.
.
.
.
τό παρακάτω κείμενο είναι δημοσιευμένο στο τεύχος 74 τού περιοδικού «σημειώσεις» που κυκλοφορεί
.
.
(με αφορμή τά 200 χρόνια από τήν αυτοκτονία, στις όχθες τής λίμνης wannsee στο βερολίνο, τού heinrich von kleist (18 οκτωβρίου 1777 – 21 νοεμβρίου 1811 : 34 χρονών, κι αυτός κι η εριέττα φόγκελ – ήταν συνομήλικοι))
.
1777 : η γέννηση είναι μια ημερομηνία, πριν πας ακόμα σχολείο πολλές φορές τή μαθαίνεις, τότε που ένας αριθμός και μία λέξη γίνονται δικά μας και, βέβαια, κοσμοϊστορικά : τόσο σπουδαία που θαμπωμένοι και κατάπληκτοι δεν ρωτάμε πώς και γιατί αλλά τά θεωρούμε τά πιο αυτονόητα πράγματα τού κόσμου : μια ημερομηνία και ένα όνομα : όλα θα μείνουν δηλαδή έτσι για πάντα
μέχρι που οι αριθμοί αρχίζουν να κινούνται και να χοροπηδάνε
ο τελευταίος αριθμός (μόνο) δηλαδή, τού τετραψήφιου, θα διαπιστώσεις, μετά από δύο τρία ή τέσσερα χρόνια (ανάλογα με τήν παρατηρητικότητά σου) ότι δεν είναι καθόλου σταθερός, δεν μένει καθόλου δηλαδή καθηλωμένος στη μέρα που εσύ γεννήθηκες, και για τήν ακρίβεια χοροπηδάει συστηματικά : εξαφανίζεται μάλιστα κάθε τόσο καθώς παίρνει άλλος τή θέση του : ο τελευταίος αριθμός μ’ άλλα λόγια δεν είναι ούτε σημαντικός ούτε κοσμοϊστορικός γιατί αλλάζει, αυτός δηλαδή κατά κάποιον τρόπο σού δείχνει ότι υπάρχει κάπου κάτι που καιροφυλακτεί – αλλά δεν έχεις καθόλου τή διάθεση να τό προσέξεις ιδιαίτερα μια που αυτός ο θάνατος και αυτή η εξαφάνιση δεν είναι καθόλου κακά πράγματα : είναι η ζωή σου, είναι η ζωή που χοροπηδάει χαρούμενα και γεμάτη εκπλήξεις κι ο αριθμός απλώς τήν παρακολουθεί – και στεγνά ο κακόμοιρος προσπαθεί να δείξει ότι είναι κι αυτός ζωντανός : με τή λιτή και άχαρη μοίρα τών αριθμών να σού δείξει ότι παίρνει κι αυτός μυρωδιά από τή ζωή : πολύ λιτή και πολύ λιγομίλητη, αριθμητική, μυρωδιά –
ώσπου ν’ αρχίσει τό σχολείο να ασχολείται με τούς άλλους σπουδαίους ανθρώπους – και στο μάθημα τής ιστορίας να σέ βάζει να μαθαίνεις γι’ αυτούς, που έχουν κι αυτοί ένα όνομα και δίπλα (μέσα σε παρένθεση) δύο (όμως, αυτοί) αριθμούς, (πάντα τετραψήφιους) : αλλά δεν δίνεις και πάλι σημασία γιατί αυτοί είναι πεθαμένοι, παλιοί, και δεν έχουν σχέση με τήν ζωή σου – απλώς τώρα (με τό σχολείο) η ζωή έχει και βάσανα και πρέπει να μαθαίνεις και να παπαγαλίζεις και ονόματα άλλων – και αριθμούς : και είναι βάσανο αυτοί οι αριθμοί τών άλλων :
στην πραγματική ζωή, δηλαδή τή δικιά σου, αυτή η δεύτερη ημερομηνία δεν υπάρχει – όταν υπάρξει η παραμικρή σκέψη γι’ αυτήν αυτό λέγεται τότε όντως θάνατος
στην αρχή μάλιστα σ’ ενοχλεί που, στις εγκυκλοπαίδειες και τίς ζωές τών άλλων που έχουν κάνει έργα διάφορα, δίπλα στα ονόματα και μες στην παρένθεση υπάρχει επίσης (σε λίγους όμως) ένας μόνο επίσης αριθμός και δίπλα μια παύλα μόνο : αυτό, από αισθητική άποψη σ’ ενοχλεί – δεν σ’ ενοχλούσε ποτέ η ασυμμετρία – σού άρεσε κιόλας – αλλά εδώ δεν πρόκειται για ασυμμετρία αλλά για πράγματα κολοβά : σαν μια εκκρεμότητα που δεν έχει ακόμα κλείσει
1811 ο θάνατος : θα περάσουνε χρόνια, και έργα πολλά, πριν αρχίσεις να μαθαίνεις, και να προσέχεις, τίς λεπτομέρειες για τόν δεύτερο αυτόν αριθμό : αυτό λέγεται τότε πάλι θάνατος : κυρίως όταν οι λεπτομέρειες για τόν δεύτερο αυτόν αριθμό σού δείχνουν ότι τό όνομα θέλησε, και φρόντισε, και διάλεξε μόνο του, πότε ο δεύτερος αυτός αριθμός θα σχηματιστεί : φοβερό.
αυτή είναι η κρύα και ανήλεη στιγμή λοιπόν που όλα τά τετραψήφια παγώνουν, και γίνονται ένα κρύο επιτύμβιο από άχρωμο και παγωμένο μάρμαρο και τότε είναι που μπορείς να πεις τό 2011 γίνονται 200 τά χρόνια από τό 1811 που αυτοκτόνησε ο κλάϊστ (μαζί με τήν εριέττα), αλλά μπορείς να κάνεις κι άλλους υπολογισμούς : για τήν ακρίβεια αυτούς τούς υπολογισμούς άρχισες να τούς κάνεις από πιο πριν, σχεδόν από τήν ίδια τήν εποχή που άρχισε να σ’ αρέσει και ο κλάϊστ – και αυτό συνέπεσε μάλλον με τήν εποχή που διαπίστωσες ότι δεν χοροπηδούσε μόνο ο τελευταίος αριθμός, αλλά άλλαζε και ο προτελευταίος, ο τρίτος : περνάγανε, και φεύγαν προς τά πίσω (και στην πραγματικότητα άραγε προς πού;) μέρες και μήνες χρόνια και καιροί, ομαδοποιημένοι ως δεκαετίες πλέον : κι ύστερα, αργότερα πολύ, έγινε τό καταπληκτικό και άλλαξε και ο δεύτερος ο αριθμός – εκείνο τό μονίμως σταθερό 9 (που για τόν κλάϊστ ήτανε εκείνο τό μονίμως σταθερό 7 που θα γινότανε αιφνιδίως 8) – κι αυτό συμβαίνει όπως ξέρεις σε πολύ λιγότερους στον κόσμο (αλλά συνέβη (στη δικιά σου ζωή) να αλλάξει έτσι μαζί και ο πρώτος – τό ακόμα σταθερότερο εκείνο 1 : αυτό πλέον κι αν είναι σπανιότατο – για τήν ακρίβεια μόνο δύο φορές έχει συμβεί στην ανθρωπότητα ώς τώρα, εσύ έχεις ζήσει βέβαια τήν δεύτερη)
όμως από πιο πριν (τότε που πρόσεξες ότι ο τρίτος αριθμός είχε αλλάξει όχι μόνο μια, αλλά και δυο, και τρεις φορές) άρχισε να συμβαίνει κάτι άλλο, παράλληλο, που είχε ξαφνικά σχέση και με τούς άλλους που ζούσαν σύγχρονα με σένα : αυτοί οι άλλοι δηλαδή άρχισαν να μιλάνε για τά πράγματα και για τούς αριθμούς λες και τούς ξέρανε κι αυτοί : μα δεν τούς ξέρανε καλά : δεν τούς ξέρανε, γιατί, όταν τούς ξέρεις, ξέρεις πως τίποτα δεν γίνεται όπως λέγαν αυτοί μετά εκ τών υστέρων : και άρχισε και να σ’ εκνευρίζει που τά χωρίζαν όλα έτσι, τόσο ψυχρά και αντικειμενικά, και δήθεν μαθηματικά, σε ομαδούλες και δεκαετίες : όμως τά πράγματα δεν πάνε έτσι, και πολύ περισσότερο όταν ζεις τά πράγματα ποτέ δεν λογαριάζεις αριθμούς : μπορεί να τούς σκεφτείς τούς αριθμούς καμιά φορά κλεφτά (και από μέσα σου), κάποια φορά ας πούμε στις περιπτώσεις που ο τρίτος και ο τέταρτος γίναν ολόϊδιοι (τόν έκανες τόν υπολογισμό, εκ τών υστέρων, για τήν περίπτωση τού 66 και τού 77) αλλά αυτό ήταν κάτι που αφορούσε μόνο τί συνέβη στη δικιά σου τή ζωή ας πούμε τότε : αλλά ποτέ για ό,τι έγινε, για όποιον αριθμό έγινε διάσημος, ξέρεις καλά πως ούτε συ ούτε κανένας άλλος απ’ αυτούς που αυτά τά ζήσανε, δεν σκέφτονταν τούς αριθμούς ας πούμε τότε : γι’ αυτό πολλοί μπερδεύονταν όταν τούς έλεγες «ποιο 73; 72 τό θυμάμαι γω» ή : «τό 65 ή τό 63 ήταν αυτό;» και ξαφνικά έγινε τό 89 ας πούμε περιβόητο, ενώ ήτανε σπουδαιότερο για σένα γι’ άλλους λόγους. Όπως τό 99 ήτανε επίσης σπουδαιότερο για σένα γι’ άλλους λόγους, και είσαι σίγουρη ότι κανείς απ’ όσους τό ’ζησαν δεν τό ’ζησαν σαν ένα απλό προθάλαμο τού κοσμοϊστορικού (που θα ’ταν μια αλλαγή πλέον ταυτόχρονα και στον πρώτο και στον δεύτερο αριθμό τής τετράδας, πράγμα πού ’χε συμβεί άλλη μία φορά, είπαμε, μονάχα στον πλανήτη – κει πέρα στο μεσαιωνικό (κι ωραίο) 1000 – και είναι τόσο μακριά μας τώρα αυτοί που καλά–καλά δεν έχουμε ιδέα πώς σκεφτόντουσαν (κάτι αφέλειες περί δευτέρας παρουσίας, ή περί γενικής κατάρρευσης τού ιντερνέτ, δεν λογαριάζονται, μιλάμε για τούς σοβαρούς ανθρώπους –)
για να μην πω και για τούς μήνες – και συγγράψω σύγγραμμα : εγώ πάντως αυτές τίς λεπτομέρειες τού χρόνου μόνο με χώρους τούς συνδύαζα, ή με άλλα πράγματα πάντως : επομένως έκανα αιώνες για ν’ αρχίσω να θυμάμαι έναν φλεβάρη – πάντοτε τόν ανακαλούσα μέσω τών εφημερίδων ότι αυτές τόν θυμόντουσαν επειδή εκείνη τήν ημέρα πέθανε μια ηθοποιός και οι εφημερίδες ως συνήθως τήν μνημόνευαν : στις τόσες τού φλεβάρη επομένως, ναι : χαμένα, όλα. (Τήν τραγωδό μονίμως θα τήν μνημονεύουν – και θα διευκολύνουνε κι εμένα να θυμάμαι τ’ άλλα τά δικά μας : γιατί ποτέ τήν ώρα που τό κάνεις κάτι δεν κρατάς τήν ώρα τήν ημέρα και τούς αριθμούς τού τετραψήφιου). Πρόσεξα όμως κάτι ενδιαφέρον – και αυτό τό πρόσεξα με τόν καιρό : οι πιο σημαντικοί ας πούμε άνθρωποι έζησαν με τό ένα πόδι σ’ ένα νούμερο (για τόν 2ο αριθμό μιλάμε τώρα) και με τό άλλο σ’ άλλο : άλλαζαν οι αιώνες δηλαδή στο μέσο τής ζωής τους : κι ο κλάϊστ είχε τό προσόν να γεννηθεί σε ομοιόμορφο εντελώς νούμερο : 3 εφτάρια στη σειρά : τό πρόσεξε άραγε; τού άρεσε καθόλου; Πάντως είμαι απολύτως, πλέον, σίγουρη ότι καμία σημασία δεν έδωσε στην τελική ημερομηνία που όλα θα τά πάγωνε : στα απαυτά του ποια ημερομηνία σχηματίστηκε όταν με τήν εριέττα πήραν τήν απόφαση : και επομένως και στα απαυτά του παρομοίως αν είναι φέτος η επέτειος τών διακοσίων ή δεν είναι –
(μ’ αρέσει βέβαια να σκέφτομαι τήν εποχή που ο αριθμός δεν θα ’ναι μόνο τετραψήφιος, αλλά είναι τόσο φοβερό αυτό που δεν μπορείς να πεις πολλά πέρα από ένα : αν ζει ο πλανήτης ο κακόμοιρος ώς τότε – κι αν τά έργα που ’γιναν (ώς τότε) θα έχουνε εντωμεταξύ όλα διασωθεί – ίσως με άλλους μόνο τρόπους : φαντάζομαι ότι αν έχει εξακολουθήσει ο πλανήτης πάντως να υφίσταται, θα έχουν γίνει εξυπνότεροι ας πούμε όλοι, ώστε δεν θα υπάρχει προβληματισμός στα χρόνια τού 9999 για τήν επόμενη χρονιά που όλα θα ’ναι πενταψήφια και θα αρχίζουν (πάλι) από 1 : 10000 και 10001 δηλαδή, χωρίς τήν αγωνία πλέον (καμιανής) κατάρρευσης)
άσε που δεν μπορεί να έχεις και ασφαλή ιδέα για τό αν θα μετράνε ακόμα όλοι με τόν ίδιο τρόπο τότε – μπορεί να ’χει προκύψει δηλαδή θέλω να πω απόφαση νεότερη για κάποια σπουδαιότερη (μπορεί και τετραψήφια, μπορεί και πενταψήφια) χρονολογία ή θάνατο και γέννηση
.