σημειωματαριο κηπων

19 Σεπτεμβρίου 2013

κίττυ αρσένη, marginalia

.

.

τρίτη, 17 σεπτεμβρίου 2013, τό βράδυ

 

   για τίς μεγάλες, τίς ελεύθερες, τίς γενναίες, τίς δυνατές (ασφαλώς και μπορεί κανείς (και δικαιούται, και πρέπει) ν’ αλλάξει τό φύλο εδώ στον στίχο τού εγγονόπουλου) (αν και η ίδια η κίττυ αρσένη θα χαμογελούσε νομίζω  ειρωνικά για ό,τι θα εκλάμβανε μάλλον ως μεγαλοστομία) για τίς μεγάλες λοιπόν, τίς ελεύθερες, τίς γενναίες, τίς δυνατές αρμόζει να λέει ο καθένας ακόμα και τά ελάχιστα απ’ ό,τι άκουσε στα λόγια τους, σαν γραμμένα στο περιθώριο

   προσωπικά ευγνωμονώ τήν τύχη μου που τήν έχω καταγράψει σε βίντεο (θα τό ανεβάσω (ελπίζω τώρα πια) σύντομα) σε τρεις διαφορετικούς χώρους : ο πρώτος ήταν στη λέρο, η ομιλία της τό 2005 στο συνέδριο για τίς γυναίκες στην αντίσταση, ο δεύτερος είναι στο σπίτι της, μια συνέντευξη που μού έδωσε τό 2006 και που πάντα έλπιζα ότι θα έχει και ένα δεύτερο μέρος – δεν θα υπάρξει πια δεύτερο μέρος. (Ο τρίτος χώρος είναι και ο αγαπημένος της – τό θέατρο, μια παράσταση με κείμενα που συνένωσε η ίδια (από τόν αισχύλο μέχρι τήν μαργαρίτα γιουρσενάρ) για τήν κλυταιμνήστρα (κι αυτή η παράσταση θ’ ανέβη ολόκληρη κάποια στιγμή στο γιουτούμπ))

   απομονώνω για σήμερα, μέρα τής ταφής της στον οικογενειακό τάφο στο μαρούσι, σαν ελάχιστο κτέρισμα δυο–τρία μόνο περιθωριακά στοιχεία από τούς μονολόγους της (ακριβώς επειδή ήταν περιθωριακά και ειπωμένα ανάμεσα σε γέλια, και με πολύ (μόνο που ήταν υπογείως πικρό) χιούμορ).

.

   χώρος 1ος : στη λέρο : ψηλή λιγνή με τό μακρύ της στενό μαύρο φόρεμα και τά βραχιολάκια στα πόδια, πανέμορφη ανάμεσα σε τόσο όμορφες που κοριτσάκια πολέμησαν μια χούντα και βασανίστηκαν όπως κι εκείνη χωρίς να νικηθούν. Νικηφόρες : και σήμερα με ειρωνεία άγνωστες και σιωπηλές. Απ’ τήν παλιά γενιά όλες αυτές τών λαμπράκισσων που μέσα στη δεκαετία τού 60 πέσανε στην παγκόσμια αναγέννηση τού έρωτα και στη μόδα τού χούλα χουπ και όλες οι εφημερίδες (αξιοπρεπείς αυτές) γράφαν και ξαναγράφανε ότι φορούσαν μαύρα καλτσόν και μίνι φούστες για να αποπλανήσουν και να αποσπάσουν τίμιους αξιωματικούς από τό εθνωφελές έργο τους. (Δεν τούς αποπλάνησαν όπως φαίνεται αποτελεσματικά, γιατί λίγα χρόνια αργότερα οι τίμιοι αξιωματικοί κάναν τή χούντα τους, και τίς έσυραν στην οδό μπουμπουλίνας να τούς τσακίζουν τά κόκαλα, να τούς χώνουν παλούκια όπου τό μίσος κι η αγαμία τούς έλεγε, να τίς λιανίζουν στην ταράτσα και τήν απομόνωση, να τίς στέλνουν φυλακή κι εξορία : Οι χουνταίοι και οι οπαδοί τους, που τώρα σηκώνουνε πάλι κεφάλι.) Η Κίττυ Αρσένη διηγείται πολλά, αλλά όταν φτάνει στο πώς, μέσα από τήν απομόνωση τής ασφάλειας στέλναν μηνύματα (γραμμένα με τό μαύρο τού σπίρτου) έξω, στους άλλους ελεύθερους, λέει, κοιτάζοντας τό κοινό της λίγο πεισμωμένα : Δεν θα σάς πω όμως πώς, και ρίχνει ένα χαμόγελο – τό κοινό γελάει δυνατά, μ’ ένα είδος συνεννόησης, κατανόησης : «δεν θα σάς πω όμως πώς, για να μην τό κάψω, γιατί μπορεί να ξαναχρειαστεί» εννοεί η Κίττυ, κι ακόμα δεν είχε σκάσει μύτη η συμμορία τού μιχαλολιάκου – σήμερα εκείνο τό γέλιο παγώνει, και σβήνει, αναδρομικά.

.

   χώρος 2ος : Με τό ίδιο πεισματωμένο γελάκι, ενώ μού αφηγείται στη συνέντευξη πλήθος πράγματα, δεν δέχεται να πει τόν τρόπο με τόν οποίο βγήκε, μετά τά βασανιστήρια και τή φυλακή «έξω» ( : για να καταθέσει στο συμβούλιο τής ευρώπης : εκείνη η κατάθεση για τά βασανιστήρια ήταν η αρχή τού τέλους για τούς «τίμιους αξιωματικούς» τής χούντας, ακολούθησαν κι άλλες, τής φίλης της νατάσας (μερτίκα), τού επίσης ηθοποιού περικλή κοροβέση, τού «λόγω καταγωγής υπεράνω υποψίας» γιάννη λελούδα – όμως η κατάθεση τής Κίττυς ήταν ένα απίστευτο χαστούκι στα τέρατα, γιατί ήτανε η πρώτη φορά που έφτανε στην υπόλοιπη ευρώπη μια φωνή «από πρώτο χέρι» για τήν κτηνωδία τού καθεστώτος τών «τίμιων ελλήνων εθνικιστών») : Πώς ταξίδεψες έξω, τής λέω (ο ενικός οφειλότανε σ’ εκείνην : δεν γνωριζόμαστε από παλιά, στην αρχή δεν γνωριζόμαστε καθόλου, αλλά πολύ σύντομα εκείνη επέβαλε ενικό) Πώς βγήκες έξω, με τό τραίνο να υποθέσω ; τής λέω. Μέ κοιτάει με τό αυστηρό της ύφος – τό πιο αξιαγάπητο αυστηρό ύφος τού κόσμου : Αυτό, δεν θα σ’ τό πώ, μού λέει, και κάνει μια κίνηση με τό χέρι σαν κάτι να κλείνει ( : Τά ίδια συμφραζόμενα πάλι : «μπορεί να ξαναχρειαστεί και σε άλλους στο μέλλον» εννοεί – και δεν έχει σκάσει μύτη ακόμα η συμμορία τών νεοχουνταίων με τό εκατομμύριο ψήφους.)

   παρόμοια (αλλά όχι και ακριβώς ίδια) ήταν όμως η σιωπή της και όταν εξηγούσε τό γιατί γύρισε από τήν δυτική ευρώπη μέσα στη χούντα ξανά στην ελλάδα : (Αυτό τό κομμάτι τού θάρρους της είναι που μού φαίνεται πραγματικά απίστευτο : ) Λέει διάφορα, για τό πώς τήν υποδέχτηκε η ασφάλεια από τ’ αεροδρόμιο κιόλας, τί τής είπαν οι μάλλιοι–μπαμπάληδες, πώς τήν απείλησαν (ήταν δύσκολο λίγο να τήν αγγίξουν πάλι, και τό ξέρανε αλλά οι απειλές, απειλές.) Μού εξηγεί, σαν παιδάκι που θέλει να προλάβει να μην τό μαλώσουν οι μεγάλοι : μπορούσα να μείνω στη γαλλία, να κάνω εκεί καριέρα, τό σκέφτηκα και τό προσπάθησα στην αρχή : αλλά σιγά–σιγά άρχισα να καταλαβαίνω ότι δεν μπορούσα : δεν μπορούσα να ’μαι εγώ καλά, κι αυτοί εκειμέσα, στην κόλαση. Ήθελα  να ’μαι κι εγώ μαζί τους – Συνεχίζει για λίγο έτσι τήν αφήγηση : Τίς απειλές απ’ τούς αρχιασφαλίτες, τήν επίγνωση ότι δεν θα μπορούσε τώρα ουσιαστικά να κουνηθεί : Θα τήν παρακολουθούσαν συνεχώς. Θα ήταν όμως μαζί με τούς άλλους στο καμίνι τής κόλασης κι αυτή, κι αυτό τής έφτανε. (Νόμιζα ότι τελειώσαμε : και ξαφνικά προσθέτει :  Πάντως δεν κάτσαμε και τελείως στ’ αυγά μας (προσέξτε τόν πληθυντικό : ) (έχει η γραμματική ηθική ; Έχει.) : κάτι λίγο κάναμε πάλι. Τί κάνατε δηλαδή, ρωτάω κατάπληκτη : Δεν απαντάει, κουνάει τό χέρι της μ’ εκείνην τήν ίδια κίνηση τέλους όπως και στ’ άλλα : δεν θα μού πει :

   Εδώ, είναι η Κίττυ Αρσένη ολόκληρη : εδώ που δεν καλύπτει απλώς, δεν φυλάει απλώς τά όπλα της για τό (φριχτό και πιθανό, – στην ελλάδα βρισκόμαστε) μέλλον : εδώ είναι η Άνθρωπος που συχαίνεται, αποκλείει, απορρίπτει από τή ζωή της τόν αυτοέπαινο τήν αυτοπροβολή τήν αυτοδιαφήμιση τήν αναρρίχηση, εν ολίγοις τή φτήνεια : η άνθρωπος που είχε αδελφό εν ενεργεία τσάρο οικονομίας και κανείς δεν τό ’ξερε κανείς δεν τό φανταζόταν : η Κίττυ τής αξιοπρέπειας και στα μικρότερα, αυτής τής ηθικής ιδιότητας που περπατάει στην αγορά μαστιγωνόμενη γελοιοποιούμενη εξαφανιζόμενη και τελικά σήμερα δολοφονούμενη.

 

   τελευταίο μου κτέρισμα για τόν σημερινό της τάφο, κάτι εικαστικά ανάλαφρο :

   Όσοι έχετε διαβάσει τό βιβλίο της, ξέρετε για τήν περίφημη χοντρή συγκρατούμενη Ρούλα, και τό πώς μπλοκάριζε στην κυριολεξία τούς ασφαλίτες με τήν υποκριτική και τό θέατρο που ’παιζε συνεχώς, μέσα στην απομόνωση και μέσα στ’ ανακριτικά γραφεία ( : η Κίττυ καθώς τά διηγείται, μπορείς να διακρίνεις ότι έχει κι έναν καθαρά επαγγελματικό θαυμασμό για τήν υποκριτική τής λαϊκής κοπέλας) : εδώ όμως πρωταγωνιστεί τό «μαύρο τού σπίρτου» που είπα στην αρχή :

   τά σπίρτα στην απομόνωση μετατρέπονταν σε γραφική ύλη, αφού δηλαδή τά ανάψεις, και τά μεταστοιχειώσεις σ’ ένα μικρό λεπτό καρβουνάκι, με τό οποίο θα γράψεις σ’ ό,τι χαρτί εξοικονομήσεις, και θα τό κρύψεις με κάποιο τρόπο κάπου, και θα τό στείλεις στους «έξω» ως μήνυμα (με τόν τρόπο που είπαμε ότι δεν μάς αποκαλύφθηκε). Η Κίττυ είχε ιδιαίτερο κέφι στην διάρκεια τής συνέντευξης τήν ώρα που αφηγούνταν λοιπόν τό μάθημα που πήρε από αυτήν τήν περίφημη Ρούλα ως προς εξοικονόμηση διάρκειας και μεγέθους σ’ αυτήν τήν πολύτιμη φυλακισμένη γραφική ύλη : «Έτσι τό ανάβεις και έτσι τό κρατάς, μού είπε διδακτικά η Ρούλα» (μού είπε η Κίττυ, και ψάχνει να βρει τώρα στο σπίτι ένα κουτί σπίρτα : για να μού δείξει : και παίρνει τό σπίρτο και τό ανάβει, και τό γυρίζει κάθετα ώστε να μη σβήσει γρήγορα αλλά να κάψει όσο γίνετα πιο κάτω τό ξύλο του : Ανάβει ένα και τό κοιτάει να καίγεται ώς τά κάτω, σχεδόν ώς τά δάχτυλά της : βλέπεις ; μού λέει. Κι ανάβει κι άλλο, κι άλλο : Κοιτάει τίς φλόγες με αγάπη. Βλέπεις ; μού λέει.)

   Κοιτάει τίς φλόγες και τούς χαμογελάει.

   Ύστερα μού λέει κοιτώντας ίσια μπροστά : Όποτε και να κοιτάξω σπίρτα, όποτε και να πιάσω σπίρτα στα χέρια μου, από τότε δεν υπάρχει περίπτωση να μην σκεφτώ και να μη δω μπροστά μου τή Ρούλα.

 

   (Ξανασυναντηθήκατε ποτέ ; τή ρώτησα. «Μια φορά, στις αρχές τής μεταπολίτευσης, συναντηθήκαμε όρθιες κι οι δυο σ’ ένα λεωφορείο μέσα, μού είπε : Κοιταχτήκαμε, αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε. Καταλαβαίνεις. Μετά τήν έχασα»).

.

.

.

.

.

.

.

.

.

.

17 Φεβρουαρίου 2011

giordano bruno 411

   

.

ο (μεγάλος) (και, επιπλέον, μικρόσωμος ή κοντός όπως παραδίδεται ότι ήτανε) φιλόσοφος τζιορντάνο μπρούνο σήκωσε λοιπόν τό δάχτυλο (διδακτικά; ήταν γνωστό πως ήταν καλός δάσκαλος, είχε μαθητές σε όλη τήν ευρώπη – και στις βασιλικές αυλές επίσης) και είπε προς τούς δικαστές του όταν άκουσε τήν καταδίκη – πως θα καιγότανε ζωντανός επειδή δεν δέχτηκε με τίποτα να ανακαλέσει τίς φιλοσοφικές του θεωρίες :

και μπορεί εσείς να φοβόσαστε τώρα περισσότερο καθώς μού απαγγέλλετε αυτήν τήν καταδίκη, απ’ όσο φοβάμαι εγώ που τήν ακούω

: maiori forsan cum timore sententiam in me fertis quam ego accipiam

giordano bruno nolanus :

ο τζιορντάνο μπρούνο από τήν νόλα (κοντά στη νάπολη) τής νότιας ιταλίας (περήφανος όπως έλεγε για τά αδέλφια του, τούς έλληνες προσωκρατικούς), αφού γύρισε τούς δρόμους τής ευρώπης διδάσκοντας τίς άθεες¹, ερωτικές², και ασεβείς³ θεωρίες του, κάηκε τελικά (συμβολικά (όπως τό θέλησαν οι κοσμικές και θρησκευτικές αρχές τής ιταλικής αναγέννησης) στις αρχές τού 17ου αιώνα : στις 17 φεβρουαρίου τού 1600, στην πλατεία campo de’ fiori τής ρώμης) σε σιγανή φωτιά για να μην πεθάνει αμέσως ύστερα από τά φριχτά ούτως ή άλλως βασανιστήρια στα οποία τόν υποβάλανε κι αφού τού ράψανε στο τέλος και τό στόμα για να μην μιλάει άλλο

όμως ο μπρούνο είχε (και στο θέμα τού φόβου) δίκιο (όπως είχε άλλωστε δίκιο και στο θέμα τής φιλοσοφικής θεωρίας του «τών άπειρων κόσμων», πράγμα που σήμερα η επιστήμη τό ξέρει άφοβα) : η κοσμική και εκκλησιαστική εξουσία εξακολούθησε να τόν φοβάται δηλαδή και μετά θάνατον τόσο, ώστε και να προσπαθήσει να εμποδίσει τήν ανέγερση ενός αγάλματός του (τρεις αιώνες μετά από τό μαρτύριο του στην ίδια πλατεία) τό 1889, και να απαγορέψει μια τελετή στη μνήμη του που θέλησαν νέοι, από τήν ιταλία και τόν κόσμο, να κάνουν στις 17 φεβρουαρίου τού 2000 γύρω απ’ τό ίδιο άγαλμα για τήν επέτειο τών 400 χρόνων από εκείνη τήν πυρά…

σήμερα που έχουμε 17 φεβρουαρίου τού 2011 και τήν 411η επέτειο τής φωτιάς που δεν φώτισε αλλά προσπάθησε κάτι να σβήσει, αφιερώνω τήν υπόμνηση τής  φράσης αυτής σε όλους όσους τά τελευταία χρόνια αψηφούν και πάλι τούς φόβους τους για να βγουν στους δρόμους τής ευρώπης (και τού κόσμου) και να εμποδίσουν τήν ελάχιστη δυνατή ελευθερία που μάς απόμεινε – και πάνω απ’ όλα τά λόγια μας ή τή σκέψη μας – να απαγορευτούν ξανά

 

: αν ο χρόνος όμως είναι (όπως και τό σύμπαν κατά τόν μπρούνο) ατέλειωτος και άπειρος, είμαστε μέσα σ’ όλ’ αυτά σίγουρα λιγότερο μόνοι

    *τά πλήρη «πρακτικά» τής δίκης τού μπρούνο (καθώς και τών βασανιστηρίων και τής ανάκρισης, που όλα κράτησαν συνολικά εφτά χρόνια μέχρι να κορυφωθούν στην πυρά τής «πλατείας τών ανθέων» στη ρώμη) τό βατικανό ισχυρίζεται ότι έχουν χαθεί : και είναι πιθανό πράγματι να καταστράφηκαν –  πράγμα που είναι χαρακτηριστικό τού φόβου τών εκτελεστών του για τόν ίδιο, όπως είχε προβλέψει στην περίφημη φράση του, όταν άκουσε τήν απόφαση, ο μπρούνο – κατά τ’ άλλα έχουν σωθεί πλήθος τέτοια πρακτικά που η εκκλησία φύλαγε ανά τούς αιώνες με τήν σχολαστικότητα τήν αυτοπεποίθηση και τήν αλαζονεία τής εξουσίας – που έδειξαν και για τίς δικές τους δολοφονίες οι αργότερα χιτλερικοί : υπάρχουν για παράδειγμα τά πρακτικά τών ανακρίσεων και τής δίκης, τόσο τής ιωάννας τής λοραίνης (1431) όσο και τού τομάζο καμπανέλα (στα τελευταία βασίστηκε η μαργαρίτα γιουρσενάρ για ένα δοκίμιό της (βλέπε δική μου ανάρτηση εδώ)) : ένα βιβλίο πάντως εξαιρετικά γοητευτικό από αυτήν τήν άποψη είναι τό «μονταγιού» – μια μελέτη που μεταφράστηκε και στα ελληνικά και είναι βασισμένη στα πλήρη και λεπτομερέστατα σωζόμενα πρακτικά τής ιεράς εξέτασης για τίς ανακρίσεις τών κατοίκων ενός «αιρετικού χωριού» στα πυρηναία τό 1300 : πάντως, ύστερα από προσπάθειες 15 χρόνων ενός επίμονου ερευνητή, βρέθηκε στο βατικανό στις 15 νοεμβρίου τού 1940 μια «περίληψη» τής δίκης τού τζιορντάνο μπρούνο η οποία είναι σαφές ότι βασίστηκε στα «εξαφανισμένα» πρακτικά καθώς έχει στο περιθώριο παραπομπές και σχόλια προς τό αρχικό χειρόγραφο : εκδόθηκε τό 1942 (για περισσότερα, στα αγγλικά, βλ. εδώ)

 μερικές πληροφορίες για τόν μπρούνο αναρτήθηκαν από μένα και στην ανάρτηση που αναφέρω παραπάνω, και τότε τίς έβαλα με αφορμή μια άλλη βασανιστική επέτειο, εξηγώντας κάποια πράγματα για τόν ποιητή tommaso campanella και τόν μαθηματικό galileo galilei που βασανίστηκαν κι αυτοί, τήν ίδια περίπου εποχή ή λίγο αργότερα, από τήν ιερά εξέταση : ο πρώτος γλίτωσε τήν πυρά κάνοντας τόν τρελό και ο δεύτερος ανακαλώντας τά αστρονομικά του συμπεράσματα, με τήν προσθήκη τής τιμωρίας να μην ξαναγράψει ποτέ τίποτα

 η ανέγερση τού αγάλματος τού μπρούνο έγινε στις 9 ιουνίου τού 1889 και συνδέθηκε με τόν αγώνα τών ιταλών πατριωτών για τήν ένωση τής ιταλίας : τό άγαλμα τοποθετήθηκε στην πλατεία τής ρώμης campo defiori στο σημείο ακριβώς που είχε στηθεί, τριακόσια χρόνια σχεδόν πιο πριν, η πυρά : οι εκκλησιαστικές και κοσμικές αρχές έβαλαν όλα τά μέσα για να αποτρέψουν τήν ανέγερση (και μάλιστα εξαιτίας τών αντιδράσεων τού ντόπιου παπαδαριού τό 1885 είχε συσταθεί και μια διεθνής επιτροπή υποστήριξης τού αγάλματος στην οποία συμμετείχαν ο βίκτωρ ουγκώ, ο ερνέστος ρενάν, ο ερρίκος ίψεν και άλλοι) αλλά δεν τά κατάφεραν : τό άγαλμα, έργο τού γλύπτη ettore ferrari, στήθηκε τελικά – και οι ιταλοί πατριώτες πιστοί στη μνήμη ενός φιλόσοφου που η ανεξαρτησία τής σκέψης του πληρώθηκε με τόν φριχτότερο τρόπο γέμισαν κατά τά αποκαλυπτήρια τήν πλατεία με τήν παρουσία τους και με ιταλικές σημαίες (περισσότερα εδώ, και βλέπε και φωτογραφία στο τέλος)

** για τό «άθεες¹», «ερωτικές²», και «ασεβείς³» : τρία παραδείγματα μολονότι αυτοί οι χαρακτηρισμοί ταιριάζουν και στο σύνολο τής σκέψης του :

¹ de l’ infinito universo et mondi (1584) : on the infinite universe and worlds, περί απείρου σύμπαντος και κόσμων (ο σύνδεσμος που παραθέτω είναι από τό βιβλίο «giordano bruno, his life and thought» τής dorothea waley singer (1950), μια βιογραφία τού μπρούνο η οποία έχει και τίς μεταφράσεις τών έργων του στα αγγλικά)
τό έργο αυτό για πολλούς είναι τό κεντρικό τής φιλοσοφίας του καθώς περιέχει μια κοσμολογική αντίληψη που προλαβαίνει τή σημερινή αστροφυσική… ο μπρούνο όχι μόνο αρνείται τήν κεντρική θέση τής γης στον κόσμο πράγμα που ήδη είχε γίνει άλλωστε με τόν κοπέρνικο, αλλά διαγράφει και τήν κεντρική θέση τού ήλιου, καθώς υποστηρίζει τήν ύπαρξη άπειρων ήλιων…

² de gl’ eroici furori (1585) : on heroic frenzies μεταφράζουν οι άγγλοι, περί ηρωικών παθών θα μετέφραζα εγώ (στο λινκ που παραθέτω διαβάζετε τό κείμενο στα αγγλικά)
οι άγγλοι μεταφράζουν τό furori frenzies, δηλαδή μανίες ή φρενίτιδες, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για τό ερωτικό πάθος – θέμα καθόλου αποδεκτό σε φιλοσοφική διατριβή εκείνα τά χρόνια – (ξέρουμε πόσο ενόχλησε άλλωστε και στη δικιά μας εποχή ο φρόϋντ ή ακόμα περισσότερο ο μαρκούζε με τό «έρως και πολιτισμός» του ας πούμε) και μία από τίς κατηγορίες που συνόδεψαν τόν μπρούνο στην πυρά ήταν αυτή τού «έκλυτου και ανήθικου βίου»

³ la cena de le ceneri (1584) : the ash wednesday supper, η μετάληψη τής τετάρτης τών τεφρών (πρόλογος και μετάφραση στα αγγλικά (σε pdf με παραλείψεις για λόγους κοπυράϊτ))
ανήκει στα έργα που ο μπρούνο δεν έγραψε στα καθωσπρέπει λατινικά αλλά στα βάρβαρα ιταλικά (οι εχθροί του άλλωστε τόν κοροϊδεύανε ότι μιλούσε τά λατινικά με ιταλική προφορά) – αυτό έγινε κυρίως επειδή τό έγραψε στην αγγλία και θέλησε να τό κάνει έτσι πιο εύκολα προσβάσιμο στους μορφωμένους άγγλους που, όπως και η βασίλισσά τους ελισάβετ, χαίρονταν να επιδεικνύουν ιταλομάθεια : ο ίδιος ο τίτλος, ακόμα και με τήν παρήχησή του, προδίνει «ασεβές» περιεχόμενο – ουσιαστικά ο μπρούνο στο έργο αυτό χαρακτηρίζει δευτερεύουσα και ασήμαντη τή διαφορά μεταξύ καθολικών και προτεσταντών για τήν θεία ευχαριστία, συν τό ότι υπάρχει ένας, όχι και τόσο υπόρρητος, συνδυασμός από «τσάϊ σε αγγλικό σαλόνι» με τόν «μυστικό δείπνο», και από «θεία μετάληψη» με τήν «τετάρτη τών τεφρών», μέρα που για τούς καθολικούς σηματοδοτεί τή λήξη τού καρναβαλιού και τήν αρχή τής νηστείας μέχρι τό πάσχα – όλα αυτά η εκκλησία δεν τού τά συχώρεσε, η εκτέλεσή του άλλωστε έγινε (κατά σύμπτωση;) τήν επομένη τής «τετάρτης τών τεφρών» τού 1600 – και μία (άλλη) από τίς κατηγορίες που τόν συνόδεψαν στην πυρά ήταν αυτή τού προτεστάντη, ή «συμπαθούντος», ή και «αναγιγνώσκοντος τόν έρασμο»

 

  

 

.        

μια πρόσφατη βιογραφία από τήν ingrid rowland

«τά ηρωικά πάθη» διάβασμα και/ή αγορά τού βιβλίου

«giordano bruno and the hermetic tradition» τό κλασικό βιβλίο τής frances yates (αγορά ή διάβασμα)

τά βιβλία τού bruno στην σελίδα τής amazon

η σελίδα για τό άγαλμα τού μπρούνο στο βερολίνο

η σελίδα για τόν κρατήρα

giordano bruno net

βλογ και βιβλίο περί

ιταλικό αφιέρωμα στην περσινή επέτειο (αποσπάσματα από τή δίκη : η αντιπαράθεση με τόν μαθητή που τόν κατέδωσε…)

 

 

 

24 Οκτωβρίου 2009

παναγιώτης, ο γιος τής ζιζέλ

 
παναγιώτης κανελλάκης 1942 - 2009

παναγιώτης κανελλάκης 1942 - 2009

      Παράδοξος τίτλος πένθους για τόν Παναγιώτη Κανελλάκη. Δεν πρόκειται να γράψω τά κατεβατά που ξέρω ότι τού αξίζουν, γιατί προσωπικά τόν ήξερα ελάχιστα. Ένα ψηλό παιδί, αδύνατο, δικηγόρος άλλων παιδιών μέσα στη χούντα. Έπειτα, στη μεταπολίτευση, θυμάμαι τό θάρρος του στον αγώνα για τήν καταπολέμηση κάθε είδους (μικροαστικής, αλλά και υστερόβουλης «μεγαλοαστικής» – απ’ τήν μεριά τών μεγαλέμπορων) υστερίας στο θέμα τών ναρκωτικών. Τού ‘χα μιλήσει ελάχιστα – πιο πρόσφατα στο γεωπονικό πανεπιστήμιο όπου γινόταν μια συζήτηση για τήν αποποινικοποίηση και μάς είπε κι ένα ξεκαρδιστικό ανέκδοτο για τόν παραλογισμό τής κατάστασης στις φυλακές – δεν είναι η ώρα του τώρα, ίσως μια άλλη φορά. Θυμάμαι ότι βιαζόταν να πάει στην Αίγινα να ξεκουραστεί…

      Από τό γυμνάσιο ήξερα πως η δασκάλα μου (αλλοιωμένη όσο χρειάζονταν, πίστευα εκεί για χάρη τού μυθιστορήματος, αλλά με όλη της τήν λάμψη να επιζεί – δεν μπορούσε με τίποτα να γίνει αλλιώς) η Ζιζέλ Βιβιέ είχε κι αυτό τό, ελληνικό, επώνυμο. Μετά έμαθα ότι ο Παναγιώτης ήταν γιος της. Όταν τού μίλησα για τήν μητέρα του είδα στο μάλλον κουρασμένο πρόσωπό του τά μάτια του ν’ αστράφτουν. Εκείνη είχε πεθάνει τότε. Ήξερα πως είχε βγει ένα βιβλίο στη μνήμη της και δεν είχα προλάβει να τό πάρω, ήταν έκδοση εκτός εμπορίου. Τού τό ζήτησα και μού είπε πως δεν υπήρχε πια. Τώρα βλέπω πως κυκλοφορεί –  Θα πάω να τό πάρω τώρα (και θα πάω να πάρω και τά δικά του βιβλία που κι αυτά όλο τά ανέβαλλα – λέμε πολλές φορές για τίς ασυνέπειες τών άλλων και ξεχνάμε τίς δικές μας … ) 

b76189[1]  

      Δεν μού πήγαινε να βάλω άλλον τίτλο, δεν νομίζω όμως ότι θα ‘χε αντίρρηση. (Πίσω απ’ τήν φωτογραφία του διαβάζετε ένα κείμενό του για τήν ελληνοευρωπαϊκή κίνηση νέων, κίνηση πραγματικά μέσα σ’ όλα τά ακίνητα τότε, που αποτέλεσε τό πιο γόνιμο, και επικίνδυνο τότε, έδαφος προετοιμασίας για τήν νομική και όλα τά επόμενα). Από μένα αυτά τά λίγα λυπημένα.

 

 

 

 

Start a Blog at WordPress.com.

Αρέσει σε %d bloggers: