σημειωματαριο κηπων

9 Φεβρουαρίου 2014

σα βιβλίο που τιμή δεν έχει

.

.

 

 

   επειδή όταν απόλυσε ο εκδότης πετσόπουλος τής «άγρας» έναν υπάλληλό του έγινε χαμός, και επειδή στον χαμό συμμετείχε με τίς λίγες του δυνάμεις κι αυτό τό μπλογκ, θεωρώ υποχρέωσή μου να πω ότι (τώρα) δεν μπορώ να καταλάβω πώς πέρασε στο ντούκου ένα βίντεο που είδα τίς προάλλες (για τήν «ενιαία τιμή βιβλίου», μην πω καμιά κουβέντα) όπου ο εκδότης πατάκης ανετότατα ανακοίνωσε ότι από τούς 160 υπαλλήλους του έχει απολύσει τούς 60 – και δεν άνοιξε ρουθούνι. Όχι μόνο αυτό, αλλά σαν να μάς ζήτησε και τόν λόγο

   για τό βίντεο αυτό βέβαια, αλλά και για τό όλο θέμα τής «ενιαίας» τιμής βιβλίου θα μπορούσα να πω πολλά : Αλλά ακριβώς επειδή μέ ενοχλεί αφάνταστα η ιστορία, θα πω μόνο λίγα :

.

 

   δεν πιστεύω ότι είναι απλώς τό ότι η κρίση μάς έχει αποβλακώσει, και αδυνατούμε να ξεχωρίσουμε δυο γαϊδουριών άχυρα : Στο ζήτημα τής έκφρασης (ή τής «τέχνης») και σε διεθνές επίπεδο, τό ζήτημα είναι μόνιμα και κακόβουλα και ηθελημένα περιπλεκόμενο : Ή, για να τό πούμε αλλιώς, τό φαινόμενο τής μαζικής κουλτούρας έχει γίνει τόσο αυτονόητα καθεστώς, ώστε η εμπορευματοποίηση τού προϊόντος έχει στην κυριολεξία αφανίσει από τήν επιφάνεια τής ζωής τό ίδιο τό προϊόν : στο διαδίκτυο, ο όρος «πνευματικά δικαιώματα» αφορά θρασύτατα μόνο εταιρείες, κανείς δεν ασχολείται με τό – οποιοδήποτε – δίκαιο τού καλλιτέχνη : βίντεα ανεβοκατεβαίνουν, σβήνουν και καταργούνται από τό γιουτούμπ επειδή έτσι γουστάρουν οι προαγωγοί τους – με τόν ίδιο τρόπο που οι εταιρείες πνευματικών δικαιωμάτων στην ελλάδα δεν αποδίδουν τίποτα στους καλλιτέχνες, ευλογάνε απλώς τά γένια τους. Στην περιοχή τού γραπτού λόγου – τού βιβλίου – τό μπουρδούκλωμα είναι ακόμα μεγαλύτερο – γιατί τά λεφτά  είναι, όχι περισσότερα, αλλά ακριβώς λιγότερα : οι συγγραφείς αισθάνονται ότι πρέπει να προσκυνάνε τόν εκδότη αν δεχτεί να επενδύσει στο έργο τους, τό να τούς κλέψει είναι σχεδόν τιμή. Γι’ αυτήν τήν τιμή δεν θα μιλήσει κανένας

   η τιμή θέλει περηφάνια και στη διαδικασία έκδοσης ενός βιβλίου η περηφάνια καταχωνιάζεται – οι εταιρείες συγγραφέων ασχολούνται με αρλούμπες : Αντί να προσπαθήσουν να κατοχυρώσουν τήν αξιοπρέπεια τών ανθρώπων που γράφουν, αναλώνονται σε τελετές, αλληλολιβανίσματα, διαπλοκές, τρικλοποδιές, διαδρομισμούς, σνομπισμούς, μεγαλοστομίες, μυθολογίες : τό πράγμα συσκοτίζεται από τό γεγονός ότι συγγραφείς θεωρούνται και αυτοί που «κρίνουν» αφ’ υψηλού τά βιβλία τών άλλων, και καθορίζουν τήν πορεία τους διαχειριζόμενοι τίς πωλήσεις από τίς στήλες κριτικής τών εφημερίδων, συγγραφείς θεωρούνται οι δημοσιογράφοι που ανεβοκατεβάζουν ονόματα, ευ–πωλήσεις και ξεπωλήσεις, συγγραφείς θεωρούνται ακόμα κι αυτοί που μεταπηδούν στον κλάδο τού εκδότη και φτιάχνουν τούς δικούς τους διαδρόμους (φιλικής) διαπλοκής : οι καυγάδες και οι «διαφορές» που φτάνουν στο «πλατύ» κοινό, τούς αναγνώστες, είναι τίς περισσότερες φορές ακίδες προσωπικών μικροσυμπλοκών, οι βασικές διαφορές υποβόσκουν υποφώσκοντας αφανείς, περιπεπλεγμένες, κι ανάκουστες : τά συμφέροντα βοούν στον χώρο τής προσωπικής συνείδησης τού καθενός, επί τής επιφανείας επικρατεί νηνεμία – ή ψευτοκαυγάδες που συσκοτίζουν απλώς τήν πραγματική πραγματικότητα :

   τό βίντεο που είδα, θα μπορούσε, για όποιον θα είχε λίγο εξασκηθεί να βλέπει, να είναι απολύτως αποκαλυπτικό, σε βαθμό τραγικό, αυτών που κανείς δεν σχεδίασε ν’ αποκαλύψει :

   τό πρόβλημα τής «ενιαίας τιμής» είναι παλιό, κι αποκρύπτει στην ουσία ένα μεγαλύτερο πρόβλημα ως προς τήν τιμή τού βιβλίου : τό ότι τά βιβλία στην ελλάδα είναι ακριβά δεν οφείλεται (μόνο) στο ότι τό «κοινό» είναι μικρό : οφείλεται στο ότι οι μεγαλοεκδότες θεωρούν τόν χώρο τσιφλίκι τους, είναι βασικά αμόρφωτοι, και αισχροκερδούν κατ’ έθιμο

   τά συμβόλαια που υπογράφουν οι συγγραφείς είναι αποικιοκρατικής εμπνεύσεως – καμιά εταιρεία συγγραφέων δεν ξέρω να έχει διαμαρτυρηθεί (ή να έχει προτείνει μια άλλη «φόρμα», εκτός από κείνη τού κυρίου πατάκη ακριβώς η οποία (τουλάχιστον μέχρι τό 2006 που έβγαλα εγώ τελευταία βιβλίο) κοπυπαστάρεται αντιγράφεται, και κυκλοφορώντας (ιδιαιτέρως αυτάρεσκα), πασάρεται από όλους τούς συναδέλφους συνεκδότες του ως αναγκαστικό συμβόλαιο με τά «ελληνικά πνευματικά» κάτεργα τού αξιολύπητου έργου τού καθενός) :

   τό κοινό, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι δυνάμει – αυριανοί – συγγραφείς (και αυτό είναι μία πραγματικότητα που δεν υπάρχει για κανέναν) παραμένει θύμα τής έλλειψης παιδείας, τής αμορφωσιάς τών δασκάλων του, τής χαιρέκακης κακοήθειας τών διαφωτιστών του : στην περίπτωση που ένα παιδί σήμερα αγαπάει τόν γραπτό λόγο, τρεκλίζει ανάμεσα σε μεταρρυθμισμένους κομματικούς ινστρούχτορες, ανανεωμένες εφημερίδες και παμπάλαια τυπωμένα σκουπίδια : μπορεί να θέλει να συναντήσει τόν κλάϊστ αλλά θα σκουντήσει πάνω στην κυρία τριανταφύλλου (οχυρωμένη επί χρόνια πίσω από τόν κύριο πατάκη) και στην περίπτωση που θελήσει να βρει τόν παπαδιαμάντη θα σκουντήσει επιπλέον και πάνω στο γλωσσικό που θα τόν μπερδέψει ακόμα περισσότερο εξαιτίας τού ότι κάποιοι φωστήρες νέοι μας βάλθηκαν ή φιλοδόξησαν να τόν μεταφράσουν

   τά μεγάλα λόγια κρύβουν τήν ανήλεη μικρότητα τών έργων : πνευματικές ζωές, πολιτισμοί. Τό βίντεο ήταν απείρως διαφωτιστικό : η κυρία που συντόνιζε τή συζήτηση, πρώην «τής νομικής», πρώην τών σταλινικών, νυν τών καναλαρχών, ξελιγώθηκε σε υπερθετικές κοινοτυπίες (ναι, –τυπίες) : ο κύριος συγγραφέας που ακολούθησε, υπηρέτησε σεμνά τά συμφέροντα τού κυρίου εκδότη που επ–ακολούθησε (είπε κι ένα σωστό (αλλά που τό ξέρουμ’ όλοι) : ότι η εκπαίδευση στην ελλάδα κάνει τά παιδιά να σιχαίνονται τά βιβλία)

   ο κύριος εκδότης είπε θυμωμένος ότι, αν πουλήσουν φτηνότερα τά βιβλία του τά βιβλιοπωλεία, αυτός θ’ ανεβάσει τίς τιμές τους, και θα μάς κοροϊδέψει (είπε μετά και ότι απόλυσε τούς 60 ανθρώπους) : όλα πάντως για χάρη τού πολιτισμού

   επειδή στον πολιτισμό λοιπόν ανήκει και η ακρίβεια στην έκφραση θέλω να πω ότι τό θέμα τής ενιαίας τιμής βιβλίου είναι ψευδεπίγραφο : Ενιαία τιμή θα είχε νόημα να συζητήσουμε, αν μιλάγαμε για τόν καθορισμό τής τιμής από τή μεριά τού εκδότη πάνω στη βάση μιας ενιαία αποδεκτής δεοντολογίας (στοιχειώδεις κανόνες ηθικής (και σεβασμού τού αναγνώστη) σε τελευταία ανάλυση δηλαδή) : αν λογαριάζαμε ( : λογαριάζανε) τήν τελική τιμή τού προϊόντος με βάση τίς σελίδες, και τίς σελίδες με βάση τίς αράδες, και τίς αράδες με βάση τά στοιχεία – και τό μέγεθός τους – : Για να μη μπορεί μια έκθεση ιδεών 10 σελίδων να τυπώνεται με τεράστια στοιχεία και διπλάσια περιθώρια – αριστερά – δεξιά – και πάνω κάτω – και χοντρό χαρτί, για να φτάσει να γίνει ή να φαίνεται πως έγινε, 50 σελίδες και να πουληθεί σαν να ’ταν 100. Αυτή είναι μια λογική ενιαία τιμή βιβλίου

   τό αν θα πουλήσει φτηνότερα ο βιβλιοπώλης, θα μπορούσε να έρθει σαν πρόβλημα ύστερα – και όχι να προηγείται. Κι όταν ξεκίνησε τό πρόβλημα δεν υπήρχαν οι μεγάλες αλυσίδες. Υπήρχε μόνο η «πρωτοπορία» τού τρικεριώτη, πρώην συνεκδότη τού «κάλβου», μετέπειτα εκδότη τών «γραμμάτων», που πουλούσε όλα τά βιβλία με έκπτωση και έκανε χρυσές δουλειές (τί να κάνουμε δηλαδή ; φοιτήτριες και φοιτητές βρήκαν έναν τρόπο να διαβάζουν, πληρώνοντας από τό ελάχιστο χαρτζιλίκι τους (σε μια χώρα που δεν υπάρχει η πραγματικότητα τών βιβλιοθηκών ώστε να μπορούν να διαβάσουν και τσάμπα)), και επακολούθησε η «πολιτεία» : εναντίον αυτών ξεσηκώθηκαν οι άλλοι (μεγαλο)βιβλιοπώλες και οι (μεγαλο)εκδότες μαζί. Τώρα έχουν τή δικαιολογία ότι μπήκαν στη μέση τά μεγαλοσυμφέροντα τού «fnac» και τού «public». Εγώ αγοράζω τά βιβλία μου από τόν (μικρό) «ναυτίλο» και μού κάνει (μεγαλομικρή) έκπτωση. Κατεδαφίζουμε τόν πολιτισμό ; Να τόν κατεδαφίσουμε τόν άτιμο. Θα πάμε φυλακή ; Να πάμε, που ’χουμε και βιβλία χωρίς τιμή

   αλλά λίγο–πολύ έκπτωση κάνουν όλοι οι βιβλιοπώλες στους πελάτες τους – δεν είναι εκεί τό πρόβλημα. Τό πρόβλημα είναι ότι τά μεγάλα βιβλιοπωλεία πουλάνε τή βιτρίνα τους, πουλάνε και τά ράφια τους : Μού τό εξήγησε εκδότης – έμεινα με τό στόμα ανοιχτό αλλά μετά, φρονίμως ποιούσα, τό έκλεισα για τά καλά : Για να μπει βιβλίο (νεοεκδομένο) στην πρώτη γραμμή τού πάγκου, θα δοθεί από τόν εκδότη στον βιβλιοπώλη με επιπλέον έκπτωση : ο εκδότης αγοράζει τόν πάγκο, αγοράζει θέση στον πάγκο. (Ποντάρουν στο ότι τό κοινό σκοντάφτει στην πρώτη σειρά, και εκεί μένει. Κατά βάση μπορεί να μην ποντάρουν λάθος). Ο ίδιος ο εκδότης κανονίζει άλλωστε από τά βιβλία που εκδίδει ποια θα προωθήσει και ποια θα αφήσει στην τύχη τους – «αφήνω στην τύχη τους» σημαίνει «αδιαφορώ, σφυρίζω κλέφτικα, δεν τά διαφημίζω δεν τά προωθώ δεν τά ανακοινώνω καν, κι αν θέλει (ή μπορεί) ο συγγραφέας ας τρέξει αυτός να φιλήσει κατουρημένες ποδιές» : προαγωγοί καραμπινάτοι που ενισχύουν χωρίς να κάνουν τίποτα, ακριβώς, τήν ντόπια πιάτσα τής πουτανιάς. Η ενιαία τιμή βιβλίου τούς μάρανε

   μία γνωστή μου δούλευε σε μεγάλο βιβλιοπωλείο και άφησε τό καινούργιο μου βιβλίο για ένα χρόνο στη βιτρίνα τους. Έκανα καιρό να τά βρω με τόν εαυτό μου για τήν ευγνωμοσύνη που κατάλαβα ότι είχα νιώσει – εκείνη τό θεώρησε φυσικό. Ένας φίλος μου έβγαλε βιβλίο του στον πατάκη, και ο πατάκης δεν τό ’βαλε στη βιτρίνα του ούτε για μια μέρα – τό θεώρησε κι αυτός φυσικό. Από τό τυπογραφείο σχεδόν τό βιβλίο πήγε στις αποθήκες : πριν τόν πάει στις αποθήκες τόν κατέβασε όμως πρωί πρωί στου διαόλου τή μάνα να υπογράψει κάτι χιλιάδες αντίτυπα, γιατί αυτός είναι τίμιος και δεν θέλει να κατηγορηθεί ότι κυκλοφορεί κλεψίτυπα (δηλαδή ότι δεν δίνει στον συγγραφέα τά ποσοστά του). Κι ύστερα τό ’στειλε στις αποθήκες για να μην πουλήσει τίποτα. Αντί να μιλάνε για ενιαία τιμή, καλά θα κάνανε να μιλάνε για ενιαία οπτική – για τήν ενιαία τους αδιαφορία για οτιδήποτε έχει σχέση με αυτό που υποτίθεται ότι κάνουν

 

   αυτή τήν εποχή διαβάζω τόν bolaño – ένα βιβλίο μεγάλης αξίας (θα γράψω γι’ αυτό) και τεραστίων διαστάσεων : 1100 σελίδων – βγήκε μετά τόν θάνατο τού συγγραφέα του : Σήμερα κάποιοι κληρονόμοι γίναν πλούσιοι απ’ αυτό, και κάποιοι εκδότες επίσης : η «άγρα» δεν ξέρω τί έκανε που τό έβγαλε, και πόσα πούλησε : Πάντως ξέρω ότι η «άγρα» βιβλίο 1000 σελίδων έλληνα συγγραφέα δεν θα βγάλει εύκολα : Κι αν βγάλει, για να κάνει απόσβεση θα πρέπει να επιστρατεύσει κριτικούς και δημοσιογράφους να τό λιβανίζουνε επί έναν χρόνο, μπας και πουλήσει τίποτα (κι αν είναι δύσκολο, σαν τό 2666 που διαβάζω τώρα, πολύ δύσκολο τό βλέπω να πουλήσει οτιδήποτε)

   εγώ όμως τώρα άλλα σκέφτομαι, και άλλα αναπολώ : Στο βιβλίο τού μπολάνιο περιγράφεται ένας εκδότης (γερμανός εκδότης απ’ τό αμβούργο). Περιγράφεται βέβαια κι ένας συγγραφέας, αλλά εμένα ο εκδότης μέ συνεπήρε πατόκορφα : Γιατί (χωρίς να τό ψάξω και να ξέρω λεπτομέρειες) ξέρω, είμαι σίγουρη, ότι εννοεί έναν εκδότη για τόν οποίο έχω γράψει κι εγώ (λιγότερα) σ’ ένα βιβλίο (ανέκδοτο) : τόν περίφημο rowohlt τών εκδόσεων rororo –

   έτσι μού ’ρχεται να βάλω ένα κομμάτι απ’ αυτά που έγραψα δηλαδή, αλλά όχι, είναι κάμποσα : μόνο μια πρόταση :

   «Ξέρω ότι δεν θα πουλήσει, αλλά πρέπει να τό εκδώσουμε μεις, γιατί αν δεν τό εκδώσουμε εμείς, δεν θα τό εκδώσει άλλος» (θυμούνται οι συνεργάτες του ότι) για τά δύσκολα βιβλία που έπεφτε με τά μούτρα να εκδώσει, τούς έλεγε.

   Ενιαία είναι η τιμή σ’ έναν ενιαίο τρόπο σκέψης – που έχει και τιμή σα βιβλίο που τιμή δεν έχει

 

 

 

υγ 1 : στα «επιπλέον» έξοδα τού ελληνικού βιβλίου, που δεν έχει τό ξένο, («ένα βιβλίο μεταφραζόμενο πάντοτε έχει λόγω τής ελληνικής γλώσσας, 20% περισσότερες σελίδες – άρα περισσότερα έξοδα βιβλιοδεσίας και τυπογράφου») ο κύριος πατάκης ξέχασε (η μη–γλώσσα πάντα τήν αλήθεια λέγει) ξέχασε λοιπόν να συμπεριλάβει τήν πληρωμή τού μεταφραστή

υγ 2 : όλοι μίλησαν για κανόνες «ενιαίας τιμής» στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, ξέχασαν όμως να πούνε ότι (στην γερμανία ας πούμε που τήν ξέρω καλύτερα) δεν υπάρχει σχεδόν ούτε ένα μικρό ή μεγάλο βιβλιοπωλείο που να μην βγάζει όλον τόν χρόνο, έξω, καλάθια και πάγκους με πάμφθηνες προσφορές

υγ 3 : είναι ειρωνεία τουλάχιστον (προσωπικά τό εκλαμβάνω και σαν κάτι παραπάνω) ο συγγραφέας θεοδωρόπουλος, σχετιζόμενος παλαιόθεν με τίς εκδόσεις τής «εστίας», να υποστηρίζει σήμερα τή λογική τού εκδότη «πατάκη» με τό ατράνταχτο επιχείρημα ότι οι έλληνες εκδότες είναι οι μόνοι επιχειρηματίες που δεν υπήρξαν κρατικοδίαιτοι – όταν η μεν «εστία» στηρίχτηκε σε αγορές από τίς πανεπιστημιακές σχολές, δηλαδή τό ίδιο τό κράτος, για τά (πολύ) χοντρά της κέρδη, ο δε πατάκης στήριξε τήν εκδοτική του καριέρα στα εκπαιδευτικά βιβλία με τά οποία ξεκίνησε (όπως άλλωστε ξεκίνησαν και ο μεταίχμιος ή ο σαββάλας, αυτούς θυμάμαι τώρα) που τούς έφεραν τά πολλά λεφτά, για να γίνουν μετά και παράγοντες τής λογοτεχνίας – βιβλία τά οποία βασίζονταν ευλόγως στην αλληλεπίδραση με σχολές και σχολεία τού ίδιου αυτού κράτους, νομίζω
   προσπερνάω ευγενικά τίς κλωτσοπατινάδες και τούς διαγκωνισμούς (όχι διαγωνισμούς, αυτοί ποτέ) που έχει πάρει τ’ αυτί μου ότι λαμβάνουν χώρα ως προς τό ποιοι εκδότες (και ποια βιβλία) θα συμπεριληφθούν στις (όποιες και όπως) σχολικές βιβλιοθήκες διαθέτει η χώρα (σ’ εμάς, τήν απλή πλέμπα, φτάνουν απλώς κάτι βρυχηθμοί καμιά φορά, όταν κάνας φασίστας διαμαρτυρηθεί ότι συμπεριλήφθηκε (δηλαδή αγοράστηκε από τό κράτος) βιβλίο ανήθικου περιεχομένου)
   κατά τ’ άλλα κρατικοδίαιτους να μην τούς πούμε

υγ 4 : μια παρέμβαση από τό κοινό (τού βουλευτή κουρουπλή) που είπε ότι διαβάζει όσο μπορεί από τά ηχητικά βιβλία που δυστυχώς εκδίδονται στην ελλάδα με τό σταγονόμετρο (αλλά παλιότερα σε μια βιβλιοθήκη που δεν θυμάμαι τ’ όνομά της, είχε στη διάθεσή του αρκετά βιβλία σε γραφή μπράϊγ (η γραφή για τυφλούς)) μέ συγκίνησε και μέ ταρακούνησε, γιατί μού θύμισε ότι θέλω πολύ να γράψω κάποτε γι’ αυτό τό θέμα : Δεν πιστεύω στα ακουστικά βιβλία : η φωνή και τό παίξιμο τού ηθοποιού που διαβάζει (όσο καλά κι αν κάνει τή δουλειά του, και τί θα πει αυτό, για να κάνει πολύ καλά αυτή τή δουλειά θα ’πρεπε να ’ναι τελείως ανέκφραστος) η ίδια η υποκριτική τού ηθοποιού δηλαδή, που διαλύει τήν κρίσιμη εκείνη σιωπή ανάμεσα στα μάτια και στο γραφτό, αποτελεί μια πρώτη (και πανίσχυρη) ερμηνεία ήδη τού κειμένου – μια αυθαίρετη μεσολάβηση μ’ άλλα λόγια που (αδιάφορο πόσο σωστή) – σπάει τήν αποκλειστική σχέση τού αναγνώστη με τίς άφωνες φωνές τού ίδιου τού έργου : τηρουμένων τών αναλογιών, τό ακουστικό βιβλίο είναι μια μορφή μεταφοράς τού βιβλίου στον κινηματογράφο – μεσολαβούν ανάλογες αυθαιρεσίες. Σε μια πολιτισμένη χώρα τά σπουδαιότερα (αν όχι όλα) τά κείμενα τής βασικής της τουλάχιστον γραμματολογίας θα έπρεπε αυτονόητα να υπάρχουν (δηλαδή να έχουν εκδοθεί και να συνεχίσουν να εκδίδονται) και σε γραφή για τυφλούς

   μια ανάλογη ανάρτηση θέλω να κάνω κάποτε για αυτό που αναρωτιέμαι πώς πραγματοποιείται άραγε (δημιουργείται δηλαδή, πρωτογενώς (όχι μεταφρασμένο)) σαν ποίηση στη γλώσσα τών κωφαλάλων

 

 

 

για τό θέμα επιπλέον στην «αυγή», και τήν «ελευθεροτυπία» (και μην ξεχνάτε : οι πενήντα αποχρώσεις τού γκρι, βιβλίο τού επιπέδου με τό οποίο μάς απειλεί ο κ. πατάκης ότι θα γεμίσει η αγορά αν καταργηθεί ο νόμος, είναι βιβλίο που εξέδωσε ο ίδιος ο κ. πατάκης πριν καταργηθεί ο νόμος)

η άποψη τού βαγγέλη τρικεριώτη

και για τή «θέση στη βιτρίνα»

 

 

 

 

  φωτογραφίες

.

.

.

.

.

28 Φεβρουαρίου 2010

η Έλλη Παππά θα υπόγραφε; (και θα τής ζητούσε άραγε η «Άγρα» να υπογράψει;)

 

           

 

   διαστροφικοί συνειρμοί : η χιλή και ο σεισμός της  μού φέρνουν πάλι στο μυαλό τό έξοχο κείμενο  «ο σεισμός στη χιλή» τού heinrich von kleist, και τό έξοχο κείμενο μού φέρνει πάλι στο μυαλό τόν καλόν έλληνα εκδότη που έχει εκδόσει όχι μόνο αυτό αλλά και άλλα κείμενα τού κλάïστ, και μ’ όλο αυτό ξανακυλάω στα επικαιρικά, μολονότι, ύστερα από τό μόλις χτες αναρτηθέν, έλεγα να ησυχάσω….

   Δεν θα πω πολλά όμως τώρα… Κατά σύμπτωση έχουμε κάνει σε χρόνο ανύποπτο κουβέντα για τίς εκδόσεις «άγρα» στο άλλο σημειωματάριο με τήν ευκαιρία κείνης τής ανάρτησης για τό κείμενο τού άρμπουθνοτ που από τήν «άγρα» εκδόθηκε ως κείμενο τού σουΐφτ, και είχαμε δικαιολογήσει τότε τόν εκδότη με διάφορους τρόπους, αν και η ελαφρά λαθροχειρία στο εξώφυλλο παρέμενε, με τήν υποψία να τήν βαραίνει πως έγινε για οικονομικούς λόγους – ο άρμπουθνοτ είναι άγνωστος, ο σουΐφτ γνωστός… στις μέσα σελίδες αποκαταστάθηκε τέλος πάντων η αλήθεια –

   Δεν θα πω πολλά γιατί δυσκολεύομαι με διάφορους τρόπους. Υπέρ τής εργοδοσίας (τού εκδότη Σταύρου Πετσόπουλου) στο ζήτημα τής απόλυσης τού Ντίνου Παλαιστίδη, εργαζόμενου στο βιβλιοπωλείο και τίς εκδόσεις τής «Άγρας» υπογράφουν και πρόσωπα που εκτιμώ… υπάρχουν και φίλοι εκειμέσα… Και δεν θέλω (αυτός είναι ίσως κι ο σπουδαιότερος λόγος) να μιλήσω τώρα, πατώντας πάνω στην δυστυχή επικαιρότητα ενός ανθρώπου που χάνει τή δουλειά του, για τά δικά μου που τά ‘χω εκθέσει άλλωστε κιόλας από τήν πλευρά μου επαρκώς νομίζω εδώ και εδώ .

   Εγώ αν τό σκέφτομαι τώρα τό θέμα (και ο σεισμός ήταν βεβαίως μια πρόφαση, όσο και εάν σαν άλλος σεισμός λειτούργησαν επίσης μερικά πράγματα για μένα σ’ αυτήν τήν ιστορία) δεν είναι για να σάς πω να υπογράψετε κι εσείς (υπέρ τού εργαζόμενου όμως!) εδώ – άλλωστε μπορεί να τό ‘χετε ήδη κάνει –, ούτε για να σάς επισημάνω τό σάïτ που λειτουργεί από μέρες και έχει και μερικά πολύ ενδιαφέροντα κείμενα, όπως αυτό τού Φώτη Τερζάκη που πιάνει τό θέμα (μακιαβελικώς) από τήν καθαρά φιλοσοφική του πλευρά (η δουλειά του!) ή εκείνο τού Θανάση Τριαρίδη που τά λέει περίφημα (αν και μιλάει λίγο παραπάνω για τόν εαυτό του απ’ ό,τι (εγώ) θα ήθελα – αλλά είμαι και η τελευταία που δεν θα καταλάβαινα τά προβλήματα τών ανθρώπων στην χώρα αυτή που έχουν προβλήματα γενικότερα σαν διανοούμενοι, και ειδικότερα σαν γραφιάδες – και θέλουν να τά πουν) – διαβάστε τους πάντως αν δεν τό κάνατε ώς τώρα, και τά δύο κείμενα είναι εξαίρετα και προσωπικά προσυπογράφω κάθε τους λέξη με τήν ίδια όρεξη που υπόγραψα και τίς (2) «διαμαρτυρίες» – : Αν τό θέτω τώρα λοιπόν τό θέμα δεν είναι τόσο γιατί μέ έβαλε σε σκέψεις η λογοκρισία από τήν Αυγή (μήπως δεν τά λέγαμε στο παρακάτω για τήν αριστερά μας – και σίγουρα είναι παρήγορο εδώ τό ότι υπήρξαν άνθρωποι από τήν εφημερίδα που διαφώνησαν με τήν λογοκρισία), όσο τό γεγονός ότι χρειάστηκε ακριβώς να δηλώσουμε, όσοι εκνευριστήκαμε με τήν απόλυση, τήν συμπαράστασή μας στον απολυμένο άνθρωπο 2 φορές :

   Εντάξει, είναι σαφές ότι ο εκδότης κάλεσε τούς συγγραφείς που εκδίδει ή όσους φίλους έχει, να τού «συμπαρασταθούν»… Αναρωτιέμαι όμως, εν πάση περιπτώσει, ώς πού είναι τέλος πάντων κανείς φίλος τών φίλων του, και συγγραφέας τών εκδοτών του… Απ’ όλα δηλαδή από πάνω, κι από τίς ιδέες μας κι από τά έργα μας κι από τίς (ας πούμε) αρχές μας, περνάει τό τεθωρακισμένο τής φιλίας μας και τά στρώνει – ή μια υπογραφή δεν κοστίζει τίποτα, και δεν λέει και πολλά ; Και πότε λέει δηλαδή αν λέει ;

   Κι έχω και τήν απορία – επίσης – τού τίτλου ακριβώς που έβαλα στην αναρτησούλα σήμερα (υποκορισμός δίκαιος, διότι σάς έχω συνηθίσει τόσο σε σεντόνια…)

   Δεν ξέρω δηλαδή, αναρωτιέμαι… Λίγο πριν πεθάνει η Έλλη Παππά είχε τήν ικανοποίηση να δει τά έργα της να εκδίδονται σ’ έναν από τούς καλύτερους και αισθητικότερους και εγκυρότερους έλληνες εκδότες : και είμαι σίγουρη πως η σπουδαία γυναίκα χάρηκε τότε, όπως είμαι εξίσου σίγουρη πως και ο Πετσόπουλος δεν εξέδωσε τότε τά βιβλία από υστεροβουλία και κερδοσκοπικό ενδιαφέρον και επειδή η παλιά συντρόφισσα τού Νίκου Μπελογιάννη ήταν πια (αφού είχαν περάσει προ πολλού και οι θάνατοι και οι κίνδυνοι και ο πόνος) ένα πρόσωπο αγαπητό σε πολλούς και σχετικά διάσημο, αλλά πάνω απ’ όλα (ότι τά εξέδωσε) ως διανοούμενος, γιατί συμφωνούσε δηλαδή με τό ήθος τους.

   Θα τής ζητούσε άραγε σήμερα κι εκείνης να υπογράψει;

   Και δεν θα μάθουμε ποτέ τί θα τού έλεγε εκείνη σήμερα (μπορούμε αν θέλουμε απλώς και μόνο να τό φανταστούμε).

   Ο γιος τού Νίκου Πλουμπίδη πάντως (ο ψυχίατρος Δημήτρης Πλουμπίδης – που όπως έχει πει τήν θεωρούσε κάτι σαν μητέρα του – και ο οποίος μαζί με τόν Παντελή Μπουκάλα παρουσίασαν μαζί κάποτε ένα βιβλίο της) απ’ ό,τι είδα δεν υπόγραψε… Δεν τόν βρήκανε, ή απαντάει εκείνος εμμέσως στη ερώτηση ;

    

   { Διαβάστε επίσης : τό Σχόλιο τού  Γιώργου Μίχου και τό κείμενο τού Ιού . }

   { και : update από τή σελίδα «απόλυση Άγρα» ( προτείνω καθημερινές επισκέψεις στη σελίδα για τά νεότερα, αλλά αυτό εδώ τών «σουρεαλιστών» τό βρήκα να ‘χει και χιούμορ – πικρό και θυμωμένο έστω μεν – αλλά φευ δικαιολογημένο) } 

 

   Αυτά. Και, α, στην παρουσίαση τού βιβλίου της οι εκδόσεις «άγρα», εδώ στη σελίδα τους στο δίκτυο, περιλαμβάνουν και δικό της κείμενο με τή φράση : «Στο ψυχορράγημά του ο εικοστός αιώνας φύλαγε μόνο ένα σαρδόνιο γέλιο». Ο αιώνας  μπορεί να άλλαξε αλλά για τά υπόλοιπα είναι (πολύ) κρίμα που κανείς δεν ξέρει –

  

 

 

                                     

 

 

 

 

 

 

 

Start a Blog at WordPress.com.