σημειωματαριο κηπων

19 Μαρτίου 2012

τά αβατοπαίδια

.

                   

.

   τό τεραστίων διαστάσεων αισθητικό και ιδεολογικό αποκούμπι τής χώρας ο παρθενώνας (για χάρη τού οποίου όλοι οι άλλοι λαοί τής υφηλίου έχουνε φάει τά βελανίδια με τό κουτάλι) καλό θα είναι να θυμόμαστε πού και πού ότι ήταν ένας ναός αφιερωμένος ειλικρινά σε θεά, δηλαδή θεότητα γυναικεία : και ειλικρινά θα πει όχι ως άλλοθι καλογερικό και κουτοπόνηρο, όχι «περιβόλια» που τά «αφιερώνουμε» σε νεότερη γυναικεία ανακάλυψη – δηλαδή τώρα γυναίκα εξ ανάγκης και εκ μεταφοράς – μόνο και μόνο για να απαγορέψουμε μετά τήν είσοδο εκειμέσα στον μισό και παραπάνω (γυναικείο) πληθυσμό τού πλανήτη

   όμως η ελληνική κοινωνία που ξυπνάει με τόν εφιάλτη τής νέας φτώχειας, νομίζω ότι κοιμάται τόν παλιό ύπνο τού δικαίου : και τό πιο δυσοίωνο είναι ότι τώρα, έχοντας δίκιο σε πολλά (κι αυτό είναι τό χειρότερο, με τήν έννοια ότι πιστεύει πως αφού έχει δίκιο σε πολλά δεν χρειάζεται να διορθωθεί σε τίποτα) φοβάμαι ότι βυθίζεται ακόμα πιο αθώα στην υποκρισία και τήν αυταρέσκεια που τήν διακατέχανε παλαιόθεν : εννοώ τό είδος εκείνο τής αναιδούς μισαλλοδοξίας και τού περήφανου μισογυνισμού που διέτρεχε τήν ιδιοσυγκρασία της από τά αρχαία εκείνα χρόνια, όταν οι άπλυτοι αθηναίοι εμπόροι πετάγαν τίς ντομάτες τους στον ευριπίδη γιατί τούς χαλούσε τή ζαχαρένια με τίς εκάβες, τίς μήδειες, και τίς τρωάδες του

   και από τά ίδια εκείνα αρχαία χρόνια, όταν οι αρχιτέκτονες και οι γλύπτες (οι οποίοι ονειρεύτηκαν τά αγάλματα μέσα κι έξω απ’ τόν περί ού ο λόγος παρθενώνα) παίξαν τό κεφάλι τους στην κυριολεξία κορώνα–γράμματα μια που οι λοιποί ιθαγενείς (ανεβασμένοι στα γύρω δέντρα και τρώγοντας βελανίδια) θέλησαν να τούς πάνε και σε δίκη και να τούς εκτελέσουν για κλοπή υλικών

   θα έπρεπε βέβαια να γίνει κάποτε συνείδηση (και όχι μόνο σ’ αυτή τή χώρα) πόσο κούφιο είναι να περηφανεύεσαι για κάτι που ούτε έκανες ο ίδιος, αλλά ούτε καν σέβεσαι αυτόν που τό κάνει σήμερα – (πόσο μεγάλο είναι άραγε ειδικά στην ελληνική κοινωνία τό ποσοστό τών πατεράδων και τών μανάδων που ονειρεύονται, ή έστω ανέχονται, καριέρα καλλιτέχνη για τά παιδιά τους;) – και είναι σκληρό βέβαια, δεν έχω αντίρρηση, να τούς τσουβαλιάζει κανείς όλους σε μια εποχή δυστυχίας – όταν η δυστυχία χτυπάει τούς πιο αδύναμους και συνεπώς τούς πιο απαίδευτους, και επομένως υποτίθεται τούς πιο δικαιολογημένα αδαείς – αλλά από τήν άλλη εκνευρίζομαι κιόλας με τή διαρκή αδαοσύνη τών αδύναμων που τούς κάνει να ενστερνίζονται (μ’ ένα είδος μαζοχισμού θα έλεγα) όλες τίς πραγματικότητες και τίς απόψεις που δουλεύουν συστηματικά εναντίον τους : και που τούς έκανε, μεταξύ τών πολλών άλλων, όλα αυτά τά περασμένα χρόνια, να πέσουν τόσο εύκολα θύμα πεπαιδευμένων καθηγητάδων τού κατηχητικού, οι οποίοι (έχοντας θητεύσει ταπεινά στους παπάδες μια ζωή και) έχοντας στεριώσει τήν καριέρα τους, επίσης ταπεινά, σε μία χούντα – απ’ τήν οποία ούτε και ενοχλήθηκαν ούτε και τήν ενόχλησαν – κι έχοντας διδάξει επιπλέον με αργά και συστηματικά, τηλεοπτικής λογικής, μαθήματα έναν ολόκληρο λαό να ντρέπεται για τή φυσική του γλώσσα και να προσπαθεί να σουσουδίσει αξιολύπητα για να τήν μιλήσει πιο καθωσπρέπει – βλέπουν τώρα τήν καριέρα τους να απογειώνεται στις λαμπρές (και ελπίζουν καταβάθος όχι και τόσο πρόσκαιρες) υπουργικές δάφνες

   αλλά δεν φταίνε φυσικά μόνο αυτοί – δεν έχουν πέσει θύμα δηλαδή τών παπάδων και τών παπαδοδασκάλων μόνο οι απαίδευτοι και οι αδαείς : αλίμονο, εδώ υπάρχει γενικότερη σύμπνοια και συμφωνία : αριστερόστροφη και δεξιόστροφη σύμπνοια και συμφωνία, πολύ πριν τήν καταραμένη τήν κρίση

   λέω λοιπόν σήμερα να πιάσω μια πτυχή τού θέματος – εκείνη που κουνάει ως λεπτομέρεια σατανική, εκφραστικότατα όμως κατά τή γνώμη μου (ζωγραφίζει στην κυριολεξία), τήν ουρά τού διαβόλου :

.

     

.

   η θρασύτατη και ξεδιάντροπη ρατσιστική διάκριση κατά τών γυναικών, τήν οποία εκφράζει λοιπόν πανηγυρικά η συνεχής διατήρηση τής απαγόρευσης εισόδου σε μια περιοχή τής χώρας που ελέγχεται από ταλιμπάν καλογήρους, η ύπαρξη δηλαδή τού άβατου στο «άγιον» όρος, αποτελεί απλώς έναν (δηλητηριώδη) καθρέφτη μέσα στον οποίο εικονίζονται οι πάντες : όχι μόνο όσοι τό υπερασπίζονται αλλά και όσοι τό ανέχονται (σιωπηρώς – ή θορυβωδώς, όπως έγινε με τήν ψήφο τής πολιτικάντικης ηγεσίας μας παραδείγματος χάριν, από δεξιότατα έως αριστερότατα, στα ευρωπαϊκά όργανα [*] (και τότε η εδώ κοινή γνώμη με προεξάρχοντες τούς τηλεοπτικούς ασώματους εγκεφάλους επιδόθηκε μάλιστα σε λεκτικό λυντσάρισμα τής ελληνίδας βουλεύτριας που, μόνη από τή χώρα, υποστήριξε τήν κατάργηση τού άβατου – λεσβία τήν είπαν, ότι έχει μουστάκια τής είπαν, ότι είναι άσχημη είπαν (πράγμα που επιπλέον δεν συνέβαινε) και φυσικά τό πλήρωσε, εξαφανιζόμενη ύστερα κομματικώς, κλπ κλπ – δεν βρίσκω δυστυχώς τίποτα σχετικό στο γιουτούμπ, αλλά εγώ τουλάχιστον τά θυμάμαι καλά))

   τή δεκαετία τού ’80 πάντως είχε γίνει μια εκτενέστατη συζήτηση, και παράθεση στοιχείων, σε μια σειρά από τεύχη τού περιοδικού «αντί» – δεν θυμάμαι λεπτομέρειες και δεν πρόκειται να πάω να κάνω αποδελτίωση τώρα (τά τεύχη πάντως υπάρχουν, για όποιον ενδιαφέρεται) : Θυμάμαι όμως πολύ καλά, γιατί αυτό μού έκανε εντύπωση αφού δεν τό ήξερα, ότι τό «άβατο» όπως αποδείχτηκε συνιστά παρανομία και παράβαση όχι μόνο με μέτρο τόν πολιτισμό τής ευρώπης τής γαλλικής επανάστασης και τής κοινωνίας τών πολιτών, αλλά και με μέτρο τήν ίδια τή δικιά του ρατσιστική απαρχή – καθώς η εναρκτήρια λογική του ήταν η απαγόρευση εισόδου (λογική παρόμοια σημερινών ιρανών ταλιμπάν, ας σημειωθεί) προς κάθε αγένειον, δηλαδή άνθρωπο που δεν είχε ή δεν άφηνε γένια – δηλαδή και άντρες και παιδιά και τών δύο φύλων, και φυσικά και γυναίκες –

   τό αρχικό ας πούμε λοιπόν σκανδαλώδες σ’ αυτήν τήν ιστορία είναι ότι η εναρκτήρια αυτή απαγόρευση με τήν πάροδο κάποιων αιώνων ανέστειλε όλα της τά (άναρθρα) άρθρα εκτός εκείνου που αφορούσε τίς γυναίκες – μετατρεπόμενη έτσι, σε αγαστή συμφωνία με τό γενικό ήθος τής χώρας, σε ρατσισμό και αντισυνταγματική διάκριση αποκλειστικά κατά τών γυναικών

   δεν θα ασχοληθώ με τά παιδαριώδη και ηλίθια «άλλοθι» που έχουν κατά καιρούς προβληθεί ως προς τό πόσο κακό θα έκανε στους καλογέρους ο πειρασμός τής γυναικείας μορφής περιφερόμενης στα χωράφια τους : είναι σαφές ότι οι ασκητές επιδιώκουν τούς πειρασμούς για να τούς υπερβαίνουν προς δόξαν  τών (άφυλων) αγγέλων – αλλά στην περίπτωση αυτή τά ασκητικά ήθη απλώς συνεχίζονται με περισσότερη ειλικρίνεια (όπως και υποκρισία εκ παραλλήλου) – καθώς «πειρασμό» αποτελεί γι’ αυτούς μόνο τό αντρικό σώμα, και έτσι τούς άντρες ακριβώς (γενειοφόρους και αγένειους) επέτρεψαν στον εαυτό τους να τούς χαίρονται γύρω τους οι καλογέροι : τίς γυναίκες εξακολουθούν να αποκλείουν επειδή πρωτίστως οι γυναίκες δεν τούς ενδιαφέρουν ως ερωτικό αντικείμενο – και δευτερευόντως επειδή έτσι επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τόν μισογυνισμό τόσο τής θρησκείας τους, όσο και τής χώρας η οποία τούς ανέχεται (από αριστερά ώς δεξιά, είπαμε). Οι πονηριές δε περί ονομασίας τού χωραφιού τους με τό όνομα γυναικείας θεότητας (λογαριασμός εκ μεταφοράς, είπαμε) είναι για να πείθει τούς ήδη δελεασμένους ηλίθιους, και πάλι επομένως δεν θα ασχοληθώ ( : άλλωστε τό μασκάρεμα παράλληλα με τήν γελοιοποίηση, ή τήν απομίμηση, «γυναικείων» συμπεριφορών είθισται να αποτελεί ήθος και έθιμο για μια κατηγορία αντρών ρατσιστών, ομοφυλόφιλων και μη)

   αυτό που εμένα όμως μέ ενδιαφέρει είναι οι παρεξηγήσεις που υφίστανται ως προς τό τί σημαίνει αυτό τό όρος (δηλαδή τά επί τού όρους) όχι μόνο για τίς γυναίκες ασφαλώς (δηλαδή, υποθέτω), αλλά στην περίπτωσή μας ιδιαίτερα για τίς γυναίκες, και βεβαιότατα και ιδιαιτερότατα για μένα :

.

.

 

   

.

      μικρή προσωπική ιστορία τής ζωγραφικής

.

   ο μανουήλ πανσέληνος είναι ένας από τούς σημαντικότερους ζωγράφους τού ευρωπαϊκού μεσαίωνα (και κατά τή γνώμη μου ο ωραιότερος) και μάλιστα ο πρώτος εξαίρετος ευρωπαίος ιμπρεσιονιστής : πάνω του πάτησε ο κρυπτικός κατά κάποιον τρόπο ιμπρεσιονισμός τού θεοτοκόπουλου ώσπου να τόν ανακαλύψουν οι γάλλοι και να τόν καταστήσουν φανερότατον με τήν αποθέωση τού χρώματος από τόν σεζάν μέχρι τόν βαν γκογκ και πάει λέγοντας ώς τά σήμερα :

   πιθανώς η αποθέωση τού χρώματος (αλλά και η υποκειμενικότητα τής προοπτικής και ο συνεπακόλουθος κυβισμός) που χαρακτηρίζει τή ζωγραφική τού Πανσέληνου, αλλά και τήν ενγένει ζωγραφική τής μακεδονικής σχολής (η οποία συμπεριλαμβάνει μέσα της χρονικά τήν παλαιολόγεια αναγέννηση ( ≈ 800 – 1200), η οποία συμπίπτει χρονικά με τήν πρώτη επίσης αναγέννηση τού δυτικού μεσαίωνα (τροβαδούροι, δάντης ( ≈ 1100 – 1300))) αποτελεί κληρονομιά και λογική συνέχεια τής αρχαίας ζωγραφικής που ήταν εξίσου ιμπρεσιονιστική και γεμάτη χρώμα, όπως αποδεικνύεται από τά λίγα (λόγω χρόνου) διασωθέντα, και κυρίως τίς επιτάφιες ζωγραφιές στο νεκροταφείο δημητριάδας στη θεσσαλία : αν πάτε σήμερα στο μουσείο θα δείτε μερικούς μονέ και μερικούς ρενουάρ εκειπέρα – και επειδή οι ανασκαφές συνεχίζονται, πιστεύω ότι θα έχουμε συνέχεια τέτοιες εκπλήξεις : ήδη οι τοιχογραφίες τών «βασιλικών» τάφων στη μακεδονία, πάλι έναν ένδοξο ιμπρεσιονισμό επιδεικνύουν : Η αποθέωση τού χρώματος είναι λογικό να κυριάρχησε βέβαια στη ζωγραφική μιας χώρας με τό ανήλεα διάφανο φως και τήν ανήλεα εξαντλητική φιλοσοφική διάθεση τού παγανιστικού ελληνικού χώρου : αντίθετα, στη δύση (συμπεριλαμβανομένης και τής συγγενικής ιταλίας) τό χρώμα σκουραίνει, και με τόν χριστιανισμό βασιλεύει απρόσκοπτα η φωτοσκίαση, που έχει και σαφή ιδεολογική καταγωγή : τήν εκ μιας πηγής εκπορευόμενη μίζερη «φωτεινότητα» τού αγίου πνεύματος, που μισεί και απωθεί τήν ύλη σαν τίς αμαρτίες της. Τό χρώμα όμως ως η άλλη όψη τού χρόνου και τού χώρου, τό χρώμα ως ουσία τής ύλης, είναι και πανθεϊστικό και άθεο : εξαυτού, με τήν επάνοδό του επανέρχεται στη δύση και η επανάσταση τού ανθρώπινου σώματος (δεν είναι καθόλου τυχαία πιστεύω η συνειδητή ή ασύνειδη επιστροφή τού πικάσο, ωριμάζοντος και ανακαλύπτοντος τόν αισθησιασμό τών γυναικών (του) και τήν προοπτική τής αφαίρεσης, σε αρχαϊκά σχήματα)

   φυσικά η συζήτηση είναι τεράστια και έχει και πολλές άλλες παραμέτρους, εδώ θίγω ένα μόνο της μέρος που έχει σχέση με τήν βυζαντινή ζωγραφική και τόν μεγαλύτερό της μάστορα, τόν κυρ–μανουήλ πανσέληνο

   τό σωζόμενο έργο τού κυρ–μανουήλ όμως είναι οι τοιχογραφίες του σ’ ένα ωραιότατο αρχιτεκτονικό βυζαντινό κατασκεύασμα όπου στεγάζονται σήμερα οι διοικητικές υπηρεσίες τών καλογέρων, τό επιλεγόμενο και «πρωτάτο» – και όπου δεν μού επιτρέπεται λοιπόν εμένα να πατήσω τό πόδι μου, και να τίς δω από κοντά : ούτε εγώ, ούτε οι άλλες γυναίκες τής ευρώπης και τού πλανήτη

   και πώς λοιπόν τόν έμαθα; Κάποτε είχε γίνει μια πολύ ωραία έκδοση, και από κει απλώς τόν βρήκα : όπως με τόν ίδιο τρόπο βρήκα και τόν άλλο αγαπημένο μου, τόν max beckmann : δύο παρόμοιες εκδόσεις μεγάλου σχήματος, σε στρατσόχαρτο σχεδόν, που μού κάναν κλικ από τίς στοίβες τών παλιών αζήτητων σε κάτι βιβλιοπωλεία – ο μπέκμαν από τά χρόνια τού γυμνασίου και ο πανσέληνος από τά χρόνια τών (ασπούδαχτων) σπουδών –

   και τόν μεν μαξ μπέκμαν τόν είδα αργότερα και από πολύ κοντά σε κάτι μουσεία, αλλά τόν κυρ–μανουήλ πανσέληνο δυστυχώς δεν μπορώ :

.

                                            

.

   έτσι σήμερα έχω καταλήξει και χωρίζω πλέον, λόγω και τής σχετικής πείρας από τίς συζητήσεις που έχω κάνει, τούς άντρες στην ελλάδα σε δύο βασικότατες κατηγορίες : αυτούς που σ’ όλα αυτά απαντάνε «δεν πειράζει, εσείς θα τούς βλέπετε από φωτογραφίες», και σ’ όλους τούς άλλους – που είναι σαφώς από λιγότεροι έως ελάχιστοι, αλλά είναι και οι πραγματικοί φίλοι –

.

.

     

.

      μικρή παρέκβαση περί αναπαραγωγής

.

   ο ηλίθιος άνθρωπος έχει πάντα τήν εντύπωση ότι η ιστορία θα τόν συχωρέσει, γιατί αυτός διαφέρει από τούς άλλους : για να μην πω ότι πιστεύει ότι η ιστορία θα τού έδινε, αν μπορούσε, και βραβείο : άσε που πιστεύει ότι ζει πάντα τήν πιο πολιτισμένη ζωή, και λυπάται όλους τούς προηγούμενους – τούς βλέπει με συγκατάβαση, ακόμα κι αν τούς «θαυμάζει» : αλλά τό ίδιο και οι γυναίκες, πιστεύουν ότι αυτές, τώρα, είν’ ελεύθερες σε αντιδιαστολή μ’ όλες τίς προηγούμενες που δεν ήταν : έτσι ο αστός τής κλασικής αθήνας τής επέβαλε τό άβατο στην πολιτική ζωή ή στην παρακολούθηση τών αγώνων, πιστεύοντας ότι ασκεί απλώς ένα κεκτημένο του δικαίωμα διότι είναι πολιτισμένος – και εκ παραλλήλου όταν οι γυναίκες κέρδισαν τήν ψήφο στην πολιτική ζωή πίστεψαν επίσης ότι είναι τώρα πιο ελεύθερες απ’ τίς προηγούμενες και συνεπώς πιο πολιτισμένες, όταν τούς επιτράπηκε να παρακολουθούν τούς αγώνες πίστεψαν ότι είναι πιο ελεύθερες πια, όταν τούς επιτράπηκε η είσοδος στα άβατα τών πανεπιστημίων πίστεψαν ότι τώρα είναι πραγματικά πιο ελεύθερες, κι όταν τούς επιτράπηκε να σπουδάζουν στις σχολές καλών τεχνών και να έχουν πρόσβαση και σ’ εκείνο τό απαράμιλλο άβατο τών γυμνών μοντέλων, ειδικά τού αντρικού, πίστεψαν ότι τώρα ήταν επιτέλους ελεύθερες και επιτέλους πλέον πολιτισμένες : κάθε προηγούμενη εποχή ήταν μια σκλαβιά που ξεπεράστηκε, εκείνοι ήταν αξιολύπητοι, ετούτοι εδώ είναι επιτέλους κανονικοί : κοιτάνε τούς προηγούμενους με οίκτο. Δεν ξέρουν με πόσο οίκτο θα τούς κοιτάξουν οι επόμενοι αυτούς εδώ –

   προσωπικά με τή φωτογραφία έχω εξαιρετικές σχέσεις, και ειδικότερα με τή μαυρόασπρη φωτογραφία – τό ίδιο όπως και με τά παλιά «επίκαιρα» στο σινεμά

   αλλά η φωτογραφία τού έργου τέχνης είναι μια πολύ ειδική ιστορία και περικλείει πλήθος φαινόμενα, πολλά από τά οποία ανέπτυξε με τή συγκινητική του ιδιοφυία ο βάλτερ μπένγιαμιν στην πασίγνωστη «τέχνη τήν εποχή τής τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς της» : όπως όμως τού συνέβη και με τήν περίπτωση τού σινεμά, έπεσε και εκεί στα αναπόφευκτα για κάθε εναργή κριτική κενά αέρος εξαιτίας ακριβώς τού ειδικού ιστορικού του χρόνου : έδωσε ας πούμε μεγάλη σημασία στο γκρο–πλαν, πιστεύοντας ότι έτσι ο θεατής θα ελέγχει και θα κρίνει εναργέστερα τήν υποκριτική τού ηθοποιού (αφού θα παρακολουθεί κριτικά όλες τίς λεπτομέρειες στην έκφραση τού προσώπου) και δεν έζησε αυτήν τήν ιστορία αρκετά, για να δει τό γκροπλάν ακριβώς να γίνεται τό όχημα με τό οποίο αναστέλλεται κάθε κριτική διάθεση και λειτουργία, καθώς είναι τό κυρίως μέσο με τό οποίο υπνωτίζεται ο θεατής και μπαίνει ως πρόβατο επί σφαγήν στην προπαγανδιστική φιλοδοξία τής μαζικής κουλτούρας : για τήν περίπτωση όμως τής εύκολης μαζικής πρόσβασης στη γνώση τού έργου τέχνης μέσω τής φωτογραφικής του αναπαραγωγής έχουμε άλλη μία, πολύ αξιόπιστη, εξύμνηση από έναν σημερινό (και πολύ αγαπημένον μου, επίσης) ζωγράφο, τόν david hockney : ο χόκνεϋ εξάλλου είναι γνωστός για τήν μετά μανίας χρησιμοποίηση κάθε νέου, και νεότερου, και νεότατου, τεχνικού μέσου στην ίδια τήν πραγματοποίηση τής δουλειάς του : και τά φωτογραφικά του κολλάζ είναι εξαίρετα – πρέπει να έχουν ήδη δημιουργήσει σχολή :

.

      

.

   σ’ ένα κείμενό του για τήν μεγάλη σημασία στον πολιτισμό μας (και για τόν ίδιον, όταν ήταν παιδί) τής διακίνησης τών ζωγραφικών έργων μέσω φωτογραφιών τά λέει λοιπόν πολύ καλά και νοιώθω να χρωστάω τήν ίδια χάρη που λέει κι αυτός, στην τεχνική εξέλιξη που μού έδωσε τή δυνατότητα από μικρή να βλέπω πίνακες απρόσιτους, τότε που δεν μπορούσα να πάω σ’ όλα τά μουσεία (κάτι που ισχύει σε μεγάλο βαθμό και σήμερα) : εντούτοις και αυτός, όπως κι ο μπένγιαμιν, παράβλεψε τό πόσο κιτς μπορεί να γίνει ένα έργο, μέσα ακριβώς από τήν μαζική του αναπαραγωγή, και λόγω τής αυταπάτης ότι έτσι είναι εύκολα προσβάσιμο και συνεπώς κατανοητό : ένα άλλο στοιχείο που τό διαπιστώνεις με τόν καιρό είναι ότι η μαζική παραγωγή υφίσταται η ίδια ταξικούς διαχωρισμούς, έχει δηλαδή η ίδια έναν, ενσωματωμένο στα ίδια της τά μέσα, ταξικό χαρακτήρα – και ενώ από τή μια μεριά δημιουργεί εκδόσεις ακριβές που φροντίζουν για τήν πιστότητα, τουλάχιστον τών χρωμάτων (είναι όμως ακριβώς πανάκριβες) από τήν άλλη μοιράζονται στο πλατύ κοινό φωτογραφίες που φτηναίνουν τήν πρώτη ύλη : και φτηναίνει τόσο η πρώτη αυτή ύλη (προϊούσης τής ιστορίας) ώστε να αλλοιώνει χωρίς σπουδαίους ενδοιασμούς τά χρώματα – εξίσου με τήν εκ τών προτέρων αυτονόητη αλλοίωση ούτως ή άλλως τών μεγεθών : και, όπως ακριβώς έκανε τό γκροπλάν, η μαζική αυτή αναπαραγωγή ασκεί κι έναν καταστροφικό υπνωτισμό στην κριτική ικανότητα τού θεατή καθώς αυτάρεσκα πλέον ο αστός που μαθαίνει τήν γκουέρνικα από μια φτηνή κάρτα αρκείται, πραγματικά και μεταφορικά, σ’ αυτό τό μέγεθος και αδιαφορεί κυριολεκτικά για τό πραγματικό : τό μέγεθος συρρικνώνεται όντως – και υπάρχει πια πιθανώς ως δυνατότητα μόνο για ένα παιδί που θα είναι ήδη όμως καλλιτέχνης, και μεγαλώνοντας θα επιδιώξει να πάει σ’ ένα μουσείο και να βρει εκεί τά πραγματικά δικά του μεγέθη.

   η εμπιστοσύνη αυτή, όλων μας λίγο–πολύ, στην τεχνική αναπαραγωγή είναι ίδιον τής δικιάς μας ιστορίας, και καταρρέει μόνο στην άμεση επαφή με τό πραγματικό έργο : αλλά αυτή η επαφή είναι ακριβώς που δεν επιδιώκεται πλέον ουσιαστικά, διότι δεν θεωρείται καν απαραίτητη : τό μέγεθος τού όντως έργου, τό αν είναι σε ξύλο σε μουσαμά ή αν είναι τοιχογραφία, τό πάχος τού χρώματος, η κίνηση τού πινέλου, τό είδος τού βερνικιού, αποσπούν τό υπνωτισμένο μάτι από τήν αυτάρκεια μιας ζωής  που παραβλέπει γενικά τέτοιες λεπτομέρειες, καθώς η μόνη λεπτομέρεια που έχει ζωτική σημασία για τή ζωή τού αστού είναι τό ύψος τών σκαλοπατιών που τόν χωρίζουν από τήν εξουσία τήν οποία ελπίζει ότι μπορεί να διεκδικήσει

   αυτό τό ζώο πιστεύει όντως ότι είναι αθάνατο, κι ότι η ιστορία τό δικαιώνει συνεχώς : όταν εκφέρει λοιπόν τήν άποψη ότι «σού απαγορεύεται να πας εκεί, αλλά δεν πειράζει, εμένα μού επιτρέπεται, κι έτσι – όλα καλά – και στο κάτω–κάτω υπάρχουν και οι φωτογραφίες» λέει κάτι πολύ περισσότερο από τό «μή μέ βλέπεις που ζω σήμερα, είμαι τό αιώνιο καθίκι που ήμουν και πριν δέκα αιώνες» :

   λέει επιπλέον : ό,τι καλύτερο παρήγαγαν αυτοί οι αιώνες δεν μέ αφορά

   γι’ αυτό και δεν τόν ενοχλεί η αντισυνταγματικότητα τού άβατου, και γι’ αυτό μπορεί «να ’ναι» αριστερός αλλά παρ’ όλ’ αυτά να μην τά βάζει με τήν εκκλησία «όταν δεν χρειάζεται» ( : διότι χρειάζεται μόνο εκεί που όλο αυτό αφορά τήν τσέπη του, όπως όταν σκέφτεται τό «βατοπέδι», παραδείγματος χάριν)

   οι έλληνες άντρες φίλοι τού «άβατου» στη σημερινή ελλάδα, δεν είναι μόνο ηλίθιοι ούτε μόνο ρατσιστές, και δεν πατάνε μόνο στην ανυπαρξία ενός φεμινιστικού κινήματος που θα ’λεγε στους καλογέρους ότι αν θέλουν να είναι ασκητές να πάνε να ζήσουν στην έρημο τού σινά παραδείγματος χάρη, και ν’ αφήσουν τά έργα τέχνης στην ησυχία τους αφού δεν ξέρουν καν να τά εκτιμήσουν : πατάνε σε μια ευρύτερη αντίληψη πολύ χαρακτηριστική τής ελληνικής πραγματικότητας ότι τά έργα τέχνης δεν χρειάζονται καν εκτίμηση : και από κανέναν – πολύ περισσότερο από τίς γυναίκες –

.

    

.

   παρεμπιπτόντως επιπλέον, προσωπικά δεν ξαφνιάστηκα όταν πριν κάποια χρόνια είδα σ’ ένα βιβλίο (που έβγαλε η «εστία» (νομίζω) κι ήταν γραμμένο από γυναίκα (νομίζω) – δεν μπορώ να τό ξαναβρώ τό βλέπω να ’χει θαφτεί, δεν ήταν και δημοφιλές ούτε κι εύκολο τό θέμα του) μια μελέτη που περιελάμβανε μεταξύ άλλων στοιχείων για τή βυζαντινή ζωγραφική κι έναν φετφά που έβγαλαν οι παπάδες και απαγόρεψαν τή ζωγραφική τού πανσέληνου, επιβάλλοντας διά νόμου στο εξής από κάποιον αιώνα και μετά, οι αγιογράφοι να ζωγραφίζουν με τήν «φλωρεντινή» τεχνοτροπία η οποία βασιζόταν στη φωτοσκίαση (τό ιταλιστί κιαροσκούρο) καταργώντας έτσι τή ζωγραφική τού χρώματος : με τή δικαιολογία κιόλας, αν θυμάμαι καλά τήν (κριτικοτεχνική) διατύπωση, ότι η φλωρεντινή ζωγραφική προάγει τήν μεταφυσικότητα τού έργου : όπερ και έδει απλώς δείξαι –

   πάντως τό χρώμα που όλους αυτούς, ελληνοέλληνες και ρατσιστές, θρήσκους και πολιτικάντηδες και καθηγητάδες και αριστεροδέξιους θα τούς θάψει, δεν θα ’ναι ούτε τό μαύρο τής κακιασμένης τους συνείδησης ούτε τό άσπρο τών ανύπαρκτων ματιών τους, αλλά τό κίτρινο τών ράβδων χρυσού για τό οποίο και μόνο νοιάζονται : γι’ αυτό και δεν μπορούν να καταλάβουν, δεν τό χωράει ο νους τους, πώς μπορεί κανείς, πέρα από τήν έγνοια για τήν αποκατάσταση τής νομιμότητας και τού «ελευθερία και ισότης», να νοιάζεται για τήν κατάργηση τού «άβατου» και επειδή θέλει να έχει πρόσβαση σε έργα τέχνης

   όσο για τούς καλογέρους, αυτοί να πάνε στην έρημο τής συρίας ή τής παταγονίας ή τού σινά ή τής σαχάρας ή τού λος άντζελες τέλος πάντων να ασκητέψουν, μ’ ένα μπογαλάκι ψωμί αν θέλουν να ’ναι πραγματικά ανενόχλητοι κι αν τούς ενοχλούν οι γυναίκες – και να πάψουν να παίρνουν τά λεφτά μας και τά λεφτά τής υπόλοιπης ευρωπαϊκής ένωσης μια που κατά τό μεγαλύτερο μέρος τους είναι λεφτά γυναικών, που δεν βλέπω να τά βρίσκουν και βρώμικα κι ακάθαρτα σ’ αυτήν ειδικά τήν περίπτωση – κι αν τούς αρέσει πολύ κάποιο έργο απ’ αυτά που ’χουν γύρω τους, όσα δεν καταστρέψανε, απ’ αυτά δηλαδή που κάποιοι τεχνίτες φτιάξαν σε πείσμα τους, και προς δόξαν τής τέχνης, να τό πάρουν στο μπογαλάκι τους και να τό βλέπουν από φωτογραφίες

   ασιχτίρ αβατοκαθίκια

.

.

.

.

.

.

[*] για τή συζήτηση στα ευρωπαϊκά όργανα περί τού «άβατου» (1997 και 2003) βρίσκονται μερικά εδώ (πηγαίνετε στην υποδιαίρεση «τό άβατο και η ευρωπαϊκή ένωση») | βρήκα επίσης άλλες δύο συνεντεύξεις (εκτός από αυτήν που ήδη έβαλα, στο 10%) τής ευρωβουλεύτριας άννας καραμάνου που, μόνη στην ελλάδα, υποστήριξε τήν κατάργηση – οι οποίες δίνουν (λίγο) τό κλίμα (και τήν αναστάτωση) τής εποχής εδώ και εδώ | για τά βιβλία που ανάφερα : βάλτερ μπένγιαμιν «τό έργο τέχνης τήν εποχή τής τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς του» (κάλβος, 1978) | τό βιβλίο που είχα βρει μικρή (ανδρ. ξυγκόπουλου – φ. ζαχαρίου / a. xyngopoulos – ph. zachariou)  «manuel panselinos» ) υπάρχει ακόμα (τώρα και διαδικτυακά) | και τό βιβλίο που είχα βρει για τόν max beckmann υπάρχει επίσης

για τήν παλιά συζήτηση περί «άβατου» στο περιοδικό «αντί» μπορείτε να βρείτε εδώ (μαζί με τό τελευταίο γράμμα τού, χρόνια πολλά πολύτιμου, χρήστου παπουτσάκη για τό κλείσιμο τού περιοδικού (λίγο πριν πεθάνει)) πληροφορίες για τά τεύχη τούς τόμους του, και πώς μπορούν να βρεθούν

για τόν πανσέληνο τά πιο αξιόπιστα που βρήκα στο νετ είναι εδώ (αγγλικά) | και στη wiki μόνο στα ρώσικα!

συζήτηση επίσης περί άβατου στο βλογ τού «ροΐδη» όπου ενδιαφέρον έχουν και τά, παντός χρώματος, σχόλια (2008)

για τό εξαιρετικό μουσείο τού βόλου (όπου βλέπετε και τίς ζωγραφιστές επιτάφιες στήλες τής δημητριάδος, τού 3ου προχριστιανικού αιώνα – από τά ελάχιστα τόσο καλά συντηρημένα δείγματα αρχαίας ζωγραφικής, η οποία δεν έγινε από «μεγάλους» τεχνίτες και συνεπώς αποτελεί και μαρτυρία για τούς «κοινούς αισθητικούς τόπους τής εποχής» : για αυτές ακριβώς τίς στήλες πρέπει να έχουμε και τή σκληρότητα να ευγνωμονούμε τή φτώχεια τών νεκρών και τών συγγενών τους – που δεν είχαν τά λεφτά για να παραγγείλουν μαρμάρινες ή πέτρινες επιτάφιες πλάκες – και οι οποίες διασώθηκαν λόγω τού κεριού με τό οποίο οι φτωχοί τεχνίτες τής εποχής τίς κάλυπταν για να τίς συντηρήσουν) πληροφορίες εδώ

και η έκπληξη : «Man or Metaphor : Manuel Panselinos and the Protaton frescoes» : μια μελέτη (στα αγγλικά) που (δεν τήν έχω διαβάσει και) τήν βρήκα απλώς ψάχνοντας : γραμμένη από τόν matthew j. milliner, να ’ναι καλά τό παιδί – (ο τίτλος θα μπορούσε να μεταφραστεί «Άνθρωπος ή Μεταφορά : ο Μανουήλ Πανσέληνος και οι τοιχογραφίες τού Πρωτάτου»)

.

.

  

.

.

πηγές φωτογραφιών : αρχαιοελληνικά αγγεία εδώ, εδώ, και εδώ | για τόν «τάφο τής κρίσεως» από τήν νάουσα εδώ

.

.

.

.

.

.

.

.

52 Σχόλια

  1. Χείμαρρος και πάλι, βρε Χάρη -τα ετοίμαζες όσο έκανες αγρανάπαυση ε; 🙂

    Ο Μπέκμαν που έχεις στο εξώφυλλο (και που δεν τον ήξερα, παρόλο που όπως ίσως θυμάσαι μ’ αρέσει κι εμένα ιδιαίτερα) θυμίζει λίγο Πανσέληνο άραγε, ή μου φάνηκε επειδή τους έχει δίπλα-δίπλα; Προσωπικά εντυπωσιάστηκα.

    Σχόλιο από Δύτης των νιπτήρων — 19 Μαρτίου 2012 @ 9:08 πμ

  2. μα θυμίζει, δεν θυμίζει; 😀 [*]

    Δύτη απίστευτο! σε όλα μέσα θα πέφτεις δλδ ; 😉

    (τώρα που τέλειωσε η αγρανάπαυση και άρχισε η αγροεργασία να δούμε τι θα κάνουμε…)

    υγ: πάντως το θέμα τού πανσέληνου είναι παλιός καϋμός, το έχω βάλει αν ξέρεις (εσύ που όλα τα ξέρεις) κι αλλού (γι’ αλλού) 😛

    * [edit] : είναι και οι δύο εξπρεσιονιστοϊμπρεσιονιστές!

    Σχόλιο από χαρη — 19 Μαρτίου 2012 @ 4:31 μμ

  3. κάθε φορά που περιμένω να «φορτώσει» η σελίδα σου Χάρη, νιώθω πως χάρη σου χρωστώ για όσα θα διαβάσω…
    είσαι εξαιρετική!

    θα προσάψω στον κυρ Μανουήλ το επίθετο του τραγικού…στα αβατοπαίδια, θα προσάψω μια τερφώδη επιδίωξη πια…

    φχαριστώ σε…

    Σχόλιο από katabran — 24 Μαρτίου 2012 @ 9:30 μμ

  4. πιθανώς η αποθέωση τού χρώματος (αλλά και η υποκειμενικότητα τής προοπτικής και ο συνεπακόλουθος κυβισμός) που χαρακτηρίζει τή ζωγραφική τού Πανσέληνου, αλλά και τήν ενγένει ζωγραφική τής μακεδονικής σχολής […] αποτελεί κληρονομιά και λογική συνέχεια τής αρχαίας ζωγραφικής που ήταν εξίσου ιμπρεσιονιστική και γεμάτη χρώμα

    Η συγγένεια της προαναγεννησιακής ζωγραφικής με τον ιμπρεσιονισμό έχει μιαν απλούστατην εξήγηση, αν πιστέψει κανείς τη θεωρία του David Hockney για την επανάσταση στη ζωγραφική που έφερε η χρήση του σκοτεινού και του φωτεινού θαλάμου γύρω στα 1420 και για την κρίση στην οποίαν έμπασε τη ζωγραφική η επινόηση της φωτογραφίας, γύρω στα 1840.

    Δες εδώ.
    (Όλο το ντοκυμαντέρ του BBC «David Hockney’s Secret Knowledge»: 1/2, 2/2.

    Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 24 Μαρτίου 2012 @ 11:47 μμ

  5. Αν πάω στο λήμμα Мануил Панселин της ρωσικής Wikipedia κι ενεργοποιήσω την αυτόματη μετάφραση της Google, τότε στην πρώτη πρόταση (Мануил Панселин […] византийский живописец, иконописец Палеологовского периода.) η λέξη «иконописец» μεταφράζεται ως «house painter»! Αυτό το «house» από πού ξεφύτρωσε; Το τέλος της πρότασης («Палеологовского периода»), δεν περιέχει τη λέξη «οίκος», δεν σημαίνει «του οίκου των Παλαιολόγων» για να πεις ότι ξέφυγε από κει ο «οίκος» κι ήρθε μπροστά.

    Η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω είναι ότι το πρόθεμα иконо- θεωρήθηκε από κάποιον ότι δεν βγαίνει απ’ την «εικόνα», αλλά απ’ τον «οίκο» κι έτσι το μετέφρασε λάθος σε κάποιο γλωσσάρι που αργότερα χρησιμοποιήθηκε στην αυτόματη μετάφραση της Google.

    Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 24 Μαρτίου 2012 @ 11:58 μμ

  6. katabran σού ανταποδίδω τις ευχαριστίες 🙂 αλλά πόσο αργεί; το ‘χω ξανακούσει αυτό και μ’ ανησυχεί 😦

    Σχόλιο από χαρη — 25 Μαρτίου 2012 @ 5:08 μμ

    • καλησπέρα Χάρη!
      μην ανησυχείς πια…
      σφαίρα «έγινες»!
      🙂

      Σχόλιο από katabran — 25 Μαρτίου 2012 @ 8:31 μμ

      • ε άμα το λες εσύ, να ησυχάσω!

        (ξαναφχαριστίες πάντως)

        καλό βράδυ 🙂

        Σχόλιο από χαρη — 25 Μαρτίου 2012 @ 9:22 μμ

  7. Λύκε
    (#5) εγώ με τον γουγλομεταφραστή δεν βγάζω άκρη, και δεν τον αντέχω κιόλας – πιο εύκολα βρίσκουμε άνθρωπο να ξέρει ρώσικα! (έχει άραγε καμιά σχέση η ηχητική ομοιότητα «εικών* με *οίκο* ; (που μπορεί να επαναλαμβάνεται και στα ρώσικα ; – αγνοώ -)

    (#4) πολύ σ’ ευχαριστώ για τα βίδεα τού χόκνεϋ σχετικά με το βιβλίο του (ο χόκνεϋ το ‘χει άλλωστε αυτό το χαρακτηριστικό, μόνο πρωτότυπα πράγματα λέει και κάνει – γι’ αυτό τον αγαπάμε!) έπρεπε να ‘χα παραπέμψει κι εγώ αλλά δεν είχα τον καιρό να το κοιτάξω και να ψάξω αν τό απόσπασμα που ανέφερα (για την αναπαραγωγή τού έργου τέχνης) ήταν από κει : έψαξα τώρα εξαιτίας σου! Λοιπόν είναι από άλλο του γραφτό…
    ίσως την έκδοση στον thames & hudson – δεν το βρίσκω σήμερα –

    πάντως, αυτό στο οποίο επιμένω είναι πως η αρχαία και μεσαιωνική ζωγραφική στον ελληνικό χώρο δεν έχει σχέση με τις αντίστοιχες αλλού (ούτε καν στα αιγυπτιακά φαγιούμ) (μπορούμε να βρούμε μια μικρή ομοιότητα στη νότια ιταλία – τα ζωγραφικά τής πομπηίας μόνο – και στον μεσαίωνα συνεχίζει μια επίδρασή της – για λίγο – στη ζωγραφική τής βενετίας) – η υπόλοιπη ευρώπη έχει σκοτεινιά και φωτοσκίαση σε όλο τον μεσαίωνα και την αναγέννηση – δλδ πολύ πριν την ανακάλυψη τού αναγεννησιακού «σκοτεινού θαλάμου» που μελέτησε ο χόκνεϋ –

    με την ευκαιρία που μ’ έβαλες να ψάξω βρήκα εδώ μια σύγκριση που κάνει ενός βυζαντινού με τον βαν γκογκ! (ενδιαφέρον ε;)

    όλο δουλειές μού βάζεις Λύκε αλλά μ’ αρέσει καταβάθος – σού ‘χω υποσχεθεί και μια σολωμική, δεν την ξεχνάω 😉

    Σχόλιο από χαρη — 25 Μαρτίου 2012 @ 6:00 μμ

    • Το house painter εξηγείται πολύ απλούστερα απ’ ό,τι νόμιζα: η μεταφραστική μηχανή συγχέει τον ζωγράφο με τον μπογιατζή.

      Η σύγκριση μεταξύ του βυζαντινού Χριστού και του πορτραίτου που φιλοτέχνησε ο Van Gogh είναι πολύ ενδιαφέρουσα και συμπτωματικά σ’ αυτήν ακριβώς είχα παραπέμψει κι εγώ στο πρώτο μου σχόλιο!

      Έψαξα κι εγώ στον Ιστό και βρήκα μιαν ενδιαφέρουσα έκθεση της Hockney-Falco thesis, όπως λέγεται, καθώς και μια παρουσίαση απ’ τον Charles Falco.

      Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 28 Μαρτίου 2012 @ 5:09 μμ

      • εδώ που τα λέμε Λύκε, η σύγχυση (περί ζωγράφου/ μπογιατζή) είναι διαχρονική και διεθνής 😦
        (άρα για μια φορά τουλάχιστον ο γουγλομεταφραστής αθώος τού αίματος!)

        ναι, τη θυμάμαι τη σύγκριση στο βίδεο που έστειλες, γενικά κάνει εντύπωση…
        αλλά μέ βάζεις να σκέφτομαι κι άλλα (τό’χεις αυτό το χούι λοιπόν…) : πχ, (και μερσώ για τά νέα λίνκ) μπορεί να γίνει ολόκληρο ποστ, σκέφτομαι, όχι μόνο για τις σχέσεις τού ιμπρεσιονισμού με αρχαίες *μη δυτικές* ζωγραφικές παραδόσεις *που δεν είχαν φωτοσκίαση* (ο βαν γκογκ λάτρευε τη γιαπωνέζικη ζωγραφική, πχ) (και το θέμα τής έλλειψης φωτοσκίασης στα κινέζικα το θίγει κι ο χόκνεϋ στο βιβλίο του – λέει για μια κινέζα που τη ρώτησε «γιατί δεν έχετε στη ζωγραφική σκιές» και τού απάντησε «ξέρω γω; δεν χρειάζονται») αλλά και για το άλλο που εμένα μ’ απασχολεί τώρα περισσότερο, με την ευκαιρία τών συνδέσμων που μού ‘στειλες κυρίως : ότι δλδ ο χόκνεϋ έκανε όλη αυτή τη δουλιά στο secret knowledge για να βρει τις ριζες τού νατουραλισμού στη δυτική ζωγραφική, ένας ανθρωπος που *μόνο έτσι* δεν (κατα)δέχτηκε να ζωγραφίσει ποτέ του!

        Σχόλιο από χαρη — 30 Μαρτίου 2012 @ 8:51 μμ

        • Η σύγκριση ζωγραφικών παραδόσεων θα ήταν πράγματι πολύ ενδιαφέρουσα.

          Στο ντοκυμαντέρ λέει ότι την προοπτική την ανακάλυψε ο Brunelleschi στην Αναγέννηση. Απ’ την άλλη, η αρχαία τοιχογραφία που παραθέτεις διαθέτει τουλάχιστον βάθος (ή έστω την εντύπωση του βάθους), δεν ξέρω όμως αν διαθέτει και προοπτική (με σημεία φυγής κτλ.). Ξέρουμε αν κι οι Αρχαίοι είχαν ανακαλύψει την προοπτική; Θυμάμαι ότι ο Τσαρούχης γράφει σ’ ένα βιβλίο του ότι οι Αρχαίοι πήραν απ’ την προοπτική ό,τι χρειάζονταν, δηλαδή ήταν επιλεκτικοί. Αυτό θα μπορούσε να ερμηνευτεί ότι πήραν το βάθος, αλλά απέρριψαν π.χ. τα σημεία φυγής.

          Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 1 Απριλίου 2012 @ 12:34 μμ

          • νομίζω ότι ο τσαρούχης, λύκε, το είπε πολύ καλά ( : παρόλο που ήταν, ζωγραφικά να πούμε, επηρεασμένος από τά μετά-βυζαντινά)
            το ζήτημα τής προοπτικής είναι τεράστιο – θα’χαμε να συζητάμε για μήνες – εγώ βρίσκω καταπληκτική μια δουλειά που ‘χει κάνει ο χόκνεϋ γι’ αυτήν – σ’ ένα βιβλίο του που δεν το έχω εδώ τώρα, και δεν βρίσκω τίποτα συναφές στο νετ (όχι πάντως τη «μυστική γνώση» : πολύ προηγούμενο, όπου αναλύει τό ζήτημα με αφορμή τή δικιά του («μη») προοπτική) – αλλά είναι *άλλη* συζήτηση, μπορεί να τα πούμε διεξοδικότερα άλλοτε (όλο δουλειές μού βάζεις 🙂 ) Κοίτα και τα μαίηλ σου, ε; 😉

            Σχόλιο από χαρη — 2 Απριλίου 2012 @ 5:40 μμ

  8. http://www.eikastikon.gr/xristianika/panselinos/index.html

    «Από το βιβλίο του Ι.Μ. Χατζηφώτη: Μακεδονική Σχολή, Η Σχολή του Πανσέληνου (1290-1320), Εκδ. Εθνικό Ίδρυμα Νεότητος, Αθήναι 1995».

    Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 25 Μαΐου 2012 @ 6:23 μμ

    • την είδα την έκδοση ψάχνοντας, αλλά πέρα από το ότι ο χατζηφώτης είναι αφερέγγυος ως προς τα καλλιτεχνικά (τουλάχιστον: για να μην πω για τα άλλα), η φωτογράφηση είναι κακή (σέ παραπέμπω σε όσα γράφω παραπάνω περί «αναπαραγωγής κλπ»)
      μ’ ευχαριστεί το ότι ασχολείσαι πάντως 🙂

      Σχόλιο από χαρη — 25 Μαΐου 2012 @ 8:36 μμ

      • Άσε, πριν πάω στον Πανσέληνο ήμουν στον Ρουμπλιώφ κι έγραφε πως ό,τι έχει σωθεί είναι επιχρωματισμένο από νεότερους αγιογράφους, διότι τα χρώματα που χρησιμοποιούσαν τον καιρό του Φεοφάν Γκρεκ και του Ρουμπλιώφ δεν άντεχαν στο χρόνο! Δηλαδή υπάρχουν και χειρότερα απ’ τη ρεπροντυξιόν που δεν μπορεί ν’ αποδώσει πιστά τα χρώματα του πρωτοτύπου.

        (Είχ’ ακούσει μια ιστορία για κάποιους που έπρεπε να τυπώσουν ένα λεύκωμα με πίνακες του Τσαρούχη. Το ροζ του Τσαρούχη τους έβγαινε καφέ. Έβγαλαν όλη τη νύχτα στο πιεστήριο δοκιμάζοντας τα πάντα, μέχρι που το χάραμα τα κατάφεραν να τυπώσουν ένα αξιοπρεπές ροζ και πήγαν για ύπνο).

        Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 25 Μαΐου 2012 @ 8:47 μμ

        • σίγουρα υπάρχουν και χειρότερα! αρκεί να ψάξουμε πόσα έχουν ασβεστωθεί ή επιζωγραφιστεί και στα δικά μας (παλιά εκκλησάκια πριν το 1300) – όχι επειδή δεν φαινόντουσαν καλά, αλλά επειδή *παρα*φαινόντουσαν –

          ναι, ο (πολύ ωραίος και πολύ προσωπικός) αντρέι ρουμπλιώφ ήταν ίσως μαθητής τού θεοφάνη τού κρητικού, και μάλλον έμαθε διάφορα, τεχνικής φύσεως (δεν τού μοιάζει σε τίποτ’ άλλο) – απ’ αυτόν – ο οποίος πάντως δεν ήταν βυζαντινός – καλό είναι να θυμόμαστε (σίγουρα δεν το μαθαίνουμε σε κανένα σχολείο, και τα έχουμε έτσι όλα αχταρμά στο κεφάλι μας) πως αυτή η ζωγραφική (και τού θεοφάνη, και τού ρουμπλιώφ) είναι μεταβυζαντινή (αντίθετα τής μακεδονικής σχολής έχουμε ζωγράφους σέρβους (τα λεγόμενα «σερβικά κονδύλια»)

          πάρε τώρα κι ένα δωράκι, μια που επανέφερες τη συζήτηση 🙂

          (φαντάζομαι έχεις δει την ταινία : )

          Σχόλιο από χαρη — 25 Μαΐου 2012 @ 10:18 μμ

  9. Τι ξέρουμε για την τεχνική των δύο ζωγράφων; Είχ’ ακούσει ότι ενώ η βυζαντινή ζωγραφική τεχνική επιτάσσει τη ζωγραφική μ’ επάλληλες στρώσεις χρώματος, ο Ρουμπλιώφ ζωγράφιζε την εικόνα κατευθείαν σε μία στρώση και ψάχνουν να βρουν πώς τα κατάφερνε κτλ. Ο Φεοφάν τι τεχνική είχε; Ξέρω ότι υπάρχουν βυζαντινά εγχειρίδια ζωγραφικής με συνταγές για το ζωγράφισμα κάθε αγίου, αλλά δεν έχω βρει κάποιο να το διαβάσω.

    Για τη Μακεδονική Σχολή έχω διαβάσει μόνο σ’ ένα βιβλίο του Γεράσιμου Κακλαμάνη την κατηγορία ότι την αποκαλούμε «Μακεδονική» αποκρύπτοντας ότι οι ζωγράφοι της ήταν Σέρβοι. Την έκφραση «σερβικά κονδύλια» δεν την είχα ξανακούσει. Την έψαξα στη Google και οι φόβοι μου επιβεβαιώθηκαν: τ’ αποτελέσματα αναφέρονταν αποκλειστικά σε χρηματικά κονδύλια.

    Την ταινία την γνωρίζω κι όταν διάβασα ότι τα χρώματα δεν είναι του Ρουμπλιώφ, αλλά μεταγενέστερα, το μυαλό μου πήγε κατευθείαν στην τελική σεκάνς της ταινίας, την μόνη έγχρωμη, όπου ο Ταρκόφσκυ δεν δείχνει τις εικόνες ολόκληρες, αλλά επιμένει σε χρωματικές λεπτομέρειες, τόσο μικρές λεπτομέρειες, που συχνά δεν καταλαβαίνεις τι αντικείμενο εικονίζεται. Και νά προέκυψε ότι τα πορτοκαλιά, τα μπλε, τα γαλάζια, τα πράσινα, τα χρυσαφιά, δεν είναι του Ρουμπλιώφ!

    Α, στον Independent είχα διαβάσει πως τα περί μακροζωΐας του Ρουμπλιώφ ήταν εσκεμμένος μύθος:

    But historians say that his old age was a myth dreamt up by Soviet academics who were desperate to save religious relics and churches from demolition by an atheist Communist Party in the 1950s. The experts declared that he was born in 1360 so as to mark the 600th anniversary of his birth in 1960, an attempt to make it harder for Soviet politicians to sanction the destruction of world-recognised religious works of art.

    Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 25 Μαΐου 2012 @ 11:59 μμ

  10. δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα…
    επαναλαμβάνω ότι στην περίπτωση αυτή (τού θεοφάνη, τού ρουμπλιώφ, και – βεβαίως, αλλά υπό ειδικούς όρους – τού γκρέκο) μιλάμε για μεταβυζαντινή ζωγραφική και όχι για βυζαντινή

    γι’ αυτήν τη (μεταβυζαντινή) ζωγραφική έχουμε το έργο τού διονύσιου εκ φουρνά που γράφτηκε περί το 1700+, και που (ως συνήθως, με την εδώ ασχετοσύνη) θεωρείται εγχειρίδιο βυζαντινής ζωγραφικής ενώ αφορά (ως συνήθως!!) την μεταβυζαντινή. Βλέπω στο γουγλ ότι κυκλοφορεί μια νέα έκδοση (εγώ έχω μια παλιότερη) ( εδώ )

    αυτά που λες για τις «στρώσεις» κτλ έχουν να κάνουν με την τεχνική τού φρέσκο (δλδ τής τοιχογραφίας) Δεν έχω εγκύψει ιδιαίτερα, όπως δεν ξέρω και πολλά ( = τίποτα, πέραν τής ταινίας τού ταρκόφσκυ) για τή ζωή τού ρουμπλιώφ

    το βιβλίο τού κακλαμάνη που λες δεν το έχω υπόψη – πάντως τα λεγόμενα «σερβικά κονδύλια» περιλαμβάνουν ζωγράφους μικτής καταγωγής πολλοί από τους οποίους ήτανε έλληνες που δούλευαν στα μέρη τής σερβίας (στον ελληνικό μεσαίωνα, δλδ το βυζάντιο, μην ξεχνάς ότι η μακεδονία ήταν πολύ μεγάλος χώρος), ξέρω μόνο την οικογένεια τών «μαστραπάδων» – εξαιρετικοί ζωγράφοι και μπορεί εύκολα να τους μπερδέψει κανείς με τον πανσέληνο! (ένας φίλος μου ζωγράφος μού’χε δώσει κάποτε φωτογραφίες από έργα τους αλλα δεν τα βρίσκω τώρα να σού τα στείλω – μπορεί στο μέλλον… 🙂 )

    όταν μιλάμε πάντως ( = πχ ας πούμε εγώ, εδώ) για διαφορές μεταξύ βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης (δλδ κάτι που στο «δυτικό» ιδίωμα θα μεταφράζαμε σε «διαφορές μεταξύ μεσαιωνικής και αναγεννησιακής») δεν αναφερόμαστε τόσο στην τεχνική τού φρέσκο (κ.ά) όσο στην διαφορετική χρωματική αντίληψη – νομίζω το’κανα σαφές μιλώντας στο ποστ για «ιμπρεσιονισμό»

    και περισσότερα σημαίνουν άλλο ποστ! καληνύχτα 😀

    Σχόλιο από χαρη — 26 Μαΐου 2012 @ 1:45 πμ

    • Αν ο Ρουμπλιώφ είχε χρησιμοποιήσει την τεχνική του φρέσκο, τότε τα έργα του θα είχαν αντέξει στο χρόνο. Κάτι άλλο συμβαίνει λοιπόν.Οι Τούρκ’ όνταν εκούρσευαν την Πόλ’ την Ρωμανίαν
      επάτνανε τα εγκλησιάς και παίρναν τα εικόνας
      επαίρνανε χρουσά σταυρά κι αργύρεν μαστραπάδες
      επήραν και την μάνα μ’ σ’ εμέν έμποδος έτον

      Η ζωή του Ρουμπλιώφ είναι επινόηση του Ταρκόφσκυ. Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τον Αντρέι.

      Τα βιβλία του Γεράσιμου Κακλαμάνη έχουν την ίδια δομή μ’ αυτά του Χρόνη Μίσσιου, δηλαδή αν ψάχνεις κάτι μόνο από τύχη θα το βρεις (ενώ στο μεταξύ θα βρεις πολλά άλλα ωραία πράγματα, που όμως δεν τα έψαχνες). Δεν έχω δοκιμάσει να ψάξω για κάτι που δεν θέλω, ώστε να βρω αυτό που θέλω.

      Τους μαστραπάδες δεν τους ξέρω. Ούτε και το Διαδίκτυο τους ξέρει. Πάντως η λέξη είναι τουρκαραβική, άρα μάλλον μετά την Άλωση δραστηριοποιήθηκαν:

      Οι Τούρκ’ όνταν εκούρσευαν την Πόλ’ την Ρωμανίαν
      επάτνανε τα εγκλησιάς και παίρναν τα εικόνας
      επαίρνανε χρουσά σταυρά κι αργύρεν μαστραπάδες [= οι επιτραπέζιες κανάτες που χρησιμοποιούνταν για το σερβίρισμα ποτών]
      επήραν και την μάνα μ’ σ’ εμέν έμποδος [= έγγυος] έτον

      Μια ανάρτηση για τις διαφορές μεταξύ βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής θα ήταν πράγματι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα!

      Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 26 Μαΐου 2012 @ 2:00 μμ

      • είπαμε, οι Μαστραπάδες είναι οικογένεια ζωγράφων (τής μακεδονικής σχολής) (άμα βρω τις φωτογραφίες που σού’λεγα θα σού στείλω…)

        πειραματα με την τεχνική έκανε και ο Λεονάρντο, και γι’ αυτό κι αυτουνού πολλά (μισο)καταστράφηκαν ( : χοντρικά, στην τοιχογραφία το κόλπο είναι τό χρώμα να μπαίνει μαζί με τη βάση (ένα είδος επίστρωσης) τού τοίχου και να στεγνώνουν μαζί, αν ο τοίχος στεγνώσει και μετά ζωγραφιστεί, και μάλιστα με τα χρώματα εκείνης τής παλιάς εποχής που δεν ήταν ιδιαίετρα ανθεκτικά όπως φάνηκε (στην πραγματικότητα ήταν ένα είδος τέμπερας (δηλαδή νερομπογιάς) με αυγό, τα «λάδια» δεν υπήρχαν ακόμα) τότε η ζωγραφική με τον καιρό (όπως αποδείχτηκε κιόλας περίτρανα δυστυχώς) ξεφτάει…

        για τις διαφορές ήδη είπα μερικά στο ποστ (ή μήπως δεν είπα αρκετά; βαριέμαι να το ξαναδιαβάσω 😦 ) περισσότερα απαιτούν μελέτη! 😀

        σ.μ. ( = σημείωση μπλογκέρισας 🙂 ) : η άγνοια, ή η αποσιώπηση, ή η έλλειψη πρωτότυπης ματιάς πάνω στον ελληνικό μεσαίωνα (και φυσικά και την τεχνη του) από τη μεριά τών άμεσα ενδιαφερόμενων, δλδ τών ελλήνων, είναι απόρροια πολλών παραγόντων, ένας από τούς οποίους είναι η βλακώδης αντίληψη τής έως τώρα καθημάς αριστεράς να θεωρεί τον ελ μεσαίωνα κακό πράγμα!

        Σχόλιο από χαρη — 26 Μαΐου 2012 @ 3:41 μμ

        • Βέβαια ο ψιλοάσχετος Dan Brown αποκαλεί στο βιβλίο του The Da Vinci Code τον μισοεξαχνωμένο Μυστικό Δείπνο «the most famous fresco in the history of art». 🙂 Μακάρι να ήταν φρέσκο! Πάντως απ’ την ιστορία με τη συντήρηση (ή καταστροφή) των τοιχογραφιών της Capella Sistina έμαθα ότι υπάρχουν δύο τεχνικές φρέσκο: al fresco (αυτή που λες εσύ) και al secco (αφού έχει στεγνώσει η βάση). Στη γερμανική Wikipedia γράφει ότι ο Μυστικός Δείπνος έγινε al secco, οπότε είναι «the most famous secco in the history of art»!

          Ωραία θα ήταν μια ανάρτηση με αντιπαραβολή δειγμάτων βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής: «Προσέξτε τα βυζαντινά χρώματα στο μανδύα και συγκρίνετέ τα με αυτά εδώ τα εξπρεσιονιστικά χρώματα του Πανσέληνου». Όσο για τη μελέτη: τ’ ἀγαθὰ κόποις κτῶνται (εκτός κι αν δεν είσαι αυτός που γράφει το άρθρο, αλλ’ αυτός που απλώς το διαβάζει απολαμβάνοντας το καφεδάκι του 🙂 ).

          Χρωστάμε στον Umberto Eco (μπορεί και σε άλλους, δεν ξέρω) την αποκατάσταη του Δυτικού Μεσαίωνα απ’ τις διαβολές του Διαφωτισμού. Φαντάζομαι η Ahrweiler έχει ανάλογη συμβολή στα καθ’ ημάς. Γιατί δεν βάζεις κι εσύ ένα χεράκι; Αν είσαι αριστερή, κόβω το κεφάλι μου ότι είσαι ρεβιζιονίστρια. 🙂

          Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 26 Μαΐου 2012 @ 4:10 μμ

  11. σου’χα γράψει μια μεγάλη απάντηση και την έχασα (κάτι δεν πάει καλά τελευταία με την γουώρντπρες) άντε να δω τώρα πότε θα’χω καιρό και υπομονή να την ξαναγράψω 👿

    Σχόλιο από χαρη — 26 Μαΐου 2012 @ 4:42 μμ

    • Λυπάμαι πολύ! Ξέρω πώς νοιώθεις!

      Ένας τρόπος αποφυγής του προβλήματος είναι να γράφεις την απάντηση σ’ έναν διορθωτή κειμένου (στο Word, στο Wordpad, στο Notepad, ό,τι σε βολεύει), να τη σώζεις ανά τακτά διαστήματα και στο τέλος να την επικολλήσεις.

      Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 26 Μαΐου 2012 @ 4:51 μμ

      • γράφαμε συγχρόνως, θα δεις το παρακάτω

        (το’χω σκεφτεί αυτό που λες και κάθε φορά βαριέμαι, αλλά μάλλον πρέπει να το καθιερώσω! 🙂 )

        Σχόλιο από χαρη — 26 Μαΐου 2012 @ 5:16 μμ

  12. άντε να προσπαθήσω τώρα γιατί δεν θα μπορέσω να δουλέψω σήμερα αν το’χω κι αυτό μπροστά μου σαν εκκρεμότητα 😉

    έλεγα – νομίζω – λοιπόν ότι:

    σχετικά με τον νταν μπράουν και το φρέσκο, να έχουμε υπόψη ότι έχει καθιερωθεί γενικά στους μη ειδικούς να ονομάζεται «φρέσκο» η τοιχογραφία ασχέτως τών τεχνικών λεπτομερειών και ότι ο λεονάρντο γενικά έκανε πολλά πειράματα, και φυσικό είναι σε πολλά απ’ αυτά να απέτυχε – κάπου είχα διαβάσει και για το πώς ανακαλύφτηκε το «λάδι» στη ζωγραφική (νομίζω από τους φλαμανδούς: πράγμα εντελώς τυχαίο, ούτε καν πείραμα, κάποιος ζωγράφισε με χρώμα ανακατεμένο με το βερνίκι που χρησιμοποιούνταν τότε…)

    για τ’ αγαθά που κτώνται κόποις έλεγα ότι αυτό (θα έπρεπε να) είναι δουλειά κυρίως τών τεχνοκριτικών στην ελλάδα, οι οποίοι όμως αρκούνται να παπαγαλίζουν και να αντιγράφουν τα ήδη (στη δύση) καθιερωμένα – και ότι στην πραγματικότητα η αρχαία ελληνική και μεσαιωνική παράδοση στις τέχνες δεν συμπεριλήφτηκε ποτέ στην ευρωπαϊκή παράδοση (εδώ δεν συμπεριλαμβανότανε η χώρα… – πράγμα που κινδυνεύει να ξαναγίνει, όπερ και έδει δείξαι): αν κάνει κάποιος αυτή τη δουλειά, η ιστορία τής (δυτικής) ζωγραφικής θ’ αλλάξει αρκετά (το πιστεύω απόλυτα), αλλά δεν είμαι η πλέον κατάλληλη καθώς η δικιά μου σχέση με τη ζωγραφική είναι πάρεργο, και ό,τι ξέρω το ξέρω από ανθρώπους που ασχολήθηκαν επαγγελματικά αλλά είναι περίπου άγνωστοι, ή χαμένοι ( = νά, αυτό είναι θέμα σίγουρα για μελλοντικό ποστ!)

    στην αποκατάσταση τού μεσαίωνα ο Έκο νομίζω έρχεται τρίτος και καταϊδρωμένος (χωρίς να τον υποτιμώ, είναι συμπαθητικότατος συγγραφέας), έχει προηγηθεί (με πολύ συστηματικότερο – και ανατρεπτικότερο – και επιστημονικότατο – έργο) ο Φουκώ, αλλά ήδη προηγείται όλων ο Σταντάλ ο οποίος προειδοποιούσε σε κάποιο του άρθρο (ως γνωστόν αρθρογραφούσε κιόλας μετά μανίας) ότι «όταν ο κύριος Φ. δημοσιέψει το έργο του θα μάθετε πολλά για το πόσο ωραία εποχή ήταν ο μεσαίωνας» – κύριος Φ, ήταν ο Φωριέλ ο οποίος κάθισε κι έμαθε κιόλας (νέα) ελληνικά για να μαζέψει να καταγράψει και να διασώσει τα μεσαιωνικά δημώδη μας τραγούδια, αυτά που σήμερα ξέρουμε ως δημοτικά) – αλλά για την κατασυκοφάντηση τού μεσαίωνα δεν ευθύνεται τόσο ο διαφωτισμός όσο πρωτίστως η αναγέννηση (ο φουκώ εξηγεί τούς λόγους…)

    να απολαύσεις το καφεδάκι σου, και να μην κόψεις το κεφάλι σου για το ρεβιζιονίστρια (ισχύει, ή τουλάχιστον ίσχυε όταν είχε ακόμα νόημα 😛 )

    αυτά Λύκε – αν ξέχασα τίποτα, peccavi, mea culpa και καλημέρα σας

    Σχόλιο από χαρη — 26 Μαΐου 2012 @ 5:14 μμ

  13. κι εγώ επίσης
    και mitto te navem sine puppi proraque

    (και κάπου εδώ μού τελειώνουν τα λατινικά : Ave!) 🙂

    Σχόλιο από χαρη — 27 Μαΐου 2012 @ 4:36 μμ

    • Δεν γνώριζα τον γρίφο του Κικέρωνα. Το Διαδίκτυο να ‘ναι καλά που ξελασπώνει τη solide Halbbildung μου. 🙂

      Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 27 Μαΐου 2012 @ 4:55 μμ

      • γιατί, ήξερα εγώ ότι είναι τού κικέρωνα; μού τό’χε γράψει ένας φίλος μου, (πολύ καλός!) φιλόλογος κάποτε σ’ ένα γράμμα κι είπα να κάνω λίγη φιγούρα 😆
        αφού μέ κόμπλαρες με το te absolvo σου και μ΄έστειλες να ψάχνω! 😛

        Σχόλιο από χαρη — 28 Μαΐου 2012 @ 4:18 μμ

        • 🙂

          Το λένε οι καθολικοί παπάδες στην εξομολόγηση. Το είχα μάθει απ’ την τρίτη συνέχεια του Νονού (The Godfather) του Coppola. Στο Διαδίκτυο μεταφράζεται ως «σε συγχωρώ». Είναι όμως αυτό σωστό; Το «σε συγχωρώ» θα ήταν «te absolvo» σκέτο, χωρίς ego μπροστά, όπως άλλωστε και στα ελληνικά. Αυτό το «ego» το αντιλαμβάνομαι όχι όπως το γαλλικό «je», αλλά όπως το γαλλικό «moi», δηλαδή «εγώ, που είμαι ένας απλούς ιερεύς, σε συγχωρώ, αλλ’ αυτό δε σημαίνει ότι σε συγχωρεί και το αφεντικό μου στους ουρανούς, αν και φυσικά προσεύχομαι να δείξει έλεος». Τέλος πάντων, μ’ αυτήν την έννοια το έγραψα. Τι να λέει ο δυνατός φιλόλογος φίλος σου επ’ αυτού;

          Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 28 Μαΐου 2012 @ 4:29 μμ

          • δεν ξέρω τι λέει επ’ αυτού (θα τον ρωτήσω!) αλλά με την πολύ εύστοχη κτγμ παρατήρησή σου για το moi που λες, μού θύμισες μια άλλη (πολύ εύστοχη!) δικιά μου για το je est un autre τού ρεμπώ (που δεν έβαλε το moi, επίσης, διότι (κτγμ πάντα!) έκανε ένα καλαμπούρι με τα γαλλικά που είναι αμετάφραστο)

            άντε να κάνω μια αυτοαναφορά, μολονότι *ολόκληρο* το επιχείρημα υπάρχει στο *ολόκληρο* κεφάλαιο, τού βιβλίου, που δεν περιέχεται στο ποστ 😳 )

            Σχόλιο από χαρη — 28 Μαΐου 2012 @ 4:52 μμ

            • Στην αρχή νόμιζα ότι το ιστολόγιό σου πήρε προαγωγή κι από .wordpress.com έγινε .gr. Μετά είδα ότι είναι σημειωματάριο τεχνών και ουχί κήπων. Ωραία, γιατί μου αρέσει να ψάχνω σε ξένα σημειωματάρια. 🙂

              Τα συμφραζόμενα του ego te absolvo έχουν ως εξής: ο Πάπας ρωτά τον Νονό αν θέλει να εξομολογηθεί. Εκείνος δέχεται και, μετά τα συνηθισμένα (κεράτωσα τη γυναίκα μου κτλ), μπαίνει στο ψητό: I killed my own brother, I killed my father’s son, I killed my mother’s son και τον πιάνουν τα κλάματα. Ο Πάπας τού λέει: «Τα εγκλήματά σου είναι φρικτά· παρ’ όλ’ αυτά εξακολουθεί να είναι δυνατόν να λυτρωθείς. Ξέρω όμως ότι δεν θα δεχτείς ν’ αλλάξεις τη ζωή σου έτσι ώστε να λυτρωθείς. Ego te absolvo in nomine Patris et cetera». Του λέει λοιπόν ότι αν θέλει να λυτρωθεί, τότε πρέπει κι ο ίδιος να κάνει κάτι, και καπάκι έρχεται το ego te absolvo. Δεν ακούγεται σα να λέει «Από μένα την παίρνεις τη σφραγίδα στο συγχωροχάρτι· αλλά η δική μου σφραγίδα δεν αρκεί, χρειάζεται και του μεγάλου αφεντικού, κι εκείνη δεν πρόκειται να την πάρεις εύκολα.»;

              Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 28 Μαΐου 2012 @ 5:21 μμ

              • μερσί, έτσι το ακούω κι εγώ 🙂

                Σχόλιο από χαρη — 28 Μαΐου 2012 @ 5:43 μμ

  14. hockney

    Σχόλιο από χαρη — 30 Μαΐου 2012 @ 9:06 μμ

    • το παραπάνω σχέδιο τού χόκνεϋ ήτανε τεστ για το πώς μπαίνουν εικόνες στα σχόλια
      αλλά ωραίο είναι, και συναφές με το θέμα (συνεπώς τ’ αφήνω)

      (σ’ αυτό με βοήθησε η κουήνι)

      Σχόλιο από χαρη — 30 Μαΐου 2012 @ 9:10 μμ

      • Μπορείς να κάνεις και το εξής:
        1) γράψε ένα σχόλιο με οποιοδήποτε περιεχόμενο, π.χ. «ασφασξδφάλσξφασ»·
        2) όταν δημοσιευθεί το σχόλιο, διάλεξε την «επεξεργασία» αυτού του σχολίου·
        3) ο διορθωτής που θα εμφανιστεί θα έχει κι ένα κουμπί «img», με το οποίο μπορείς να εισάγεις εικόνες χωρίς μαγικά ξόρκια σ’ HTML.

        Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 30 Μαΐου 2012 @ 9:17 μμ

        • ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών! (μερσί μπωκού Λύκε 😀 )

          αυτό όμως ισχύει μόνο για το δικό μου βλογ που λες, έτσι δεν είναι; δλδ δεν μπορώ να επεξεργαστω σχόλια στο δικό σου, το είπαμε αυτό 😉

          κάνω μια δοκιμή τώρα με τον δικό σου τρόπο:
          null

          τέλειο! danke schoen!

          Σχόλιο από χαρη — 30 Μαΐου 2012 @ 9:24 μμ

          • 🙂 🙂 🙂 Gern geschehen!

            Δυστυχώς και οι δύο τρόποι (της Κουήνι και ο «δικός» μου) εφαρμόζονται μόνο σε ιστολόγια στα οποία είσαι διαχειρίστρια. Δηλαδή αν έγραφες το αμπρακατάμπρα (<img source=»μπλαμπλα» description=»μπλιμπλι»> αν το θυμάμαι καλά) στο ιστολόγιο της Κουήνι, δεν θα έπιανε. Το ίδιο ισχύει για πίνακες, λίστες (αριθμημένες ή μη) και άλλα καλούδια.

            Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 30 Μαΐου 2012 @ 9:55 μμ

            • και gern gesehen υποθέτω! 🙂

              (αυτό κατάλαβα κι εγώ και από τα σημερινά πειράματα, αλλά μετά (αφού το σκέφτηκα καλύτερα) κι από το ότι όταν θέλησες να μού δείξεις εδώ φωτογραφία, έβαλες απλώς το url της και μ’ έστειλες εκεί!)

              Σχόλιο από χαρη — 30 Μαΐου 2012 @ 10:39 μμ

              • Πράγματι, μου άρεσε πολύ η εκλογή της εικόνας!

                (αυτό κατάλαβα κι εγώ και από τα σημερινά πειράματα, αλλά μετά (αφού το σκέφτηκα καλύτερα) κι από το ότι όταν θέλησες να μού δείξεις εδώ φωτογραφία, έβαλες απλώς το url της και μ’ έστειλες εκεί!)

                Αν «ο κοινός νους είναι το καλύτερα μοιρασμένο πράγμα στον κόσμο», τότε γιατί μου κάνει εντύπωση όταν διαβάζω ένα λογικό συμπέρασμα; Ε, Καρτέσιε;

                Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 31 Μαΐου 2012 @ 12:27 πμ

                • εχμ, γιατί με βάση την *κοινή* πείρα, δεν δικαιούμεθα δια να το πάρουμε απόφαση ότι είναι
                  (τό «καλύτερο» 😆 )

                  Σχόλιο από χαρη — 31 Μαΐου 2012 @ 12:31 πμ

  15. πολύ χορταστική ανάρτηση Χάρη (και τα σχόλια επίσης)
    ως προς το θέμα της έμφασης στο κιαροσκούρο κι όχι στο χρώμα, έχει να κάνει μάλλον και με την έμφαση στον «νόμο» (στη λογική, στα όρια) κι όχι στο συναίσθημα.αλλά μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για τέτοια ζητήματα
    ευχαριστώ πάντως και πάλι για το μικρό θησαυρό που μας απέθεσες
    χ

    Σχόλιο από xtina — 2 Ιουλίου 2012 @ 1:16 μμ

    • Χριστίνα οι ευχαριστίες είναι πρώτ’ απ’ όλα δικές μου
      γιατί σχόλιο τέτοιο από σένα σχετικό με τη ζωγραφική έχει άλλη αξία!

      (σίγουρα το πράγμα σηκώνει μεγαλύτερη έρευνα, έχω πάντως την εντύπωση ότι η εμμονή στο κιαροσκούρο, πέρα από την εγγενή «μεταφυσικότητα» (κι εδώ μπαίνει σίγουρα μια έννοια τού «νόμου» που λες) στη δυτική ζωγραφική, είχε να κάνει και με το φως – το ότι, ώς τον ιμπρεσιονισμό δλδ, ζωγραφίζανε σε εσωτερικούς χώρους – (βλέπουμε πώς «πάλεψαν» το πράγμα κάποιοι φλαμανδοί (όπως ο βερμέερ) που βάζουν το φως απ’ το παράθυρο (στην κυριολεξία!) ζωγραφίζοντας όμως ακριβώς κοσμικά θέματα)

      Σχόλιο από χαρη — 2 Ιουλίου 2012 @ 4:31 μμ

  16. Όσον αφορά το «Πνεύμα που μισεί την ύλη», τί σκατά, σε προτεστάντικα κατηχητικά σας έστελναν; Το Πνεύμα αυτό καταδέχτηκε να ΓΙΝΕΙ σάρκα και ύλη. Να γίνει χέρια, πόδια, σάλια, κάτουρα για να σώσει ρεμάλια σαν εσάς και σαν εμένα.
    Ξεχνάτε επίσης ότι τα αβατοκαθίκια που λέτε και ο Μανουήλ σας, στον ίδιο Θεό πιστεύαν. Η ίδια φλόγα που έφερε τα καθίκια σας στο Όρρος, έκανε τον Μανουήλ να δημιουργήσει το μεγαλείο του Πρωτάτου. Πως να καταλάβεις τον Πανσέληνο αν δεν μπορείς να καταλάβεις το πάθος (πάθος και όχι κούφιοι νεοφιλελευθερισμοί σαν του κειμένου σας) που γέννησε μια τέτοια Τέχνη, τι απομένει; λίγο χρώμα και κάτι γραμμές…
    Τώρα για την μανία σας να επισκευθείτε το τρίτο πόδι, τι να πω, εμείς οι υπόλοιπες βολευόμαστε στα άλλα δύο -ιδιαιτέρως καλλίγραμμα πόδια- της Χαλκιδικής. Για άλλα εξαιρετικά δείγματα βυζαντινής Τέχνης (και συγγενούς τεχνοτροπίας) συνιστώ να επισκευθείτε τις παλιές εκκλησίες της Καστοριάς, τα οποία δυστυχώς καταστρέφονται καθώς δεν υπάρχουν χρήματατα για την συντήρησή τους. Κάντε την καρδιά σας πέτρα και έτσι και δείτε κανέναν παπά (σε εκκλησία θα είστε άλλωστε) βρίστε από μέσα σας με αυτές τις σύνθετες λέξεις που σας κάνουν να αισθάνεστε τόσο ιντελεκτουέλ.

    Σχόλιο από Ακ — 1 Απριλίου 2013 @ 10:49 μμ

  17. Ο David Hockney κάνει τέχνη στο iPad.

    Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 9 Απριλίου 2013 @ 10:43 μμ

    • ναι νομίζω είναι αρκετά παλιό του χούι (γενικά ο χόκνεϋ δοκιμάζει τά πάντα)

      (βέβαια στο λερώνει ο αποπάνω (δεν απαντώ (και κατά κανόνα δεν δημοσιεύω) ανώνυμα και διαφημιστικά (ή ανώνυμα και υβριστικά) σχόλια αλλά αυτός εδώ είναι πολύ χρήσιμος καθότι επιβεβαιώνει πλήθος παλιά και νέα επιχειρήματα για το ήθος αυτής τής κατηγορίας)

      Σχόλιο από χαρη — 25 Απριλίου 2013 @ 1:50 πμ

  18. Happy Birthday Mr. Hockney

    Σχόλιο από Ein Steppenwolf — 9 Ιουλίου 2013 @ 5:27 μμ

    • ελπίζω να τα γιόρτασε με τον γκόμενο της αρεσκείας του (έχει μεγαλώσει κι έχουν γίνει δύσκολα τα πράγματα, απ’ ό,τι τον διάβασα κάπου να λέει)

      Σχόλιο από χαρη — 11 Ιουλίου 2013 @ 2:29 μμ

  19. Όταν όλες οι γυναίκες της γης θα σκέπτονται σαν και εσένα θα έχει πεθάνει ο ελεεινός Χριστιανισμός !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

    Σχόλιο από Παναγής Αντωνόπουλος — 15 Μαΐου 2016 @ 3:25 μμ

    • καλωσήρθατε αισιόδοξε

      Σχόλιο από χαρη — 15 Μαΐου 2016 @ 6:35 μμ

  20. Reblogged στις agelikifotinou.

    Σχόλιο από ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΦΩΤΕΙΝΟΥ — 19 Ιανουαρίου 2018 @ 7:14 πμ


RSS feed for comments on this post.

Start a Blog at WordPress.com.