συμπεραίνω λοιπόν ότι
ο χώρος και ο χρόνος έχουνε σχέση με τό σώμα μας
έχουν ελάχιστη ή καμία σχέση με τόν εαυτό μας
η χώρα μου είναι η αλήθεια
dickinson
Ως προς αυτό δηλαδή πιστεύω τώρα ότι δεν υπάρχει υψηλότερης ποιητικότητας περιγραφή τής σχιζοφρένειας τού πουριτανισμού από τό χωρίο αυτό : κι όμως όταν πρωτοδιάβασα αυτήν τήν πρόταση τής έμιλυς νόμιζα ότι διαβάζω κάτι σαν τήν απολογία τού αϊνστάιν. Ύστερα όμως σιγά–σιγά κάτι μέ μπέρδευε στην μεσαία πρόταση που ήταν ειπωμένη λες και βρισκόταν σε αντίθεση με τήν πρώτη – και όσο περισσότερο τό κοιτούσα τόσο περισσότερο γινόταν σαν εκείνη τήν παιδική μαγική εικόνα, κι έβγαινε μπροστά ένα άλλο πρόσωπο απ’ αυτό που έβλεπα εγώ στην αρχή. Ενώ στην αρχή δηλαδή τό πρώτο πρόσωπο έλεγε : Εγώ είμαι ο χώρος και ο χρόνος, τό δεύτερο πρόσωπο μετά έλεγε : Εγώ δεν έχω σχέση με τόν χώρο και τόν χρόνο, εγώ έχω σχέση με τόν εαυτό μου, κι ο εαυτός μου είναι άλλος από μένα. Μετά έσκαγε μύτη κι ένα τρίτο προσωπάκι τό πιο πουριτανικό απ’ όλα, η κόρη τού μπαμπά της και τής μαμάς της που έλεγε : ο εαυτός μου δεν έχει σχέση με τό σώμα μου. Κι ύστερα, για να τά διορθώσει και να τά ολοκληρώσει όλ’ αυτά, αφού έχει μπερδέψει ικανοποιητικά τούς πάντες, ώστε να μην μπορεί κανένας πια να τή μαλώσει, σκάει μύτη επιτέλους ολόκληρη η έμιλυ, ανοίγοντας τήν πόρτα τού σκοτεινού δωματίου της (στο πάνω πάτωμα)
(όταν μπαμπάς και μαμά έχουν πια πεθάνει, και μένει μόνη της τώρα με τήν αδελφή της, κι ο αδελφός της είναι πιο δίπλα παντρεμένος με τήν καλύτερη φίλη τής παιδικής ηλικίας της, που κάνει τώρα κόλαση τή ζωή ολονών με τό αφύσικο μίσος που έχει προς όλους τους, καθώς και τήν απέχθειά της ώς προς τό να κάνει παιδιά : άλλη σχιζοφρενής δηλαδή από κει, έκανε ένα σωρό εκτρώσεις πρώτα κι ύστερα υπέκυψε στις επιθυμίες τών άλλων και γέννησε, τρεις φορές μάλιστα : (για τή φίλη τής ντίκινσον τώρα μιλάω) : τό ένα παιδί μάλιστα απ’ τά πολλά χτυπήματα στην κοιλιά της – που έκανε για να τό αποβάλει μονάχη της – λένε ότι βγήκε επιληπτικό (φαίνεται ότι σ’ εκείνο τό χρονικό σημείο ο άντρας της δεν τής επέτρεψε να κάνει άλλη έκτρωση, ενώ τό δεύτερο δεν τά καταφέρανε να τό δυστυχήσουν και τούς πέθανε μικρό, και έτσι πλέον (αυτή) μπόρεσε και αποθέωσε τήν κυριαρχία της ανενόχλητη επάνω στην κόρη που ήρθε μετά, ώς συνήθως οι μανάδες τού είδους της δηλαδή) (είτε φυσικές είτε υιοθετημένες οι κόρες, συνήθως εκεί οι μανάδες τους δημιουργούν και κεντάνε) (αυτές οι μανάδες ειδικά κιόλας που δεν είχαν καμία διάθεση να κάνουν παιδιά και ακόμα, πολύ περισσότερο, αν είχαν κι έναν φοβερό φόβο πάντοτε στο να κάνουν παιδιά – όπως αυτή η φίλη τής έμιλυς))
ανοίγοντας λοιπόν τήν πόρτα τού σκοτεινού δωματίου της σκάει τώρα μύτη ολόκληρη (στην τρίτη αυτή πρόταση) η έμιλυ : Η χώρα μου είναι η αλήθεια. Ξέρεις, πιστεύω πια ότι η μεγαλοφυία τής τέχνης έγκειται (κυρίως) στη δυνατότητα που σού προσφέρει να είσαι δυσλεξικός μαζί της : και τό λέω διότι η δυσλεξία όπως αποκαλύφθηκε πλέον από έναν γιατρό, δεν έχει να κάνει με τό στόμα αλλά με τά μάτια, και τά παιδιά αυτά συνήθως είναι πολύ βιαστικά (ίσως και ανήσυχα μυαλά εκ γενετής – ή νευρικά για κάποιο λόγο) και διαβάζοντας μια σελίδα τά μάτια τους παίζουνε ανυπόμονα, και δεν πάνε ήσυχα από πάνω προς τά κάτω κι απ’ αριστερά προς τά δεξιά αλλά προσπαθούν να πιάσουν όλο τό κείμενο ταυτόχρονα κι αυτός είναι ο λόγος για τόν οποίο μάς φαίνεται ότι μάς διαβάζουνε σπασμωδικά : διότι βλέπουν ανάκατα, ή από μία άλλη άποψη προσπαθούν να συλλάβουν τό σύνολο ταυτοχρόνως τήν ίδια στιγμή : πιστεύω λοιπόν ότι, αυτήν τήν τέλεια (και εγελιανή, θα έλεγα), λογική τήν έχει η μεγάλη τέχνη σαν απαίτηση από τόν αναγνώστη : Πρόσεξε επομένως τώρα, αυτό που γράφει η έμιλυ, πώς γίνεται – αν τό διαβάσεις από τήν τελευταία πρόταση προς τήν πρώτη, ανάποδα :
Η χώρα μου είναι η αλήθεια.
Ο εαυτός μου είναι πέρα απ’ ό,τι φαίνεται
Ο χώρος και ο χρόνος έχουν να κάνουν με τό σώμα μου
(και επομένως, ξεπερνώντας και τόν αϊνστάιν όχι μόνο λέει Je est une autre όχι μόνο λέει δηλαδή ότι είναι άλλη, αλλά και ότι όλα τά άλλα είναι επίσης αυτή.)
Αυτή λοιπόν που αγαπούσε τόσο τούς γρίφους, και που φοβόταν να μιλήσει εντελώς καθαρά – γιατί πιστεύω ότι αν ήθελε να μιλήσει εντελώς καθαρά θα ’γραφε μυθιστορήματα –, ήξερε να μιλάει καθαρά όταν ήθελε, με τούς όρους που ήθελε, και με τόν τρόπο που σέ μάθαινε – για να μπορέσεις να δεις τήν αλήθεια της μέσ’ απ’ τόν φόβο της μην σέ τρομάξει :
αλλά νομίζω ότι αυτό κάνει πάντοτε και τό έργο τέχνης δηλαδή : περνάει ένα μεγάλο μέρος του προσπαθώντας να σέ μάθει να τό διαβάζεις : Ίσως κιόλας τό έργο τέχνης τελικά να μην είναι παρά μόνο αυτό του τό μάθημα, και αυτή η μαθητεία για τό πώς θα τό διαβάσεις και θα τό δεις : ίσως (σκέφτομαι με κάποιο δέος) τά μεγάλα μυθιστορήματα που αγάπησα (από μικρή) (και που προσπαθώ να τά καταλάβω κάθε φορά ξαναδιαβάζοντας, ακόμα και σήμερα όταν έχω καιρό) να έχουν ένα ακόμα μεγαλύτερο μυστικό απ’ αυτό που νομίζουμε : αυτά τά θηρία δηλαδή γράφουν τήν υπόθεση κοροϊδεύοντάς μας : οι ήρωές τους είναι ένα προπέτασμα μάλλον καπνού : τά υπόλοιπα είναι που σέ κάνουνε ό,τι θέλουνε, που σέ οδηγούν σέ φωτίζουνε και σέ αλλάζουν : τά θηρία θα πουν τήν αλήθεια τους δηλαδή αναλόγως με τό πώς θ’ αρχίσουν τό κεφάλαιο, και με τό πώς θα τό συνεχίσουν, και αναλόγως με τό αν θα αναφέρουνε ποτέ μια λέξη ή όχι : αυτός είναι ο πύργος τους, κι αυτό είν’ τό σπίτι που χτίζουνε – κι εμείς νομίζουμε ότι ασχολούνται με τούς φιλοξενούμενους που θα μείνουνε μέσα : η τζαίην ώστιν παραδείγματος χάριν δεν έχει αναφέρει ούτε μια φορά στα βιβλία της τή λέξη ψυχή, κι όμως, όταν τή μεταφράζουνε τή βάζουνε να τήν αναφέρει, και να τήν λέει : αυτό εγώ τό λέω αμαρτία και σκάνδαλο : Αν ήμουνα συγγραφέας θ’ απαγόρευα να μέ μεταφράσουνε (κι όμως δεν μέ αφορά και δεν έχει σχέση με τόν εαυτό μου αυτό, θα τό πω στην Ελένη που τήν αφορά.) Τί αστείο. Ξαναγυρίζω στα βασικά.
Τό μυθιστόρημα είναι λοιπόν ένα έργο μουσικής και ήχων που παραδίδεται κάθε φορά μόνο σαν παρτιτούρα, χωρίς δηλαδή τήν εκτέλεσή του – κι ο εκτελεστής του κάθε φορά θα είσαι εσύ : σού παραδίδεται όμως μία παρτιτούρα πολύπλοκη, λεπτοδουλεμένη σχολαστική σε βαθμό σχιζοφρένειας και υποχονδρίας : Τόσο που οι σημειώσεις στο τέλος να καταλαβαίνεις ότι έχουνε μεγαλύτερη σημασία από τή μουσική τήν ίδια : Τό μυθιστόρημα είναι η παρτιτούρα που γράφεται για τίς σημειώσεις της κι όχι για τή μουσική της : Τό μυθιστόρημα είναι αυτό που βγαίνει, όταν μπορείς να διαβάζεις τίς σημειώσεις και τή μουσική συγχρόνως : Τό μυθιστόρημα είναι η μουσική και μαζί οι λεπτομερείς σημειώσεις για τό πώς θα πρέπει να εκτελεστεί μέσ’ στο μυαλό σου η συμφωνία η φούγκα ή η μουσική τέλος πάντων αυτή.
So I conclude that space and time are
things of the body and have little
or nothing to do with our selves.
My country is Truth.
emily d.
(απόσπασμα από τό ανέκδοτο μυθιστόρημα «βιογραφίες αγνώστων»)
εδώ διαβάζετε και τό γράμμα ολόκληρο τής έμιλυς προς τόν joseph lyman (αγαπημένον τής αδελφής της vinnie) (που αρχίζει : «My father seems to me often the oldest and the oddest sorty of a foreigner», και τελειώνει : « I like Truth – it sets free is a free Democracy.»)