τό σημερινό από τά κείμενα άλλων που παραθέτω είναι παλιότερο – όμως μολονότι άλλα επίσης αφορούσε τότε που γράφτηκε, μού φαίνεται ότι στον πυρήνα του αφορά μονίμως μια σταθερή και ιθαγενή νοοτροπία που θα μπορούσε να περιγραφτεί επίσης μέσα από τή ρήση τού μαρξ για τόν άνθρωπο ως αστό – ότι δηλαδή «ο άνθρωπος αυτός είναι μια ζωντανή αντίφαση»… ξέρω, είναι βαρετό να επαναλαμβάνουμε τά γνωστά, αλλά τό πρόβλημα ανακυκλώνεται μονίμως, και μονίμως έτσι (κάποιους (λίγους)) προκαλεί : γιατί αυτός που ζει (και ανασαίνει) μέσω τής τσέπης του η οποία έχει αναχθεί στον πυρήνα τής συνείδησής του, και η οποία έχει υποκαταστήσει με τόν τρόπο αυτό και τό (αν υπήρξε ποτέ) πρόσωπό του, είναι ο ίδιος που θα σπρώξει τούς απογόνους του να σπουδάσουν γιατροί ή δικηγόροι και μετά να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά για να σπουδάσουν κι αυτά κάτι κερδοφόρο αντίστοιχο
και είναι αυτός που ενώ θα κοροϊδεύει μονίμως τόν γρουσούζη γείτονα που έχει τή λόξα να γράφει ποιήματα και τήν παλαβή γειτόνισσα που έχει τήν εξίσου ακατανόητη λόξα να μπογιατίζει τελάρα, θα διαθέτει, επίσης μονίμως, τήν ψυχολογική άνεση να πετάει τήν κορώνα όπου και όταν (τού) χρειαστεί, περί «τών φώτων τού πολιτισμού» που εκπορεύτηκαν από κάποιους παλιότερους εδώ, οι οποίοι είχαν ακριβώς τή λόξα να γράφουν ποιήματα και να μπογιατίζουν τοίχους – : όπως είναι ο ίδιος που θα διακηρύξει, όπου δει, με αυταρέσκεια ότι δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο τόν χρόνο (ή διαβάζει (θα μάς κάνει και τή χάρη) ένα) ( : πράγμα βέβαια χειρότερο καθώς αυτό τόν ανεβάζει αυτομάτως κι ένα σκαλί παραπάνω στο πάνθεο τής συλλογικής ενότητας τών ηλιθίων διαβασμένων)
κι ακόμα είν’ ο ίδιος που θα περιμένει απ’ τούς «διανοούμενους» κάθε φορά να είναι ό,τι αυτός εκλαμβάνει ως διανόηση μέσω τού ανέντυπου γυαλιού ή τών έντυπων εφημερίδων που παρακολουθεί – και δεν τού έκανε ποτέ παράσιτα η υποψία καν ότι αν υπάρχει αυτού τού είδους τό ζώο, σήμερα είναι (όπως και ήταν πάντοτε) χωμένο στο σπίτι του με τή γρουσούζικη μονήρη ακατανόητη και άκερδη μονομανία τού συγγραφέα τού ζωγράφου ή τού μουσικού που δεν έχει εκδότη μάνατζερ ατζέντη και γκαλερίστα – καθώς κι αυτοί (εκδότες μάνατζερ και γκαλερίστες) υπάγονται στην ίδια κατηγορία μ’ αυτόν, και τό πρόσωπό τους έχει γίνει κι εκείνων η τσέπη τους
περίεργο ζώο όντως ο αστός μας : «ξέρει» ότι ο κόσμος αποτελείται μόνο από αυτόν και τούς ομοίους του – κι όμως, πόσο εύκολα πιστεύει ότι και οι ανόμοιοι μπορούν επίσης να επιζήσουν στον κόσμο του : φτάνει να βγάζουν τόν σκασμό και να μιλάνε μόνο όταν θα τούς χρειαστεί ο ίδιος
τελικά έχει και κάτι τό ορθώς και θεμελιωδώς μεταφυσικό η σκέψη τού αστού μας…
τό παρακάτω κείμενο τού γεράσιμου λυκιαρδόπουλου γράφτηκε τό 2002 και βρίσκεται στο βιβλίο του «ο Κάντιος και τά Βαλκάνια» :
Πάνε κι έρχονται τά λύματα τής «πληροφόρησης» κατά τούς ανέμους τών προγραμμάτων και κατά τίς ανάγκες τών προγραμματιστών. Όσο για τίς πραγματικές ανάγκες, σκάβουν αλλού τά λαγούμια τους μεταθέτοντας τίς εκρήξεις τους στο μέλλον. Άλλοι θα πληρώσουν τίς φανφάρες τής εθνικής οπερέτας, άλλες κλάσεις θα κληθούν να αιμοδοτήσουν αυτά τά υπό μεγέθυνση μικρόβια οράματα.
Πάνε κι έρχονται τά λύματα. Η αμηχανία τών πωλητών «ειδήσεων» ανακυκλώνει τά «γεγονότα» και τά «θέματα» στην αγορά, ανακατεύει απ’ τήν αρχή τά χαρτιά τής τράπουλας σε μια προσπάθεια να ξαναζωντανέψει τό παιχνίδι – αλλά τά ψάρια είναι λιγότερα απ’ τά δολώματα στα κανάλια. Ο ανταγωνισμός εξαγριώνει τούς ψαράδες και τούς μετατρέπει σε κυνηγούς κεφαλών. Τό παιχνίδι χοντραίνει σε πόλεμο κι ο πόλεμος σε θέαμα. Σκανδαλοτρόφοι και σκανδαλοθρεμμένοι ανατέλλουν κάθε βράδυ στα «παράθυρα» τής ενημέρωσής μας απ’ όπου ωρύεται κερδαλέος και ξετσίπωτος ο λόγος τού Τίποτα. Και μέσ’ απ’ αυτόν τόν παρδαλό ορυμαγδό εκτοξεύεται και τό εμβριθές ερώτημα : «Γιατί σιωπούν οι διανοούμενοι;»
Τό ερώτημα, έτσι όπως τίθεται συνήθως, δεν είναι απλώς κούφιο, υποκριτικό, λαϊκιστικό και εισαγγελικό. Είναι προπάντων ψεύτικο, αφού δεν είναι δα και λίγοι οι διανοούμενοι που παίζουν τό παιχνίδι τού δημοκρατικού διαλόγου με τούς ενημερωτές τού λαού – οπότε θα μπορούσε ίσως κανείς να πει στους ερωτώντες : «Μή φτύνετε κόντρα στον άνεμο! Γιατί εσείς είστε οι διανοούμενοι».
μεταφράζω μερικές προτάσεις από αυτή τήν εισήγηση που ο μαρκούζε έκανε, στα πλαίσια ενός συνέδριου με θέμα «η διαλεκτική τής απελευθέρωσης» στο λονδίνο τό 1967 : τό παραπάνω βίντεο περιλαμβάνει μόνο τά πρώτα 8 λεπτά τής εισήγησής του
(«απελευθέρωση από τήν κοινωνία τής αφθονίας») – αλλά ολόκληρο τό κείμενο (στα αγγλικά) βρίσκεται εδώ
(θα μού πει βέβαια κανείς ότι η ίδια η διατύπωση απελευθέρωση από τήν κοινωνία τής αφθονίας σήμερα ηχεί και ειρωνικά και παράκαιρα, όταν η κοινωνία αυτή τείνει ιλιγγιωδώς πλέον να μετατραπεί σε «παγκόσμια κοινωνία τής αμεταμφίεστης φτώχειας» : ίσως όμως όχι τόσο ειρωνικά ούτε τόσο παράκαιρα αν σκεφτούμε τίς διαπιστώσεις ακριβώς και τού ίδιου τού μαρκούζε και τών συνεργατών του τής «κριτικής θεωρίας» για τά στοιχεία που καθορίζουν τό άτομο και τίς (αυτο)ματαιωνόμενες
κατά κανόνα δυνατότητές του να εξεγερθεί εγκαίρως και ριζοσπαστικά ενάντια στη μεταμφιεσμένη ευημερία του – περί αυτού
ακριβώς και τά αποσπάσματα από τόν «μονοδιάστατο άνθρωπο» που ακολουθούν, και θα ακολουθήσουν)
είμαι πολύ ευτυχής που βλέπω τόσα λουλούδια εδωμέσα, και γι’ αυτό θα ’θελα να σάς υπενθυμίσω ότι τά λουλούδια από μόνα τους δεν έχουν καμιά απολύτως δύναμη, άλλην από τή δύναμη τών ίδιων τών αντρών και τών γυναικών που τά φροντίζουν και τά προστατεύουν από τήν επιθετικότητα και τήν καταστροφή
σαν φιλόσοφος χωρίς ελπίδα, και για τόν οποίο η φιλοσοφία έγινε αξεχώριστη από τήν πολιτική, φοβάμαι ότι θα σάς βγάλω σήμερα έναν λόγο μάλλον φιλοσοφικό, οπότε ζητώ τήν επιείκειά σας. Θα μιλήσουμε για τή διαλεκτική τής απελευθέρωσης (που πιστεύω ότι σαν φράση είναι στην πραγματικότητα πλεονασμός, μια που η διαλεκτική όλη είναι μια απελευθέρωση) και για τήν απελευθέρωση όχι μόνο με τή διανοητική της σημασία, αλλά για τήν απελευθέρωση που αγκαλιάζει τό σώμα και τό μυαλό μαζί, τήν απελευθέρωση που αφορά ολόκληρη τήν ανθρώπινη ύπαρξη…
μιλώ εδώ για τήν απελευθέρωση από τήν κοινωνία τής αφθονίας, δηλαδή σαν να λέμε από τίς κοινωνίες τού προηγμένου καπιταλισμού. Τό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι η απελευθέρωση από μια κοινωνία φτώχειας, από μια κοινωνία σε κατάρρευση, ούτε καν στις περισσότερες περιπτώσεις από μια κοινωνία τρόμου, αλλά απελευθέρωση από μια κοινωνία που σε μεγάλο βαθμό έχει αναπτύξει τίς υλικές και ακόμα και τίς μορφωτικές και καλλιτεχνικές ανάγκες τού ανθρώπου…
αυτό σημαίνει πως έχουμε να κάνουμε με τήν απελευθέρωση από μια κοινωνία μέσα στην οποία η έννοια τής απελευθέρωσης δεν έχει καθόλου μαζική βάση…
πιστεύω πως όλοι μας (και θα χρησιμοποιώ αυτό τό «όλοι μας» καθ’ όλη τή διάρκεια τής ομιλίας μου) έχουμε διστάσει πολύ, έχουμε ντραπεί πολύ, ίσως κατανοητά ντραπεί, να επιμείνουμε στα ουσιώδη, στα ριζοσπαστικά στοιχεία μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, να επιμείνουμε στην ποιοτική διαφορά της από τίς κατεστημένες κοινωνίες…
έχουμε, για να τό πούμε έτσι, καταστείλει πολλά απ’ αυτά που θα ’πρεπε να ’χουμε πει, απ’ αυτά που θα ’πρεπε να ’χουμε τονίσει…
εάν σήμερα αυτά τά ουσιώδη χαρακτηριστικά, αυτά τά αληθινά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά που θα έκαναν τή σοσιαλιστική κοινωνία να είναι η οριστική άρνηση όλων τών κοινωνιών που έχουν υπάρξει μέχρι σήμερα, εάν αυτή η ποιοτική διαφορά σήμερα παρουσιάζεται σαν Ουτοπική, σαν ιδεαλιστική, σαν μεταφυσική, ε ακριβώς μ’ αυτήν τή μορφή πρέπει να εμφανίζονται αυτά τά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά : αν πρόκειται ν’ αποτελέσουν πράγματι τήν οριστική άρνηση τής κατεστημένης κοινωνίας…
ο βάλτερ μπένγιαμιν βάζει κάπου μαρτυρίες από τίς μέρες τής παρισινής κομμούνας : πως σ’ όλες τίς γειτονιές τού παρισιού άνθρωποι πυροβολούσαν τά ρολόγια πάνω στα κωδωνοστάσια τών εκκλησιών ή τίς στέγες τών ανακτόρων ή αλλού, εκφράζοντας μ’ αυτόν τόν τρόπο συνειδητά ή και μισοσυνείδητα τήν ανάγκη που ένιωθαν ο χρόνος κατά κάποιον τρόπο να σταματήσει : πως εκείνο τουλάχιστον τό κυρίαρχο, τό κατεστημένο συνεχές τού χρόνου έπρεπε να διακοπεί, κι ένας νέου είδους χρόνος να ξεκινήσει – θέλοντας έτσι να τονίσουν με κάθε τρόπο τήν ποιοτική διαφορά και τήν ολοκληρωτική ρήξη που έπρεπε να υπάρξει ανάμεσα στην παλιά κοινωνία και τήν καινούργια…
μ’ αυτήν τήν έννοια θα μ’ άρεσε να συζητήσω εδώ μαζί σας για τά καταχωνιασμένα (καταπιεσμένα) προαπαιτούμενα τής ποιοτικής αλλαγής. Λέω επίτηδες «τής ποιοτικής αλλαγής» και όχι «τής επανάστασης» γιατί έχουμε ήδη δει πάρα πολλές επαναστάσεις κατά τίς οποίες τό συνεχές τής καταστολής και τής καταπίεσης διατηρήθηκε, επαναστάσεις που αντικατέστησαν απλώς τό ένα σύστημα κυριαρχίας μ’ ένα άλλο. Πρέπει ν’ αποκτήσουμε συνείδηση τών ουσιωδώς νέων χαρακτηριστικών που θα συντελέσουν στο ν’ αποτελέσει η ελεύθερη κοινωνία τήν συγκεκριμένη τήν καθαρή άρνηση τών κατεστημένων κοινωνιών – και πρέπει ν’ αρχίσουμε να τά διαμορφώνουμε αυτά τά χαρακτηριστικά, χωρίς να μάς νοιάζει πόσο μεταφυσικοί, χωρίς να μάς νοιάζει πόσο Ουτοπικοί, και θα ’λεγα ακόμα χωρίς να μάς νοιάζει και πόσο γελοίοι μπορεί να φανούμε στα μάτια τών κανονικών ανθρώπων όλων τών παρατάξεων, και τής δεξιάς και τής αριστεράς…
απελευθέρωση σημαίνει και προϋποθέτει ν’ ανοίξει και να ενεργοποιηθεί μια βαθύτερη διάσταση στην ανθρώπινη ύπαρξη, αυτή η πλευρά της που βρίσκεται μαζί και κάτω από τήν παραδοσιακή υλική της βάση : όχι μια ιδεαλιστική διάσταση που βρίσκεται πάνω από τήν υλική της βάση και τήν περιφρονεί, αλλά μια διάσταση ακόμα πιο υλική από τήν υλική της βάση, μια διάσταση που αποτελεί τό θεμέλιο τής υλικής της βάσης
η έμφαση που δίνω σ’ αυτή τή νέα διάσταση δεν σημαίνει καθόλου ότι θέλω να βάλω στη θέση τής πολιτικής τήν ψυχολογία, αλλά μάλλον τό ακριβώς αντίθετο : σημαίνει τελικά ότι πρέπει να καταλάβουμε πως η κοινωνία έχει εισβάλει και στις βαθύτερες γωνιές και ρίζες τής ατομικής ύπαρξης, έχει καταλάβει ακόμα και τό ασυνείδητο τού ανθρώπου. Πρέπει να μπούμε στις ρίζες τής κοινωνίας καταδυόμενοι στα βάθη τών ίδιων τών ατόμων, τών ατόμων που, υποκείμενα στους μηχανισμούς τής κοινωνίας, σταθερά και μόνιμα αναπαράγουν τό συνεχές τής καταπίεσης ακόμα και στη διάρκεια τών μεγαλύτερων επαναστάσεων…
η διαλεκτική τής απελευθέρωσης, μετατρεπόμενη καθοδόν από ποσότητα σε ποιότητα, θα προκαλέσει, ας τό ξαναπώ, ένα ρήγμα σ’ αυτό τό συνεχές τής καταπίεσης, που φτάνει στη βαθύτερη διάσταση τού ίδιου τού ανθρώπινου οργανισμού…
τό εργαστηριακό πείραμα η επιστήμη κι η τεχνολογία θα μπορούσαν, αλλά και θα ’πρεπε κιόλας, να γίνουν ένα παιχνίδι με τίς ώς τώρα κρυμμένες – μεθοδικά κρυμμένες και μπλοκαρισμένες – δυνατότητες τών ανθρώπων και τών πραγμάτων, τής κοινωνίας και τής φύσης
κι αυτό είναι ένα απ’ τά παλιότερα όνειρα κάθε ριζοσπαστικής θεωρίας και πρακτικής : σημαίνει ότι η δημιουργική φαντασία, κι όχι μόνο ο ορθολογισμός τής «αρχής τής αποτελεσματικότητας», μπορεί να γίνει δύναμη παραγωγική και να οδηγήσει στη μεταμόρφωση τού κοινωνικού και τού φυσικού σύμπαντος : σημαίνει ότι μια νέα μορφή πραγματικότητας μπορεί να κάνει τήν εμφάνισή της, που θα ’ναι και τό αποτέλεσμα και τό μέσο για τήν ανάπτυξη και τής λογικής και τής ευαισθησίας τού ανθρώπου
κι εδώ θα ρίξω τή φοβερή ιδέα : αυτό θα ’ταν μια πραγματικότητα «αισθητικής φύσεως» : η κοινωνία σαν έργο τέχνης : είναι η πιο Ουτοπική, η πιο ριζοσπαστική πιθανότητα για τήν απελευθέρωση σήμερα…
μετά από τή διακοπή λοιπόν που μεσολάβησε διά λόγους ανωτέρας και κατωτέρας βίας, συνεχίζω σήμερα να διαλέγω αποσπάσματα από τόν «μονοδιάστατο άνθρωπο» τού χέρμπερτ μαρκούζε είμαστε στο 2ο κεφάλαιο (τά αποσπάσματα τής εισαγωγής και τού 1ου κεφάλαιου (από τό πρώτο μέρος) βρίσκονταιεδώκαιεδώ)
μέρος πρώτο : η μονοδιάστατη κοινωνία / κεφάλαιο δεύτερο : η περιχαράκωση τής πολιτικής ζωής
τά παραδοσιακά ανατρεπτικά στοιχεία έχουν εξαφανιστεί ή απομονωθεί και όσοι απειλούσαν τήν τάξη έχουν εξουδετερωθεί
η οικονομία αλληλοκαλύπτεται με ένα παγκόσμιο σύστημα στρατιωτικών συμμαχιών, νομισματικών συμφωνιών, τεχνικής βοήθειας και σχεδίων ανάπτυξης· οι εργάτες ταυτίζονται σιγά–σιγά με τούς υπάλληλους κι οι συνδικαλιστές με τούς διευθυντές τών εργοστασίων, οι διασκεδάσεις και οι επιθυμίες τών διαφόρων τάξεων γίνονται ομοιόμορφες· μια προκαθορισμένη αρμονία βασιλεύει ανάμεσα στις επιστημονικές έρευνες και στους εθνικούς στόχους· τέλος μέσα στα σπίτια έχει εισβάλει η κοινή γνώμη και στην κρεβατοκάμαρα η τηλεόραση
στη σφαίρα τής πολιτικής, αυτές οι τάσεις εκδηλώνονται με τήν ξεκάθαρη ή σχεδόν ξεκάθαρη εξομοίωση τών διαφωνούντων
η εξομοίωση αυτή επεκτείνεται και στην εσωτερική πολιτική, όπου γίνεται όλο και περισσότερο δύσκολο να διακρίνουμε μια κάποια διαφορά ανάμεσα στα προγράμματα τών μεγάλων κομμάτων· έχουν τόν ίδιο βαθμό υποκρισίας και χρησιμοποιούν τά ίδια κλισέ
στο βαθμό που η ατομική και δημόσια ύπαρξη έχει εμφιαλωθεί μέσα στον κατεστημένο τεχνικό μηχανισμό – που είναι τό μέσο ελέγχου και συνοχής ενός πολιτικού συνόλου όπου έχουν ενσωματωθεί οι εργαζόμενες τάξεις – στον ίδιο βαθμό είναι αναγκαία, για μια ποιοτική μετατροπή, η αλλαγή τής ίδιας τής τεχνολογικής δομής. Για να γίνει όμως μια τέτοια αλλαγή, θα έπρεπε οι εργαζόμενες τάξεις να είναι και με τήν ίδια τους ακόμη τήν ύπαρξη «α π ο ξ ε ν ω μ έ ν ε ς» απ’ αυτό τό σύνολο, θα έπρεπε να τούς φαίνεται αδύνατο να συνεχίσουν να ζουν μέσα σ’ αυτόν τόν κόσμο, θα έπρεπε να είναι γι’ αυτές ζήτημα ζωής και θανάτου η ανάγκη μιας ποιοτικής αλλαγής. Η άρνηση θα έπρεπε να προϋπάρχει τής αλλαγής. Η άποψη ότι οι ιστορικές απελευθερωτικές δυνάμεις πρέπει να αναπτυχθούν σ τ ο ε σ ω τ ε ρ ι κ ό τής κατεστημένης κοινωνίας είναι ο ακρογωνιαίος λίθος τής μαρξιστικής θεωρίας
οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν πια ούτε να φανταστούν, με τή στενή έννοια, έναν κόσμο με ποιοτικά διαφορετικό λόγο και πράξη, μια και η κοινωνία καταπνίγει κάθε προσπάθεια αντίθεσης και καθορίζει τή φαντασία. Όσοι βρίσκονται στις ζώνες πείνας τής κοινωνίας τής αφθονίας γίνονται αντικείμενα τόσο κτηνώδικης μεταχείρισης που αναβιώνει τά μεσαιωνικά βασανιστήρια και μερικά άλλα πιο πρόσφατα. Όσο για τούς άλλους, λιγότερο απόκληρους, η κοινωνία απαντά στην ανάγκη τους για ελευθερία ικανοποιώντας ανάγκες που κάνουν υποφερτή κι ίσως ανυποψίαστη τή σκλαβιά
η μηχανοποιημένη εργασία, που στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελείται από αυτόματες και μισοαυτόματες αντιδράσεις, είναι πάντα μια απασχόληση που σκεπάζει ολόκληρη τή ζωή, είναι πάντα μια εξαντλητική, αποκτηνωτική, απάνθρωπη σκλαβιά
αυτή η μορφή υποδούλωσης «ανώτερης ποιότητας» δεν διαφέρει ουσιαστικά απ’ αυτή που ασκείται πάνω στη δακτυλογράφο, πάνω στον τραπεζικό υπάλληλο, πάνω στον πωλητή και στην πωλήτρια που συνέχεια είναι στο πόδι, πάνω στον εκφωνητή τής τηλεόρασης. Η ισοπέδωση, η ρουτίνα, εξομοιώνουν τίς παραγωγικές με τίς μη παραγωγικές εργασίες. Ο προλετάριος τών περασμένων εποχών τού καπιταλισμού ήταν πραγματικά τό ζώο που κάλυπτε με τή δουλειά τού κορμιού του τίς ανάγκες και τίς πολυτέλειες τής ζωής, ενώ αυτός ζούσε μέσ’ στην ταπεινοσύνη και τή φτώχεια. Ήταν έτσι μια «ζωντανή» άρνηση τής κοινωνίας του. Αντίθετα, ο εργάτης τών προχωρημένων τμημάτων τής τεχνολογικής κοινωνίας, αισθάνεται πολύ λιγότερο τήν ανάγκη αυτής τής άρνησης. Όπως κι όλα τά άλλα ανθρώπινα αντικείμενα τού κοινωνικού καταμερισμού τής εργασίας, βρίσκεται σε μια πορεία ενσωμάτωσης στην τεχνολογική κοινωνία. Στους τομείς με μεγαλύτερο βαθμό αυτοματισμού, ένα είδος τεχνολογικής κοινότητας συνενώνει τά άτομα στη δουλειά τους. Η μηχανή μοιάζει να επιβάλλει στους χειριστές της έναν υπνωτικό ρυθμό
η μηχανική διαδικασία μέσα στον τεχνολογικό κόσμο καταστρέφει ό,τι μυστικό και κρυφό έχει η ελευθερία, συνενώνει δουλειά και σεξουαλικότητα σ’ έναν αυτόματο και ασυνείδητο ρυθμικό αυτοματισμό
οι δούλοι τού βιομηχανικού πολιτισμού μπορεί να είναι εκλεπτυσμένοι δούλοι, αλλά είναι δούλοι, γιατί η δουλεία δεν ορίζεται «από τήν υποταγή, ούτε από τή σκληρή δουλειά, αλλά απ’ τή μεταβολή τού ανθρώπου σε εργαλείο κι από τή μετατροπή του σε πράγμα» (φρανσουά περρού, 1958)
η καθαρή μορφή σκλαβιάς είναι : να υπάρχει σαν εργαλείο, σαν πράγμα. Ακόμη κι αν τό πράγμα είναι έμψυχο, αν διαλέγει μόνο του τήν υλική και πνευματική του τροφή, ακόμη κι αν δεν καταλαβαίνει ότι είναι ένα πράγμα, ακόμη κι αν είναι όμορφο, καθαρό, ζωηρό, δεν παύει να είναι υποδουλωμένο
τό επιχείρημα τής ιστορικής καθυστέρησης, ότι δηλαδή η απελευθέρωση πρέπει να γίνεται βίαια και από τήν κυβέρνηση σε συνθήκες κυριαρχικής πνευματικής και υλικής ανωριμότητας, είναι τό οχυρό τού σοβιετικού μαρξισμού· ακόμη, τό υποστήριξαν και όλοι οι θεωρητικοί τής «διαπαιδαγωγητικής δικτατορίας», από τόν πλάτωνα μέχρι τόν ρουσσώ. Είναι εύκολο να ειρωνευτούμε αυτό τό επιχείρημα, είναι όμως δύσκολο να τό απορρίψουμε : έχει τό προσόν να παραδέχεται χωρίς πολλή υποκρισία τίς υλικές και πνευματικές συνθήκες που φράζουν τό δρόμο για έναν πραγματικό και νοητικό αυτοκαθορισμό ακόμα, κάτω απ’ τό επιχείρημα αυτό διαφαίνεται μια ιδεολογία ανελεύθερη, μια ιδεολογία που συγκαλυμμένα λέει ότι η ανθρώπινη ελευθερία μπορεί να ανθίσει μέσα σε μια ζωή δουλειάς, φτώχειας και ηλιθιότητας
και στο βαθμό που οι σκλάβοι διαπαιδαγωγούνται να ζουν σαν σκλάβοι, για να μένουν ευχαριστημένοι μ’ αυτή τήν κατάσταση, είναι αναγκαίο να έρχεται η απελευθέρωσή τους από τά έξω, από τά πάνω. Θα «υποχρεωθούν να είναι ελεύθεροι», θα υποχρεωθούν «να βλέπουν τά πράγματα όπως είναι, και κάποτε–κάποτε όπως θάπρεπε νάναι», θα υποχρεωθούν να μπουν «στο σωστό δρόμο», που στην αναζήτησή του βρίσκονται (ρουσσώ) παρ’ όλη τήν αλήθεια του όμως, τό επιχείρημα αυτό δεν μπορεί ν’ απαντήσει στο ερώτημα που γίνεται όλο και πιο πιεστικό με τόν καιρό : ποιος καθοδηγεί τούς καθοδηγητές, και ποια απόδειξη υπάρχει ότι κατέχουν «τό σωστό»; Και δεν αλλάζει τίποτα στο ερώτημα τό γεγονός ότι μπορεί να γίνει και για μερικές δημοκρατικές μορφές κυβέρνησης, όπου οι βασικές αποφάσεις σχετικά με τό τί είναι καλό για τό έθνος παίρνονται από αιρετούς αντιπροσώπους (ή μάλλον οπισθογραφούνται από αιρετούς αντιπροσώπους) – αντιπροσώπους που εκλέγονται κάτω από συνθήκες αποτελεσματικού και ελεύθερα αποδεκτού ετεροκαθορισμού. Η «διαπαιδαγωγητική δικτατορία» μπορεί να επικαλεσθεί για τήν υπεράσπισή της τό επιχείρημα (αρκετά αδύνατο άλλωστε) ότι η τρομερή κακοδαιμονία που δημιουργεί δεν είναι τρομερότερη, ούτε χειρότερη από τήν κακοδαιμονία που δημιουργούν οι μεγάλες φιλελεύθερες και αυταρχικές κοινωνίες όμως, αντίθετα με τίς θολές ιδεολογικές συνταγές, η διαλεκτική λογική τονίζει τό γεγονός ότι οι σκλάβοι πρέπει να είναι κιόλας ε λ ε ύ θ ε ρ ο ι για να διεκδικήσουν τήν απελευθέρωσή τους, προτού μπορέσουν να γίνουν τέτοιοι κι ότι ο σκοπός πρέπει να κατοπτρίζεται και στα μέσα που χρησιμοποιούνται για τήν επίτευξή του. Ο μαρξ τό έχει υπόψη του αυτό όταν λέει ότι η απελευθέρωση τής εργατικής τάξης πρέπει να είναι αποτέλεσμα τής δράσης τής ίδιας τής εργατικής τάξης. Ο σοσιαλισμός πρέπει να γίνει μια πραγματικότητα απ’ τήν πρώτη κιόλας πράξη τής επανάστασης γιατί πρέπει να βρίσκεται έτοιμος μέσα στη συνείδηση και στη δράση αυτών που κάνουν τήν επανάσταση
η ανάπτυξη τής κομμουνιστικής κοινωνίας, σήμερα, βρίσκεται σε διαμετρική αντίθεση μ’ αυτή τήν οπτική
η σταλινική εκβιομηχάνιση συντελέστηκε μέσα σε κατάσταση «εχθρικής συνύπαρξης» κι αυτό ίσως εξηγεί τόν τρομοκρατικό της χαρακτήρα· παράλληλα όμως έθεσε σε κίνηση τίς δυνάμεις που κάνουν τήν τεχνική πρόοδο μέσο διαρκούς καταπίεσης. Τά μέσα καταστρέφουν τόν σκοπό
η σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία δεν περιόρισε αλλά πολλαπλασίασε τίς παρασιτικές και αλλοτριωμένες λειτουργίες (που προορίζονται για τήν κοινωνία σαν σύνολο αλλά και για τό άτομο). Η δημοσιότητα, οι δημόσιες σχέσεις, η διαπαιδαγώγηση, η οργανωμένη σπατάλη δεν είναι πια μη παραγωγικές δαπάνες, αλλά είναι τμήμα τών βασικών παραγωγικών δαπανών
η τέτοια διαμόρφωση τών πραγμάτων, όσον καιρό διαρκέσει, θα χαμηλώσει τήν αξία χρήσης τής ελευθερίας· γιατί στο κάτω–κάτω να θέλουμε αυτοκαθορισμό τής ζωής μας, μια και η ετεροκαθοριζόμενη ζωή είναι η άνετη ζωή κι ακόμα η «καλή» ζωή ; Πάνω σ’ αυτή τήν ορθολογιστική και υλική βάση συντελείται η ενότητα τών αντιθέτων και γίνεται δυνατή μια μονοδιάστατη πολιτική συμπεριφορά
στο πιο προχωρημένο στάδιο τού καπιταλισμού, η κοινωνία είναι ένα σύστημα ελεγχόμενου πλουραλισμού, όπου οι αντιμαχόμενοι θεσμοί συνενώνονται στην εδραίωση τής εξουσίας τού συνόλου πάνω στο άτομο
ανάμεσα στους κυρίαρχους θεσμούς δεν συμπεριλαμβάνονται όσοι τούς αμφισβητούν στο σύνολό τους. Η κυρίαρχη εξουσία προσπαθεί να θωρακίσει τό κοινωνικό σύνολο ενάντια σε κάθε άρνηση, είτε έρχεται απ’ έξω, είτε από μέσα
ο πλουραλισμός έχει μια απατηλή ιδεολογική υφή. Δεν περιορίζει τή χειραγώγηση και τήν συναρμογή, αντίθετα τίς γενικεύει· δεν εμποδίζει τήν αναπόφευκτη ενσωμάτωση, τήν διευκολύνει. Οι φιλελεύθεροι θεσμοί ανταγωνίζονται με τούς αυταρχικούς θεσμούς στο να κάνουν τόν Εχθρό μια θανάσιμη απειλή σ τ ο ε σ ω τ ε ρ ι κ ό τού συστήματος. Κι αν η θανάσιμη αυτή απειλή είναι κίνητρο για τήν ανάπτυξη τής παραγωγικότητας και τής πρωτοβουλίας, αυτό δεν συμβαίνει μόνο επειδή ο «τομέας» τής άμυνας αποκτά αποφασιστική οικονομική σημασία και επιρροή, αλλά γιατί η κοινωνία στο σύνολό της γίνεται μια κοινωνία άμυνας. Γιατί ο Εχθρός είναι διαρκώς παρών. Δεν εμφανίζεται μόνο επεισοδιακά στις στιγμές κρίσης, αλλά είναι παρών και στη φυσιολογική κατάσταση τών πραγμάτων. Είναι τό ίδιο απειλητικός σε καιρό ειρήνης όπως και σε καιρό πολέμου (ίσως τόν καιρό τής ειρήνης να είναι πιο απειλητικός)· έχει λοιπόν κι αυτός τή θέση του στο σύστημα, είναι ένα στοιχείο τής συνοχής του
η παραφροσύνη τού συνόλου τού συστήματος δικαιολογεί τούς παραλογισμούς τών μερών του και μετατρέπει σε ορθολογιστική επιχείρηση μια σειρά από εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα
ακόμη και οι πιο φριχτοί υπολογισμοί έχουν ορθολογισμό : για παράδειγμα, καλύτερα να εξοντωθούν πέντε εκατομμύρια άνθρωποι παρά δέκα, είκοσι, και λοιπά. Μάταια τονίζεται ότι ένας πολιτισμός που δικαιολογεί τήν άμυνά του με τέτοιους υπολογισμούς, υπογράφει τή θανατική του καταδίκη
τά πολιτικά κόμματα συναγωνίζονται άραγε για τό ποιο θα οδηγήσει στην ειρήνη ή για τό ποιο θα κάνει τή βιομηχανία εξοπλισμού ισχυρότερη και δαπανηρότερη ; Η παραγωγή άραγε τής «αφθονίας» δουλεύει για τήν ικανοποίηση τών ακόμη ανικανοποίητων αναγκών ή αντίθετα τήν καθυστερεί ; Αν οι πρώτες υποθέσεις είναι σωστές /…/ τότε η δημοκρατία είναι τό αποτελεσματικότερο σύστημα καταπίεσης
η εικόνα τού Κράτους τής ευημερίας που σκιαγραφήθηκε στις προηγούμενες παραγράφους έχει τά χαρακτηριστικά μιας ερμαφρόδιτης κτηνωδίας που βρίσκεται ανάμεσα στον οργανωμένο καπιταλισμό και στον σοσιαλισμό, ανάμεσα στη σκλαβιά και τήν ελευθερία, ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό και τήν ευτυχία
ακόμη κι ο καλύτερα οργανωμένος καπιταλισμός χρησιμοποιεί τίς κοινωνικές ανάγκες σαν ρυθμιστές τής οικονομίας /…/ δηλαδή συνεχίζει να συνδέει τήν πραγματοποίηση τών γενικών συμφερόντων με τίς ιδιωτικές επενδύσεις και τά ιδιωτικά συμφέροντα δρώντας έτσι, κρατάει ανοιχτή τή σύγκρουση /…/ ανάμεσα στην προοδευτική κατάργηση τής εργασίας και στην ανάγκη να διατηρηθεί η εργασία σαν πηγή κέρδους αυτή η σύγκρουση διαιωνίζει τίς απάνθρωπες συνθήκες ζωής για όσους βρίσκονται στη βάση τής κοινωνικής πυραμίδας – για όσους ζουν στο περιθώριο και για όσους είναι φτωχοί, για όσους δεν χρησιμοποιούνται και δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν : τίς καταδιωκόμενες έγχρωμες φυλές, τούς τρόφιμους τών φυλακών, τούς τρόφιμους τών ψυχιατρικών κλινικών
αν τα δυο μοναδικά «κυρίαρχα» κοινωνικά συστήματα στον σύγχρονο κόσμο, μοιραία, εξαρτώνται στενά τό ένα απ’ τό άλλο, αυτό συμβαίνει γιατί η ρήξη ανάμεσα στην πρόοδο και στην πολιτική, ανάμεσα στον άνθρωπο και στους αφέντες του έχει γίνει καθολική όταν ο καπιταλισμός συγκρούεται με τόν κομμουνισμό και τόν προκαλεί, συγκρούεται ταυτόχρονα με τίς ίδιες του τίς δυνατότητες : μπορεί να αναπτύξει με θεαματικό τρόπο όλες τίς παραγωγικές του δυνάμεις – αν τά ιδιωτικά συμφέροντα, που για λόγους κερδοσκοπικούς τόν εμποδίζουν να προχωρήσει σ’ αυτή τήν ανάπτυξη, υποταχτούν σ’ αυτές όταν ο κομμουνισμός συγκρούεται με τόν καπιταλισμό και τόν προκαλεί, συγκρούεται ταυτόχρονα με τίς ίδιες του τίς δυνατότητες : θεαματικές ανέσεις, ελευθερίες, μια λιγότερο πιεστική ζωή. Και τά δυο συστήματα έκαναν αυτές τίς δυνατότητες αγνώριστες. Για τόν ίδιο λόγο και στις δυο περιπτώσεις, σε τελευταία ανάλυση : αντιμάχονται μια μορφή ζωής που θα υπονόμευε τά θεμέλια τής καταπίεσης.
( τήν επόμενη φορά : αποσπάσματα από τό τρίτο κεφάλαιο)
τό πρώτο βίντεο από μια σειρά συνεντεύξεων τού μαρκούζε, (ίσως) στην αγγλική τηλεόραση,
(από τό 3ο λεπτό και μετά απολαυστική είναι η (ευγενέστατα) ειρωνική του αντίδραση όταν ο συνομιλητής του
τόν ονομάζει «μέντορα» τών εξεγέρσεων τού ’60 : «δεν διατέλεσα μέντορας : οι φοιτητές τής γενιάς που εξεγέρθηκε δεν είχαν
καμία ανάγκη ούτε από μπαμπά ούτε από παππού για να διαμαρτυρηθούν ενάντια σ’ αυτή τήν
κοινωνία…» και ενδιαφέρον επίσης έχει σίγουρα η εξήγηση που δίνει (μετά τό 6ο λεπτό) για τήν
περιρρέουσα ατμόσφαιρα «κατά τών διανοουμένων»
στην πρώτη συνέχεια, εκτός από μια μικρή δικιά μου εισαγωγή και τά πρώτα αποσπάσματα απ’ αυτό τό (ιστορικό αλλά ολοζώντανο) (και διάσημο (όσο κι αν τό ίδιο αντιστέκεται σ’ αυτού τού είδους τούς χαρακτηρισμούς)) βιβλίο, υπάρχουν στο τέλος και μερικοί σύνδεσμοι – πράγμα που θα συνεχίζεται σε κάθε ανάρτηση αφιερωμένη στον μονοδιάστατο άνθρωπο (άνθρωπο για όλες τίς εποχές (δυστυχώς) ουσιαστικά) τού χέρμπερτ μαρκούζε : στο σημερινό ποστ πρόσθεσα στο τέλος κι άλλα βιβλία του που έχουν εκδοθεί στα ελληνικά (να σημειώσω μόνο ότι η πρώτη εμφάνιση τού μαρκούζε στην ελλάδα έγινε στις αρχές τής δεκαετίας τού ’70 από τίς εκδόσεις κάλβος (τό έρως και πολιτισμός – τώρα υπάρχει σε μια επανέκδοση τής δεκαετίας τού ΄80) και είχε βγει κι ένα μικρό βιβλιαράκι στις εκδόσεις «ρόμβος» (ήτανε, αν θυμάμαι καλά, συμπίλημα κάποιων δοκιμίων του με τόν τίτλο «εξέγερση–αναρχισμός–μοναξιά» (δεν υπάρχει πια) : δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι οι εκδόσεις έρασμος είναι κυρίως που έβγαλαν συστηματικά βιβλία τής κριτικής θεωρίας – (δέστε για παράδειγμα μερικούς τίτλους εδώ, εδώ και εδώ) όλες εκείνες τίς δεκαετίες πριν γίνει η «σχολή τής φραγκφούρτης» πλατύτερα γνωστή στην ελλάδα, και εκδοθούν κάποια «μεγάλα» έργα της (όπως η διαλεκτική τού διαφωτισμού τών χορκχάϊμερ & αντόρνο) και από «μεγάλους» εκδότες
η «κίνηση» (μια που μιλήσαμε και για γκουγκλίσματα αρκετά ώς εδώ) μού δείχνει ότι σάς ενδιαφέρει, κι ας διαβάζετε (οι περισσότεροι ή) οι περισσότερες (βλέπω μόνο αριθμούς!) χωρίς να γράφετε – δεν έχει σημασία, εγώ έτσι κι αλλιώς θα συνεχίσω : και για όσες και όσους μού έγραψαν, και για όσους διαβάζετε σιωπηλοί – για μένα είναι απόλυτα κατανοητές και σεβαστές και οι δύο στάσεις – εξάλλου δεν απόβλεψα στις έτοιμες δημοφιλίες ούτε στα προσωπικά μου γραφτά, τώρα, και με αφορμή τόν μαρκούζε, θα ενδιαφερθώ για τά τέτοια ;
πρώτο μέρος / η μονοδιάστατη κοινωνία / κεφάλαιο 1 :οι καινούργιες μορφές ελέγχου(συνέχεια)
είναι χαρακτηριστικός για τή σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία ο τρόπος που καταπνίγει τίς ανάγκες εκείνες που ζητούν απελευθέρωση – μαζί και τήν ανάγκη απελευθέρωσης από κάθε άνεση, ανάπαυση και κομφόρ – και παράλληλα στηρίζει και δικαιολογεί τήν καταστροφική δύναμη και τήν καταπιεστική λειτουργία τής κοινωνίας τής αφθονίας. Ο κοινωνικός έλεγχος γέννησε τήν ακατάπαυστη ανάγκη να παράγεται και να καταναλώνεται τό περιττό, τήν ανάγκη τής αποκτηνωτικής δουλειάς που δεν είναι πραγματικά αναγκαία, τήν ανάγκη μορφών ξεκούρασης που υποβοηθούν και οξύνουν αυτή τήν αποκτήνωση, τήν ανάγκη να διατηρούνται απατηλές ελευθερίες, όπως η ελευθερία τού ανταγωνισμού ανάμεσα σε τιμές απ’ τά πριν καθορισμένες, η ελευθερία ενός αυτολογοκρινόμενου τύπου, η ελευθερία τέλος να διαλέγεις ανάμεσα στις μάρκες και στα γκάτζετς.
περιχαρακωμένη από ένα καταπιεστικό σύνολο, η ελευθερία μπορεί να γίνει αποτελεσματικό όργανο καταπίεσης
η δυνατότητα να εκλέγεις ελεύθερα αφέντες δεν εξαλείφει ούτε τούς αφέντες ούτε τούς δούλους
κι αν τό άτομο εκδηλώνει τό ίδιο με τή σειρά του τίς ανάγκες που άλλοι τού επέβαλαν, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αυτόνομο, απλούστατα σημαίνει ότι ο έλεγχος είναι αποτελεσματικός
ο ετεροκαθορισμός δεν αρχίζει τή στιγμή που γίνεται μαζική παραγωγή ραδιοφώνων και μηχανών τηλεόρασης, τών οποίων ο έλεγχος γίνεται εξάλλου συγκεντρωτικά. Όταν οι άνθρωποι μπαίνουν σ’ αυτή τή φάση, έχουν από πολύ πριν αλλοτριωθεί. Εκείνο που έχει τώρα σημασία είναι ότι αμβλύνεται η αντίθεση (ή η σύγκρουση) ανάμεσα στο δυνατό και στο διαδεδομένο, ανάμεσα στις ικανοποιημένες ανάγκες και στις ανάγκες που δεν έχουν ικανοποιηθεί. Αυτό που ονομάζουν εξίσωση τών τάξεων φανερώνει εδώ τήν ιδεολογική του λειτουργία : τό γεγονός ότι ο εργοδότης κι ο εργάτης βλέπουν τό ίδιο πρόγραμμα στην τηλεόραση, ότι η δακτυλογράφος ντύνεται τό ίδιο καλά με τήν κόρη τού διευθυντού της, ότι ο Νέγρος διαθέτει Κάντιλακ, κι ότι όλοι διαβάζουν τήν ίδια εφημερίδα, δεν σημαίνει κι ότι οι τάξεις εξαφανίστηκαν. Αντίθετα δείχνει μέχρι ποιο βαθμό οι καταπιεζόμενες τάξεις συμμετέχουν στις ανάγκες και τίς ικανοποιήσεις που εξασφαλίζουν τή διατήρηση τών κυρίαρχων τάξεων
μπορεί να γίνει διάκριση ανάμεσα στην ψυχαγωγία και στους εκνευρισμούς που προσφέρει τό αυτοκίνητο ; ανάμεσα στις φρικαλεότητες τής αρχιτεκτονικής και στις ανέσεις που δίνει ; ανάμεσα στη δουλειά για τήν εθνική άμυνα και στη δουλειά για να συσσωρεύουν κέρδη τά τραστ ; ανάμεσα στην προσωπική μας ηδονή και στα εμπορικά και πολιτικά συμφέροντα που σχετίζονται με τήν αύξηση τών γεννήσεων ;
βρισκόμαστε μπροστά σε μια απ’ τίς θλιβερότερες πλευρές τής αναπτυγμένης βιομηχανικής κοινωνίας : τόν ορθολογιστικό χαρακτήρα τής ανορθολογικότητάς της
στο βαθμό που μετατρέπει τόν κόσμο–αντικείμενο σε διάσταση τού ανθρώπινου πνεύματος και σώματος, η ίδια η έννοια τής αλλοτρίωσης γίνεται προβληματική. Οι άνθρωποι αναγνωρίζουν τούς εαυτούς τους στα εμπορεύματά τους, βρίσκουν τήν ψυχή τους στο αυτοκίνητό τους, στην ταινία υψηλής πιστότητας που έχουν, στο σπίτι τους με τά δύο επίπεδα, στον τεχνικό εξοπλισμό τής κουζίνας τους
σήμερα ο τεχνικός έλεγχος έχει γίνει η ενσάρκωση τής Λογικής, είναι στην υπηρεσία όλων τών ομάδων, όλων τών κοινωνικών συμφερόντων – έτσι ώστε κάθε αντίθεση να μοιάζει ακατανόητη και κάθε αντίσταση αδύνατη
η πνευματική και συναισθηματική άρνηση τού κονφορμισμού θεωρούνται σαν δείγμα νεύρωσης και αδυναμίας
τό άτομο έχει κατακτηθεί ο λ ο κ λ η ρ ω τ ι κ ά από τή μαζική παραγωγή και διανομή, και η βιομηχανική ψυχολογία έχει από πολύ καιρό ξεπεράσει τά όρια τού εργοστασίου
η απώλεια εκείνου τού πνεύματος όπου η αρνητική σκέψη εύρισκε τή δύναμή της – τήν κριτική δύναμη τού Λόγου – είναι τό ιδεολογικό αντίκρυσμα τής υλικής διαδικασίας με τήν οποία η βιομηχανική κοινωνία αμβλύνει και συμφιλιώνει τίς αντιθέσεις
η έννοια τής αλλοτρίωσης γίνεται προβληματική όταν τά άτομα ταυτίζονται με τήν ύπαρξη που τούς επιβάλλεται, και αφενός πραγματοποιούνται και αφετέρου ικανοποιούνται μέσα σ’ αυτήν. Η ταύτιση αυτή δεν είναι απατηλή· είναι πραγματική. Αυτή όμως η πραγματικότητα δεν αποτελεί παρά ένα ακόμα πιο προχωρημένο στάδιο αλλοτρίωσης· έγινε μ’ άλλα λόγια ολοκληρωτικά αντικειμενική – και τό αλλοτριωμένο υποκείμενο απορροφήθηκε από τήν αλλοτριωμένη του ύπαρξη : Δεν έχει πια παρά μία μόνο διάσταση, σε οποιοδήποτε τόπο και υπό οποιαδήποτε μορφή. Τά επιτεύγματα τής προόδου δεν φοβούνται μη συναντήσουν ιδεολογική αμφισβήτηση και εξάλλου αδιαφορούν για τή δικαίωσή τους : η «πλαστή συνείδηση» τού ορθολογισμού μετατράπηκε ενώπιον τών δικαστών της σε συνείδηση αληθινή
τά προϊόντα πλάθουν και καθορίζουν μια ψυχολογία. Διαμορφώνουν μια πλαστή συνείδηση που είναι ανίκανη να νιώσει τήν πλαστότητά της. Κι όταν τά προϊόντα αυτά γίνουν προσιτά σ’ ένα μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων και σε πολυπληθέστερα κοινωνικά στρώματα, τότε η δημοσιότητα δημιουργεί έναν τρόπο ζωής. Είναι ένας τρόπος ζωής καλύτερος από τόν προηγούμενο, και γι’ αυτό, επειδή είναι καλύτερος, αντιστέκεται σε κάθε ποιοτική αλλαγή. Έτσι διαμορφώνεται η μ ο ν ο δ ι ά σ τ α τ η σ κ έ ψ η κ α ι σ υ μ π ε ρ ι φ ο ρ ά
η «ριζική αλλαγή τού τρόπου σκέψης μας» βρίσκεται στον τρόπο που τό κυρίαρχο σύστημα εναρμονίζει όλες τίς ιδέες και τίς προσδοκίες μ’ αυτές που τό ίδιο παράγει, στον τρόπο που τίς απορροφά και στον τρόπο που απαλλάσσεται απ’ όσες είναι ασυμβίβαστες μ’ αυτό. Η εγκαθίδρυση αυτής τής μονοδιάστατης πραγματικότητας δεν σημαίνει ότι βασιλεύει ο υλισμός, ότι οι πνευματικές και μεταφυσικές ενασχολήσεις και οι μποέμικες εκδηλώσεις εξαφανίστηκαν. Αντίθετα, κυκλοφορούν πολλά «ας προσευχηθούμε μαζί αυτή τήν εβδομάδα», πολλά «γιατί να μη δοκιμάσουμε τόν Θεό;», πολλά Ζεν, πολύς «υπαρξισμός», πολλοί «μπήτνικς». Αυτές όμως οι μορφές διαμαρτυρίας και υπέρβασης δεν αντιμάχονται τό στάτους κβο, δεν αρνούνται. Αποτελούν μάλλον τό τελετουργικό μέρος ενός πρακτικού μπηχαβιορισμού, τήν ανώδυνη άρνησή του, αφομοιώνονται απ’ τό στάτους κβο γρήγορα κι αποτελούν μέρος τής υγιεινής του δίαιτας.
η μονοδιάστατη σκέψη ευνοείται συστηματικά από τούς χειριστές τής πολιτικής και από τούς προμηθευτές μαζικής πληροφορίας που οι χειριστές αυτοί έχουν στη διάθεσή τους
η κίνηση τής σκέψης αναχαιτίστηκε με φραγμούς που εμφανίζονται σαν όρια τού ίδιου τού Ορθού Λόγου
ο θεωρητικός Λόγος συμμαχεί με τόν πρακτικό Λόγο. Η κοινωνία μάχεται κάθε ενέργεια, κάθε εκδήλωση αντιπολιτευτικού χαρακτήρα· συνακόλουθα, οι έννοιες που εκφράζουν αυτές τίς εκδηλώσεις φαίνονται απατηλές, έχουν χάσει τή σημασία τους. Η ιστορική υπέρβαση μοιάζει πολύ με υπέρβαση μεταφυσική, για τήν επιστήμη λοιπόν και τήν επιστημονική σκέψη είναι ύποπτη.
η «απάτη τού Λόγου» είναι ο Λόγος που εξυπηρετεί, όπως τό έχει κάνει συχνά μέχρι σήμερα, τά συμφέροντα τής καθεστηκυίας τάξης
έρχεται σε σύγκρουση με τήν ελεύθερη σκέψη και συμπεριφορά όταν αυτή προσπαθεί να διασταλεί από τή δοσμένη πραγματικότητα και να συλλάβει τίς απαγορευμένες εναλλακτικές λύσεις. Ο θεωρητικός και ο πρακτικός Λόγος, ο ακαδημαϊκός και ο κοινωνικός μπηχαβιορισμός έχουν κοινό πεδίο δράσης : τήν εξελιγμένη κοινωνία όπου η επιστημονική και τεχνική πρόοδος γίνεται όργανο καταπίεσης
ο όρος «πρόοδος» δεν είναι ουδέτερος όρος· είναι μια κίνηση προς σκοπούς ειδικούς που τούς καθορίζουν οι διάφοροι τρόποι βελτίωσης τής ανθρώπινης ζωής. Η προχωρημένη βιομηχανική κοινωνία βρίσκεται κοντά στο στάδιο εκείνο όπου, αν διαρκέσει η πρόοδος, η τωρινή διεύθυνση και οργάνωσή της θα αναστατωθούν. Τό στάδιο αυτό θα έρθει όταν η υλική παραγωγή θα αυτοματοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που θα είναι δυνατό να ικανοποιηθούν όλες οι βασικές ανάγκες, με χρόνο εργασίας ελάχιστο
στο επίπεδο αυτό, η τεχνική πρόοδος θα υπερφαλαγγίσει τό χώρο τής αναγκαιότητας όπου ήταν μέσο εκμετάλλευσης και καταπίεσης, και όπου η λογική της περιοριζόταν σε καλούπια. Η τεχνολογία τότε θα υποταχτεί στο ελεύθερο παιχνίδι τών δυνατοτήτων τού ανθρώπου στην πάλη για τήν ειρήνευση τής φύσης και τής κοινωνίας. Ο Μαρξ ένα τέτοιο στάδιο οραματιζόταν όταν μιλούσε για τήν «κατάργηση τής εργασίας»
μια ποιοτική μεταβολή θα απαιτήσει ακόμα τή μεταβολή τών τεχνικών βάσεων που στηρίζουν αυτή τήν κοινωνία – τών τεχνικών βάσεων που επιτρέπουν στους οικονομικο–πολιτικούς θεσμούς να επιβάλλουν στον άνθρωπο μια «δεύτερη φύση». Η τεχνική τής βιομηχανοποίησης είναι τεχνική πολιτική, και, σαν τέτοια, έρχεται σε άμεση αντίθεση με τούς στόχους τού Λόγου και τής Ελευθερίας
σ’ αυτό τό στάδιο αντί για αφθονία και ελευθερία έχουμε εισβολή τής καταπίεσης σ’ όλες τίς σφαίρες τής ατομικής ζωής, ενσωμάτωση από μέρους της κάθε αντίθετης τάσης, και απορρόφηση όλων τών κινημάτων ιστορικής αμφισβήτησης. Ο τεχνολογικός ορθολογισμός εκδηλώνει τόν πολιτικό του χαρακτήρα όταν γίνεται ο μέγας αγωγός τής τελειότερης καταπίεσης, οικοδομώντας έναν βαθειά ολοκληρωτικό κόσμο
ηinternational marcuse society, κατάλογος με βιβλία τού μαρκούζε σταελληνικά, ησελίδατου από τό σάιτ τού douglas kellner τό αφιερωμένο στην κριτική θεωρία (και η εισαγωγή τού ίδιου για τόν μαρκούζεεδώ)
η ανατρεπτική σκέψη τού χέρμπερτ μαρκούζε (και ολόκληρης τής κριτικής θεωρίας) αφού πυροδότησε τή μεγαλύτερη εξέγερση (τής φαντασίας) στον αιώνα που πέρασε και τήν μεγαλύτερη επανάσταση (τού έρωτα) στους αιώνες που πέρασαν, πολεμήθηκε όσο καμιά άλλη – αν ίσως εξαιρέσουμε τήν κατασυκοφάντηση τού επίκουρου και τήν προσπάθεια να αγνοηθεί με κάθε τρόπο η τεράστια σημασία τού giordano bruno – μολονότι τόσο η «απόκλιση» τού επίκουρου στη βιολογία (και η θεωρία του τής ηδονής στην ψυχανάλυση) όσο και οι «άπειροι κόσμοι» τού μπρούνο στη σημερινή (αστρο)φυσική τουλάχιστον, πάει καιρός που έχουν σιωπηρά (απολύτως ; ) αναγνωριστεί και δικαιωθεί… Δεν πρόκειται να κάτσω ν’ αναλύσω τώρα τούς λόγους, γιατί εγώ είμαι ανεπαρκής (ή βαριέμαι) και αυτοί είναι μάλλον λογικοί (και επομένως σαφείς) – θυμάμαι απλώς τήν ανάμνηση κάποιου μαθητή τού μαρκούζε που τόν θυμάται κι αυτός με τή σειρά του να υπογραμμίζει σκεφτικός απόσπασμα (γαλλικού) φληναφλήματος τής μεταμοντέρναςδόξας και να περιγράφει θλιμμένα (μμμ, τό γερμανοεβραϊκό του χιούμορ δεν νομίζω να τό έχασε πάντως ποτέ) : «και αυτό θεωρείται σήμερα φιλοσοφία»…
παρόλο που ο μαρκούζε έζησε περισσότερο από τούς άλλους φίλους του στη σχολή τής φραγκφούρτης (που είχε μετοικήσει στο μεταξύ σούμπιτη, από φραγκφούρτη προς αμερικάς για να γλιτώσει τίς πυρές τού χίτλερ (εκτός από τόν βάλτερ μπένγιαμιν που αυτοκτόνησε στην ευρώπη φοβούμενος ότι δεν επρόκειτο να τίς γλιτώσει)) δηλαδή και τόν μαξ χορκχάϊμερ και τόν τέοντορ αντόρνο, και τόν έριχ φρομ, και άλλους, ελάσσονες αλλά καθόλου ασήμαντους, (και μην ξεχνάμε ότι και ο βίλχελμ ράιχ αυτοεξορίστηκε τότε επίσης, αλλά αυτός κατέληξε σε αμερικάνικη φυλακή και πέθανε πριν προλάβει να γίνει η δίκη του – πρόλαβε να δει όμως τά βιβλία του να καίγονται σε, αμερικάνικη τώρα, πυρά – εμπειρία που τήν είχαν όλοι τους κατά τ’ άλλα και στην εθισμένη σ’ όλα αυτάευρώπη) πεθαίνοντας λοιπόν ο μαρκούζε στα τέλη τής δεκαετίας τού ’70 (και συγκεκριμένα τό ’79) πρόλαβε – αφού έζησε τήν εξέγερση και θεωρήθηκε και γκουρού της (καθόλου δεν τού αρέσαν αυτά) –, να ζήσει τήν επέλαση τής εκ νέου λαίλαπας τής «θετικής σκέψης» και τόν θρίαμβο τής αντεπίθεσης τού «ρεαλισμού». Τό «είμαστε πραγματιστές κι επιδιώκουμε τό απραγματοποίητο» (κατά ελαφράν παράφρασιν τού συνθήματος τού ’68) μετατράπηκε ρεαλιστικότατα σε «είμαστε ρεαλιστές και επιδιώκουμε μόνο τά πράγματα που μπορούμε να επιδιώξουμε – δηλαδή τίποτα». Με γλωσσική επίσης συνέπεια (πολύ χαρακτηριστική) τό «τίποτα» στην ελλάδα αποφάσισε να γίνει (εδώ και λίγα χρόνια) διά ροπάλου «κάτι»… Οι μαύροι δηλαδή στην αμερική (που έχουν τά ίδια 400 χρόνια σκλαβιάς πίσω τους με μάς εδώ) φαίνεται ότι εξακολουθούν να είναι (εκτός από πιο ρεαλιστές) και γενναιότεροι όταν εξακολουθούν να βάζουν (εκφραστικότατα – και γράφοντας εκεί που δεν πιάνει μελάνι κάθε δίδαγμα περί γλωσσικής ορθότητας) όταν μιλάνε λοιπόν άνετα με δύο (γενναίες και απανωτές) αρνήσεις στη σειρά – και επιμένοντας ότι κάτι εννοούν μ’ αυτό όταν λένε ότι they don’t mean nothin…
(αλλά μιμούμαστε όλα τά φαινόμενα τού προηγμένου καπιταλισμού μόνο όταν δεν θέτουν σε κίνδυνο τήν υποταγή μας σ’ αυτόν)
δεν θα πολυλογήσω άλλο τού λόγου μου – στο τέλος θα παραθέσω ελάχιστους συνδέσμους (έχουν ήδη υπάρξει κι άλλοι εδώ(και περισσότερες φωτογραφίεςεδώ)) – μια πρακτική (ιντερνετική) εξήγηση μόνο : μίλησα και στο προηγούμενο ποστ για «γκουγκλίσματα» : κατά βάθος δεν έχω ιδέα πώς λειτουργούν αλλά : μού έκανε εντύπωση η σταθερή επίσκεψη (και στα δυο βλογ – από τήν «κίνησή» τους βλέποντας και κρίνοντας) εδώ και καιρό αιτημάτων (δηλαδή γενικού ψαξίματος) τόσο για τόν μαρκούζε ονομαστικά όσο και για τόν μονοδιάστατο άνθρωπο (ή τό έρως και πολιτισμός) ειδικά – μού άρεσε μάλιστα μερικές φορές η λεπτομέρεια στο ψάξιμο (π.χ.: «τί λέει»…) Σ’ αυτές τίς ανώνυμες και τούς ανώνυμους γκουγκλιστές υπακούω σήμερα και παραθέτω από δω και στο εξής, και για όσο καιρό κάνουμε κέφι αμφότεροι – θα τό καταλάβω –, σε συνέχειες αποσπάσματα από τό πρώτο
(ξέρω βέβαια ότι γκουγκλίζοντας δεν ψάχνουν οι άνθρωποι για μένα αλλά για τά βιβλία και τόν άνθρωπο, και συνεπώς μη βρίσκοντας ίσως πολλά ώς τώρα (κάποια όμως βρήκαν, τουλάχιστον βιβλιογραφία) μπορεί οι ίδιοι και να μην ξανάρθουν… Όμως δεν έχει και τόση σημασία : σημασία έχει ότι οι καιροί τής εξέγερσης ξανάρχονται, σε παγκόσμιο επίπεδο, τό βλέπουμε και τό ζούμε – και οι καιροί τής εξέγερσης είναι οι καιροί τού μαρκούζε και τής κριτικής θεωρίας πάνω από κάθε τι άλλο… Η πρακτική τού ρεαλισμού έφαγε τά ψωμιά της, η θετική σκέψη επεκτάθηκε ώς εκεί που πρέπει ν’ αρνηθείς ολόκληρο τό σώμα και τή ζωή σου για να δεχτείς ως ζωή και ως σώμα ό,τι σού προσφέρεται δηλαδή και σού απομένει, κι επομένως η ώρα τής μεγάλης άρνησης τής ασκητείας, η άρνηση τού φτωχού κι ανέραστου ρεαλισμού έφτασε, ή θα φτάσει, πάλι… εκεί μονίμως μπορούμε να συναντιόμαστε…)
αποσπάσματα από τήν εισαγωγή/η νάρκωση τής κριτικής : μια κοινωνία χωρίς αντιπολίτευση
η κριτική θεωρία δεν δέχεται τό δοσμένο σύνολο γεγονότων σαν ένα πλαίσιο οριστικά διαμορφωμένο
μπρος σε γεγονότα φαινομενικά αντιφατικά η κριτική ανάλυση συνεχίζει να θεωρεί τήν ανάγκη τής κοινωνικής αλλαγής περισσότερο φλέγουσα και πιεστική από ποτέ
η πραγματικότητα και τά μέσα καταστροφής έχουν μια ταυτόχρονη ανάπτυξη· η ανθρωπότητα απειλείται με ολοκληρωτικό όλεθρο· η σκέψη, η ελπίδα, ο φόβος είναι στο έλεος τής εξουσίας· η αθλιότητα γειτονεύει με τεράστια πλούτη. Τά φαινόμενα αυτά, ακόμα κι αν δεν αποτελούν τόν λόγο ύπαρξης τής κοινωνίας αλλά μόνο τά δευτερογενή αποτελέσματά της, δεν δικαιολογούν μια αμερόληπτη αμφισβήτηση αυτής τής κοινωνίας ; Ο ορθολογισμός της, η πρόοδός της και η ανάπτυξή της είναι φαινόμενα ανορθολογικά στην αρχή τους
τό γεγονός ότι τό μεγαλύτερο μέρος τού πληθυσμού, εγκλιματισμένο σ’ αυτόν τόν τρόπο σκέψης, δέχεται αυτή τήν κοινωνία, δεν τήν κάνει περισσότερο λογική και λιγότερο αξιοκατάκριτη. Η διάκριση ανάμεσα στην αληθινή και στην κίβδηλη συνείδηση, ανάμεσα στο πραγματικό και στο άμεσο συμφέρον, δεν έχασε τίποτα απ’ τή σημασία της. Πρέπει όμως να αποδειχτεί. Κάθε άνθρωπος πρέπει να τήν αναζητήσει και να βρει τό μονοπάτι που θα τόν φέρει από τήν κίβδηλη στην αληθινή συνείδηση, απ’ τό άμεσο στο πραγματικό του συμφέρον. Και μπορεί να τό κάνει μόνο όταν αισθανθεί τήν ανάγκη ν’ αλλάξει τόν τρόπο ζωής του, ν’ απορρίψει τό θετικό, ν’ αρνηθεί.
πρέπει λοιπόν να αμφισβητηθούν τά πάντα
ένα τυχαίο γεγονός μπορεί ν’ αλλάξει τήν κατάσταση, αλλά αν δεν συγκλονισθεί η ίδια η συμπεριφορά τού ανθρώπου με τή συνειδητοποίηση από μέρους του τού τί έγινε και τί εμποδίστηκε να γίνει, ακόμα και μια καταστροφή δεν πρόκειται να φέρει ποιοτική αλλαγή
σ’ αυτήν τήν κοινωνία ο παραγωγικός μηχανισμός τείνει να γίνει ολοκληρωτικός, με τήν έννοια ότι καθορίζει ταυτόχρονα τίς δραστηριότητες, τίς μορφές και τίς ικανότητες που απαιτεί η κοινωνική ζωή, και τίς επιθυμίες και τίς ανάγκες τών ανθρώπων. Έτσι δεν υπάρχει πια αντίθεση ανάμεσα στη δημόσια και τήν ιδιωτική ζωή, στις κοινωνικές και τίς ατομικές ανάγκες. Η τεχνολογία επιτρέπει τήν εγκαθίδρυση καινούργιων, πιο αποτελεσματικών και πιο ευχάριστων, μορφών κοινωνικού ελέγχου και κοινωνικής συνοχής. Υπάρχει και μια άλλη πλευρά αυτής τής ολοκληρωτικής τάσης : ξαπλώνεται στις λιγότερο ανεπτυγμένες ή και προβιομηχανικές περιοχές τού κόσμου
με τήν ιδιότητά της τού τεχνολογικού συνόλου, η προχωρημένη βιομηχανική κοινωνία είναι και π ο λ ι τ ι κό σύνολο, είναι η τελευταία φάση ενός ειδικά ιστορικού σ χ ε δ ί ο υ. Πραγματοποιούνται, δηλαδή, η γνώση ο μετασχηματισμός και η οργάνωση τής φύσης, σαν απλά υποστηρίγματα τής κυριαρχίας
μέσα απ’ τήν τεχνολογία, η μόρφωση η πολιτική και η οικονομία ανακατεύονται σ’ ένα πανταχού παρόν σύστημα που καταβροχθίζει ή απωθεί κάθε αντίρροπη τάση. Αυτό τό σύστημα διαθέτει μεγάλη παραγωγικότητα, κι ένα διαρκώς αυξανόμενο δυναμικό, που σταθεροποιούν τήν κοινωνία και περιορίζουν τήν τεχνική πρόοδο μέσα στο καταπιεστικό σχήμα. Ο τεχνολογικός ορθολογισμός έγινε ορθολογισμός πολιτικός
διαφωτιστικά είναι απ’ αυτή τήν άποψη τό ράδιο και η τηλεόραση. Αρκεί να ακούει κανείς επί μία ώρα μερικές μέρες συνέχεια, χωρίς να τά κλείνει, τήν ώρα τών διαφημίσεων αλλάζοντας κατά διαστήματα σταθμό
αποσπάσματα από τό πρώτο μέρος/η μονοδιάστατη κοινωνία/κεφάλαιο 1 : οι καινούργιες μορφές ελέγχου
η άνεση, η αποτελεσματικότητα, η λογική, και η έλλειψη ελευθερίας μέσα σ’ ένα δημοκρατικό πλαίσιο, νά τι χαρακτηρίζει τόν προχωρημένο βιομηχανικό πολιτισμό και συνηγορεί για τήν τεχνική πρόοδο.
με τή θεσμοποίησή τους και τήν ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία, οι ελευθερίες και τά δικαιώματα συμμερίστηκαν και τήν τύχη αυτής τής κοινωνίας. Η υλοποίησή τους εξαφάνισε τίς προϋποθέσεις τους.
οικονομική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει α π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η από τήν οικονομία, απελευθέρωση απ’ τήν καθημερινή πάλη για τήν ύπαρξη, απαλλαγή απ’ τήν ανάγκη να κερδίζουμε τή ζωή μας. Πολιτική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει α π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η απ’ τήν πολιτική αυτή πάνω στην οποία τά άτομα δεν μπορούν να ασκήσουν ουσιαστικό έλεγχο. Πνευματική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει αποκατάσταση τής ατομικής σκέψης, που είναι σήμερα πνιγμένη από τά μέσα μαζικής επικοινωνίας και θύμα τής διαπαιδαγώγησης· θα πρέπει ακόμα να σημαίνει ότι θα πάψουν να υπάρχουν κατασκευαστές τής «κοινής γνώμης», και η ίδια η κοινή γνώμη ακόμα. Αν οι προτάσεις αυτές έχουν έναν τόνο εξωπραγματικό, αυτό δεν συμβαίνει επειδή είναι ουτοπικές, αλλά επειδή είναι ισχυρές οι δυνάμεις που τίς αντιμάχονται.
τό αποτέλεσμα είναι η ευφορία μέσα στη δυστυχία. Να αναπαύεσαι, να διασκεδάζεις, να δρας και να καταναλώνεις όπως όλοι οι άλλοι, να αγαπάς και να μισείς ό,τι αγαπούν και μισούν οι άλλοι, αυτά στο μεγαλύτερό τους μέρος είναι ανάγκες πλαστές.
τό γεγονός ότι οι συνθήκες κάτω από τίς οποίες ζει τό άτομο ανανεώνουν και δυναμώνουν συνεχώς αυτές τίς ανάγκες, με αποτέλεσμα τό άτομο να τίς κάνει πια δικές του, να ταυτιστεί μαζί τους, και να αναζητά τόν εαυτό του στην ικανοποίησή τους, δεν αλλάζει σε τίποτα τό πρόβλημα. Οι ανάγκες παραμένουν αυτό που πάντα ήταν, προϊόντα μιας κοινωνίας που τά κυρίαρχα συμφέροντά της απαιτούν τήν καταπίεση.
οι καταπιεστικές ανάγκες είναι οι ισχυρότερες, αυτό είναι γεγονός τετελεσμένο, καθιερωμένο από τήν ήττα και τήν αμάθεια. Είναι όμως και ένα γεγονός που πρέπει ν’ αλλάξει, και τό άτομο που «ευημερεί» έχει τό ίδιο συμφέρον ως προς αυτό, όσο και εκείνοι που πληρώνουν τήν ευημερία του με τή δικιά τους αθλιότητα.
σε τελευταία ανάλυση, τά ίδια τά άτομα είναι εκείνα που θ’ απαντήσουν σ’ αυτό τό ζήτημα τών αληθινών και τών πλαστών αναγκών, αλλά μόνο σε τελευταία ανάλυση, όταν δηλαδή θα είναι ελεύθερα να δώσουν τίς καθαρά δικές τους απαντήσεις. Όσο δεν έχουν καμιά αυτονομία, όσο είναι ετερόφωτα κι ετεροκαθοριζόμενα (και στο επίπεδο τών ενστίκτων τους έστω), η απάντηση που θα δίνουν δεν θα μπορεί να θεωρηθεί σαν δική τους. Για τόν ίδιο λόγο όμως, κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να διεκδικήσει τό δικαίωμα να καθορίσει τίς ανάγκες που θα πρέπει να καλλιεργηθούν και να ικανοποιηθούν. Ένα τέτοιο δικαστήριο θα πρέπει να τό απορρίψουμε· απ’ τήν άλλη όμως αυτό δεν θα πρέπει να μάς κάνει να παρατήσουμε τό πρόβλημα : με ποιον τρόπο, άνθρωποι που έχουν υποστεί αποτελεσματική και πετυχημένη κυριάρχηση, θα μπορέσουν να πλάσουν οι ίδιοι τίς συνθήκες τής ελευθερίας ;
όσο η διοίκηση τής καταπιεστικής κοινωνίας γίνεται ορθολογιστική, παραγωγική τεχνική και ολοκληρωτική, τόσο περισσότερο τά άτομα δυσκολεύονται να καταλάβουν τά μέσα που θα τούς επιτρέψουν να τερματίσουν τήν υποδούλωσή τους και να αποκτήσουν τήν ελευθερία τους. Βέβαια, τό να θελήσει κάποιος να επιβάλει γενικευμένα τή Λογική σε ολόκληρη τήν κοινωνία, αυτό είναι μια παράδοξη και σκανδαλώδης ιδέα – έχουμε όμως τό δικαίωμα και να αμφισβητήσουμε τήν αρετή μιας κοινωνίας που αυτή τήν ιδέα τήν γελοιοποιεί ενώ ταυτόχρονα η ίδια ασκεί πάνω στον κόσμο της μια καθολικά γενικευμένη εξουσία.
για κάθε απελευθέρωση χρειάζεται πρώτα η συνειδητοποίηση τής σκλαβιάς
στοαρχείοτού μαρκούζε διαβάζετε τόν «μονοδιάστατο άνθρωπο» στα αγγλικά
στη σελίδα τώνεκδόσεωναπό τό σάιτ τού μαρκούζε βλέπετε βιβλία του σε διάφορες γλώσσες
πρόκειται για τήν οικογενειακήιστοσελίδατού μαρκούζε, καιεδώείναι τό τμήμα τό αφιερωμένο στον ίδιο (τό σάιτ τό έφτιαξε ο εγγονός του harold) βιβλία τού μαρκούζε μεταφρασμένα σταελληνικά και μια σύντομη βιογραφία στηνwikipedia
::: ...... :::
l' amore eroico è proprio delle nature superiori, dette insane, non perché non sanno, ma perché soprasanno (ο ηρωικός έρωτας είναι ιδιότητα φύσεων ανώτερων που τούς λεν τρελούς, όχι γιατί δεν ξέρουν, αλλά γιατί παραξέρουν) / giordano bruno
::: ...... :::
there is no absolute up or down, as aristotle taught; no absolute position in space; but the position of a body is relative to that of other bodies – everywhere there is incessant relative change in position throughout the universe, and the observer is always at the centre of things / giordano bruno
::: ...... :::
those who restrain desire do so because theirs is weak enough to be restrained / william blake
::: ...... :::
: έτσι τούς βλέπω εγώ τούς κήπους ( : σημειωματάριο με κάκτους)
::: ...... :::