σημειωματαριο κηπων

23 Φεβρουαρίου 2011

one–dimensional man vs anna akhmatova

.

       

  

   συνεχίζω από εκεί που είχαμε μείνει πριν μεσολαβήσει η επέτειος τού μπρούνο
   βέβαια στους κήπους ασχολούμαι μόνο με πρόσωπα και κείμενα που αγαπώ αλλά σήμερα, κατ’ εξαίρεσιν (και συνεχίζοντας τήν προ–τελευταία παρένθεση), θα ασχοληθώ λίγο ακόμα με τόν σλάβοϊ ζίζεκ
   τότε πιάστηκα από τό αστείο ενός ανέκδοτου, θα πιαστώ σήμερα από τή «λεπτομέρεια» δυο «φιλοσοφημένων σημειολογικά» παραδειγμάτων :

   σε μια διάλεξή του προς τούς ανθρώπους λοιπόν τής γκουγκλ  ο ζίζεκ έκανε μια σημειολογική παρατήρηση (με τήν αυτοπεποίθηση ανθρώπου που ρίχνει κανονιές εκεί που ένας άλλος θα ντρεπόταν να αναφέρει αυτές τίς παρατηρήσεις ακόμα και ως φτέρνισμα) ( : πάντως δεν είχαν ακριβώς και τήν ανταπόκριση που θα ήθελε οι παρατηρήσεις του – εξ αυτού όπως φαίνεται και στο βίντεο (στο τέλος του, μετά από μια ώρα, 1. 09΄. 16΄΄), ο εκφωνητής τους, αφού πάγωσε λίγο, επιδόθηκε μετά νέας μανίας στο ξύσιμο τής μύτης του και στις χειρονομίες νευρόσπαστου τίς οποίες ίσως πιστεύει ότι εκλαμβάνουν όλοι ως αμεσότητα – εγώ πάντως τίς εκλαμβάνω ως δείγμα ταραγμένης ψυχολογίας, και μ’ εκνευρίζει να τίς βλέπω κιόλας (όπως απ’ τήν άλλη μ’ ευχαριστεί να βλέπω, σε κάποιες φωτεινές περιπτώσεις, ανθρώπους να λένε μισογύνικα ρατσιστικά «αστεία» και να παγώνουν μόλις συνειδητοποιούν ότι τό ακροατήριό τους αποτελείται, κατά λάθος, από χειραφετημένες γυναίκες (και άντρες…)) Εξάλλου (εμένα) προσωπικά, από πάντα, οι άντρες που κουνάγανε πάρα πολύ τά χέρια τους ασχολούμενοι διαρκώς με τό σώμα τους όταν μιλάγανε, ξύνοντας ας πούμε κάθε τόσο τ’ απαυτά τους ή τή μύτη τους, μού δίνανε τήν εντύπωση ότι θέλουν  να κυριαρχήσουν καταβάθος στο σύμπαν και ντρέπονται να τό πουν (Αντίθετα, μ’ αρέσουν πολύ οι ήρεμοι άνθρωποι, αλλά δεν έχει και πολλή σημασία τί μ’ αρέσει εμένα τώρα)

   επί τού θέματος λοιπόν : ο ζίζεκ διατύπωσε, με τήν ευκαιρία μιας ερώτησης από τό ακροατήριο, δύο βαθυστόχαστες κατά τή γνώμη του σημειολογικές διαζεύξεις, που κατά τή γνώμη του πάλι (αν και κρυμμένες πίσω από ένα άλλοθι εν παρόδω σημειολογικής μαεστρίας) τσάκιζαν τά κόκαλα τής δημοφιλούς, αφελούς, και μονοσήμαντης σύγκρισης σταλινισμού και φασισμού ( : αδυνατώ να καταλάβω εν πάση περιπτώσει γιατί τόσο πολλοί κολλάνε τόσο, τελευταία, σ’ αυτή τή σύγκριση – γιατί τούς ενοχλεί δηλαδή η ίδια η δυνατότητα συγκρίσεων; – και ακόμα δεν έχει μπει στο παιχνίδι για τά καλά ο σταλινισμός που κάθισε με τήν ίδια εγκληματική αθωότητα στο σβέρκο τών κινέζων – έχουμε μέλλον δηλαδή συγκρίσεων και διαζεύξεων – και ενοχλήσεων).

   Οι (σεμνές) σημασιολογικές παρατηρήσεις τού ζίζεκ σπάνε πάντως κατά τή γνώμη μου πραγματικά κόκαλα – με τήν μονοδιάστατη αφέλεια και τήν αντιδιαλεκτική τους μονολιθικότητα – που θα γίνονταν κατανοητές πιθανόν, από μένα τουλάχιστον, μόνο στη ρητορική πρώην κνίτη περιπτερά ή ταξιτζή : Τίς χαρακτήρισε «μικρές λεπτομέρειες, που τού αρέσουν ως διαφορές – και που (προφανώς) έχουν τή σημασία τους» (επί τής «σημασίας» πάντως δεν επεκτάθηκε, αν και τήν «επέκταση» τής «σημειολογικής» παρατήρησης περιμένει ένα φιλοσοφημένο κοινό κυρίως)

   ποιες είναι οι μικρές λεπτομέρειες τίς οποίες ξεχνάνε όσοι συγκρίνουν τόν σταλινισμό με τόν ναζισμό;

   1 : ο χαιρετισμός τού χίτλερ και τό χειροκρότημα τού στάλιν :

   στις τεράστιες ναζιστικές συγκεντρώσεις βλέπουμε τό πλήθος να χαιρετάει ναζιστικά, και τόν χίτλερ άκαμπτο να κάνει μια ανεπαίσθητη κίνηση αποδοχής : στη μόσχα όταν τό πλήθος χαιρετάει τόν στάλιν, και όλο τό κόμμα, αυτοί οι δεύτεροι τό χειροκροτούν : αυτή η λεπτομέρεια αρέσει στον ζίζεκ, και τήν θεωρεί παρήγορο δείγμα τής διαφοράς νοοτροπίας, ως προς τήν αντιμετώπιση τών «μαζών», από τόν χίτλερ στον στάλιν.

   τώρα, είναι παραβίαση πλήθους ανοιχτών πορτών να επισημάνει κανείς τί πλήθος λεπτομέρειες αγνοούνται ή παραμερίζονται εδώ : ενώ τονίζεται η «ακαμψία» τού σώματος τού χίτλερ, παραβλέπεται καταρχήν μεγαλοπρεπώς η εξίσου ακαμψία τού σώματος τού στάλιν ακόμα και «χειροκροτούντος». Όπως εξίσου παραβλέπεται τό ψυχρά πειθαρχημένο, έως καρικατούρας, περπάτημα και τών δύο παρελάσεων – ένα περπάτημα που (μια που έχουμε να κάνουμε και με ψυχαναλυτή) θα ’πρεπε να πούμε ειρήσθω εν παρόδω ότι εξαφανίζει τή φυσικότητα τού ανθρώπινου σώματος μέσα από τήν επιδεικτική απανθρωπιά τής υποταγής του στην ιδέα τής (ιδεολογικής) στρατιωτικής (και κομματικής) πειθαρχίας : αυτό όμως που πάνω απ’ όλα φαίνεται να τού διαφεύγει τού φιλόσοφου (και ψυχαναλυτή) είναι ένα παράπλευρο γεγονός, κατά τό οποίο μεταλλάσσεται και γελοιοποιείται η ίδια η πράξη τού χειροκροτήματος : ό,τι ξεκίνησε κάποτε δηλαδή αρχικά, και καθιερώθηκε μέσ’ απ’ τούς αιώνες, ως αυθόρμητη ένδειξη αγάπης τού κοινού μιας θεατρικής παράστασης προς τούς υποκριτές της : Στην πραγματικότητα (όπως έχω πει μιλώντας για άλλα) τό χειροκρότημα είναι μια πράξη τέλους «γεμάτη αλήθεια», συμπληρωματική τής αρχικής πράξης τού «ψέματος» ενός έργου τέχνης – η στιγμή κατά τήν οποία τό κοινό γίνεται κι αυτό καλλιτέχνης, υποκριτής ή συγγραφέας, και μιλάει επιτέλους κι αυτό, μιλάει δείχνοντας ενθουσιασμό, θέρμη ή αγάπη. Ό,τι λοιπόν στη ρωσία ξεκίνησε προφανώς ως (περιττή, και ελαφρώς υποκριτική) επιστροφή αυτής τής θέρμης από τούς υποκριτές στο κοινό τους – και έτσι καθιερώθηκε τό χειροκρότημα κατά τή διάρκεια τών υποκλίσεων τών ηθοποιών, απ’ τήν σκηνή προς τήν πλατεία τώρα ως απάντηση, (μια τελετουργία επιδεικτικής διακήρυξης κάποιας ισότητας στο δόγμα τού «όλοι εργάτες είμαστε» : «μάς επιβραβεύετε για τήν καλλιτεχνική μας πράξη, κι εμείς σάς συγχαίρουμε για τή ζωή σας και τό γούστο σας, που σάς έφεραν ώς εδώ») καταλήγει, όταν εφαρμόζεται στις κομματικές εκδηλώσεις και παρελάσεις, σε παγωμένη κίνηση μαριονετών που μόνο η θέρμη τής λείπει, αν μη τί άλλο : με αυτό τό προηγούμενο πιθανώς καθιερώθηκε σιγά–σιγά στη σοβιετική ένωση και εκείνος ο παγωμένος τύπος χειροκροτήματος που θυμίζει τό ρυθμικό και πειθαρχημένο χτύπημα τής μπότας καθώς παρελαύνει ενώπιον τού κόμματος ακόμα και όταν τό κοινό ακούει τόν σβιατοσλάβ ρίχτερ να παίζει μια σονάτα για πιάνο τού μότσαρτ. Ο καθεστωτικός σφετερισμός τού χειροκροτήματος απογύμνωσε τελειωτικά μια κίνηση θέρμης από τή θέρμη της, μεταβάλλοντάς την σε επιταγή στρατοπέδου – μιας απ’ τίς πολλές, αλλά ίσως όχι η πιο ανώδυνη μετάλλαξη ακριβώς επειδή φαίνεται δευτερεύουσα –

 

   2 : τά γενέθλια τού στάλιν :

   όταν ερχόταν η μέρα τών γενεθλίων τού στάλιν, οι εξόριστοι φυλακισμένοι κρατούμενοι, στα διάφορα σοβιετικά γκουλάγκ, μαζεύονταν και τού γράφανε ένα γράμμα ευχετήριο για τά γενέθλιά του, τό οποίο μετά τό στρατόπεδο φρόντιζε να τού αποστείλει. Παρατήρηση τού ζίζεκ : Φαντάζεστε τού εβραίους και άλλους κρατούμενους στα διάφορα άουσβιτς να διανοούνται να στείλουν ευχετήριο για τά γενέθλια τού χίτλερ; είναι από μόνο του αδιανόητο. Αυτή η μικρή λεπτομέρεια και διαφορά αρέσει επίσης στον ζίζεκ.

   παράξενο, για έναν ψυχαναλυτή αρχικά, τό με τί ανατριχιαστική αθωότητα ή άγνοια πηδάει πάνω από τίς ψυχολογικές παραμέτρους μιας τέτοιας «πρωτοβουλίας» : Και αισθάνομαι άσχημα, αισθάνομαι (πολύ) άβολα, γιατί τό να ρίξεις μερικές ψιλές στ’ αυτιά ενός σταλινικού που διάβασε λίγο και μορφώθηκε, πρέπει να ’ναι πέραν τών φιλοδοξιών κάθε ανθρώπου με σώας τας φρένας – και επίσης τό ν’ ασχολούμαι να συζητάω τέτοια, προσωπικά είναι πέραν τής αντοχής τού στομάχου μου : Τό βρίσκω όμως αδιανόητο τέτοιες «φιλοσοφημένες» κουτοπονηριές να μπορούν να περνάνε ως μοντέρνες σήμερα φιλοσοφίες : Ας πω μόνο τά απολύτως απαραίτητα, κι ας αφήσω τά (τεράστια) υπόλοιπα να τά πει κάποιος άλλος, που έχει ούτως ή άλλως απαντήσει από χρόνια – από τά «τρομερά χρόνια» – με τή συνολικότητα τής ποίησής της : τού έργου, τής σκέψης της, και τής συντριβής τής ζωής της –

   εγώ λοιπόν τό βλέπω ανάποδα όλο αυτό : και βλέπω τά αντίθετά του : βλέπω δυστυχώς ότι στον ναζισμό δηλαδή υπάρχει μια ειλικρίνεια, διαυγής όσο και τό κρύσταλλο τής απανθρωπιάς του, που ακριβώς επειδή απουσιάζει εντελώς από τή σταλινική τρομοκρατία, τήν κάνει ακόμα πιο απάνθρωπη, τήν κάνει από (φυσιολογικά) μισητή έως (δυσοίωνα) ανίκητη : και πράγματι : η αναγκαστική επίδειξη αγάπης προς τόν δολοφόνο σου είναι ένας μακιαβελισμός τόν οποίο ο χίτλερ ούτε σκέφτηκε ούτε τόλμησε και ούτε μπορούσε να ενεργοποιήσει : και τό ότι δεν μπορούσε δεν είναι τό πιο ασήμαντο : Τό ότι ο άλλος μπορούσε δηλαδή, δεν είναι καν τό πιο σημαντικό : διότι ο άλλος και μπορούσε και ήθελε και τόλμησε να αναγκάσει τά θύματά του σ’ αυτό τό ύστατο ψέμα  προς τόν ίδιο τους τόν εαυτό : Η θηριωδία αυτής τής απαίτησης (για ευχές γενεθλίων από ανθρώπους εξαιτίας σου μελλοθάνατους) είναι μάλιστα που κάνει, τώρα που τό σκέφτομαι, τήν θηριωδία τών σοβιετικών στρατοπέδων ακόμα πιο θανατερή : δεν τούς καις στα κρεματόρια, τούς αφαιρείς τόν αέρα λίγο–λίγο καίγοντάς τους όχι μόνο τήν ψυχή, ούτε μόνο τό σώμα, τούς καις τήν ίδια τή ζωντανή τους, προς τό παρόν, ζωή, όση έχει απομείνει, κατά τήν οποία θα μπορούσαν τουλάχιστον να διατηρούν τήν καταχωνιασμένη ανθρώπινη ελευθερία πεθαίνοντας να σέ μισούν : Κι αν ο ζίζεκ οχυρώνει τήν «ψυχαναλυτική» του ανεμελιά πίσω από τήν «βεβαιότητα» ότι κανείς επίσημα από τήν διοίκηση τών στρατοπέδων δεν ανάγκαζε τούς κρατούμενους να στείλουν ένα τέτοιο γράμμα, αλλά ότι μια τέτοια κίνηση μπορούσε να είναι «ψυχολογικά» λογική στα γκουλάγκ, ενώ δεν μπορούσε να γίνει «ψυχολογικά κατανοητή» στα άουσβιτς, θα ’πρεπε μάλλον να παραιτηθεί από τίς «έδρες» του και να ξαναπροσγειωθεί σε τίποτα θρανία : Δεν είναι δουλειά τού φιλόσοφου να είναι τόσο αθώος, και σίγουρα δεν είναι ίδιον τού ψυχαναλυτή να μην ξέρει κολύμπι : Αλλά ακόμα και στην αμμουδιά αν κάθεσαι (τόν βυθό τόν) βλέπεις καλύτερα…

   υγ 1 : από «ψυχολογική» άποψη εμένα πάντως αυτό μού λέει ότι ένας άνθρωπος που μπορεί να βλέπει τέτοιες «λεπτομέρειες» με τέτοιον τρόπο, είναι (ψυχολογικά) έτοιμος να γίνει δεσμοφύλακας : ας ευχηθούμε κάποιοι από μάς  να μην τόν βρούμε, σε κανένα λαμπρό μέλλον, μπροστά μας…

   υγ 2 : δεν είναι βέβαια πρόσφατο, ούτε πρωτότυπο πια, τό συμπέρασμα – τό υιοθετώ όμως ξανά εκ νέου, κάθε φορά που τό θυμάμαι εξαιτίας κάτι τέτοιων «φιλοσόφων» και (κυρίως…) «ψυχαναλυτών» : αν η σοβιετία ενσάρκωσε πράγματι και πραγματοποίησε, ακόμα και θεωρητικά, ένα έγκλημα, αυτό δεν ήταν μόνο εις βάρος τής ζωής όσων είχαν τήν ατυχία να ζήσουν (ή να πεθάνουν) εντός τών συνόρων της ( : άλλωστε φρόντισε η ίδια, ορισμένους καταζητούμενους από τόν χίτλερ να τού τούς στείλει πακέτο, ως δώρο κι αυτό «γενεθλίων» όπως ξέρουμε) : όμως τό μεγαλύτερο έγκλημα από μια άποψη (άκρως ψυχαναλυτική σ’ αυτήν τήν περίπτωση) ήταν εις βάρος τών ονείρων – εκείνων που εντός και εκτός συνόρων της τήν ονειρεύτηκαν…

 

   άχρηστη σημείωση : 

   τό αστείο είναι ότι οι επισήμως σταλινικοί θεωρούν τούς τύπους σαν τόν ζίζεκ επικίνδυνους εχθρούς, αλλά αυτό συμβαίνει επειδή αυτοί γενικώς δεν καταλαβαίνουν και πολλά – και η παραμικρή αναφορά στη σύνδεση μαρξισμού με ψυχανάλυση τούς προκαλεί σύγκρυο – πράγμα που συμβαίνει (εκτός από τήν ολομέλεια τών «ορθόδοξων σταλινικών») και στην πλειοψηφία τών «ορθόδοξων ψυχαναλυτών» : ο ζίζεκ είναι αρκετά ευφυής ώστε να ξέρει πάντως ότι δεν πρέπει να απευθύνεται σ’ αυτούς : έχει επίγνωση ότι αυτοί είναι καμένο χαρτί για όλο τό μέλλον – κι αυτός (έχει τή φιλοδοξία να) ποντάρει σε κάποιου είδους μέλλον, πατώντας πάνω στα ερείπια ενός συγκεκριμένου παρελθόντος από τή μια, και στην εξέγερση που βλέπει να ’ρχεται από τήν άλλη
    (αυτό τό είδος τού ανθρώπου έχει βέβαια ένα ειδικό θάρρος, να μπορεί να φέρνει στο επίπεδό του τά πράγματα αλλοιώνοντάς τα ανεπαίσθητα (υπάρχει μια ειδική λέξη γι’ αυτό αλλά καθώς δεν είμαι ειδική στη φιλοσοφία μού διαφεύγει) ώστε να παίρνει απ’ αυτά ό,τι οι τεντωμένες κεραίες του τού λένε ότι θα έχει πέραση στη συγκεκριμένη περίοδο κατά τήν οποία ο ίδιος φτιάχνει μια καριέρα. Τό κοινό του βέβαια είναι μια άλλη ιστορία, και έχει πολύ περισσότερες διαστάσεις, νομίζω : στη διάλεξη που έδωσε εδώ ο ίδιος μπορεί να μην πήγα, είδα όμως τά βίντεο και τίς φωτογραφίες και ομολογώ ότι αισθάνθηκα διχασμένη : αισθάνομαι δηλαδή ότι υπάρχει μια τεράστια απόσταση ανάμεσα στην παράσταση τού ίδιου και στο κοινό τής παράστασής του : δεν πρόκειται για τό ίδιο έργο προφανώς : Κι αυτή η διαστολή έχει σίγουρα μια διάσταση θλιμμένη αλλά, από τήν άλλη μπορεί, και ελπιδοφόρα : σε άλλα πράγματα ποντάρει ο υποκριτής και σε άλλα η πλατεία που βλέπει (και χειροκροτεί) τό έργο : κι έτσι εγώ βρίσκομαι στην ίδια θέση όπως όταν βλέπω ανθρώπους να κάνουν ουρά για ν’ αγοράσουν μια λογοτεχνία που προσωπικά σιχαίνομαι και η οποία όμως προς τό παρόν αποτελεί τή μοναδική τους σχέση με τήν τέχνη, επομένως μπορεί ν’ αποτελέσει και τήν είσοδό τους σ’ αυτήν, μια που μπορεί να βρουν κάποτε και τά μεγάλα έργα αφού τούς αρέσει τό διάβασμα)

 

 

 

  άννα πασών τών ρωσιών

 

   και μια που μιλάμε για μεγάλα έργα, ας πούμε μερικά και για τήν άννα αχμάτοβα : σε καμία περίπτωση βέβαια η ανάρτηση δεν είναι αφιερωμένη σ’ αυτήν, θέλω απλώς να κάνω μια αντίστιξη τού έργου (και τής ζωής της, είναι πολύ δεμένα αυτά τά δύο στη δικιά της περίπτωση) με τόν κρυφοσταλινισμό που επιπλέει ή και ξανασηκώνει κεφάλι τίς μέρες μας, τώρα που η φρίκη τού καπιταλισμού γίνεται επίσης ασήκωτη
   θα παραθέσω λοιπόν μερικούς στίχους από τό «ρέκβιεμ»
   (δεν έχω καιρό να τό μεταφράσω όλο ή μάλλον να ξαναδουλέψω μια μετάφραση που είχα κάνει παλιά και που τή βρίσκω τώρα παιδιάστικη (σχεδόν παιδί τήν έκανα άλλωστε…) – άλλη φορά, και σε ανάρτηση αφιερωμένη στην ίδια εντελώς, ίσως επανέλθω)

   τό ρέκβιεμ είναι μια σύνθεση που αποτελείται από τά εξής ποιήματα :

   αντί προλόγου
   αφιέρωση
εισαγωγή
1
2
3
4
5
6
7  απόφαση καταδίκης
8  στον θάνατο
9
10  σταύρωση
επίλογος ( Ι – ΙΙ )

   (τό τελευταίο κομμάτι τού επίλογου ακούγεται μελοποιημένο, στο 4ο βίντεο τής σειράς, στο τέλος)

 

   τό συνθετικό ποίημα ρέκβιεμ γράφτηκε για τόν γιο της lev gumilyov που τόν συνέλαβαν στα 1934 χωρίς ποτέ να ξεκαθαριστεί και εντελώς (συνηθισμένο αυτό τότε) ποια ήταν η κατηγορία. Έμεινε σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως τόν περισσότερο καιρό, με ένα διάλειμμα κατά τό οποίο κλήθηκε να πολεμήσει, γύρισε σπίτι του τό ’45, τό ’49 συνελήφθη πάλι, και έμεινε σε στρατόπεδο μέχρι τό 1956 που απελευθερώθηκε τελικά
   ο λεβ ήταν γιος της από τόν πρώτο της άντρα, τόν ποιητή νικολάϊ γκουμιλιόφ τόν οποίο τό καθεστώς είχε ήδη εκτελέσει τόν αύγουστο τού 1921 (η αχμάτοβα τόν είχε παντρευτεί τό ’10 και τό ’18 είχαν ήδη χωρίσει) : εκτελέστηκε με βάση μια υποτιθέμενη συνωμοσία διανοουμένων εργατών χωρικών και λοιπά, φαινόμενο (οι κατηγορίες) επίσης συνηθισμένο τότε
   δεν ήταν ίσως αυτό που η ίδια θεώρησε ως τή μεγαλύτερη ταπείνωση τής ζωής της τό ότι έγραψε ποίημα στον στάλιν για να σώσει τή ζωή τού γιου της
   τόν αύγουστο τού 1946 έπεσε επίσημα σε δυσμένεια με πρωτοβουλία τού ζντάνοβ ο οποίος διακήρυξε πως «αυτές οι θολούρες μοναξιάς κι απελπισίας δεν έχουν καμία σχέση με τή σοβιετική λογοτεχνία, και χαρακτηρίζουν όλο της τό έργο»
   τά ποιήματά της ήταν απαγορευμένα και έζησαν κυριολεκτικά στην αφάνεια για τό μεγαλύτερο μέρος τής ζωής της – δεν τολμούσε όχι φυσικά να τά εκδόσει (αυτό είχε αποκλειστεί), όχι να τά κυκλοφορήσει ως χειρόγραφα, αλλά ούτε καν και να τά γράψει – από τόν φόβο μην κάνει κακό στη ζωή τού γιου της : τά μάθαινε απέξω και τα ’λεγε στους φίλους της που τά μάθαιναν απέξω και τά ’λεγαν στους φίλους τους που τά μάθαιναν απέξω… (αν έχετε διαβάσει τό φαρενάϊτ 451 τού μπράντμπερυ… κάπως έτσι)
   έπρεπε να πεθάνει ο στάλιν και να αρχίσει η σχετική αποσταλινοποίηση για να ξαναεκδοθεί στη ρωσία η ποίηση τής αχμάτοβα (τής οποίας τό όνομα, παρεμπιπτόντως, είναι ψευδώνυμο – για περισσότερα βιογραφικά της εδώ)
   η άννα αχμάτοβα στα νιάτα της ήταν πανέμορφη και είχε υπάρξει κατά τό ταξίδι της στη γαλλία (τό 1910 και ’11) φίλη τού μοντιλιάνι, με τόν οποίο είχε μια τρικυμιώδη σχέση για ένα διάστημα και ο οποίος τήν έχει ζωγραφίσει
   παντρεύτηκε τρεις φορές (ο δεύτερος άντρας της πέθανε επίσης σε στρατόπεδο συγκέντρωσης)
   η μεγαλύτερη, και πιο αγαπημένη (μαζί με τήν μαρίνα τσβετάγιεβα, η οποία και τής έδωσε τό όνομα «άννα πασών τών ρωσιών») ποιήτρια τής ρωσίας πέθανε τόν μάρτιο τού 1966
   τό «ρέκβιεμ» που άρχισε να γράφεται τό 1935 και τέλειωσε τό ’40, εκδόθηκε για πρώτη φορά στη δύση, στο μόναχο, τό 1963 «χωρίς γνώση και άδεια τής συγγραφέως»

  
      «τό παρίσι στη γκρίζα ομίχλη
      ο μοντιλιάνι ίσως ξανά
      αδιόρατος μ’ ακολουθεί
      έχει τή θλιβερή αρετή
      ώς και τά όνειρά μου να ανακατώνει
      και να μού κουβαλάει δυστυχίες»
(από τό «ποίημα χωρίς ήρωα»)

requiem 1935 – 1940

όχι, κάτω απ’ τόν θόλο όχι άλλου ουρανού
κι όχι σ’ άλλων φτερών τήν προστασία,
με τόν δικό μου τόν λαό ήμουνα εγώ,
κι ήμουν εκεί που έζησε τήν τιμωρία
                                                          1961

  

   αντί προλόγου

   τά τρομερά χρόνια τής γιεζοφτσίνα πέρασα μήνες δεκαεφτά να στέκομαι στις μακριές ουρές τής φυλακής τού λένινγκραντ
μια μέρα ένας μέ αναγνώρισε
ύστερα μια γυναίκα με ένα στόμα μελανό από τό κρύο, κάποια που στέκονταν πίσω μου ακριβώς, και φυσικά δεν μ’ είχε ξανακούσει
βγήκε από κείνη κει τήν ύπνωση που μέσα κολυμπάγαμε όλοι μας, και μού ψιθύρισε
(όλοι ψιθυριστά μιλάγαμε εκειπέρα) :
«κι αυτό; μπορείς να τό περιγράψεις;»
κι είπα «μπορώ!»
τότε κάτι που έμοιαζε με χαμόγελο χάραξε πάνω σ’ αυτό που ήταν κάποτε τό πρόσωπό της.

                                                                                                                 1 απριλίου 1957, λένινγκραντ

            γιεζοφτσίνα : η μυστική αστυνομία τού στάλιν από τόν επικεφαλής της γιεζόφ

εισαγωγή

ήτανε μέρες που μονάχα οι νεκροί
χαμογελούσανε γαλήνια χωρίς φόβο,
τό λένινγκραντ ταλαντευότανε σαν εκκρεμές
στις φυλακές του πλάϊ αχρηστευμένο
μέρες που απ’ τά βασανιστήρια τρελαμένο
πέρναγε τών κατάδικων τό σύνταγμα
και παίρναγαν τά τραίνα κι όλο μούγκριζαν
έναν σκοπό αποχαιρετισμού σακατεμένο
αστέρια θάνατου μάς επιθεωρούσαν
η αθώα ρωσσία πόναγε κουλουριασμένη
κάτω από τόν τροχό τής κλούβας,
κάτω από μία μπότα ματωμένη

3

όχι, αυτό δεν είμαι εγώ – άλλος πονάει
δεν θα τό άντεχα – μαύρα παραπετάσματα
ας τό σκεπάσουν ό,τι έγινε,
κι ας πάρουν μακριά τό φως τού δρόμου…
Νύχτα.

5

μήνες δεκαεφτά πέρασα ουρλιάζοντας
φωνάζοντάς σου να γυρίσεις σπίτι,
αγκάλιασα τού δήμιου τά γόνατα
Είσαι ο γιος μου και ο τρόμος.
Όλα μπερδεύτηκαν για πάντα
και τώρα δεν μπορώ να ξεχωρίσω
ποιος είναι ο άνθρωπος και ποιο τό κτήνος
και πότε η εκτέλεση θα ’ρθεί.
Έχουνε μείνει άνθη μες στη σκόνη,
τό τρίξιμο ενός θυμιατού, τά ίχνη
βημάτων από ένα μέρος προς κανένα.
Ένα πελώριο αστέρι
ίσια στα μάτια μέ κοιτάζει
και μ’ απειλεί με γρήγορη καταστροφή.

                                                                    1939

8
στον θάνατο

θα έρθεις οπωσδήποτε – γιατί όχι τώρα;
σέ περιμένω – μού είναι δύσκολο πολύ.
Έκλεισα φώτα, άνοιξα πόρτες
για να ’ρθείς – απλός κι ωραίος τόσο.
Πάρε ό,τι σχήμα θέλεις
ξεχύσου αέριο δηλητηρίου
ή έλα σερνάμενος σαν κλέφτης,
κόλλησέ με τύφο
Έλα με μια κατηγορία που θα βρεις,
φτιάξε την μόνος σου
τήν πιο κοινή που να μέ πιάσει αηδία,
να δω τήν μπλε στολή τού αστυφύλακα
πίσω απ’ τό πρόσωπο τού θυρωρού άσπρο απ’ τόν τρόμο.
Καθόλου δε μέ νοιάζει τώρα
Ο ποταμός στη σιβηρία κυλάει
Τό πολικό αστέρι λάμπει
Και η γαλάζια λάμψη τών αγαπημένων μου ματιών
κρύβεται πίσω απ’ τόν τρόμο τόν πιο τελευταίο.

                                                     19 αυγούστου 1939

επίλογος

Ι

βρήκα πώς γίνεται τά πρόσωπα να μαραθούν
και πώς ο τρόμος ξεφυτρώνει απ’ τά βλέφαρα
και πώς η οδύνη γράφεται στα μάγουλα
σκληρές σελίδες σε γραφή ακατάληπτη,
Και πώς μαλλιά και μαύρα και ξανθά
γίνονται ασημένια σε μια νύχτα,
και πώς χαμόγελα πεθαίνουνε στα χείλια τής υποταγής
κι ο φόβος παίζει τρέμοντας πάνω στα γέλια στέγνας κι ανυδρίας.
Και δεν τό κάνω για εμένα μόνο όταν προσεύχομαι
αλλά για όλους όσους στήθηκαν στο δρόμο αυτό μαζί μου,
στο άσπλαχνο κρύο και στην κάψα μέσα τού καλοκαιριού,
κάτω από τό τυφλό και κόκκινο εκείνο τείχος

ΙΙ

η ώρα τής μνήμης σέρνεται ξανά κοντά,
σάς βλέπω σάς αισθάνομαι και σάς ακούω.

Εσάς που δύσκολα βαδίζατε προς τό παράθυρο
εσάς που δεν πατάτε άλλο πια σ’ αυτό τό χώμα

εκείνη που είπε σείοντας τό όμορφο κεφάλι της
«κάθε φορά που φτάνω εδώ γυρίζω σπίτι».

Και πώς θα ήθελα να πω όλα τά ονόματα
μά πήραν τόν κατάλογο και δεν θυμάμαι

ύφανα για όλους ένα πέπλο σάβανο
απ’ τίς κουβέντες που άκουγα να λένε.

Και τούς θυμάμαι όλους, πάντοτε, παντού,
και δεν θα τούς ξεχάσω ό,τι κι αν γίνει.

Κι αν μου φιμώσουνε ξανά τό στόμα που ούρλιαξε
για εκατομμύρια άλλους μέχρι τώρα

θέλω κι αυτοί τό ίδιο να μέ θυμηθούν
αν θα γιορτάσουνε τή μέρα που ’χω φύγει.

Γιατί αν ποτέ σκεφτούνε να υψώσουνε
μνημείο για τή μνήμη μου σ’ αυτή τή χώρα,

θα συμφωνήσω ήσυχα, με έναν όρο όμως μοναχά :
να μην τό χτίσουν στο γενέθλιό μου χώμα :

κι όχι μνημείο δικό μου πλάϊ στη θάλασσα
κι ο τελευταίος μου δεσμός με θάλασσα έχει σπάσει

ούτε στον κήπο με τά άγια τά δέντρα του,
όπου μια σκιά απαρηγόρητη μέ ψάχνει :

αλλά εδώ, εδώ που στήθηκα τριακόσιες ώρες και περίμενα
και δεν εδέησαν τήν πόρτα να μ’ ανοίξουν.

Γιατί ακόμα και τόν ελεήμονα τόν θάνατο αντικρύζοντας
τρέμω μην τύχει και ξεχάσω πώς ηχούσε η κλούβα

μην τύχει και ξεχάσω τό πώς μούγκριζε η μισητή η πύλη κλείνοντας
και πώς η γριά γυναίκα αλυχτούσε ζώο πληγωμένο μπρος της.

Κι ας τρέχουνε τά χιόνια λυώνοντας σα δάκρυα
από τ’ ακίνητα και μπρούτζινα τά βλέφαρά μου,

κι ας κρώζουνε τής φυλακής τά περιστέρια στην απόσταση
και τά καράβια να κυλάνε αργά στον Νέβα

                                                                                                    μάρτιος 1940

 

© για τήν μετάφραση «σημειωματάριο κήπων»
έκανα τή μετάφραση από τήν αγγλική έκδοση «anna akhmatova, selected poems / translated with an introduction by richard mckane and an essay by andrei sinyavsky / penguin modern european poets»
 
 

 

 

ωραία σελίδα αμερικανού ποιητή ρώσικης καταγωγής που μεταφράζει ποιήματά της παραθέτοντας και τό πρωτότυπο

βιογραφία της μεταφρασμένη στα ελληνικά

διάβασέ με : άλλες πληροφορίες και εργογραφία στα ελληνικά

κι εδώ ένα ενδιαφέρον κείμενο τής σόνιας ιλίνσκαγια τό ’98 όταν (ξανα)εκδόθηκε η μετάφραση τού «ρέκβιεμ» από τόν άρη αλεξάνδρου : αναφέρει ότι η ίδια είχε πρωτοδιαβάσει τό ποίημα στη ρωσία σε σαμιζντάτ, και κάνει και ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για τά μεταφραστικά προβλήματα τής αχμάτοβα

η σελίδα τής γερμανικής ταινίας a film about anna akhmatova

η σελίδα τής amazon με τά βιβλία της στα αγγλικά

εκδόσεις τού «ρέκβιεμ» στα ελληνικά :

η μετάφραση τού άρη αλεξάνδρου εδώ και εδώ

ένα ποίημα από τή μετάφραση αλεξάνδρου

μετάφραση δημήτρη β. τριανταφυλλίδη επίσης σε δίγλωσση έκδοση

update 24 φεβρουαρίου 8.28΄βράδι : στο μεταξύ έχουν «φαγωθεί» τρία βίδεα και δεν ξέρω από ποιον (προσπαθώ βέβαια να τά (ξανα)ανεβάσω αλλά δεν μού γίνεται τό χατήρι)
συγνώμη, θα επανέλθω και οψόμεθα (δεν φαντάζομαι να φταίει η λιβύη…) 
στο μεταξύ τά βλέπετε από εδώ : απόσπασμα μελοποίησης από τόν ούγγρο συνθέτη györgy kurtág (songs to poems by anna akhmatova, op. 41 – #4 ) εδώ : η ίδια η άννα αχμάτοβα (σε μεγάλη ηλικία) απαγγέλει και εδώ : μελοποιημένo από τήν ρωσίδα συνθέτρια zlata razdolina τό ρέκβιεμ (επίλογος, τέλος)

  

2o update 9 μαρτίου ξημερώματα (σχετικά με τό βιντεοπρόβλημα) : όπως είδατε όλα επανήλθαν – μετά από διαβουλεύσεις με τό support team τής wordpress διαφωτίστηκα (και τό λέω για όποιον τυχαίνει να ‘ναι εξίσου άσχετος στα τεχνικά με εμένα) : τά βίδεα για να ανέλθουν κανονικά πρέπει να μην έχουν υποστεί hyperlink κατά τό κοινώς λεγόμενον – περισσότερες λεπτομέρειες, όποιος είναι εξίσου άσχετος με μένα, μέ ρωτάει αύριο – διότι τώρα είναι ξημερώματα και μάλλον πάω για ύπνο

 

15 Σχόλια

  1. Δεν καταλαβαίνω το λόγο της σύγκρισης μεταξύ Στάλιν και Χίτλερ.
    Όταν κανείς συγκρίνει τόσο ακραίες καταστάσεις και προσωπικότητες, κατ’ανάγκην (όσο και να θέλει να είναι/φανεί λογικός και ψυχρός, όπως καλή ώρα ο Τζουτζέκ) θα εκπέσει σε συναισθηματικές κρίσεις. (σε αντίθεση με σένα, Χάρις, εγώ θα διάλεγα τον Πατερούλη: http://www.youtube.com/watch?v=7OUqUiZQxs4)

    Και, για να σοβαρευτούμε, συγκρίνει κανείς για να αποδείξει τί; ότι αν πεθάνεις απο Ζyklon B είναι καλύτερο ή χειρότερο απ’το θάνατο από κρυοπαγήματα…;; Ήμαρτον!

    Αλλά τα ξόρκια τ’ αγαθά τις ρητορείες,
    σαν είναι οι ζωντανοί μακριά, τι Θα τα κάνεις;

    [Ο άνθρωπος είναι όντως, άλλο πράγμα.]

    Σχόλιο από undantag — 24 Φεβρουαρίου 2011 @ 1:47 πμ

  2. καλημέρα Εξ/αιρετικέ, «άλλο πράγμα» δε λες τίποτα!

    οι συγκρίσεις πάντως (πράγμα επικίνδυνο όντως να οδηγήσει σε ισοπεδώσεις…) καμιά φορά νομίζω ότι πυροδοτούνται νομοτελειακά από τήν αντίθετη λογική : τού «φόβου τών συγκρίσεων» – το θέμα είναι να διατηρούμε τήν κριτική μας ικανότητα – πέρα από ιδεολογικούς φανατισμούς (έτσι δεν λέει και ο ουλπιανός (!) ; ή είμαι οφσάιντ τώρα; 😥 )

    υγ: ασφαλώς και δεν μπαίνουν σε ζυγαριά οι τρόποι εκτελέσεων –

    υγ 2: ωραίο το τραγουδάκι (γιατί δεν το ανέβασες ολόκληρο; ) (η κακομοίρα η λάϊκα ποιος ξέρει με τι σκληρό τρόπο απεβίωσε… 👿 και επί κρούτσεφ κιόλας…)

    Σχόλιο από χαρη — 24 Φεβρουαρίου 2011 @ 3:58 μμ

  3. Πότε το είπε αυτό ο Ουλπιανός; Με πιάνεις αδιάβαστο!
    Το τραγουδάκι ολόκληρο το ανέβασα – επίσης, σύμφωνα με τους δημιουργούς, υπάρχει σοβαρή δικαιολογία που ο Πατερούλης φιγουράρει στο βίδεο κλίπ αντί του Χρουτσώφ! 1. Είναι πιο φωτογενής 2. Ο Νικήτα έχει κοριτσίστικο όνομα (!)

    Σχόλιο από undantag — 26 Φεβρουαρίου 2011 @ 3:05 μμ

  4. Εξαιρετικέ Undan για τον Ουλπιανό μια κουβέντα πέταξα μη μέ παίρνεις στα σοβαρά 😆 κανείς δεν τον έχει διαβάσει εδωμέσα (τουλάχιστον) εκτός από σένα! (και φοβάμαι και πιο έξω)… Πάντως μού’χεις εδώ και δυο χρονια τουλάχιστον γεννήσει την περιέργεια να τον διαβάσω εγώ… Οψόμεθα

    πού τ’ ανέβασες το τραγουδάκι; Πάντως η γουώρντπρες μού κάνει νούμερα με τα βίδεα, όπως είδες έκανα και απντέϊτ εξαυτού 👿

    ναι, τις είδα τις εξηγήσεις τους περί χρουτσώφ : πολύ κοριτσίστικο το νικήτας, αυτο να λέγεται!!

    φιλιά 😀

    Σχόλιο από χαρη — 26 Φεβρουαρίου 2011 @ 5:06 μμ

  5. για να πω την αμαρτία μου, ούτε και γω τον διάβασα… τουλάχιστον όχι αυτούσιο – κάτι λίγα στην Ιουστινιάνεια κωδικοποίηση του ρωμαϊκού δικαίου, προ δεκαπενταετίας.
    Η έκδοση των απάντων του είναι δυσεύρετη – και έπειτα, ελάχιστη σχέση έχει με το σήμερα (εκτός από δέκα δεκαπέντε ρητά που αμολάνε οι δικηγόροι όταν δεν ξέρουν τίποτε σχετικότερο με το θέμα ή την υπόθεση!)
    Καληνύχτα!

    Σχόλιο από undantag — 27 Φεβρουαρίου 2011 @ 1:45 πμ

  6. καλησπέρα! Εξαιρετικέ 🙂 δύο δείγματα (τι σαφή!) μού’χες αναφέρει εδώ (μ’ έκανες να ψάξω τώρα, και τι θυμήθηκα (καλά θυμήθηκα;;)…(αλλά τα δικά σου είχαν σχέση με την υπόθεση) κι επειδή έχω μνήμη ελέφαντα τού λόγου μου, μού’χει μείνει από τότε να τον βρω μεταφρασμένον… Τώρα μού λες πως δεν θα μπορέσω; Ε, άμα βρω μετάφραση θα σε ειδοποιήσω 😉

    (διότι εγώ με τα λατινικά ξέρεις, (πλέον) δεν… (καθόλου σαν εσένα 😀 ))

    Σχόλιο από χαρη — 27 Φεβρουαρίου 2011 @ 4:54 μμ

  7. υγ: χα χα με τους δικηγόρους!

    Σχόλιο από χαρη — 27 Φεβρουαρίου 2011 @ 4:56 μμ

  8. Εχμ, πάντως από τα σουξεδιάρικα ρητά του Ουλπιανού, αυτά που ξέρουμε όλοι τέλος πάντων 🙂 , μερικά ταιριάζουν γάντι στο θέμα μας και σίγουρα θα άρεσαν πολύ σε κάποιους από τους «φωτεινούς» πρωταγωνιστές του (κάτι «Quod principi placuit legis habet vigorem» και κάτι «Princeps legibus solutus est» μια χαρά θα τα γούσταρε ο Τζουγκασβίλι).

    Τα περί κοριτσίστικου Νικήτα μου φαίνονται αγγλοσαξονικός μύθος με ολίγη από Έλτον Τζων. Τι το θηλυκό έχει ο Χωνιάτης και κάτι Βόσνιοι αιρεσιάρχες (για να μην πάμε σε τίποτε Νικηταράδες και χάσουμε και το πολιτικώς ορθόν μας);

    Πιθανώς είμαι αφελής, αλλά γιατί μου φαίνεται ότι οι λεπτομέρειες που επισήμανε ο μέγας Ζίζεκ μάλλον στερούνται παντελώς σημασίας; Δεν λέω, όλοι κατά καιρούς πασχίζουμε να εκμαιεύσουμε αιώνιες αλήθειες από ανθυπολεπτομέρειες, αλλά εδώ δεν βλέπω καθόλου σημειολογίες, μόνο μια προσπάθεια αυτοκολακείας της πασιφανούς νοσταλγικής συμπάθειας του Σλοβένου προς τον υπαρκτό. Τα ισοπεδώνω όλα βλακωδώς, έ;

    Σχόλιο από rogerios — 1 Μαρτίου 2011 @ 9:11 μμ

  9. Καθόλου, Ρογήρε! καθόλου δεν τα ισοπεδώνεις 🙄 αποδίδεις τά τού καίσαρος (στην κυριολεξία) κατά τη γνώμη μου, εκείνο δε τό «μόνο μια προσπάθεια αυτοκολακείας της πασιφανούς νοσταλγικής συμπάθειας του Σλοβένου προς τον υπαρκτό» τί να σού πω: «έγραψε» (στην κυριολεξία) και πάλι

    (για τα λατινικά θα πρέπει να ξανανοίξω λεξικό (μια φορά με κατάφερε ο Undantag αλλά τώρα αποκλείεται λόγω χρόνου…)) (Να λοιπόν που ο Ουλπιανός έχει όντως αναγνώστες – αλλά από τη δικιά σου ευρυ(τατο)μάθεια όλα να τα περιμενει κανείς 🙂 )

    υγ: φυσικά και έχεις δίκιο για τήν έλλειψη σημασίας… να σού εξομολογηθώ ότι δεν θ’ ασχολιόμουν με τον ζίζεκ αν δεν ασχολούνταν τόσο πολύ άλλοι, και μέ αμετροέπειες, ξεσαλώνοντας εναντίον ανθρώπων που θα’πρεπε ν’ αντιμετωπίζουν αν όχι με σεβασμό, τουλάχιστον με περίσκεψη (ναι, η «αυγή» τής επανάστασης…)

    ευχαριστίες (πάντα) για τις βόλτες σου από δω 😀

    Σχόλιο από χαρη — 2 Μαρτίου 2011 @ 5:33 μμ

  10. @ Χάρη:
    «Quod principi placuit legis habet vigorem”: ό,τι αρέσει στον ηγεμόνα έχει ισχύ νόμου
    “Princeps legibus solutus est”: ο ηγεμών δεν υπόκειται στους νόμους
    @ και στους δύο
    Οι αγγλοσάξωνες συνθέτες του τραγουδιού μάλλον αναφέρονταν στην σειρά του Μπεσόν:
    http://en.wikipedia.org/wiki/La_Femme_Nikita
    Δε νομίζω να γνωρίζουν το Νικηταρά – πόσο μάλλον τον Νικήτα Κακλα-money

    Σχόλιο από undantag — 2 Μαρτίου 2011 @ 6:01 μμ

  11. Μερσί!

    Τελικά ο Ζίζεκ αποτελεί αίνγμα για μένα. Υπό άλλες συνθήκες θα τον απέρριπτα με συνοπτικές διαδικασίες σαν Αλέφαντο της φιλοσοφίας, ωστόσο υποψιάζομαι ότι κάτι υπάρχει στο βάθος (πιθανότατα όχι κάτι σχετικό με ό,τι προβάλλεται σε καθαρά επικοινωνιακό επίπεδο). Φίλοι πολύ πιο ευφυείς και μεθοδικοί από μένα τον έχουν σε εκτίμηση, οπότε…

    Εντάξει, μη φανταστείς ότι πριν κοιμηθώ διαβάζω Ουλπιανό στα λατινικά :). Αυτά που παραθέτω είναι μεταξύ των ρητών που έχει η Βίκι (χάρη πληρότητας προσθέτω ότι σημαίνουν «ό,τι είναι αρεστό στον ηγεμόνα έχει ισχύ νόμου» και «ο ηγεμόνας δεν δεσμεύεται από τους νόμους», αντιστοίχως). Αν ο Ουλπιανός μου είναι για κάποιους λόγους συμπαθής (όχι ιδιαίτερα, πάντως) αυτοί έχουν να κάνουν με την καταγωγή του από την Τύρο (οπότε αποτελεί απόδειξη της συμβολής της Ανατολής) και με την πιθανολογούμενη συμβολή του στο έδικτο του Καρακάλλα.

    Σχόλιο από rogerios — 2 Μαρτίου 2011 @ 6:53 μμ

  12. @ προς αμφότερους 😀 γράφατε συγχρόνως Εξαιρετικέ και Ρογήρε: το δε («τα» δε) τού Undan τά κατακράτησε στο σπαμομηχάνημα λόγω λινκιών 😦 (Undan βλέπω μια διαφορά ανάμεσα στα δύο γι’ αυτό δεν σβήνω τίποτα – αν διαφωνείς, πες μου)

    ευχαριστώ για τις μεταφράσεις (τα μεγάλα πνεύματα συναντώται : οι διαφορές είναι κυριολεκτικά ανύπαρκτες!)

    να πω την αμαρτία μου την σειρά δεν την ήξερα, αλλά τώρα που το λες Undantag κάτι μού θυμίζει… θα πάω στο λινκ (και viel-μερσώ)

    Ρογήρε, αυτό το «σαν Αλέφαντο της φιλοσοφίας» σε παρακαλώ πολύ: θα’πρεπε να μου το πεις εγκαίρως να μην κάθομαι να γράφω κατεβατά, θα’φτανε από μόνο του 😆 😆

    (για το ότι κάποιοι άνθρωποι, και φίλοι, και γνώστες, τον βλέπουν ευμενώς, είχα κι εγώ το προβληματάκι μου, πριν ανεβάσω το ποστ): πιστεύω όμως πως είναι ιδιαίτερα επιεικείς μαζί του – κι ακριβώς όχι γι’ αυτά που προβάλλονται περί αυτού… συμφωνούμε λοιπόν (:τόν βλέπουν ως κάποιον που «εν μέσω κατάρρευσης κάθε τι σοσιαλιστικού» αυτός επιμένει κατά κει μεριά… πιστεύω όμως ότι θα συμφωνήσουν κι αυτοί αργότερα ότι αυτό δεν φτάνει…)

    α, για τη συμβολή της ανατολής εγκρίνω κι επαυξάνω (όπως υποθέτεις)

    btw, και το λέω σε σας ειδικά, τούς γλωσσογνώστες, ολόκληρη μετάφραση τής αχμάτοβα έκανα (εξ ανατολών κι αυτή), κανείς δεν θα μού πει μια καλή κουβέντα; τσκ τσκ τσκ 😆 👿 🙄

    φιλιά σ’ αμφότερους (εντάξει, μην αρχίσετε τώρα να μού λέτε καλές κουβέντες, έληξε το θέμα (und wozu dichter…) την έφαγε η φιλοσοφία την ποίηση το πήρα απόφαση)

    Σχόλιο από χαρη — 2 Μαρτίου 2011 @ 7:33 μμ

  13. υγ: Undan σχολαστικέ (φιλόσοφε δλδ), διαβάζοντας καλύτερα είδα ότι το 2ο σχόλιο ήταν πιο πλήρες, άρα έσβησα το 1ο (αν διαφωνήσεις διορθώνεται…)

    Σχόλιο από χαρη — 2 Μαρτίου 2011 @ 7:44 μμ

  14. Αν και δεν ξέρω πότε θα έχω ξανά πρόσβαση στο διαδίκτυο για να σου στείλω το μήνυμα, το κείμενο σου το διαβάζω τώρα Κυριακή πρωί με τον καφέ και είναι τόσο απολαυστικό! Και όταν θυμώνεις σε απολαμβάνω ακόμα περισσότερο 😉

    Σκέφτομαι την ιστορία με τα γράμματα που, αν δεν είναι απλά η ύστατη προσπάθεια απονομής χάριτος από τον τύραννο, τότε η ιστορία μοιάζει βγαλμένη από τα σπλάχνα του Όργουελ, αν και μάλλον το αντίστροφο συνέβη. Ψυχολογικά δεν μπορώ να βρω εξήγηση, ούτε και ψυχαναλυτικά δικαιολογείται η αληθινή (και όχι προσποιητή) αγάπη προς το σφαγέα σου, εφόσον το φαινόμενο ήταν συλλογικό και όχι ατομικό. Υπάρχει το σύνδρομο που ονομάζεται ‘ταύτιση με τον επιτιθέμενο’ (σε καταστάσεις ομηρείας ας πούμε οι αιχμάλωτοι υπερασπίζονται διακαώς τα ‘δίκαια’ αιτήματα του απαγωγέα), όμως αυτή η ιστορία με τα γράμματα είναι το κάτι άλλο, είναι τόσο νοσηρή που μόνο σε καταστάσεις ακραίων συνθηκών μπορεί να υπάρξει-εντάξει, το να σε κλείνουν στο γκούλαγκ είναι ακραίο, και πάλι όμως είναι μία κατάσταση που ξεφεύγει από την ανθρώπινη συνείδηση.

    Ο Ζίζεκ ως ψυχαναλυτής γιατί δεν αφιερώνει λίγη ενέργεια να το ερμηνεύσει; (just kidding).

    Σχόλιο από silentcrossing — 20 Μαρτίου 2011 @ 9:27 μμ

  15. αυτά τά προβλήματά σου με τό διαδίκτυο τα’χω μάθει Silent, αλλά δεν σέ λυπάμαι 😛 δεν φτάνει που μάς την έκανες γι’ άλλους τόπους…

    (κάποια στιγμή θα μπορέσω να σού γράψω κι εγώ – σ’ ό,τι δικό σου απόμεινε εδωπέρα 😉 😆 )

    σίγουρα έχεις δίκιο για την «ταύτιση» και πιστεύω κι εγώ ότι ισχύει επίσης κυρίως μάλιστα σε περιπτώσεις «ομαλότερου βίου» – το φαινόμενο εσύ ας πούμε στη δουλειά σου πρέπει να το βλέπεις συχνά (υφίσταται και μέσα στην οικογένεια, όταν κακοποιημένα παιδιά ταυτίζονται με τον βίαιο πατέρα πχ) αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν νομίζω κι εγώ ότι ήταν κάτι τέτοιο, και δεν ήταν καν ελπίδα για απονομή χάριτος, βέβαια… Η περίπτωση αυτών τών στρατοπέδων ήταν σίγουρα το κάτι άλλο, όπως λες. Κι η αχμάτοβα μάς δείχνει καλά ότι είχαν απόλυτη επίγνωση τής φρίκης – μέσα κι έξω… Εξάλλου υπήρχε παρελθόν – τό λινκ που έβαλα για το «δώρο» που έκανε ο στάλιν στον χίτλερ είναι ας πούμε ενδεικτικό (αυτό το «επεισόδιο» το αφηγείται η Margarete Buber-Neumann που (αφού την έστειλε ο στάλιν πακέτο στον χίτλερ, μαζί με άλλους – η ιστορία είναι φριχτή, τούς βάλαν σ’ ένα τραίνο χωρίς να τούς πουν πού τούς πάνε, κι όταν έφτασαν στη γερμανία και άνοιξαν οι φρουροί τίς πόρτες και είδαν τα ες-ες να τούς περιμένουν, πολλοί τότε τρελάθηκαν) βρέθηκε μετά στο ίδιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη γερμανία με την φίλη τού Κάφκα την Μίλενα κι έγραψε κι ένα βιβλίο γι’ αυτήν)

    αλλά τι σού λέω βραδιάτικα,
    άντε, φιλάκια και να’σαι καλά εκεί που πήγες 🙂

    Σχόλιο από χαρη — 20 Μαρτίου 2011 @ 11:26 μμ


RSS feed for comments on this post.

Start a Blog at WordPress.com.