γιάννης ξενάκης 1967,
tommaso campanella 1607
με τήν εγκαθίδρυση τής δικτατορίας στην ελλάδα ο γιάννης ξενάκης γράφει και (7 απριλίου τού 1968, σε κάτι λιγότερο από έναν χρόνο) παρουσιάζει στο παρίσι τίς «νύχτες» (nuits) – ενώ στις 26 οκτωβρίου τού ίδιου χρόνου (σ’ ένα ολοήμερο φεστιβάλ αφιερωμένο στο έργο του) ξαναπαίζει στο μουσείο μοντέρνας τέχνης τού παρισιού τίς νύχτες μαζί με τό «πολλά τά δεινά» που είχε γράψει τό ’62 πάνω σε στίχους τού σοφοκλή από ένα χορικό τής «αντιγόνης»
όταν ήρθε στην ελλάδα τόν νοέμβριο τού 1974 μίλησε γι’ αυτές τίς νύχτες, και έβαλε σε μαγνητοταινία ν’ ακουστούν και τά δύο έργα εξηγώντας ότι δεν είχε μπορέσει να φανταστεί τά λόγια τού σοφοκλή να λέγονται παρά μόνο από παιδιά. Παιδί ήταν κι ο ίδιος άλλωστε όταν σε κείνη τή μάχη στα χαρακώματα τής πατησίων στη διάρκεια τού εμφύλιου έχασε από μια αγγλική οβίδα τό ένα του μάτι και τό μισό του πρόσωπο καθώς και μια αγαπημένη φίλη, τή Μάχη, που σκοτώθηκε (μαζί με άλλους συμφοιτητές του στην ίδια μάχη) και από τά ίδια συμμαχικά όπλα λίγο πιο πίσω – : ξέρουμε ότι στην εξορία ονόμασε τήν κόρη του επίσης Μάχη : και ξέρουμε επίσης ότι φυλακίστηκε αρχικά στην ελλάδα και μετά καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά είχε προλάβει να τό σκάσει με τή βοήθεια τού πατέρα του : σκόπευε να χρησιμοποιήσει τό παρίσι σαν ενδιάμεσο σταθμό για να καταλήξει στην αμερική αλλά τελικά έμεινε στο παρίσι : δεν δέχτηκε ποτέ να κάνει πλαστική εγχείρηση στο πρόσωπο για να καλύψει τήν πληγή από τόν ελληνικό εμφύλιο και τό ένα του μάτι ήταν απλώς γυάλινο.
ήρθε στην ελλάδα αμέσως μετά τίς πρώτες εκλογές, τότε που έγινε ένας ειδικός νόμος για ελάχιστους – ένδοξους – πολιτικούς πρόσφυγες, οι άλλοι δεν μπορούσαν να επιστρέψουν ακόμα καθώς σε βάρος τών περισσότερων εκκρεμούσαν και καταδίκες σε θάνατο. Μίλησε στη λυρική σκηνή ένα βράδι, σε μια αίθουσα πήχτρα στον κόσμο όπου έγινε ένας κυριολεκτικός χαμός. Βγήκε σε μια άδεια σκηνή όπου υπήρχε μόνο ένα χαμηλό γραφειάκι και ένας μαυροπίνακας με μια λευκή οθόνη για προβολές πιο πίσω, βγήκε διστακτικά μ’ ένα πάκο βιβλία στο χέρι, έκατσε, ταχτοποίησε τά βιβλία στο τραπέζι κι άρχισε να μιλάει : για τόν επίκουρο, τήν τύχη, τήν απόκλιση, τά μαθηματικά, τήν αρχιτεκτονική, τίς πιθανότητες τή μουσική, έδειξε σλάϊντς, έπαιξε μαγνητοταινίες, απάντησε σε ερωτήσεις, έγραψε εξισώσεις στον πίνακα και προβλήματα που τού υπαγόρεψαν κάποια παιδιά, παρακολούθησε με αλληλεγγύη τούς προβληματισμούς όσων τόν ρωτούσανε μαθηματικά, εξήγησε τόν λε κορμπυζιέ και τή συνεργασία τους, έπαιξε με τά χέρια τούμπανο στο τραπέζι για να δείξει τίς πιθανότητες τών ρυθμών, ο κόσμος ήταν σκαρφαλωμένος μέχρι και στα κάγκελα τής γαλαρίας, όρθιοι παντού μέχρι επάνω κι έξω απ’ τήν πόρτα, η ατμόσφαιρα έκαιγε
όσοι τόν είδαν επιμένουν επίσης μέχρι σήμερα (με τρυφερότητα) πως κάτω από τό στενό του παντελόνι εκείνη τή μέρα ήτανε καυλωμένος
1 γιάννης ξενάκης / νύχτες : iannis xenakis / nuits
musique iannis xenakis (new london chamber choir dirigé par james wood) / peintures angela biancofiore / production euromedia, montpellier 2008 / montage matiah eckhard
2 tommaso campanella : η ανάκριση / giovan domenico campanella καλαβρία 5 σεπτεμβρίου 1568 – παρίσι 21 μαΐου 1639
η άγρια αυτάρκεια τής εξουσίας σε όλη της τή δόξα οδήγησε τήν ιερά εξέταση σε μεθοδικούς δρόμους σχεδόν σχολαστικής – και σχεδόν αξιοθαύμαστης – ειλικρίνειας – που θα ‘ταν ωφέλιμοι (για τήν διαλεκτική τής ιστορικής γνώσης) αν δεν ήταν στην κυριολεξία πληρωμένοι με ανθρώπινο πόνο, αίμα και ουρλιαχτά / αντιγράφω από κείμενο λατινικό, ευσυνείδητου γραφιά – ιερωμένου – πρακτικογράφου, που μεταφράστηκε στα γαλλικά από γυναίκα (η οποία αν δεν ζούσε στον αιώνα μας θα ‘χε καεί κι αυτή σαν μάγισσα, μάρτυς μου η ιστορία που μάς στοιχειώνει…) / τά «πρακτικά» τής παρακολούθησης τών φυλακισμένων εκτός θαλάμου βασανιστηρίων και εντός κελλιών τά οφείλουμε στην ακόμα πιο θλιβερά μεθοδική προθυμία δύο συγκρατούμενων που παρακολουθούν και καταγράφουν για λογαρισμό τών ιερών δεσμοφυλάκων τίς μυστικές συζητήσεις τών μοναχών φυλακισμένων – τίς νύχτες – από τά δύο διαφορετικά τους κελλιά : δεν θα σάς δώσω τό κείμενο ολόκληρο, στο τέλος σάς παραθέτω τήν πηγή – αντιγράφω μόνο εκείνες τίς λίγες κουβέντες που φωτίζουν συγκινητικά (κατά τή γνώμη μου) τήν όλη δεινή φρίκη :
1 στο κελί
– αδελφέ Τομάζο αδελφέ Τομάζο…
– καλησπέρα καλησπέρα
– πώς τά πας ; κάνε κουράγιο αύριο έχουμε ταχυδρομείο
– Πέτρο κανόνισε ν’ ανοίξουν τήν πόρτα, να κοιμόμαστε μαζί… Χαρά, ε ;
– Απ’ τό στόμα σου και στου θεού τ’ αυτί! Να ‘χα δέκα δουκάτα να δώσω στους φύλακες, και σε σένα δέκα φιλιά τήν ώρα… Έχω σκορπίσει τά σονέτα σου σ’ όλη τή νάπολη, τά ξέρω όλα απ’ έξω, και θέλω να διαβάσω δικά σου κι άλλα…
– θα δώσω στον ταχυδρόμο αντίγραφα…
– πρώτα σε μένα και για τόν αδελφό μου να δώσεις και μετά τά υπόλοιπα στους άλλους
– ξεκουράσου τώρα… καληνύχτα
…………
– έγραψες πολύ σήμερα ;
– ναι, πολύ.
…………
– ακούω κάποιον
– θεός φυλάξοι, μίλα λατινικά, είν’ αγράμματοι, δεν ξέρουν…
– δεν θά ‘ρχονταν χωρίς φως…
– βλέπεις φως Πέτρο ;
– όχι τίποτα…
– εγώ βλέπω φως… άντε για ύπνο.
– άντε για ύπνο.
2 η ανάκριση
(18 ιουλίου 1600)
– πονάω πάρα πολύ
τού λένε ότι θα τόν βασανίσουν περισσότερο
– όχι άλλο, τί θέλετε από μένα, πέθανα
τόν ρωτούν γιατί δεν απαντάει
– δεν μπορώ… αχ… αχ… μαλάκες, πονάω παντού, κατεβάστε με…
τού ανακοινώνουν ότι θα δοκιμάσουν καινούργιο βασανιστήριο, τήν κρεμάλα
– ναι ναι δοκιμάστε πάει μέ ξεθεώσανε αδελφέ μου
τόν ρωτούν γιατί δεν μιλάει
– δεν αντέχω άλλο… κατουράω
κατουράει. Στη συνέχεια σωπαίνει. Έπειτα λέει :
– τά κάνω πάνω μου
μετά σωπαίνει, τού λένε να μιλήσει
– δεν μπορώ
τού λένε να ζητήσει έλεος από τούς Κυρίους Δικαστές
– αφήστε με να χέσω… πεθαίνω, για τ’ όνομα τού Θεού
…………
τόν ρωτούν πώς λέγεται ο επίτροπος τού Ιεροδικείου που τόν συνέλαβε
– άσε με να κοιμηθώ αδελφέ Θωμά
τόν ρωτούν ποιος είναι ο αδελφός Θωμάς
– εγώ είμαι ο αδελφός Θωμάς
τόν κατεβάζουν, τόν ξαναπάνε φυλακή
(4 και 5 ιουνίου 1601 παρουσία και δύο επισκόπων)
τού ανακοινώνουν ότι θα τόν μεταχειριστούν βάναυσα αν συνεχίσει να παριστάνει τόν τρελό. Εκείνος απαντά :
– δέκα άσπρα άλογα…
και λέει κι άλλα πολλά ασυνάρτητα. Τόν δένουν στη στρέβλη
– σφιχτά δέστε με, έτσι, μέ τσακίζετε, αχ Θε μου
τού λένε να έρθει στα λογικά του
– δεν σάς έκανα τίποτα, αφήστε με, είμαι άγιος, sanctus sum, miserere, αχ Θε μου, πέθανα, πέθανα, πώς μού σφίγγουν τά χέρια, δεν έκανα τίποτα, ακούστε με
και συνεχίζει να κραυγάζει λέγοντας συνέχεια
– αααχ
και υποφέρει τό βασανιστήριό του λέγοντας
– αχ, ο στρατός που θα μέ βοηθούσε πού είναι, ελάτε, πεθαίνω, βοήθεια, χέζω
τού λένε να μην παριστάνει τόν τρελό
– αφήστε με, μη μέ σκοτώνετε, θα σάς δώσω δεκαπέντε λίρες, δεν έκανα τίποτα
τού λένε να μην κάνει τόν τρελό. Και καθώς τού έδεναν τά πόδια έλεγε
– αχ μέ σκοτώνουν
και καθώς άκουγε τά βούκινα τών καραβιών στο λιμάνι είπε
– σαλπίστε σαλπίστε μέ σκότωσαν
τού είπαν να μην προσποιείται, και αυτός έμεινε σιωπηλός, με τό κεφάλι γερμένο στο στήθος, για μια ώρα. Τότε τού πρότειναν να τόν κατεβάσουν αν δεχόταν να μιλήσει, αλλά εκείνος είπε μόνο
– όχι, κατουράω
και θέλησε να κατεβεί, και τόν κατέβασαν, και είπε
– θέλω να χέσω
και τόν οδήγησαν στον απόπατο. Και στη συνέχεια ανακρίθηκε πάλι …
…………
τόν διατάζουν ν’ απαντήσει και να μην αποκοιμηθεί. Εκείνος είπε
– να καθίσω… να καθίσω… τό κάθισμα… βούλωσ’ το, σκάσε
τόν ρωτάνε πού γεννήθηκε και πώς λέγεται, κι εκείνος λέει
– βοήθεια
και σωπαίνει. Τού λένε να σταματήσει να κάνει τόν τρελό κι εκείνος σωπαίνει. Και χαμηλώνει τό κεφάλι και λέει
– αλίμονο αλίμονο
και όταν περασε η πρώτη ώρα τής νύχτας τόν ξαναρώτησαν πού γεννήθηκε και πόσων χρονών είναι κι εκείνος είπε
– μη, είμαι αδελφός σας
και σωπαίνει. Και τού λένε να μην κάνει τόν τρελό κι εκείνος λέει
– διψάω
και τού δίνουν να πιει , κι εκείνος ουρλιάζει
…………
και δεν είπε τίποτ’ άλλο όλη τήν υπόλοιπη νύχτα αλλά συνέχισε να υποφέρει με τά κεριά αναμμένα. Και ήρθε τό ξημέρωμα και άνοιξαν τά παράθυρα και έσβησαν τά κεριά. Κι εκείνος εξακολουθούσε να σωπαίνει. Και τού είπαν να μην κάνει τόν τρελό κι εκείνος είπε
– πεθαίνω πεθαίνω
…………
και είπαν οι Κύριοι Δικαστές να διακοπεί τό βασανιστήριο και να τόν βάλουν να καθίσει, και αυτό έγινε, και καθίζοντας είπε πως ήθελε να κατουρήσει και τόν οδήγησαν στο αποχωρητήριο… Και ήρθε η τρίτη ώρα και ήθελαν να τόν ξαναβάλουν στη στρέβλη κι εκείνος είπε
– όχι, περιμένετε αδελφοί μου
και τόν ανέβασαν πάνω στη στρέβλη κι από τότε δεν ξαναμίλησε, κι έμεινε εκεί υποφέροντας ήρεμος και σιωπηλός. Κι έπειτα ζήτησε να τού ανασηκώσουν λίγο τά πόδια του που τόν πονούσανε πάρα πολύ, κι αυτοί τά ανασήκωσαν. Κι έμεινε ήρεμος. Και οι Κύριοι Δικαστές τόν ρώτησαν αν ήθελε να κοιμηθεί κι εκείνος είπε
– ναι
και τού λένε πως αν μιλήσει θα τόν αφήσουν να κοιμηθεί, κι εκείνος δεν λέει τίποτα
…………
και τού επέτρεψαν να κατεβεί για να φάει και να πιει και να πάει στο μέρος, κι αυτό πήρε μια ώρα, και τόν ξανάβαλαν στη στρέβλη κι εκείνος είπε
– τί θέλετε από μένα ;
και φαινόταν σαν να μην ένιωθε πια πόνο, και δεν έλεγε τίποτα
…………
και τού ανακοίνωσαν πως θα ξανάρχιζαν τό βασανιστήριο, κι εκείνος είπε
– αφήστε με
και τόν ρωτούν γιατί νοιάζεται τόσο πολύ για τό σώμα του, κι εκείνος απαντά
– η ψυχή είναι αθάνατη
κι όλη τήν ώρα επαναλάμβανε
– πεθαίνω πεθαίνω
και διέταξαν να τού ξαναβάλουν τά ρούχα του και να τόν πάνε στο κελί του, και τό βασανιστήριο είχε κρατήσει τριανταέξη ώρες
…………
3 στον διάδρομο
και ένας δεσμοφύλακας επιφορτισμένος να παραδώσει τόν κρατούμενο στους δεσμοφύλακες τού κάστρου, τή στιγμή που διέσχιζαν τήν βασιλική αίθουσα τόν άκουσε να λέει
– για τόσο μαλάκα μέ είχανε να μιλήσω ;
:: che si pensavano che io era coglione, che voleva parlare? ::
απόσπασμα από τό κεφάλαιο πρακτικά τής δίκης τού καμπανέλλα 1597–1601 τού βιβλίου τής μαργαρίτας γιουρσενάρ : «χρόνος, αυτός ο μεγάλος τεχνίτης» / le temps, ce grand sculpteur / για τό οποίο έχω γράψει και εδώ / μετάφραση στα γαλλικά τής ίδιας τής γιουρσενάρ από τό λατινικό πρωτότυπο (διασωθέν) κείμενο τού καλόγερου που κατέγραφε κατά τή διάρκεια τών βασανιστηρίων, και τού καταδότη που παρακολουθούσε τόν καμπανέλα στη φυλακή / «η σμίλη τού χρόνου» εκδόσεις χατζηνικολή – μετάφραση νίκου δομαζάκη /
ο τζιοβάνι ντομένικο καμπανέλλα (που από τή στιγμή που έγινε καλόγερος και μετά πήρε τό όνομα θωμάς) είναι ιταλός ποιητής, φιλόσοφος και αστρολόγος τής αναγέννησης, με καταγωγή από τήν καλαβρία τής νότιας ιταλίας / πιάστηκε φυλακίστηκε και βασανίστηκε ως αιρετικός (για τό συγγραφικό του έργο και τήν ποιητική του σκέψη) και πέρασε 5 φορές από δίκη : τήν τελευταία φορά έμεινε στη φυλακή 27 χρόνια και τότε έγραψε τά σημαντικότερα βιβλία του / τό πιο διάσημο, τήν «πόλη τού ήλιου» τό έγραφε από τό 1602 ώς τό 1623 – και τόν «θρίαμβο τού αθεϊσμού» που άρχισε να τόν γράφει τό 1605 τόν τέλειωσε τό 1607 / ο καμπανέλλα κατάφερε να γλιτώσει τελικά τήν πυρά κάνοντας κυρίως τόν τρελό και χωρίς να αποκηρύξει τό έργο του / ενώ ο – εξίσου πεισματάρης και ασυμβίβαστος (άλλος αιρετικός καλόγερος) – σημερινός μας τζορντάνο μπρούνο (από τή νότια ιταλία κι αυτός) οδηγήθηκε, ύστερα από 7 χρόνων φυλακίσεις δίκες και πολύ χειρότερα βασανιστήρια, επειδή δεν δέχτηκε να ανακαλέσει τίποτα, ζωντανός στην πυρά.
για τόν μπρούνο ο καμπανέλλα δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα, καθώς περνούσαν περίπου ταυτόχρονα τά βασανιστήριά τους, για τόν γαλιλαίο όμως που πιάστηκε αργότερα όταν ο καμπανέλλα είχε (με τή μεσολάβηση ενός πάπα που ήταν φίλος του) απελευθερωθεί, προσφέρθηκε να τόν υπερασπιστεί – και έγραψε κι ένα έργο κιόλας, τήν «απολογία για τόν γαλιλαίο» (γράφτηκε τό 1616 και δημοσιεύτηκε τό 1622) : η πλάκα είναι ότι ο γαλιλαίος καθώς ήταν έντρομος και έτοιμος να υποχωρήσει, δεν δέχτηκε καθόλου καλά τήν αυθόρμητη υπεράσπιση τού καμπανέλλα, που φοβήθηκε ότι θα τόν βλάψει γιατί ο καμπανέλλα ήταν αμετανόητος σεσημασμένος… (ξέρουμε ότι ο γαλιλαίος, που ανακρίθηκε 4 φορές (η τελευταία ήταν τό 1633 – οπότε και αποκήρυξε ύστερα από τά βασανιστήρια και τήν απειλή τής πυράς με ένα ταπεινωτικό και υποχρεωτικό κείμενο τίς αρχές του) γλίτωσε τελικά τό κάψιμο και η ποινή που τού επιβλήθηκε ήταν κατ’ οίκον περιορισμός)
ο giordano bruno (που τό βαφτιστικό του όνομα πριν γίνει καλόγερος ήτανε filippo) είχε γεννηθεί τό 1548 – αλλά γι’ αυτόν τόν εκπληκτικά μοντέρνο φιλόσοφο (που τό πλήρωσε πολύ ακριβά αυτό (ιδιαίτερα) τό εκπληκτικά) έχω τή φιλοδοξία να κάνω ειδική ανάρτηση κάποτε, μολονότι δεν μού είναι και εύκολο… (προς τό παρόν υπάρχει ένα λινκ εδωμέσα που παραπέμπει σε μια βιογραφία του – δεν τήν έχω διαβάσει ολόκληρη, αλλά νομίζω ότι καλή είναι…) (τό βιβλίο (είναι στα αγγλικά) βρίσκεται σε pdf αν κάνετε κλικ στη φωτογραφία κάτω–κάτω, τελευταία στη στήλη δεξιά) / εν πάση περιπτώσει για τά ελάχιστα που μπορεί να ενδιαφέρουν στο παρόν ποστ, ας πω μόνο ότι ο μπρούνο συνελήφθη – ύστερα από προδοσία ενός μαθητή του – στη βενετία τό 1592 (στις 22 μαΐου), και μεταφέρθηκε σε κάτεργο στη ρώμη τό ’93 : οι αλλεπάλληλες δίκες του κρατήσανε 7 χρόνια, και καθώς δεν δέχτηκε να ανακαλέσει τίς καινοφανείς και «αιρετικές» θεωρίες του – κυρίως για «τόν άπειρο αριθμό κόσμων», αφού τού φορτώσανε και ό,τι άλλο μπορούσανε περί ανήθικης ζωής και λοιπά (ήταν τό πιο εύκολο αυτό τότε – αλλά μήπως και σήμερα δεν είναι ; ) τόν οδήγησαν ζωντανό στην πυρά, συμβολικά όπως θέλανε οι παπάδες με τήν είσοδο τού καινούργιου ( 17ου ) αιώνα… / τόν κάψανε στις 17 φεβρουαρίου τού 1600 στην κεντρική πλατεία τής ρώμης τήν campo de’ fiori και η στάχτη του σκορπίστηκε στον τίβερη / περιέργως δεν έχουν σωθεί τά πρακτικά τής δίκης του, όπως σώθηκαν αυτά τού καμπανέλλα που μετέφρασε η γιουρσενάρ : μάλλον όμως φρόντισε η ιερά εξέταση να τά εξαφανίσει γιατί η εκτέλεση τού μπρούνο αποτελούσε σκάνδαλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όπως και να τό κάνουμε – ο μπρούνο ήταν διάσημος φιλόσοφος και είχε μαθητές σε όλη τήν ευρώπη – δεν επρόκειτο για τό κάψιμο ενός οποιουδήποτε ανίσχυρου ανθρωπάκου με μια κατηγορία μαγείας… / άλλωστε ο μπρούνο υπήρξε όπως φαίνεται και όπως μπορούμε και λογικά να υποθέσουμε, εκτός από ασυμβίβαστος και ιδιαίτερα καυστικός στις απαντήσεις του προς τούς ιεροεξεταστές… / σώζεται (από τήν ιδιωτική αλληλογραφία κάποιου gaspar schopp of breslau) ένα επεισόδιο παραδείγματος χάριν από τήν δίκη του, όταν άκουσε τήν καταδίκη : πως σήκωσε δηλαδή απειλητικά τό χέρι του προς τούς δικαστές του και είπε «και ίσως εσείς να φοβάστε περισσότερο τώρα που μού απαγγέλνετε αυτή τήν καταδίκη, απ’ όσο εγώ που τήν ακούω» : «maiori forsan cum timore sententiam in me fertis quam ego accipiam» / τό 1940 ανακαλύφτηκε μια περίληψη τών πρακτικών τής δίκης του, που μακάρι κάποτε να εκδοθούν.
έτσι λοιπόν η αναγέννηση δεν έχει χάσει τό σφρίγος της μέχρι σήμερα / και τό σημερινό ποστ ας εκληφθεί μόνο ως (μικρό) αφιέρωμα στις μεθόδους κάθε εξουσίας ανά τούς αιώνες σ’ αυτόν τόν πλανήτη / με τήν ευκαιρία τής μεθαυριανής επετείου : και ας αποτελέσει μια μικρή υπόμνηση για τίς διώξεις και τά βασανιστήρια που έχει υποστεί κάθε ασυμβίβαστος και δημιουργικός πολίτης φιλόσοφος ή καλλιτέχνης που διαφώνησε σ’ οποιουσδήποτε καιρούς μ’ αυτόν τόν πολιτισμό
αφιερώνεται επίσης στην, εν ζωή πάνω απ’ όλα, μνήμη όλων εκείνων, γυναικών και αντρών, που καθώς τίς σέρναν αιμόφυρτες οι βασανιστές τους έξω από τό καμαράκι στην «ταράτσα» τής μπουμπουλίνας μονολόγησαν κάποια στιγμή από μέσα τους, σαν τόν ιταλό εκείνο καλόγερο : για μαλάκα μέ είχανε να μιλήσω ; …
3 σαν σήμερα μεθαύριο ή χτες
4 πολλά τά δεινά : σοφοκλής / ξενάκης / παιδική φωνή φοβερά υπάρχουν διάφορα, αλλά από τόν άνθρωπο δεν νομίζω πως υπάρχει τίποτα πιο φοβερό