρέφτη μια μέρα ότι πόρνες είσαστε μόνο εσείς : – οι υπόλοιπες κάνουν τή δουλειά που σάς χαρίζει τόν ελάχιστο αυτοσεβασμό τόν οποίο  κανείς άλλος δεν θα σάς βοηθήσει να αυταπατηθείτε ποτέ ότι θα μπορούσατε κάποτε (αν ήταν αλλιώς τά πράγματα) όντως να διαθέτετε…

προς τό παρόν φυσικά δεν έχετε τό δικαίωμα : ο αυτοσεβασμός ανήκει στις επισήμως πόρνες – εσείς είσαστε οι πόρνες τού καμπινέ : κρύψτε τήν ντροπή σας στην αγκαλιά τής γυναίκας που σάς παντρεύτηκε για τά λεφτά σας, τού άντρα που σάς παντρεύτηκε για να σάς δείχνει στη γειτονιά στο γυαλί και στην πλούσια θεία του… ασφαλώς και αν μπορέσει ή χρειαστεί ή τής ζητηθεί, ξανά θα κουβαλήσει τό κεφάλι σας σαν γουρουνόπουλο πάνω στον δίσκο η σαλώμη – και θα ’ναι, πριν καν εκείνη τό αγγίξει, όπως πάντα νεκρό, και θα ’ναι όπως πάντα ήτανε ένα κεφάλι μίζερο άχαρο αγάμητο ανέραστο και άσχημο… αν αυτοί οι προφήτες είναι δικοί σας ας είναι αυτή η σαλώμη δική μου…

τής εύχομαι λοιπόν ν’ αντέξει τήν κακία σας… μέσα στην απόλυτη μοναξιά είναι φυσικό ο παράδεισος να τής ανήκει εντέλει, ακόμα κι αν πρόκειται για τόν παράδεισο τής καθαρής διαυγούς και αδιαμεσολάβητης δυστυχίας, ακόμα κι αν δύσκολα υπάρχει τέτοιο πράγμα επί ουρανού κάθε μορφής, αστεριών κάθε είδους,  στερεώματος κάθε υφής, γης κάθε άγνοιας, και κάθε καθρέφτη λαμπρού : τής ανήκει απλώς μετά πόνου αυτό που δεν θα τολμούσατε εσείς ποτέ ούτε να φανταστείτε –  : να παρελαύνουν στο σαλόνι τού ψευτο-γυαλιού σας και τού ψευτο-οργασμού σας οι γραμματείς οι φαρισαίοι και οι πολιτευτές σας, και σαν τούς παπάδες τής εκκλησίας σας τής κοινωνίας σας και τού μυαλού σας άνευ λόγου και λογικής να σάς τόν χαρίζουν…

 

     

 

και δείτε εν κατακλείδι και τήν οπτική τού μεγάλου άντρα ποιητή όταν μπαίνει στη θέση τής μικρής γυναίκας χορεύτριας – όταν μπαίνει όμως ψυχή τε και σώματι :

 

Επάνω σε χρυσό σινί η Σαλώμη φέρνει
τήν κεφαλή τού Ιωάννη Βαπτιστή
στον νέον Έλληνα τόν σοφιστή
που από τόν έρωτα με αδιαφορία γέρνει.

«Σαλώμη τήν δική σου» απαντάει ο νέος
«ήθελα να μέ φέρουνε τήν κεφαλή».
Aστειευόμενος έτσι ομιλεί.
Και τήν επαύριον ένας δούλος της δρομαίος

τής Ερωμένης έρχεται τήν κεφαλή βαστώντας
ολόξανθη επάνω σε χρυσό σινί.
Πλήν τήν επιθυμία του τήν χθεσινή
ο σοφιστής είχε ξεχάσει μελετώντας.

Τά αίματα που στάζουνε βλέπει κι αηδιάζει.
Τό αιματωμένο πράγμα αυτό να σηκωθεί
προστάζει από εμπροστά του, κ’ εξακολουθεί
τού Πλάτωνος τούς διαλόγους να διαβάζει

                                                                                                            κ. π. καβάφης

«σαλώμη» : από τά «κρυμμένα ποιήματα»



  

  

  

  

  

  

  

  

  

  

Start a Blog at WordPress.com.